150 χρόνια από τότε
Κωνσταντίνος Ι. Αιλιανός
Οι Έλληνες εθελοντές στον Γαλλο-Πρωσσικό Πόλεμο του 1870 – 1871
Η νίκη στην Σάντοβα της Πρωσσίας στον πόλεμο κατά της Αυστρίας, το 1866, σηματοδότησε την επόμενη πολεμική εμπλοκή: αυτήν μεταξύ Γαλλίας και Πρωσσίας. Έτσι, σύννεφα άρχισαν να συσσωρεύονται νωρίς στα γαλλο-πρωσσικά σύνορα! Πίσω από την πολιτική του Πρώσου καγκελλαρίου Otto von Bismarck έναντι της Γαλλίας, ευρίσκετο ο οραματισμός του για την ένωση των γερμανικών κρατιδίων και την δημιουργία μιάς Γερμανικής Αυτοκρατορίας. Το επόμενο βήμα του καγκελλαρίου ήταν αποκλειστικά θέμα χρόνου. Ο πόλεμος μεταξύ των δύο χωρών εθεωρείτο αναπόφευκτος.
Την περίοδο εκείνη – το 1870 – οι Ελληνο-γαλλικές σχέσεις έπασχαν λόγω της ασυνέπειας της γαλλικής πολιτικής προς την Αθήνα. Αν και η μνήμη της κατοχής του Πειραιώς κατά τον Κριμαϊκό πόλεμο (Μάρτιος 1854-Ιούνιος 1857) από τα αγγλο-γαλλικά στρατεύματα είχε αφήσει οπωσδήποτε ουλές, η στάση του Ναπολέοντος ΙΙΙ στο Κρητικό ζήτημα, το 1867, με την υπαναχώρηση του στην στήριξη της Ελλάδος, ήταν ακόμη έντονα νωπή. Η ψύχρανση των σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών από τότε ήταν έκδηλη, ιδίως στο επίπεδο της κοινής γνώμης. Τα αισθήματα, ως εκ τούτου, στην Αθήνα για την Γαλλία την περίοδο που ξέσπασε ο πόλεμος, τον Ιούλιο 1870, ευρίσκοντο στο ναδίρ. Η ανατροπή του «ασπλάχνου και αφιλοτίμου μισέλληνος και φιλοτούρκου» ηγέτη[1] και η εγκαθίδρυση της Δημοκρατίας, απετέλεσε έναυσμα μεταστροφής του δημόσιου αισθήματος υπέρ της Γαλλίας με την οργάνωση αποστολής εθελοντών εκεί για να πολεμήσουν κατά των Πρώσσων.
Το λίγο γνωστό αυτό επεισόδιο στην ιστορία της χώρας μας αξίζει να μνημονευθή. Η Ελλάς δεν ήταν η χώρα που απέστελλε εθελοντές σε άλλες. Έτσι, η κίνηση αυτή των εθελοντών ήλθε να τονώση τις σχέσεις μεταξύ των δύο λαών, του γαλλικού και του ελληνικού. Και όντως, ορισμένοι γαλλικοί κύκλοι εξεδήλωσαν αισθήματα ευγνωμοσύνης προς τους νέους αυτούς.

Όπως ήταν φυσικό, η έναρξη των εχθροπραξιών στις 7/19 Ιουλίου 1870[2] άφησε την Αθήνα μάλλον αδιάφορη προς το Παρίσι. Ο Τύπος δεν έλαβε κάποια φιλο-γαλλική στάση. Ούτε, άλλωστε, ο λαός. Παρά ταύτα, παρά την γενικώτερη αρνητικότητα των συναισθημάτων στην Αθήνα, ήδη με την έναρξη του πολέμου παρουσιάσθηκε, από πλευράς ορισμένων στρατιωτικών, ένα κίνημα ενδιαφέροντος για το Παρίσι. Ένας μικρός αριθμός αξιωματικών –η έκθεση του Γάλλου πρέσβυ αναφέρει 10– είχε εκφράσει την επιθυμία να μεταβή στην Γαλλία «για να παρακολουθήσει τις επιχειρήσεις».[3] Η απάντηση των Παρισίων υπήρξε άμεση και αρνητική.[4] Μερικές ημέρες αργότερα, στις 21.7/2.8, η Ελληνική κυβέρνηση –παρακολουθώντας την Βρεταννική[5] αλλά και την Ρωσική στάση– διεκήρυξε την ουδετερότητά της έναντι των εμπολέμων. Η κοινή γνώμη, ο πληθυσμός, δεν αντέδρασε στην απόφαση αυτή. Τουναντίον, ήταν η ήττα του γαλλικού στρατού στο Sedan και η αιχμαλωσία του αυτοκράτορος στις 22.8/2.9, που συνεπέφερε και την ανατροπή του καθεστώτος και που προκάλεσε κύμα ενθουσιασμού στην αθηναϊκή πρωτεύουσα, σημειώνοντας έτσι την άμεση μεταστροφή των αισθημάτων. Όλη η δυσαρέσκεια που είχε συσσωρευθή στην ελληνική ψυχή για την στάση στο Κρητικό μετουσιώθηκε σε κύμα ενθουσιασμού υπέρ της δημοκρατικής, πλέον, Γαλλίας. Η ήττα και η ανατροπή του Ναπολέοντος απετέλεσαν τον καταλύτη για να προβληθούν τα αισθήματα ευγνωμοσύνης της Ελλάδος προς την Γαλλία, για την βοήθεια που της προσέφερε κατά την διάρκεια της Επαναστάσεως, με την συμβολή της στην ναυμαχία του Ναυαρίνου, για την αποστολή του στρατηγού Μαιζώνος! Οι Έλληνες βρήκαν την ευκαιρία να ανταποδώσουν τα φιλελληνικά αισθήματα που η Γαλλία είχε επιδείξει προ 50ετίας.

Ενώ την μεταστροφή που σημειώθηκε στην κοινή γνώμη συμμεριζόταν η κυβέρνηση του Επαμεινώνδα Δεληγιώργη, παρά την εκπεφρασμένη επιθυμία του ιδίου του πρωθυπουργού, η Αθήνα δεν απέστελλε οδηγίες στον Έλληνα επιτετραμμένο στο Παρίσι, Φωκίωνα Ρωκ, να προβή στην αναγνώριση του νέου καθεστώτος. Ο βασιλεύς Γεώργιος, σε διακοπές στην Κέρκυρα, ήταν επιφυλακτικός σε μία πρόωρη αναγνώριση του νέου καθεστώτος, το οποίο ανέτρεπε την αυτοκρατορία.[6] Ο Γεώργιος επίστευε, ως φαίνεται, σε φήμες ότι ο γερμανός καγκελλάριος θα αποκαθιστούσε στον θρόνο τον ανατραπέντα Ναπολέοντα.[7] Εν τέλει, ο Ρωκ μόνον στις 4/16 Οκτωβρίου[8] ενετάλη να έλθη «en rapports officiels» με την νέα κυβέρηση.[9] Παρά τις καθυστερήσεις αυτές, μόλις ο βασιλεύς επέστρεψε από την Κέρκυρα εδέχθη σε ακρόαση τον γάλλο πρέσβυ. Η συνομιλία ήταν θερμή, αναφέρει ο Baude, και ο βασιλεύς «του εξέφρασε με ιδιαιτέρως συμπαθείς εκφράσεις την έντονη θλίψη που του προκαλούσε» η δεινή μοίρα της Γαλλίας.[10] Και πάλι, εν τούτοις, κάποια διστακτικότης υφήρπε στην στάση της κυβερνήσεως, όπως προκύπτει από τις προσωπικές οδηγίες που απέστειλε ο Χαράλαμπος Χριστόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, στον Ρωκ, λίγες εβδομάδες αργότερα: έπρεπε «να τηρήση μεγάλη επιφυλακτικότητα σε ό,τι αφορούσε ζητήματα εσωτερικής πολιτικής», ενώ θα μπορούσε να αναπτύξη επαφές με «άτομα επιρροής από όλα τα κόμματα».[11]

Εν τω μεταξύ, ο λαός, η νεολαία, μέλη του στρατεύματος κινητοποιούντο για να συμβάλουν στις προσπάθειες της νέας Γαλλίας, σε μία πρωτοφανή συστράτευση μετά την ανατροπή του Ναπολέοντος και την αναγόρευση της Δημοκρατίας. Σ΄αυτό συνέτειναν και οι νίκες των Γερμανικών δυνάμεων στο μέτωπο έναντι της δεινής τύχης των Γαλλικών στρατευμάτων.[12] Αλλά και από άλλες χώρες άρχισαν να συρρρέουν εθελοντές στην Γαλλία μετά την ανατροπή του αυτοκρατορικού καθεστώτος:
Οι πρώτοι Έλληνες εθελονταί ανεχώρησαν από τον Πειραιά περί τα μέσα Σεπτεμβρίου.[13] Η εφημερίς Αστήρ είχε ήδη προαναγγείλει την επικείμενη αναχώρησή τους. Μετά την άφιξή τους στην Μασσαλία, οδηγήθηκαν στο μέτωπο στις 30.10/11.11. Οι αφίξεις συνεχίζοντο μέχρι τις αρχές Δεκεμβρίου. Εν τω μεταξύ, η Ελληνική παροικία της Μασσαλίας ανέλαβε την συντήρηση των ελλήνων εθελοντών. Πλούσιοι έμποροι ή επιχειρηματίαι ελληνικής καταγωγής, παληές οικογένειες που είχαν εγκατασταθεί στην αρχαία αυτή Φωκαϊκή αποικία, μεταξύ άλλων οι Ζαφειρόπουλοι, Καλβοκορέση, Ψωμάδη, Αργέντη, Μελά, Τσιτσίνια, ή οι γιατροί Μεταξάς και Δαμασκηνός, έδωσαν το έντονο παρόν στην όλη αυτή συγκινητική προσπάθεια. Ο Τσιτσίνιας μερίμνησε για την ραφή στολών. Το πηλίκιο τους έφερε τα αρχικά L.G., δηλ. Légion Grecque. Ο Μεταξάς ήταν διαρκώς κοντά τους, τόσο μάλλον που οι περισσότεροι δεν ομιλούσαν γαλλικά. Πλησίον των ελλήνων στάθηκαν και οι Γάλλοι Pierre Philippe και Labadier, πλούσιοι επιχειρηματίαι. Η επιχείρηση του πρώτου εξεπροσωπείτο και στον Πειραιά, όπου και εκεί έδωσε έντονα δείγματα γραφής για την προσέλκυση εθελοντών και την εξασφάλιση του εξοπλισμού τους. Εξ άλλου, πέραν της φροντίδος των συμπολιτών τους, τα μέλη της ελληνικής παροικίας συνεισέφεραν αφειδώς σε ρευστό για την ενίσχυση του γαλλικού στρατού. Μεταξύ άλλων αγόρασαν 4 μυδροβόλα, στα οποία δόθηκαν συμβολικά ονόματα: η Ελληνίς (La Grecque), η Αθηναία (l’Athénienne), η Σπαρτιάτισσα (La Spartiate), οι Τέσσερις φίλοι (Les quatre Amis).
Θα πρέπει κανείς να παραδεχθή ότι, παρ΄όλο που ο Τύπος έδειχνε γνήσιο ενδιαφέρον για την τάση αυτή εθελοντισμού και δημοσίευε συστηματικά –έστω υπογραμμίζοντας σε υπερθετικό βαθμό– ειδήσεις για τα ανδραγαθήματα των Ελλήνων εθελοντών, η υπάρχουσα βιβλιογραφία είναι πενιχρή.[14] Ασφαλώς, ιδιαίτερης σημασίας είναι η περιγραφή του κινήματος αυτού από τον επιλοχία του πεζικού Αλέξανδρο Αλεξάνδρου, στο μικρό αλλά πολύτιμο έργο του.[15]
Από γαλλικής, πάλι, πλευράς, οι εκθέσεις και τα τηλεγραφήματα της Γαλλικής Πρεσβείας στην Αθήνα ή του υπο-προξενείου της Γαλλίας στον Πειραιά είναι αποσπασματικές και δεν επιτυγχάνουν να δώσουν μία ικανοποιητική εικόνα της κινητοποιήσεως αυτής. Ο αριθμός των εθελοντών δεν αναγράφεται συστηματικά ώστε να σχηματίσει κανείς μια καθαρή εικόνα των αναχωρήσεων. Ούτε η ταυτότητα τους. Οι αριθμοί που αναφέρουν οι επίσημες πηγές κάνουν μνεία σε ομάδες στρατιωτικών ή πολιτών, κυρίως φοιτητών. Οι Πειραιώτες προέτρεπαν τους νέους να εγγραφούν στους πίνακες προς αναχώρηση. Στην αρχή, οι εθελοντές που παρουσιάζοντο στην Πρεσβεία σε αρκετά σημαντικό αριθμό, ζητούσαν να τους επιτραπή να μεταβούν δωρεάν στην Μασσαλία, με πλοία των γαλλικών γραμμών. Στο ερώτημα που υπέβαλε ο πρέσβυς, το Γαλλικό Υπουργείο των Εξωτερικών αντεπεκρίθη θετικά: θα μπορούσε να τους διαθέσει εισιτήρια υπό τον όρο ότι θα έφεραν μαζύ τους τον οπλισμό τους.[16],[17] Πράγματι, ο οπλισμός όσων δεν είχαν, τους προσεφέρθη από την Γαλλική παροικία στην Αθήνα και στον Πειραιά –με την καίρια συμβολή του γραφείου του γάλλου επιχειρηματία Philippe–, η οποία βοήθησε αποτελεσματικά. Με έρανο, εξ άλλου, που διοργάνωσε η Γαλλική ομογένεια κατέστη δυνατή η προμήθεια ακόμη δύο κιβώτιων με καραμπίνες Μινιέ (750), σπαθιά και ρεβόλβερ![18]

Εν τέλει, δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί ο αριθμός των εθελοντών οι οποίοι μετέβησαν στην Γαλλία.[19] Οι ελληνικές αρχές, από πλευράς τους, «επόπτευαν τις περιπτώσεις λιποταξίας…. (αλλά) μόνον με απλή επιφυλακή, όση απητείτο ώστε (η κυβέρνηση) να μην κατηγορηθή για συνέργεια…».[20] Μερικοί στρατιωτικοί (περί τους 100), όντως, συνελήφθησαν και φυλακίσθηκαν στο Ναύπλιο. Πολίτες, πάλι, απεθαρρύνοντο να φύγουν. Ως εκ τούτου, αρκετοί από αυτούς που θα ήθελαν να μεταβούν στην Γαλλία, τελικώς, δεν κατάφεραν ή δεν θέλησαν να επιβιβασθούν σε πλοία.[21]
Παρά τις διεξοδικές έρευνες άλλων ιστορικών για την κίνηση των εθελοντών της περιόδου εκείνης, υφίστανται ακόμη ορισμένα σημεία τα οποία χρήζουν περαιτέρω διευκρινήσεως. Πώς δημιουργήθηκε αιφνίδια το φιλο-γαλλικό αυτό κλίμα; Πώς οι στρατιωτικοί, οι οποίοι, εν συνεχεία θα πέρναγαν από στρατοδικείο ως λιποτάκται–όπως και συνέβη– απεφάσισαν να εγκαταλείψουν τις θέσεις τους; Πώς οι φοιτηταί θα διέκοπταν τις σπουδές τους;
Οι ελληνικές και οι γαλλικές πηγές, η αναφορά της Αστυνομίας Αθηνών-Πειραιώς, η πρεσβεία της Πρωσσίας, εμμέσως υποδεικνύουν τον καθηγητή Αναστάσιο Γεννάδιο[22] ως τον υποκινητή της κινήσεως των εθελοντών.[23] Ο ίδιος, γερμανικής μορφώσεως, μέλος του τότε νεοσύστατου ελληνικού ελευθερο-τεκτονικού σχήματος,[24] για λόγους ιδεολογικούς ετάχθη με την πλευρά της Γαλλίας. Η εφημερίς Αστήρ, υπό την επιρροή του ελληνικού ελευθερο-τεκτονισμού –εκ των κυρίων συνεργατών της υπήρξε ο Γεννάδιος– πρωτοστάτησε στην προβολή του φιλο-γαλλικού πνεύματος. Ήδη από την 31.7/12.8.1870 άρθρα της εφημερίδος αυτής ενεθάρρυναν την μετάβαση στην Γαλλία. Ο Γεννάδιος επέμενε στις προσπάθειές του. Όμως, η δραστηριοποίηση ενός μόνον ατόμου, δεν ήταν δυνατόν να επαρκέση για την έντονη αυτή κινητοποίηση.
Η διάθεση του φιλο-γαλλικού πνεύματος ενδυναμωνόταν από σημαντική μερίδα του αθηναϊκού Τύπου: είτε με την αναδημοσίευση από γαλλικές εφημερίδες πληροφοριών από την Γαλλία για τους εθελοντές, όπως άρθρων που προέβαλλαν τις ηρωικές πράξεις τους, είτε δημοσιεύοντας επιστολές τους προς οικείους τους ή ακόμη και προς εφημερίδες. Και τούτο, ιδίως την περίοδο που ο γαλλικός στρατός υφίστατο καταστροφικές ήττες.
Μόνη εξαίρεση στην ομοφωνία του Τύπου, η εφημερίς Αιών. Ο αρχισυντάκτης της Τιμολέων Φιλήμων[25] εξεφράζετο με ένταση κατά του κινήματος των εθελοντών, υπενθύμιζε ότι και οι Γερμανοί είχαν χύσει το αίμα τους για την ανεξαρτησία των Ελλήνων και ότι, ως εκ τούτου, εμείς, οι Έλληνες, τους ωφείλαμε τον ίδιο βαθμό ευγνωμοσύνης. Όσοι μετέβαιναν στην Γαλλία δεν εκπροσωπούσαν παρά μόνον τον εαυτό τους, όχι την επίσημη Ελλάδα.[26] Υπενθυμίζοντας την συμβολή των Γερμανών στον Αγώνα για την Ανεξαρτησία, ο Φιλήμων, καυτηρίαζε όσους ενεθάρρυναν τους Έλληνες να μεταβούν στην Γαλλία, κατηγορώντας τους ότι «διέπρατταν λίαν βαρύ πολιτικό έγκλημα… ότι έπρατταν κατά των συμφερόντων της πατρίδος των…».[27]

Ένα είναι σαφές: οι εθελοντές δεν επεδίωκαν τον πλουτισμό στην Γαλλία. Πιθανόν, τιμές. Όχι, όμως, χρήμα. Έφευγαν κυρίως με την πεποίθηση ότι απέδιδαν στην Γαλλία όσα της χρωστούσε η Ελλάς.[28] Από ένα συναίσθημα «υποχρεώσεως αναγνωρίσεως» των όσων της ωφείλοντο από ελληνικής πλευράς. Οι δαπάνες μεταβάσεως και επιστροφής τους προς και από την Γαλλία πιθανόν να κατεβλήθησαν από την γαλλική πλευρά, καθώς και κάποιο «χαρτζιλίκι». Επί τόπου ελάμβαναν τον μισθό που είχε αποφασίσει η Γαλλική κυβέρνηση για τους εθελοντές, γενικώτερα. Αλλά τα ποσά αυτά δεν αποτελούσαν στοιχεία πλουτισμού. Πολλοί από τους καταταγέντες εθελοντές εδήλωναν ότι ήθελαν να υπηρετήσουν υπό τις εντολές Γάλλων αξιωματικών ως απλοί στρατιώτες, αν και αξιωματικοί ή υπαξιωματικοί οι ίδιοι.[29]
Η εντύπωσίς μου είναι ότι δημιουργήθηκε μία υφέρπουσα κίνηση, μία κινητοποίηση από αφτί σε αφτί, που ενεθάρρυνε τους νέους να αναχωρήσουν για την Γαλλία, νέους από κάθε περιοχή της Ελλάδος, ακόμη και από τις υπό κατοχή οθωμανικές επαρχίες, από κάθε κοινωνική τάξη. Οι ιδεολογικές ευαισθησίες των εθελοντών, κοινωνικές ή πολιτικές, δεν συνέπιπταν. Ορισμένοι μπορεί να εκινούντο από πρόθεση στηρίξεως του νέου, δημοκρατικού, καθεστώτος στην Γαλλία, άλλοι από αισθήματα ευγνωμοσύνης, ή απλώς από διάθεση περιπέτειας![30] Τοπικοί αρχηγοί, σε διάφορες περιοχές της Ελλάδος, σχημάτιζαν ομάδες, και μαζύ αναχωρούσαν για τις ζώνες της μάχης και για την τιμή! Όπως, προφανώς, μία ομάδα στρατιωτών σκαπανέων, από τον ίδιο λόχο. Στην οικία μιας κυρίας της υψηλής ναυπλιώτικης κοινωνίας, προφανώς της Καλλιόπης Παπαλεξοπούλου, συναθροίζοντο οι συμπαθούντες προς την Γαλλία, ενθαρρύνοντας τους εθελοντές.[31] Η μετάβαση στην Γαλλία δεν θα πρέπει να ήταν ευχάριστη και το «χαρτζιλίκι» που έλαβαν οι εθελοντές από τις Γαλλικές αρχές, ασφαλώς, δεν θα αρκούσε για τις ανάγκες του πολυήμερου ταξειδιού τους. Εν πάση περιπτώσει, οι εκπρόσωποι της Γαλλίας, ασφαλώς, έπαιξαν ρόλο στην όλη διαδικασία ενθαρρύνσεως και προτροπής των εθελοντών.[32]
Ένα πρόσθετο στοιχείο πρέπει να ληφθή υπ’όψιν: η ανοχή που επεδείκνυε η κυβέρνησις. Παρά την πολιτική ουδετερότητος την οποία επρέσβευε, η κυβέρνησις παρακολουθούσε με συμπάθεια τα όσα υφίστατο η Γαλλία, την τόσο δυσμενή τροπή των πολεμικών επιχειρήσεων. Ο Baude πληροφορούσε το Παρίσι ότι κατά τον πρωθυπουργό Δεληγιώργη «η Ελλάς θα συνεβάλλετο με τον μεγαλύτερο δυνατό ζήλο σε κάθε ευρωπαϊκή ενέργεια….να θέσει ένα τέλος στον κύκλο του αίματος. Δεν ήταν, ωστόσο, σε θέση να αναλάβη αυτή η ίδια την πρωτοβουλία…». Και προσέθετε ο Γάλλος πρέσβυς ότι «σημασία έχει αυτό που η Ελλάς κάνει, πρέπει να το παραδεχθώ, όχι από τα λεγόμενα των υπουργών του, αλλά από το κίνημα των εθελοντών αυτών…εκ των οποίων οι φοιτηταί του Πανεπιστημίου διεκρίνοντο από ένα ιδιαίτερο ζἠλο…».[33] Ο Αλέξανδρος Κουμουνδούρος, πρωθυπουργός από τις αρχές Δεκεμβρίου, διεπνέετο από τα ίδια αισθήματα έναντι της Γαλλίας.[34] Όπως, επίσης, και ο νέος υπουργός Εξωτερικών, Χαράλαμπος Χριστόπουλος, έχοντας σπουδάσει στο Παρίσι και ζήσει για μεγάλο διάστημα στην γαλλική πρωτεύουσα.[35]

Εξ άλλου, τί πιο πειστικές αναφορές, από αυτές των εκθέσεων των ξένων πρεσβειών. Πέραν των γαλλικών εκθέσεων, η Βρεταννική πρεσβεία εξεφράζετο με την γνωστή κυνική ειλικρίνειά της: «η Ελληνική κυβέρνηση συμπράττει»[36] στην υπόθεση των εθελοντών!
Αυτή ήταν η γενικότερη ατμόσφαιρα στην ελληνική πρωτεύουσα μετά την ανατροπή του Ναπολεοντείου καθεστώτος. Οι προσπάθειες του καθηγητού Γενναδίου ή και άλλων συνοδοιπόρων του, απλώς βρήκαν ευήκοον ούς στον ψυχισμό του ελληνικού λαού. Οι εθελονταί αναχωρούσαν μέσα σε ένα πνεύμα γενικού ενθουσιασμού!
Αλλά, πόσοι ήσαν οι εθελοντές; Οι αριθμοί διαφέρουν. Από την μία πλευρά υπάρχουν οι αναφορές των ελληνικών πηγών. Όπως, επίσης, οι πληροφορίες των ξένων αρχών, π.χ. της πρεσβείας της Πρωσσίας. Από την άλλη έχουμε τις ενδείξεις από την γαλλική πλευρά –γεμάτες καλή θέληση– των εκεί παρατηρητών, δεδομένου ότι από τα γαλλικά αρχεία δεν προκύπτει μία εμπεριστατωμένη εικόνα.
Είναι ευνόητο ότι δεν μπορεί κανείς να βασισθεί στην αναφορά της Αστυνομίας Αθηνών-Πειραιώς σε απάντηση στον υπουργό των Εξωτερικών, εν συνεχεία του διαβήματος του πρέσβεως της Πρωσσίας, E. de Wagner. Η επίσημη αυτή αναφορά ανεβίβαζε τον αριθμό αυτών που έφυγαν σε 200![37] Όχι πολύ μακρυά από τον επίσημο υπολογισμό, η πρεσβεία της Αυστρίας, προφανώς κατά τις πληροφορίες του Πρώσσου πρέσβυ, ανέφερε τον αριθμό, συνολικά, 300-350 εθελοντών.[38] Η έκθεση της Βρεταννικής πρεσβείας ομιλεί για «αρκετές εκατοντάδες ατόμων, από όλες τις κοινωνικές τάξεις, τα οποία ήταν γνωστό ότι επεδίωκαν να ενταχθούν στις γαλλικές δυνάμεις….».[39]Οι ελληνικές εφημερίδες αναβιβάζουν τους εθελοντές σε μερικές εκατοντάδες. Αποσπασματικά, η Παλιγγενεσία της 8/(20).10.1870 αναφέρει ότι ανεχώρησαν 28. Ακόμη 20, στις 25.11/(7.12), και ακόμη 30 στις 29.11 /(11.12), και 15 στις 11/(23) Δεκεμβρίου. Η Αιών κάνει αναφορά σε 100-150 «λειποτάκτες». Στις 26.11/(8.12) η Indépendance Hellénique γράφει ότι μετέβαινε στο θέατρο του πολέμου ακόμη μια εκατοντάδα. Περί τα μέσα Δεκεμβρίου, άλλη εφημερίς ανέφερε ότι αφίχθησαν στην Μασσαλία περί τους 50 μαχητές υπό την ηγεσία του λοχία Χρυσοβέργη. Στις 22.1/(3.2).1871 η Παλιγγενεσία υπολογίζει τον συνολικό αριθμό των εθελοντών σε 800, ενώ μετά το πέρας των εχθροπραξιών στην Γαλλία, ο Χρόνος σε 700. Ως εκ τούτου, δεν είναι πάλι δυνατόν να καταλήξει κανείς σε συμπεράσματα βάσει των υπολογισμών των ελληνικών εφημερίδων ή των ελληνικών αρχών. Μήπως και αυτοί οι υπολογισμοί ήσαν κάπως υπερτροφικοί; Ας σημειωθή ότι έχουν καταγραφή από διάφορες πηγές μόνον περί τους 132 εθελοντές.[40]
Από γαλλικής πλευράς, το πλέον αξιόπιστο έργο, η Histoire Diplomatique de la Grèce depuis 1821 à nos jours των Driault-Lhéritier θα έπρεπε, κανονικά, να προβαίνει σε μια ακριβή απεικόνιση της καταστάσεως. Αναβιβάζει τους εθελοντές τον Ιανουάριο 1871 σε 1300-1400.[41] Όμως, ο αριθμός φαντάζει κάπως υπερβολικός.
Από την δική του σκοπιά, ο φιλέλλην γάλλος ακαδημαϊκός Alfred Mézières, στα εγκωμιαστικά άρθρα του (1871 και 1907), συχνά γεμάτα καλοπροαίρετες υπερβολές, προωθεί τον αριθμό των 1500, ενώ ο E. Desmaze αναφέρει 1400.[42] Η εφημερίς της Lyon, Salut Public, από πλευράς της υπολογίζει την συνολική ελληνική παρουσία σε 3000![43]
Είναι εύκολα κατανοητό ότι είναι δυσχερές να υπολογίσει κανείς έστω κατά προσέγγιση τον αριθμό των Ελλήνων εθελοντών.[44] Είναι κρίμα που οι γαλλικές αρχές δεν μπόρεσαν να καταγράψουν κατά τρόπο πιο συστηματικό όσους αναχωρούσαν, στρατιωτικούς ή μη, από την Ελλάδα. Τόσο μάλλον που οι νέοι αυτοί αναχωρούσαν από τον Πειραιά κυρίως με πλοία γαλλικών εταιρειών.[45]
Αυτό που είναι εκπληκτικό είναι ότι καμμία επίσημη έκθεση –ή και ανεπίσημη αναφορά– των Ελληνικών αρχών στην Γαλλία δεν μνημονεύει την παρουσία των εθελοντών στην χώρα αυτή! Ούτε και τα διάφορα –κολακευτικά, ως επί το πολύ– άρθρα που δημοσιεύοντο στον γαλλικό Τύπο. Κατά τις περιγραφές του Αλεξάνδρου, οι έλληνες λεγεωνάριοι πέρασαν κάτω από την σημαία του Ελληνικού προξενείου της Μασσαλίας.[46] Χωρίς, εν τούτοις, να σκεφθούν να ζητήσουν να συναντήσουν τον πρόξενο! Ούτε, φαίνεται, οι εκπρόσωποι της παροικίας να τους υπέδειξαν μια τέτοια ενέργεια.
Αλλά πέραν αυτού, σύμφωνα με τα όσα αναφέρει ο Αλεξάνδρου, στις 3/15 Νοεμβρίου, αριθμός εθελοντών συναντήθηκε με τον Φωκίωνα Ρωκ, Έλληνα επιτετραμμένο στην Tours – όπου είχε μεταφερθή η γαλλική κυβέρνηση. Ο Ρωκ, εν τούτοις, ο οποίος τους εδέχθη πολύ θερμά, τους συνεχάρη για την απόφασή τους να έλθουν στην Γαλλία και τους ενεθάρρυνε να συνεχίσουν την δράση τους υπέρ της Γαλλίας, που περιποιούσε τιμή στην Ελλάδα,[47] δεν φαίνεται να διεβίβασε τίποτε στην Αθήνα για την συνάντηση αυτή. Και στα αρχεία του Υπουργείου Εξωτερικών δεν ανευρέθη κανένα έγγραφο συναφώς με την παρουσία των εθελοντών στην Γαλλία. Διερωτάται κανείς ποιος μπορεί να ήταν ο λόγος αυτής της παραλείψεως. Γιατί ο Ρωκ δεν επέδειξε ενδιαφέρον για την τόσο τιμητική παρουσία των εθελοντών στο πλευρό των Γάλλων, καθ όν χρόνον τόσες εφημερίδες προέβαιναν σε έπαινο για τα ανδραγαθήματά τους; Εκτός και εάν δεν ήθελε να εκτεθή για το ότι είχε δεχθή λιποτάκτες![48]
Θα πρέπει, όμως, να υπογραμμίσει κανείς ότι και τα στρατιωτικά αρχεία της Γαλλίας δεν υπεβοήθησαν το ερευνητικό έργο. Ο συγγραφεύς, κατά την έρευνά του στο Service Historique de la Défence δεν μπόρεσε να ανεύρη ονόματα Ελλήνων εθελοντών στους διάφορους φακέλους που συμβουλεύθηκε.[49] Αντιθέτως, σε ένα πίνακα των μονάδων που απήρτιζαν την 2η Ταξιαρχία του σώματος στρατού του Γαριβάλδη ( υπό τις διαταγές του οποίου είχαν τεθή οι περισσότεροι ξένοι εθελοντές, κατά διαταγή της Γαλλικής κυβερνήσεως) αναφέρoνται ως μονάδες υπό στοιχεία ST 462 και ST 494 η Guerilla gréco-française d’Orient ( 4 λόχοι) ή Guerilla d’Orient (τον Δεκέμβριο με δύναμη 350 ανδρών) ενώ υπό στοιχείο ST 466[50] η Légion Grecque, υπό τον λοχαγό Fauvret, χωρίς, εν τούτοις, να παρέχονται αριθμοί ή ονόματα.[51] Γίνεται, όντως, αναφορά στην συμμετοχή ελλήνων μεταξύ των εθελοντών, χωρίς ακριβέστερη επισήμανση,[52] καθώς και γενική μνεία σε μονάδες ελλήνων, μεταξύ άλλων και σε ευζώνους, τους οποίους διακρίνει κανείς «από τις γραφικές ανατολικές στολές τους».[53]
Λαμβάνοντας υπ΄όψιν όλα αυτά τα στοιχεία, τα αρκετά ρευστά, και την έλλειψη επακριβών αναφορών στην εξειδικευμένη βιβλιογραφία, μπορεί να υποστηριχθή η άποψη ότι εν τέλει τα Ελληνικά αποσπάσματα ήσαν μάλλον περιορισμένα. Ο αριθμός των 700-800 ανδρών, ο οποίος προβάλλεται από τον ελληνικό Τύπο μπορεί να θεωρηθή ως ο πλησιέστερος στην πραγματικότητα, και πάλι με αρκετή ανοχή.[54] Θα πρέπει να προστεθή ότι το σύνολο είχε διασκορπισθή σε πολλές μονάδες σε ολόκληρη την Γαλλία, στα Βόσγια όρη, στο Παρίσι, στον Λίγηρα, ή στην στρατιά της Ανατολής. Ο στρατηγός Bordone, αρχηγός του επιτελείου του Γαριβάλδη, (Joseph-Philippe-Toussaint Bourdon) έγραφε στο βιβλίο του : «ο στρατός των Βοσγίων….πέραν των 2000 Ιταλών, απηρτίζετο από μερικές εκατοντάδες Ισπανών, Ελλήνων, Πολωνών…».[55] Η εφημερίς Αστήρ, που ήταν τόσο ενθαρρυντική για τον εθελοντισμό προς την Γαλλία, ανέφερε : «η δύναμις των εθελοντών, μικρά και άσημος, ήταν τουναντίον, κεφαλαιώδους ηθικής σημασίας».[56] Στο ίδιο πνεύμα εγράφη ότι στην Λεγεώνα των Ξένων, που δημιουργήθηκε τον Σεπτέμβριο 1870, μεταξύ των 1000 ανδρών ανεγράφοντο «και μερικοί σκανδιναυοί, Ισπανοί, Έλληνες, Ρώσσοι, Ιταλοί…».[57] Εν πάση περιπτώσει, ο αριθμός των 700-800 εθελοντών, πρέπει να θεωρηθή αρκετά υψηλός, αν ληφθή υπ΄όψιν ο συνολικός, τότε, πληθυσμός της Ελλάδος, γύρω στις 1.400.000 ψυχές.

Πώς όμως η «απόλυτη ουδετερότης» που ακολουθούσε η Ελληνική κυβέρνηση ήταν συμβατή με την «συνενοχή» της στο ζήτημα των εθελοντών; Μέσω μιας πολιτικής ισορροπιστικής, με ένα κλείσιμο του ματιού, θα μπορούσε να πει κανείς. Η κυβέρνηση ελάμβανε τα μέτρα της, προφασιζόμενη ότι δεν εγνώριζε. Στην ίδια λογική, η εφημερίς Αστήρ, προφανώς για να ‘ρίξη στάχτη στα μάτια΄, έγραφε: «οι εθελοντές φεύγουν κάθε εβδομάδα όχι για να πολεμήσουν κατά του αδελφού Γερμανού, αλλά για να συμπαρασταθούν στους Γάλλους φιλέλληνες οι οποίοι υφίστανται τόσα δεινά…».[58] Οι στρατιωτικές αρχές, με δική τους πρωτοβουλία, είχαν αποφασίσει ότι όσοι «υπαξιωματικοί εκ των ενταύθα σωμάτων…μετέβησαν εις το εξωτερικό… θέλουσι διαγραφή κατά τα κεκανονισμένα ως λειποτάκται».[59] Εάν θεωρηθή ότι η κυβέρνηση ήθελε από συναισθηματική τοποθέτηση να εξυπηρετήσει την Γαλλία, έπρεπε, αντίστοιχα, από ρεαλισμό, να μην δημιουργήσει αρνητικές εντυπώσεις στην νικήτρια Δύναμη!
Τελικώς, η κίνηση του εθελοντισμού ήλκησε την προσοχή των Γερμανικών αρχών, χωρίς όμως να θελήσουν να δημιουργήσουν ιδιαίτερο ζήτημα, δεδομένου ότι ο αριθμός αυτών που έφευγαν δεν εθεωρείτο σημαντικός.[60] Αποτελούσε περισσότερο ζήτημα αρχής. Εάν ο E. de Wagner δεν πήρε εξ αρχής την υπόθεση στα σοβαρά, εν συνεχεία, όταν ο αριθμός των εθελοντών ηυξάνετο έκρινε σκόπιμο να αναφερθή στο Βερολίνο. Εν τέλει, «υποχρεώθηκε, με εφεκτικότητα, να υποδείξει (στην ελληνική κυβέρνηση) την σοβαρή παράλειψή της ως ουδετέρας».[61] Σε πρώτη φάση, έλαβε χώρα μόνον προφορική παρέμβαση του πρέσβυ στον πρωθυπουργό και υπουργό των Εξωτερικών. Μετά μερικές ημέρες, την 1/13.12.1870., έκρινε σκόπιμο να προβή σε επίσημο γραπτό διάβημα, πιο αυστηρό. Η πτώση της κυβερνήσεως Δεληγιώργη (3/15.12.1870) δεν της έδωσε το χρονικό περιθώριο να χειρισθή το ζήτημα και να αποστείλει απάντηση. Ο νέος υπουργός Εξωτερικών, Χαράλαμπος Χριστόπουλος, ενήργησε αμέσως για να πληροφορηθή από τις αρμόδιες αρχές τις λεπτομέρειες της υποθέσεως.[62] Κατόπιν και των αποφάσεων των στρατιωτικών αρχών, ο Χριστόπουλος απέστειλε μια προκαταρκτική, λακωνική, απάντηση στον de Wagner, με την οποία υπεδείκνυε ότι είχε ληφθή κάθε αναγκαίο μέτρο ώστε «να τύχη σεβασμού η απόλυτη ουδετερότης» και ότι ως εκ τούτου «κάθε αναχώρησις είχε από μακρού ανασταλή».[63] Ο de Wagner, ανυπόμονος, αποστέλλει, την 1/13.1.1871, υπενθύμιση, η οποία διεσταυρώθη με την ως άνω απάντηση του υπουργού. Ο πρέσβυς της Πρωσσίας, πάντως, σε ήπιο τόνο, ανεγνώριζε ο ίδιος, ότι από την πρώτη του διακοίνωση, οι αναχωρήσεις των εθελοντών είχαν «σχεδόν πλήρως ανασταλή». Ο ίδιος δεν είχε την πρόθεση, σύμφωνα με μία μαρτυρία, να επιμείνη πολύ στο ζήτημα.[64]
Η ολοκληρωμένη απάντηση του Χριστόπουλου δεν καθυστέρησε. Απεστάλη την 4/16.1.1871. Γεγονός είναι ότι η κυβέρνηση, μη θέλοντας να θεωρηθή συνεργός, είχε λάβη πράγματι μέτρα: εν συνεχεία των διαταγών του Υπουργείου Στρατιωτικών, περί τους εκατό στρατιωτικοί υποψήφιοι εθελοντές είχαν συλληφθή και εκρατούντο στις φυλακές του Ναυπλίου. Υπό τις ως άνω συνθήκες, ο de Wagner προέβη στα διαβήματά του μάλλον χωρίς μεγάλη προθυμία (reluctantly) και ιδιαίτερη επιμονή.[65] Εν τω μεταξύ, μετά την υπογραφή της ανακωχής, τέλη Ιανουαρίου, οι εθελοντές ακολούθησαν τον δρόμο της επιστροφής. Η υπόθεση θεωρήθηκε λήξασα, χωρίς ιδιαίτερη φασαρία. Ο de Wagner έγινε δεκτός με μεγάλες τιμές στα ανάκτορα μερικές ημέρες αργότερα για να αναγγείλη στον βασιλέα Γεώργιο την ανάρρηση του βασιλέως της Πρωσσίας σε αυτοκράτορα της Γερμανίας!
O πρέσβυς της Πρωσσίας δεν παρέλειψε να ισχυρισθή ότι μερικοί νέοι είχαν ζητήσει να πολεμήσουν στο πλευρό των Γερμανών. Αυτός όμως τους μετέπεισε. Παρά ταύτα, δεν υπάρχουν άλλες ενδείξεις οι οποίες να επιβεβαιώνουν τα στοιχεία αυτά. Είναι γεγονός ότι τότε, μερικοί Έλληνες στρατιωτικοί, βρέθηκαν από την γερμανική πλευρά της γραμμής του πυρός. Είναι ασφαλώς γνωστά τα ονόματα του υπολοχαγού Μανουήλ Φ. Αλμέϊδα, ο οποίος τραυματίσθηκε σοβαρά στην περιοχή του Μοζέλα, του Αριστείδη Ρίζου Ραγκαβή, ο οποίος τραυματίσθηκε κατά την πολιορκία των Παρισίων, και του αδελφού του Ευγενίου,[66] ή του Γεωργίου Δράκου, σπουδαστού τότε σε Βαυαρική στρατιωτική σχολή, ο οποίος είχε την ίδια τύχη στην μάχη του Σεντάν και απεβίωσε λίγες ημέρες αργότερα. Όμως, οι ανωτέρω δεν προκύπτει να μετέβησαν στην Γερμανία ως εθελοντές’ προφανώς βρέθηκαν εκεί σε αποστολή την στιγμή που ξέσπασε ο πόλεμος και ενετάχθησαν στις Γερμανικές δυνάμεις.

Από την όλη προσπέλαση του θέματος εύλογα τίθεται το ερώτημα: ποια υπήρξε η συμβολή των ελλήνων μαχητών στην πολεμική προσπάθεια του Γαλλικού στρατού; Πριν απαντήσει κανείς στην ερώτηση αυτή, θα πρέπει να εξηγήση τις συνθήκες υπό τις οποίες υπηρετούσε το ελληνικό εθελοντικό σώμα, αλλά και όλα τα σώματα των ξένων εθελοντών. Ιδιαιτέρως δε θα πρέπει να σημειώση το πνεύμα με το οποίο αντιμετώπιζαν τους εθελοντές οι γαλλικές αρχές στο κομφούζιο που επικρατούσε .
Εύκολα μπορεί να γίνη κατανοητό ότι οι διαφορετικής συνθέσεως μονάδες των ξένων εθελοντών, προερχόμενες από ποικίλο αριθμό κρατών – πολίται, με ή χωρίς στρατιωτική προπαίδεια, αξιωματικοί ή οπλίται διαφορετικών καταβολών, μιλώντας ή όχι την γλώσσα του τόπου – δεν ήταν δυνατόν να ενταχθούν στον τακτικό γαλλικό στρατό. Για τον λόγο αυτό το Γαλλικό Επιτελείο τους κατέταξε στις μονάδες των ελευθέρων σκοπευτών. Οι μονάδες αυτές σχηματίσθηκαν με την έναρξη του πολέμου, υπό το φως των αμέσων στρατιωτικών αναγκών. Η πρώτη τέτοια μονάδα δημιουργήθηκε στην Μασσαλία από έναν τέως Γάλλο αξιωματικό, τον αντι-συνταγματάρχη Chenet. Η μονάδα αυτή ονομάσθηκε Guerilla greco-française d’Orient ή Guerilla d’Orient. Ετέθη υπό τις διαταγές του Garibaldi και απεστάλη στην Dijon, στα όρη Vosges. Την ίδια τύχη είχε και η Légion Grecque, υπό την όποια μορφή διαμορφώθηκε![67]
Οι εθελονταί της ομάδος του Αλεξάνδρου εξέφρασαν επισήμως την επιθυμία να υπηρετήσουν υπό τας διαταγάς Γάλλων αξιωματικών και όχι υπό τους αξιωματικούς του Garibaldi, του οποίου ο ετερογενής σχηματισμός των μονάδων προοιώνιζε δυσχέρειες.[68] Όντως, απεσπάσθηκαν στο σύνταγμα των ελευθέρων σκοπευτών των Παρισίων (Francs tireurs de Paris), το οποίο έχαιρε ιδιαίτερης φήμης – 650 περίπου ανδρών – έχοντας στο ενεργητικό της μια περιφανή νίκη στο Chateaudun, υπό τας διαταγάς ενός εξαιρετικού αξιωματικού, ο οποίος διεκρίθη καθ΄όλη την διάρκεια του πολέμου, του, τότε, αντι-συνταγματάρχου κόμητος Ernest de Lipowski και ο οποίος ανέπτυξε πολύ θερμές σχέσεις με τους Έλληνες εθελοντές.[69]
Οι μονάδες των ελευθέρων σκοπευτών ήταν ειδικές μονάδες, μη εξαρτώμενες ούτε από τον τακτικό στρατό ούτε από την κινητή εθνοφυλακή, τα δύο οργανωμένα σώματα των Γαλλικών ενόπλων δυνάμεων. Τα χαρακτηριστικά τους ήταν τα εξής: κατ΄αρχήν δεν φορούσαν στολή ώστε να μη διακρίνονται από τον εχθρό, δεν διεπνέοντο ιδιαίτερα από πνεύμα πειθαρχίας, ήταν πολίτες ή στρατιωτικοί, γάλλοι ή ξένοι. Οι Γερμανοί τους θεωρούσαν ένοπλες παράνομες ομάδες πολιτών, εγκληματίες, και η τύχη τους, σε περίπτωση συλλήψεώς τους, η πλέον ακραία. Δεν επετίθεντο στον εχθρό κατά μέτωπο αλλά με αιφνιδιασμό, με στόχο να του επιφέρουν τις μεγαλύτερες δυνατές απώλειες. Συχνά, τα ονόματα των εθελοντών δεν ήταν καν κατεχωρημένα. Ουσιαστικά, έκαναν ένα πόλεμο παρενοχλήσεως, ένα πραγματικό αντάρτικο, υπό επικίνδυνες συνθήκες, δεδομένου ότι δεν εκαλύπτοντο από το Διεθνές Δίκαιο του Πολέμου. Οι Γερμανοί τους ηρνούντο το καθεστώς του εμπολέμου.
Υπό τις ανωτέρω συνθήκες είναι δύσκολο να προβή κανείς σε συνολική αποτίμηση της συμβολής των ελλήνων εθελοντών στον πόλεμο αυτόν. Οι λεπτομέρειες χάνονται στο σύνολο των δεδομένων, τόσο μάλλον που οι εθελοντές υπό τον Garibaldi ήταν διασκορπισμένοι σε πολλές μονάδες, κατά μικρό αριθμό.[70] Στην εξειδικευμένη γαλλική βιβλιογραφία λίγες αναφορές σημειώνονται για την δράση των ελλήνων μεταξύ των ξένων εθελοντών. Οι στρατηγοί που εξέδωσαν έργα για την δράση των μονάδων τους, όπως ο Chanzy, ο de Lipowski, ο Bordone, ενώ, βεβαίως, κάνουν μνεία, κατά γενικό τρόπο, του ηρωισμού των όσων υπηρέτησαν υπό τις διαταγές τους, δεν κάνουν αναφορά στην εθνικότητά τους.
Είναι η περίπτωση των συγκρούσεων στα Βόσγια όρη, μέτωπο υπό την ηγεσία του Garibaldi. Είναι βέβαιο ότι οι Έλληνες, στο πλαίσιο του σχηματισμού της Guerilla franco-grecque d’Orient ή της Légion Grecque, συμμετέσχον σε συγκρούσεις. Μερικοί μάλιστα επροβιβάσθησαν σε αξιωματικούς. Ο αθηναϊκός Τύπος, με βάση τις αναφορές των γαλλικών εφημερίδων, κάνει συχνά μνεία της συμμετοχής ελλήνων σε μάχες, όπως στην Dijon, στο Autun, στο Talant… Ο Ηλίας Στεκούλης διέπρεψε στην μάχη της Dijon. Αλλά για τις γαλλικές αρχές, οι έλληνες ήσαν απλώς ελεύθεροι σκοπευτές, χωρίς ιδιαίτερη ταυτότητα.
Αντιθέτως, χάρη στον Αλ. Αλεξάνδρου, μπορεί κανείς να περιγράψει με μεγαλύτερη ακρίβεια τα επιτεύγματα των ελευθέρων σκοπευτών των Παρισίων, από τις αρχές Νοεμβρίου, όταν οι Έλληνες ενετάχθησαν στην μονάδα αυτήν. Έτσι, συμμετέσχον με επιτυχία στην μάχη της Varize ((17)/29.11.1870)[71] –την πρώτη μάχη στην οποία ενεπλάκησαν–, στο Patay (20.11)/2.12.1870), στην δεύτερη πολιορκία της Orléans ((22.11)/4.12.1870),[72] στις Nuits ((6)/18.12.1870), στην Alençon (στην Νορμανδία) ((3)/15.1.1871). Στην τελευταία αυτή μάχη οι ελεύθεροι σκοπευταί των Παρισίων διεκρίθησαν ιδιαιτέρως. Μεταξύ των πολλών θυμάτων που κατεγράφησαν στην μονάδα, υπήρξε και τουλάχιστον ένας έλληνας νεκρός, ο δεκανέας Νικ. Τσιμπιρόπουλος, ενώ ο φοιτητής Ηλίας Βαρβερόπουλος πληγώθηκε.[73] Ο ηρωισμός πολλών από τους έλληνες εθελοντές δεν μπορεί να αμφισβητηθή.

Σε μία εμπλοκή στο Vitry sur Seine, ενεπλάκησαν οι εύζωνοι του Neuilly με Πρώσους. Αλλά και οι Έλληνες ομογενείς των Παρισίων κατετάγησαν ως εθελονταί. Στην γαλλική πρωτεύουσα βρέθηκε να υπηρετεί και ο Δημ. Βούρβαχης,[74] υπολοχαγός του Ελληνικού στρατού, και ανιψιός του γνωστού γάλλου στρατηγού ελληνικής καταγωγής Καρόλου Διονυσίου Βούρβαχη (Charles Denis Bourbaki). Ο Δημ. Βούρβαχης, επί κεφαλής λόχου, φέρεται να κατέλαβε δύο πυροβόλα του πρωσικού στρατού. Όχι μόνον έκανε σχετική αναφορά ο Διοικητής των Παρισίων στρατηγός Trochu, αλλά, κατά πληροφορίες του τοπικού τύπου, του απενεμήθη το παράσημο της Λεγεώνος της Τιμής στο πεδίο της μάχης.[75] Αλλά αυτές οι αναφορές αποτελούν την εξαίρεση στο σύνολο, και δεν μπορούν να επιτρέψουν να σχηματίσει κανείς μια συνολική εικόνα της συμβολής στις μάχες και των ανδραγαθημάτων των ελλήνων εθελοντών.
Πάντως, σημαντικός αριθμός των εθελοντών, κυρίως αυτοί που είχαν υπαχθή στους ελεύθερους σκοπευτές των Παρισίων και είχαν καταπλεύσει στην Μασσαλία τον Οκτώβριο, διήλθε ολόκληρη την χώρα κατά την διάρκεια των τριών αυτών μηνών παραμονής τους στην Γαλλία. Μετά την μάχη στο Alençon, στην περιοχή της Νορμανδίας, κατευθύνθηκαν ακόμη βορειότερα, εν μέσω διαρκών συμπλοκών με Πρώσους, μέχρι το Honfleur. Aπό εκεί, με την υπογραφή της ανακωχής, στα τέλη Ιανουαρίου 1871, ξεκίνησαν τον δρόμο της επιστροφής προς Μασσαλία.
Για την Ελλάδα η χειρονομία των εθελοντών είχε ιδιαίτερη συμβολική αξία. Τι, όμως, αντεπροσώπευε για τις Γαλλικές αρχές, την γαλλική κοινωνία, η συμμετοχή των Ελλήνων στον αγώνα κατά των Γερμανών;
Η διάσταση αυτή μπορεί να συνοψισθή στα όσα παρετήρησε ο υπουργός Εξωτερικών της νέας Γαλλικής κυβερνήσεως από το Bordeaux στον Baude, στα τέλη Δεκεμβρίου: «Πληροφορήθηκα, άλλωστε, με ικανοποίηση από την έκθεσή σας (υπογράμμιση του συγγραφέως) ότι η κίνηση των Ελλήνων εθελοντών ενδυναμώνεται όλο και περισσότερο. Μας ικανοποιεί το γεγονός ότι η Ελληνική νεολαία δεν λησμόνησε την προσφορά της Γαλλίας προς όφελός της κατά την διάρκεια της Επαναστάσεως και επιθυμεί να μας δείξει την ευγνωμοσύνη της τις ημέρες της δοκιμασίας μας».[76] Ουσιαστικά, δηλαδή, ο υπουργός πληροφορήθηκε την παρουσία των Ελλήνων εθελοντών από την εν λόγω έκθεση του γάλλου πρέσβυ! Εφημερίδα, πάλι, στην προσωρινή έδρα της κυβερνήσεως, στο Bordeaux, πολύ προσηνής προς τους Έλληνες μαχητές, σημείωνε με ειλικρίνεια ότι «ο Τύπος ετήρησε μία άδικη στάση έναντι των Ελλήνων» και κατηγορούσε με δυσμενή σχόλια «τους χαμηλόβαθμους υπαλλήλους οι οποίοι πάντοτε τους παραγνώριζαν με αναξιοπρέπεια».[77] Οι αναφορές αυτές προβάλλουν, μέσα από πολλή καλή διάθεση μία άλλη, πιο ρεαλιστική πτυχή του πώς εξελήφθη η ελληνική παρουσία στην Γαλλία από γενικώτερης σκοπιάς, πέραν των «ανδραγαθημάτων» – που βεβαίως δεν αμφισβητούνται – τα οποία περιέγραφε μια μερίς των παρατηρητών. Δεν πρέπει, ως εκ τούτου, να εκπλήσση ότι μερικοί εθελοντές επέστρεψαν στην Ελλάδα απογοητευμένοι, όπως παρατηρούσε ο Πρώσσος πρέσβυς στην Αθήνα, ήδη από τον Ιανουάριο.[78]
Αντίστοιχα, όμως, μπορεί κανείς να επισημάνη πολλές εγκωμιαστικές αναφορές του Τύπου, ιδίως στα μέρη όπου επολέμησαν, για την δράση των Ελλήνων εθελοντών.[79] Τόσο ώστε ο Ρωκ σημείωνε την μεταστροφή της γαλλικής κοινής γνώμης υπέρ της Ελλάδος. Η προβολή που έλαβε η ελληνική παρουσία στον πόλεμο πρέπει να θεωρηθή ικανοποιητική, μέσα στην καταστροφική λαίλαπα που εσάρωνε στην χώρα. Ο τοπικός τύπος ανέγραφε πληροφορίες για τους Έλληνες εθελοντές, όπως και μερικές γνωστές εφημερίδες μεγάλων πόλεων. Η αήθεια είναι ότι η Γαλλική κυβέρνηση, εν μέσω της όλης καταστροφής, δεν τους αντέμειψε με καμμία τιμητική διάκριση, παρά τις προτάσεις ωρισμένων στρατηγών, όπως του διοικητού τους, του στρατηγού de Lipowski.[80] Όμως, θα πρέπει να ληφθή υπ’ όψιν η όλη κατάσταση, όπως περιγράφεται από συγγραφείς της περιόδου εκείνης, η οποία υπήρξε όχι μόνον στρατιωτικά αλλά και πολιτικά ιδιαιτέρως ανώμαλη.[81]
Μεταξύ των Ελλήνων υπήρξαν νεκροί,[82] σημειώθηκαν τραυματίες, παντού όπου επολέμησαν. Ο ακριβής αριθμός τους δεν μπορεί να πιστοποιηθή.[83] Μερικοί, όπως ο λοχαγός Λεονταρίτης, στον στρατό του Garibaldi, που πληγώθηκε στην Dijon και απεβίωσε λίγο αργότερα, τιμήθηκαν με επίσημες κηδείες.[84] Για άλλους υπήρξε απλή αναφορά. Όταν, πάντως, περί τα τέλη Νοεμβρίου, κυκλοφόρησε στην Αθήνα η φήμη –η οποία εν συνεχεία διεψεύσθη– ότι είχαν φονευθή 30 εθελοντές κατά την διάρκεια μιας μάχης (στην Varize),[85] οι φίλοι και συμφοιτηταί τους στο Πανεπιστήμιο οργάνωσαν αμέσως και με ιδιαίτερο ζήλο μνημόσυνο στην Μητρόπολη των Αθηνών. Ο καθηγητής του Πανεπιστημίου και καθηγητής στην Σχολή Ευελπίδων Δημήτριος Στρούμπος εξεφώνησε την νεκρολογία, παρουσία του γάλλου πρέσβυ, των μελών της πρεσβείας, αξιωματικών και του πληρώματος ενός γαλλικού πολεμικού πλοίου που ναυλοχούσε στον Πειραιά. Η επιμνημόσυνος δέηση απετέλεσε, ήταν φυσικό, ακόμη μία ευκαιρία εκφράσεως των έντονων φιλο-γαλλικών αισθημάτων του αθηναϊκού λαού. Εν πάση περιπτώσει, η θυσία των όσων ελλήνων εθελοντών εφονεύθησαν στην Γαλλία, τιμάται κατά τον καλύτερο τρόπο με μία εντυπωσιακή στήλη στο περίφημο νεκροταφείο της γαλλικής πρωτεύουσας Père Lachaise, εις μνήμη όσων εθελοντών έπεσαν κατά την διάρκεια των πολέμων του 1870, του 1914-1918 και του 1939-1945. Εξ άλλου, μία επιγραφή στο Château de Chambord, στον Λίγηρα, μνημόνευε την διαμονή εκεί των ελλήνων εθελοντών.[86]

Ο πόλεμος δεν κράτησε πολύ. Από τις 7/19.7.1870 μέχρι τις 16/28 Ιανουαρίου 1871, όταν υπεγράφη η ανακωχή.
Οι Έλληνες εθελονταί άρχισαν να καταπλέουν στην Μασσαλία κατά τα τέλη Σεπτεμβρίου, μετεφέρθησαν δε στο μέτωπο περί τα τέλη Οκτωβρίου, αρχές Νοεμβρίου. Με την υπογραφή της ανακωχής άρχισε η διαδικασία επιστροφής τους στην Ελλάδα, περί τα μέσα Φεβρουαρίου. Ως εκ τούτου παρέμειναν στο μέτωπο, λίγο-πολύ, 3 ½ μήνες.
Οι έλληνες εθελοντές –ανεξαρτήτως του αριθμού τους– κατετάγησαν κυρίως σε τρεις μονάδες: στους ελεύθερους σκοπευτές των Παρισίων, στο 2ο Σώμα στρατού του Λίγηρος, υπό την διοίκηση του αντι-συνταγματάρχη (τότε) κόμη de Lipowski, στον στρατό του Garibaldi, στην περιοχή των Βοσγίων Όρεων, και μερικοί στο Σώμα Στρατού των Παρισίων. Ορισμένοι εστάλησαν σε μονάδες υπό την διοίκηση του ελληνικής καταγωγής στρατηγού Διονυσίου Bourbaki. Όσοι υπήχθησαν στον Garibaldi, κατενεμήθησαν, εν συνεχεία, κατά «μικρό αριθμό και σε διασκορπισμένες μονάδες». Έτσι, κατά τον Αλεξάνδρου, δεν κατώρθωσαν να σχηματίσουν μία ενιαία, μεγάλη μονάδα, η οποία θα μπορούσε να έχη μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα. Πέραν τούτου, δεν καθίσταται σαφές ακόμη και για πόσο διάστημα παρέμειναν εν ενεργεία οι μονάδες Guerilla gréco-française d’Orient και η Légion Grecque.

Τον Φεβρουάριο οι εθελονταί των ελευθέρων σκοπευτών των Παρισίων ξεκίνησαν το ταξείδι της επιστροφής από την Μάγχη, όπου είχαν φθάσει, προς την Μασσαλία, σημείο συγκεντρώσεως για την επιβίβαση στα πλοία. Σὐμφωνα με τις μαρτυρίες του Αλεξάνδρου, το αντίτιμο των εισιτηρίων στις Γαλλικές εταιρείες, εξασφαλίστηκε από το Γαλλικό κράτος. Όπως, επίσης, και η αντιμισθία δύο μηνών. Η ελληνική παροικία της Μασσαλίας ήλθε και πάλι αρωγός στους πολεμιστές, παρά τις αντιξοότητες του πολέμου, τόσο ηθικά όσο και πρακτικά.[87]
Τι απέγιναν όσοι επέστρεψαν; Η επιστροφή των μη στρατιωτικών πέρασε χωρίς ιδιαίτερη επισήμανση από τις αρχές, είτε τις γαλλικές είτε τις ελληνικές, ή, ακόμη, και από την ελληνική κοινωνία. Οι μέχρι τότε ήρωες ξεχάστηκαν! Ακόμη και ο αθηναϊκός Τύπος, ακροθιγώς ανέφερετο στην επιστροφή τους, χωρίς να προβάλλει το γεγονός. Ούτε η Γαλλική πρεσβεία, ούτε φίλοι της Γαλλίας φαίνεται να οργάνωσαν κάποια εκδήλωση προς τιμήν τους. Προφανώς, λόγω της ανώμαλης καταστάσεως που πρυτάνευε στο Παρίσι, με την επανάσταση της Κομμούνας.
Τουναντίον, τους στρατιωτικούς, τους υπαξιωματικούς και τους οπλίτες – όπως είχε προαναγγελθή – τους ανέμενε το στρατοδικείο. Δεν προκύπτει να διώχθηκαν οι αξιωματικοί.[88] Μία πρώτη ομάδα από 5 στρατιωτικούς, η οποία δικάσθηκε τον Μάϊο 1871, από το 1ο Διαρκές Στρατοδικείο, κατεδικάσθη σε δύο έτη δημόσια έργα. Η ποινή προκάλεσε έντονη αντίδραση στην κοινή γνώμη. Έτσι, μετά κατάλληλες παρεμβάσεις, το 2ο Διαρκές Στρατοδικείο, λίγες ημέρες αργότερα, αλλά και το 1ο, σε μία νέα σειρά δικών, τον Ιούλιο, με νέα σύνθεση του δικαστηρίου, αθώωσε, κατά πλειοψηφίαν, τους κατηγορούμενους. Ο δε βασιλεύς Γεώργιος αμνήστευσε όσους είχαν καταδικασθή.[89] Η τελευταία σύνοδος του Στρατοδικείου πραγματοποιήθηκε την 11/(23) Αυγούστου, με την αθώωση του κατηγορουμένου υπαξιωματικού.[90]
Από τα στρατοδικεία δικάσθηκαν 31 στρατιωτικοί, ενώ στους υπάρχοντας πίνακες εθελοντών, από τους συνολικά 132 που έχουν καταγραφή ονομαστικά, 68 φέρονται να ήσαν στρατιωτικοί. Προφανώς οι υπόλοιποι εθελοντές λιποτάκτες, δεν παραπέμφθησαν καν, μετά τον δημόσιο θόρυβο που προκλήθηκε από τις πρώτες καταδίκες. Σημαντική λεπτομέρεια: την υπεράσπιση της πρώτης ομάδος ανέλαβε, μεταξύ άλλων, και ο υπολοχαγός Δημήτριος Βούρβαχης, ο εθελοντής στην Γαλλία.[91] Είναι ενδιαφέρον να σημειωθή ότι το κατηγορητήριο ανέφερε ότι οι λιποτάκτες επολέμησαν κατά της Πρωσίας «ήτοι κατά κράτους φιλικώς προς την Ελλάδα διακειμένου». Η δε υπεράσπισις αντέτεινε ότι δεν λιποτάκτησαν «όπως αποφύγουν τα στρατιωτικά βάρη, αλλά από συναίσθημα ευγνωμοσύνης προς το Γαλλικόν έθνος….».
Ο Αλεξ. Αλεξάνδρου, επιλοχίας πεζικού ο ίδιος, αλλά ιδιαίτερης παιδείας, κρίνοντας από το κείμενό του, δεν περιορίσθηκε στην εξιστόρηση των γεγονότων στην Γαλλία στο ελληνικό κοινό και τις πράξεις ενός, τουλάχιστον, τμήματος, των εθελοντών. Στο τελευταίο του κεφάλαιο προέβη σε μία ανάλυση της τακτικής του πολέμου. Υπό το φως της σαρωτικής στρατιωτικής ήττας του γαλλικού στρατού, επέμενε ότι η νίκη των γερμανικών όπλων δεν ωφείλετο στην καλύτερη τακτική του Γερμανικού επιτελείου, έναντι της, δήθεν, δειλίας των Γάλλων, οι οποίοι, αναγνωρίζει, πολέμησαν με σθένος και πείσμα, αλλά στην αναμφισβήτητη αριθμητική υπεροχή των Γερμανών. Επαινεί με έμφαση την στρατιωτική αξία των αξιωματικών και οπλιτών της Γαλλίας, τους οποίους και θεωρούσε ανώτερους των Γερμανών, τονίζοντας την ανδρεία και την αξία τους! Αλλά σε μία διάθεση ειλικρινείας, αναγνωρίζει ότι η νίκη της Γερμανίας κατέστη δυνατή λόγω των λαθών τακτικής του Γαλλικού Γενικού Επιτελείου.[92]
Αντί επιλὀγου θα μπορούσε να επισημανθή και πάλι ότι, εάν στην αρχή του πολέμου – τον οποίο, ανεξαρτήτως λόγων, εκήρυξε η Γαλλία, – τα αισθήματα του λαού και της ελληνικής κυβερνήσεως υπήρξαν κάπως διστακτικά, αμήχανα, εν συνεχεία, η πτώση του καθεστώτος συνέβαλε στην ριζική μετάλλαξη των αισθημάτων του κόσμου απέναντι στην δημοκρατική, πλέον Γαλλία. Και, όπως το επεσήμανε και ο Γάλλος πρέσβυς, πέραν της φραστικής στηρίξεως της Γαλλίας εκ μέρους της κυβερνήσεως, το πλέον πειστικό επιχείρημα των φιλο-γαλλικών αισθημάτων του λαού ήρθε με την έμπρακτη στάση της ελληνικής κοινωνίας, της νεολαίας.
Η ελληνική σύγχρονη ιστορία προσφέρει πληθώρα περιπτώσεων κατά τις οποίες εθελοντές προσέτρεξαν στην χώρα μας, ευαισθητοποιημένοι για την τύχη του ηρωικού ελληνικού λαού ο οποίος εμάχετο για την ανεξαρτησία του. Ελάχιστα περιστατικά επισημαίνονται όπου Έλληνες προσέτρεξαν αυτοί σε βοήθεια μίας άλλης χώρας. Πιθανόν, το μόνο παράδειγμα μέχρι τότε αποτελούσε ο πόλεμος της Κριμαίας, κατά τον οποίο Έλληνες εθελονταί ετάχθησαν με το μέρος των Ρώσσων. Το γεγονός, ως εκ τούτου, ότι η τύχη της Γαλλίας κινητοποίησε Έλληνες, και προκάλεσε κύμα συμπαθείας, ακόμη και ενθουσιασμού, από ένα σημείο και πέρα, αποτελεί ένα ξεχωριστό γεγονός στην ιστορία μεταξύ των δύο λαών, το οποίο πρέπει να τύχη της αναγκαίας προβολής. Η κινητοποίηση είχε ένα χαρακτήρα αυθόρμητο. Ξεπήδησε από ένα αίσθημα καθήκοντος, ένα αίσθημα ανταποδόσεως των όσων ώφειλαν οι Έλληνες στους Γάλλους, όταν η χώρα μας αναγεννάτο από τις στάχτες της. Οι νέοι ήθελαν απλώς, να μεταβούν στην Γαλλία, να πολεμήσουν. Για να πολεμήσουν στο πλευρό των Γάλλων κατά των Γερμανών. Για να εκφράσουν την αποδοκιμασία τους στην αδικία των Πρώσσων και των συμμάχων τους κατά της Γαλλίας.
Αλλά, αν πρέπει να είμαστε ειλικρινείς, η εντύπωση είναι ότι στην Γαλλία η χειρονομία αυτή είχε περιορισμένο αντίκτυπο. Κυρίως ορισμένοι άνθρωποι των γραμμάτων – ποιηταί, φιλόσοφοι, ιστορικοί – εξετίμησαν στην δίκαιη διάστασή της την ηθική αυτή χειρονομία των Ελλήνων. Ιδίως εάν ληφθή υπ΄όψιν ότι έσπευσαν στην Γαλλία αμέσως μετά την δυσμενή τροπή της Κρητικής Επαναστάσεως (1866-1869). Και ασφαλώς πρέπει να προβληθή η ωδή του Ακαδημαϊκού Victor de Laprade, Les Volontaires Grecs et la France, η οποία μετεφράσθη από αριθμό Ελλήνων λογοτεχνών και δημοσιεύθηκε σε εφημερίδες και περιοδικά. Είναι πιθανόν, η στρατιωτική συμβολή της ελληνικής παρουσίας να μην ήταν σημαντική. Η χειρονομία, εν τούτοις, ήταν. Η στρατιωτική καταστροφή, η αλλαγή του καθεστώτος, η επανάσταση της Κομμούνας, όλες αυτές οι κρίσιμες εξελίξεις, αποτελούν τις πραγματικές αιτίες αυτής της λήθης.
Πάντως, προς απόδοση δικαιοσύνης, είναι αναγκαίο να προστεθή ότι περίπου 187 γάλλοι, διαπνεόμενοι από τα γνωστά φιλελληνικά αισθήματα του γαλλικού λαού, ήρθαν στην Ελλάδα ως εθελονταί κατά τον ατυχή Ελληνο-Τουρκικό πόλεμο του 1897. [93]
Ο Κωνσταντίνος Ι. Αιλιανός είναι Πρέσβυς ε.τ. Διετέλεσε, μεταξύ άλλων, επικεφαλής των πρεσβειών της Βαρσοβίας, του Νέου Δελχί και της Βόννης, Υπηρεσιακός Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Εξωτερικών (1999-2000), Γενικός Γραμματεύς της Προεδρίας της Δημοκρατίας (2000-2005), Γενικός Γραμματεύς του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως (2006-2007). Διετέλεσε πρόεδρος της “Εταιρείας Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας” και είναι μέλος του ΔΣ του Οργανισμού Μεγάρου Μουσικής Αθηνών.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
[1] Εφημ. Αστήρ 29.7/(10.8).1870.
[2] Οι εντός παρενθέσεως ημερομηνίες είναι αυτές του ημερολογίου (Ιουλιανού ή Γρηγοριανού) που δεν χρησιμοποίησε ο συγγραφεύς του εγγράφου ή του άρθρου, δηλ. με 12 ημέρες διαφορά.
[3] ΜΑΕ, CP, Grèce, 98, Αθήνα, Τηλ. Baude προς τον Duc de Gramont, υπουργό των Εξωτερικών, (11)/23.7.1870. Η πρεσβεία ερωτούσε την κυβέρνηση του Αυτοκράτορος αν θα επέτρεπε σε όσους ζητούσαν ή σε μερικούς να παρακολουθήσουν τις επιχειρήσεις. Δεν αναφέρονται ονόματα.
[4] MAE, CP. Grèce, 98, Τηλ. προς Baude, (12)/24.7.1870. SHD, Guerre de 1870, ZQO, 68, Circulaire aux ambassades et légations de France, (21.7)/2.8.1870, « …il est très important que vous vous absteniez de prêter …[ assistance…] à toute tentative de recrutement en pays neutre… »……Η απόφασις αυτή αμβλύνθηκε λίγες ημέρες αργότερα. Παράλληλα στην Αθήνα, κατά διαταγή του υπουργού Στρατιωτικών, απηγορεύθη η υποβολή αιτήσεων για την παροχή αδείας αναχωρήσεως στο εξωτερικό σε κάθε αξιωματικό, υπαξιωματικό, μουσικό ή οπλίτη. Ἐπίσημος Στρατιωτική Έφημερίς, αρ. διαταγής 13891, 25.7/(6.8).1870.
[5] MAE, CP Grèce, 98, Αθήνα, Baude στον duc de Gramont, Έκθ. 51, (30.7)/11.8.1870.
[6] Ο βασιλεύς Γεώργιος ήταν σε αρκετά στενή προσωπική επαφή με τον αυτοκράτορα κατά την διάρκεια της Κρητικής Επαναστάσεως, το 1867.
[7] Driault E. et Lhéritier M., Histoire diplomatique de la Grèce depuis 1821 à nos jours, T. 3, Paris, 1926, p.334. Τουναντίον, λίγο αργότερα, οι οδηγίες του Χαρ. Χριστόπουλου στον Ρωκ υπεδείκνυαν χωρίς περιστροφές ότι «η Ελλάς ουδέν έχει να ελπίση από την αποκατάσταση του Βοναπαρτισμού» ( La Grèce n’a rien à espérer d’une restauration Bonapartiste <οι οδηγίες στην γαλλική> ). AYE, 1871, αακ. B3, Επιστολή του Χαρ. Χριστοπούλου στον Φ. Ρωκ. 20.2/4.3.1871.
[8] AYE, 1870, αακ Α2, Έκθ. 139, 5/(17).10.1870. Ο Ρωκ είχε ήδη λάβη τις σχετικές οδηγίες από τις 10/(22).9.1870. Παρά ταύτα η κυβέρνηση ανέμενε την οριστική έγκριση του βασιλέως.
[9] AYE, 1870, αακ Α2, Έκθ. 139, 5/(17).10.1870. MAE, CP Grèce, 98, Αθήνα, Baude, Έκθ. 64, (10)/22.9.1870. AYE, 1870, αακ Α2, Ρωκ, Έκθ. 139, 5/(17).10.1870.
[10] MAE, CP Grèce, 98, Αθήνα, Baude, Έκθ. 70, (8)/20.10.1870.
[11] ΑΥΕ, 1871, αακ Β3, Επιστολή Χριστόπουλου προς Ρωκ, 20.2/4.3.1871.
[12] MAE, CP Grèce, 98, Αθήνα, Baude, Έκθ. 51, (30.7)/11.8.1870.
[13] Ο Αλεξάνδρου Ἀλέξανδρος, στο έργο του Ἀπομνημονεύματα τῶν ἐν Γαλλίᾳ μεταβάντων Ἑλλήνων ἐθελοντῶν κατά τόν Γαλλο-Πρωσσικόν πόλεμον τοῦ 1870 καί εἰς τό σύνταγμα τῶν ἐλευθέρων σκοπευτῶν τῶν Παρισίων ὑπηρετησάντων, Ἀθῆναι, 1871. αφηγείται ότι η ομάδα του ανεχώρησε για την Γαλλία από τον Πειραιά με το πλοίο DANAIS, την 5/17.10. Έφθασαν στην Μασσαλία την 13/25.10. Σύμφωνα με τα αρχεία του Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών, άλλοι στρατιωτικοί είχαν αναχωρήσει στα τέλη Σεπτεμβρίου.
[14] Βλ. βιβλιογραφία. Constantin Alevras, Erica-Ioanna Mitsidis, Λεωνίδας Καλλιβρετάκης, Niki Tsiolakis, Ξένια Μαρίνου, Κωστής Αιλιανός.
Αλλά και από γαλλικής πλευράς, η βιβλιογραφία είναι πενιχρή, κινούμενη ιδίως από τον φιλελληνισμό που προκάλεσε η κίνηση του εθελοντισμού. Ακόμη και εξειδικευμένα έργα δεν αναφέρονται παρά πολύ σχηματικά στην παρουσία των ελλήνων εθελοντών, όπως άλλωστε και από πλευράς γαριβαλδινών συγγραφέων, στον στρατό του οποίου υπηρετούσε η πλειονότης των ξένων εθελοντών.
[15] Ἀλεξάνδρου Ἀλέξανδρος, Ἀπομνημονεύματα τῶν ἐν Γαλλίᾳ μεταβάντων Ἑλλήνων ἐθελοντῶν κατά τόν Γαλλο-Πρωσσικόν πόλεμον τοῦ 1870 καί εἰς τό σύνταγμα τῶν ἐλευθέρων σκοπευτῶν τῶν Παρισίων ὑπηρετησάντων, Ἀθῆναι, 1871.
[16] Κατά τις πληροφορίες της Αυστριακής Πρεσβείας – προφανώς γερμανικής προελεύσεως – κάθε εθελοντής, πέραν του δωρεάν εισητηρίου του, ελάμβανε το ποσό των 100 φράγκων για τα έξοδα του ταξειδίου του. HHStA, PC. Griechenland, C. 176b, Αθήνα, Haymerle, Έκθ. 50B, 17.12.1870.
[17] Ο Αλεξάνδρου, op. cit., σ. 41, αναφέρει ότι οι στρατιωτικοί, κατά την συνάντησή τους με τον Έλληνα επιτετραμμένο Φωκ. Ρωκ, του κατέθεσαν τον οπλισμό τους.
[18] MAE, Grèce, CP 98, Πειραιεύς, Meyssonier, Έκθ. 20.10.1870, Αθήνα, Baude, Τηλ. (2)/14.10, Οδηγ. από το Παρίσι,(4)/ 16.10, 1870,Τηλ. (8)/20.10.1870. MAE, CCC, P/10822, 164, Vice-Consulat au Pirée. Έκθ. 3, 20.10.1870, Meyssonier στον Comte de Chaudordy, εκπρόσωπο του Υπ. Εξωτερικών στο Bordeaux, Αθήνα, Baude, Tél. (8)/20.10.1870. Είναι αξιοσημείωτο ότι ο γαλλικός στρατός είχε ανάγκη από οπλισμό.
[19] MAE, Grèce, CP 98, «Des volontaires se présentent en assez grand nombre… » Tél. (2)/14.10.1870, « Il est parti plusieurs volontaires…Il en partira quelques autres ce soir.»Tél. 20.10.1870, « Par le dernier paquebot une trentaine de volontaires… », Tél. 77, 7.12.1870, « Une centaine est parti par le dernier paquebot… » Tél. 78, 13.12.1870.
[20] MAE, Grèce, CP 98, Αθήνα, Baude, Τηλ. 76, 20.11.1870.
[21] MAE, Grèce, CP 98, Αθήνα, Baude, Τηλ. 76, 20.11.1870, Τηλ. 78, 13.12.1870.
[22] Αναστάσιος Γεννάδιος, (1840-1911), ο μεγαλύτερος υιός του γνωστού ελληνιστή Γεωργίου Γενναδίου και αδελφός του Ιωάννη Γενναδίου, διπλωμάτου και πρέσβεως, εν συνεχεία, επί μακρόν, στο Λονδίνο, ιδρυτού της Γενναδείου Βιβλιοθήκης. Χρημάτισε καθηγητής φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1862-1864 et 1868-1871), μέχρι τον Ιανουάριο 1871, όταν παρητήθη (υπεχρεώθη;), μετά την μετάβασή του στην Γαλλία, κατά τον Γαλλο-Πρωσσικό πόλεμο. Εν συνεχεία, μετέβη στο Λονδίνο. Έντονα αντι-μοναρχικός (τόσο εναντίον του Όθωνος όσο και του Γεωργίου Α΄) αρθρογραφούσε κατά του καθεστώτος του Ναπολέοντος ΙΙΙ μετά την έκρηξη του πολέμου. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα ασχολήθηκε με την πολιτική, αφήνοντας ανάμικτα αισθήματα.
[23] Ο Αλεξάνδρου, op. cit. σ.16, αναφέρει και κάποιον κ. Μ…. ,τον οποίο δεν επονομάζει, ο οποίος συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό στην προσέλκυση εθελοντών.
[24] Παρά την έρευνά μου δεν κατώρθωσα να ανεύρω επίσημα στοιχεία για την τεκτονική ιδιότητα του Αν. Γενναδίου. Η πιστοποίηση έρχεται από γαλλικής πλευράς. Εφ. Πολίτης, Σειρά άρθρων υπό τίτλο: Ἀπάντησις ἑνός Ἑλληνος Μασόνου, με υπογραφή Ξ.. Ἀρθρο της 10/(22).7.1871.
[25] Ο ίδιος ήταν επίσης τέκτων. Ως εκ τούτου, πίσω από τις ενέργειες του Γενναδίου δεν προκύπτει να υπήρχε κοινή στάση του ελληνικού τεκτονισμού έναντι του κινήματος του εθελοντισμού.
[26] Αιών, 5/(17).11.1870.
[27] Αιών, 26.11/(8.12).1870.
[28] Αλεξάνδρου, op.cit., σ. 15.
[29] Αλεξάνδρου, op.cit., σ.39. Η ομάδα του Αλεξάνδρου εδήλωσε ότι δεν ήθελε να υπηρετήσει υπό τις διαταγές των Ιταλών αξιωματικών του Γαριβάλδη.
[30] Mitsidis, Erica-Ioanna, Greece, Greeks and the Franco-Prussian war, Bulletin de la Société Historique et Ethnologique de la Grèce, v. XXVIII, 1985, ps 184-203. σ. 184.
[31] Mézières, Alfred, “La Grèce et ses volontaires dans la Guerre de 1870”, Revue des deux Mondes, v. XCIV, (juil. 1871), p.36. Η Καλλιόπη Σπ. Παπαλεξοπούλου, (1809-1898) , με πλούσια πολιτική και αντι-Οθωνική δράση, σε επαφή με τον Αναστ. Γεννάδιο, γνώστης της γαλλικής, είχε ανατραφή με τα δημοκρατικά ιδεώδη της Γαλλικής επαναστάσεως.
[32] PRO, FO 32, 417, Αθήνα, Erskine, Τηλ..7, (2)/14.1.1871.
[33] MAE, Grèce, CP. 98, Αθήνα, Baude, Έκθ. 78, (1)/13.12.1870.
[34] ΜΑΕ, Grèce, CP. 99, Αθήνα, de Tascher, chargé d’Affaires, Τηλ. 4/16.3.1871.
[35] Αιλιανός Κωστής, “Χαρ. Χρ. Χριστόπουλος, υπουργός Εξωτερικών, τρεις ημέρες, τέσσερεις μήνες, 1865, 1870-1871”, Νέα Εστία, τεύχος 1863, Σεπτέμβριος 2014.
[36] PRO, FO 32, 417, Αθήνα, Erskine, Τηλ. 7, (2)/14.1.1871. «The Hellenic government have been conniving…».
[37] AYE, 1871, 99.2, Απαντητική επιστολή του Χριστόπουλου στον de Wagner, 27, 4/16.1.1871.
[38] HHStA, PA Griechenland, K. 176, Αθήνα, Haymerle, Έκθ. 50B, (5)/17.12.70.
[39] PRO, FO 32, 417, Αθήνα, Erskine, Τηλ. 7, (2)/14.1.1871 et 12,(11)/ 23.1.1871.
[40] Όμως οι αναφορές αυτές ασφαλώς δεν εξαντλούν το σύνολο των εθελοντών.
[41] Driault E. et Lhéritier M., Histoire diplomatique de la Grèce depuis 1821 à nos jours, Paris, 1926. T. 3, p. 378.
[42] Mézières, Alfred, Hors de France, Italie, Espagne, Angleterre, Grèce moderne, Paris, 1907, ps. 288, 302, et La Grèce et ses volontaires dans la Guerre de 1870, Revue des deux Mondes, v. XCIV, (juil. 1871). Ο Alevras, Constantin, στο άρθρο του επαναλαμβάνει τον αριθμό του Mézières. Desmaze E., Souvenirs d’un Philhellène, Gustave Flourens et l’insurrection Crétoise, Lyon, 1893, p. 378.
[43] Le Salut Public, σε μετάφραση της εφημ. Κλειώ της Τεργέστης. 22.1/3.2.1871.
[44] Τα ονόματα που αναφέρονται στους διάφορους πίνακες (Αλεξάνδρου, στρατοδικεία, στις επιστολές που εστάλησαν και σε άλλες αναφορές των εφημερίδων) και δεν περιλαμβάνουν, είναι φυσικό, όλους τους εθελοντές, ανέρχονται σε 130, εκ των οποίων οι μισοί περίπου είναι στρατιωτικοί, όλων των κατηγοριών.
[45] Μερικοί χρησιμοποιούσαν και ελληνικά πλοία.
[46] Αλεξάνδρου, op. cit., σ. 29. Τότε πρόξενος ήταν ο Μαρίνος Βρεττός.
[47] Αλεξάνδρου, op. cit., σ. 41.
[48] Ο Ρωκ την περίοδο αυτή ήταν ήδη ασθενής. Απεβίωσε τον Απρίλιο 1871. Πιθανόν να έκανε μνεία στην προσωπική του αλληλογραφία με τον υπουργό των Εξωτερικών.
[49] Ευρέθησαν δύο μόνον εγγραφαί ονομάτων προερχομένων από την Αίγυπτο, τα οποία θα μπορούσαν να αφορούν σε Έλληνες ομογενείς. Εκτός και εάν διέφυγαν της προσοχής του συγγραφέως πιο εξειδικευμένοι φάκελοι.
[50] Google.fr. La guerre franco-prussienne de 1870. (13 Septembre 2009). Les noms des différentes formations des francs-tireurs. Selon le commissaire général STIOT.
[51] Σε άλλους πίνακες, εν τούτοις, η Légion Grecque δεν συμπεριλαμβάνεται. Général Bordone, Garibaldi et l’Armée des Vosges, Paris, 1871, σ. 181. Στην Guerilla d’Orient, χωρίς να δίδει αριθμούς, ούτε την προέλευση των ανδρών, αναφέρεται στον γενικό όρο «νὀτιοι».
Πρέπει επίσης να λεχθή ότι ούτε ο στρατηγός Chanzy, επί κεφαλής του 2ου Σώματος Στρατού του Λίγηρος, ούτε ο στρατηγός comte de Lipowski, επί κεφαλής των francs tireurs de Paris, (ελευθέρων σκοπευτών των Παρισίων) στα έργα τους για τον πόλεμο, παρ΄όλο που είχαν υπό τις διαταγές τους Έλληνες εθελοντές, δεν κάνουν καμμία ειδική αναφορά στην παρουσία τους.
[52] Βλ. μεταξύ άλλων, Charles de Mazade, La guerre de France, en 1870-1871, Revue des Deux Mondes, T. 102 ; 1872, ps. 753-796., p. 765. Milza, Pierre, L’année terrible. la guerre franco-prussienne, septe,bre 1870 – mars 1871, Périn, 2009, σς 235, 240-41.
[53] Maquest, Pierre, La France et l’Europe pendant le siège de Paris, 18.9.1870-28.1.1871. 1874. σ.285, σ. 285. Αναφέρει επίσης ότι στα τέλη Νοεμβρίου αφίχθη στο Παρίσι μονάς 60-80 Ελλήνων εθελοντών. σ. 349.
[54] Βλ. και Mitsidou, op. cit. σ. 201.
[55] Général Bordone, Garibaldi et l’armée des Vosges, Paris, 1871, σ. 419.
[56] Αστήρ, 14/(26).11.1870.
[57] Παλιγγενεσία, 28.9/(10.10).1870.
[58] Αστήρ, 14/(26).11.1870
[59] Διαταγή του υπουργού Στρατιωτικών, στρατηγού Ζυμβρακάκη, , αρ. 20251, 10/(22).10.1870, Επίσημος Στρατιωτική Εφημερίς, (1870).
[60] Λίγες ημέρες νωρίτερα ο πρέσβυς της Πρωσσίας είχε προβή σε διάβημα συναφώς με την ουδετερότητα των θαλασσών, κατόπιν ενός επεισοδίου πλησίον της Σύρου, μεταξύ ενός γαλλικού πολεμικού και ενός γερμανικού εμπορικού πλοίου.
[61] PRO, FO 32, 417, Αθήνα, Erskine, αρ. 7. (2)/14.1.1871.
[62] Οδηγίες στα Υπουργεία Εσωτερικών, Δικαιοσύνης, και Στρατιωτικών. AYE, 1871, 99.2, 19/(31).12.1870. Απάντηση της Αστυνομίας Αθηνών-Πειραιώς, 30.12.1870/(11.1.1871), του υπουργείου Δικαιοσύνης, 21.12/(2.1.)1871, του υπουργείου Εσωτερικών, 4/(16).1.1871. Η απάντηση του υπουργείου Στρατιωτικών δεν ανευρέθη στα αρχεία.
[63] AYE, 1871, 99.2, Επιστολή Χριστόπουλλου στον de Wagner, 10139/9436, 31.12.1870 /(12.1.1871).
[64] AYE, 1871, 99.2, Επιστολή de Wagner στον Χριστόπουλο, 1/13.1.1871. HHStA, PA, Griechenland, K.176, Αθήνα, Haymerle, 1B, (26.12)/7.1.1871.
[65] PRO, FO 32, 417, Αθήνα,, Erskine, No 7, 14.1.1871. HHStA, PA, Griechenland, K.176, Αθήνα, Haymerle, 50B, 17.12.1870.
[66] Τέκνα του Αλεξάνδρου Ρίζου Ραγκαβή, τότε, πρέσβεως της Ελλάδος στην Κωνσταντινούπολη, λίγο πριν στο Παρίσι και αργότερα στο Βερολίνο.
[67] Γίνεται αναφορά της ονομασίας των διαφόρων σχηματισμών των ελευθέρων σκοπευτών, στον πίνακα τον οποίον συνέταξε ο γενικός επιθεωρητής Stiot. Περιέργως η ονομασία « Légion Grecque » συναντάται μόνον μία φορά στους εν λόγω πίνακες. Ο συγγραφεύς δεν επεσήμανε άλλη αναφορά στους καταλόγους του Service Historique de l’Armée όπου κατεγράφησαν οι μονάδες του Garibaldi.
[68] Ο στρατός του Garibaldi αποτελούσε ένα διάσπαρτο σύνολο μονάδων, ελάχιστα ομοιογενές, συχνά υπό εγκατάλειψη από τις Γαλλικές αρχές. Οι σχέσεις, άλλωστε, τουλάχιστον στην αρχή, μεταξύ γαριβαλδινών και ελλήνων δεν φαίνεται να ήταν οι καλύτερες.
[69] Ο κόμης Ernest de Lipowski, πολωνικής καταγωγής, διοικητής των Ελευθέρων Σκοπευτών των Παρισίων από τον σχηματισμό της μονάδος μέχρι την λήξη του πολέμου, προήχθη σε στρατηγό σε ηλικία 34 ετών μετά την καίρια μάχη του Alençon.
[70] Ακόμη και ο P. Troghon, στο έργο του Souvenirs d’un franc tireur en 1870-1871, (Plon, Paris, 1901), ιδιαιτέρως λεπτομερές, δεν αναφέρει παρά μόνον μία φορά την συμμετοχή ελλήνων μεταξύ των εθελοντών στον στρατό του Garibaldi. σ. 80.
[71] Η μάχη αυτή απετέλεσε το έναυσμα της πληροφορίας του θανάτου των 30 ελλήνων, οποία, εν συνεχεία, διεψεύσθη.
[72] Παλιγγενεσία, 19/(31).11.1870 και 23.11/(5.12).1870. Βλ. επίσης την επιστολή του Όθωνος Τρόνου, της 9/(21).11.1870, Χρόνος 5/(17).12.1870. Κατά την μάχη στην Ορλεάνη, έλληνες εθελοντές έσωσαν την σημαία ενός λόχου και έτυχαν αναφοράς στην ημερήσια διαταγή. Alevras, Constantin, Les volontaires hellènes en France pendant la Guerre Franco-Prussienne en 1870, Paris, Debresse, 1947, p. 70.
[73] Ο Αλεξάνδρου, op.cit., περιγράφει με πολλές λεπτομέρειες την μάχη στην Alençon, σς 84-85.
[74] Ο Δημ. Βούρβαχης μετέβη πολύ νωρίς στην Γαλλία. Αποκλεισθείς στο Παρίσι δεν κατώρθωσε να ενταχθή στις μονάδες του θείου του στρατηγού Καρόλου Διονυσίου Βούρβαχη. Αλεξάνδρου, op. cit. σ. 107.
[75] Αλεξάνδρου, op. cit. σ. 107, Παλιγγενεσία, 19/(31).10.1870, 18/(30).1.1871, Mézières, op. cit. σ. 40-41.
[76] MAE, CP, Grèce, 98, Οδηγ. Τηλ. στον Baude, ά.αρ., (14)/26.12.1870.
[77] L’Union, (14)/26.2.1871, Le Courier de la Gironde, (10)/22.4.1871.
[78] AYE, 1871, 99,2, Επιστολή του de Wagner στον Χριστόπουλο, 1/13.1.1871. Βλ. επίσης Αλεξάνδρου, op. cit. σ. 42-43.
[79] Ας αναφερθούν μερικές εφημερίδες : Progrès, Salut Public (Lyon), Union (Paris), Sémaphore, Égalité, Gazette du Midi, Le Peuple (Marseille), La Croix, (…), Étoile, (…), La Gironde, L’ Union, Le Courrier de la Gironde, (Bordeaux), L’ Ami de la France, ακόμη και η Écho (Lille). Εν τούτοις, η Αιών των Αθηνών, γνωστή για τις φιλο-γερμανικές διαθέσεις της, σχολίαζε ότι καμμία σοβαρή εφημερίδα της Γαλλίας δεν ενεφέρθη εγκωμιαστικά στους Έλληνες εθελοντές, εκτός από φύλλα τρίτης κατηγορίας της επαρχίας. Όπως επίσης ότι η Εθνική Αντιπροσωπεία δεν προέβη σε καμμία μνεία της συμμετοχής των Ελλήνων. Αιών, 29.7/(10.8.).1871.
[80] Αλεξανδρου, op. cit., σ.94. Δημοσιεύει την επιστολή (από (27.2)/11.3.1871) που απέστειλε ο de Lipowski στο Υπουργείο Στρατιωτικών. Εισηγείτο την απονομήν «στρατιωτικού μεταλλοσήμου δώρου».
[81] Ας σημειωθή ότι το μετάλλιο του πολέμου 1870-1871 ενεκρίθη και απενεμήθη το 1911!
[82] Κατά τον Αλεξάνδρου καταμετρώνται τουλάχιστον 60 νεκροί. op. cit., σ.111. Άλλοι αναφέρουν μεγαλύτερο αριθμό. Ο συγγραφεύς δεν επεσήμανε, από γαλλικής πλευράς, καμμία αναφορά σε Έλληνα πεσόντα στους σχετικούς πίνακες.
[83] Παλιγγενεσία, 18/2/(2.3). 1871.
[84] Αλεξανδρου, op. cit., σ.108, Général Bordone, Garibaldi et l’armée des Vosges, Paris, 1871.
[85] Βλ, υ/σ 58. Στην Αθήνα δεν είχαν αναφερθή ούτε που σκοτώθηκαν ούτε ονόματα των νεκρών.
[86] Αλεξάνδρου, op. cit., σ.63. Ανεφέροντο οι ημερομηνίες της εκεί διαμονής τους: 25 και 26 Νοεμβρίου.
[87] Αλεξάνδρου, op. cit., σς 88, 110. Οι εθελονταί μετεφέρθησαν με γαλλικό επιβατηγό πλοίο στην Σύρο, και από εκεί, με γαλλικό πολεμικό, στον Πειραιά.
[88] Στις συλλογές αποφάσεων των Α’και Β’ Διαρκών Στρατοδικείων Αθηνών, δεν υπάρχουν στοιχεία παραπομπής αξιωματικών. Ούτε στον Τύπο υπήρξαν τέτοιες αναφορές.
[89] Αλεξάνδρου, op. cit., σ. 111.
[90] Του Κων. Τριτάκη.
[91] Αλλά και ο λοχαγός Θεόδ. Κολοκοτρώνης.
[92] Αλεξάνδρου, op. cit., κεφ. Ο Γαλλικός και ο Γερμανικός στρατός, σς. 112-130.
[93] Γιάννης Γιαννόπουλος, Η ευγενής μας τύφλωση, Αθήνα, 2003.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Πηγές μη δημοσιευμένες
ΕΛΛΑΣ, Υπουργείον των Εξωτερικών (ΑΥΕ).
1870: 18.1, 18.2, 20.1,5 , αακ.Α.1, αακ. Α.2,
1871: 18,2, 20.1, 5, 37.4, 45.1, 83.3, 99.2, αακ.Β.3.
Γενικά Αρχεία του Κράτους (ΓΑΚ)
Αρχεία της Γενναδείου Βιβλιοθήκης, Λευκώματα Τύπου 2 και 3, Φωτογραφικό λεύκωμα 15, που αφορούν στον Αναστάσιο Γεννάδιο.
Διαρκές Στρατοδικείον Αθηνών. Φάκ. 1871, Α΄ και Β΄ Διαρκούς Στρατοδικείου Αθηνών.
Υπηρεσία Στρατιωτικών Αρχείων
ΓΑΛΛΙΑ, Ministère des Affaires Etrangères, (ΜΑΕ),
C.P. Grèce, 1870, Dos. 68, 97, 98, 1871, Dos. 99.
C.C.C. 1870-1871, Vice-consulat au Pirée, 1,
A.D.P. 32,
F. Nominatif. 44, 56
Service historique de la Défense, LG.1, LE. 19, Ld. 21,22,
Archives Léon Gambetta, Carton 4A, 9, 10, 28, 29.
Affaires diverses Politiques. S.s. Guerre 1870. 14, 15, 42, 44, 68.
Affaires Politiques, Grèce, 5/ 93, 124.
ΜΕΓΑΛΗ ΒΡΕΤΑΝΝΙΑ, Public Record Office (PRO), 32, Greece, 409, 410, 411, 417.
ΑΥΣΤΡΙΑ, Haus- Hof- und Staatsarchiv (HHStA), P.A. Griechenland, 1871. C. 176.
Πηγές δημοσιευμένες
Alevras Constantin, Les volontaires hellènes en France pendant la Guerre Franco-Prussienne en 1870, Paris, Debresse, 1947.
Baudin, P., Les volontaires Hellènes en France, Constantinople, 1871.
Bordone, général, Garibaldi et l’armée des Vosges, Paris, 1871.
Chanzy, Antoine Alfred Eugène, Général, Campagne de 1870-71, La Deuxième armée de la Loire, Paris, Plon, 1871.
Desmaze E., Souvenirs d’un Philhellène, Gustave Flourens et l’insurrection Crétoise, Lyon, 1893.
Dirou, Armel, “Les francs-tireurs pendant la Guerre de 1870-1871”, Revue Stratégique, 2009/I .
Driault E. et Lhéritier M., Histoire diplomatique de la Grèce depuis 1821 à nos jours, T. 3, Paris, 1926.
Mahuault, Jean-Paul, Engagés Volontaires pour la durée de la Guerre à la Légion étrangère 1870-71, 1914-18, 1939-45. Editions Grancher, 2013.
Marais, Auguste, Garibaldi et l’armée des Vosges, Paris, 1872.
Maquest, Pierre, La Françe et l’Europe pendant le siège de Paris, 18.9.1870/28.1.1871, Paris 1874.
Mazade, Charles de, “La guerre de France en 1870-1871”, Revue des Deux Mondes, T. 102, 1872.
Mézières, Alfred, Hors de France, Italie, Espagne, Angleterre, Grèce moderne, Paris, 1907.
Mézières, Alfred, “La Grèce et ses volontaires dans la Guerre de 1870”, Revue des deux Mondes, v. XCIV, (juil. 1871).
Milza, Pierre, L’année terrible. La guerre Franco-prussienne septembre 1870 – mars 1871, Périn, 2009.
Mitsidis, Erica-Ioanna, “Greece, Greeks and the Franco-Prussian war”, Bulletin de la Société Historique et Ethnologique de la Grèce, v. XXVIII, 1985.
Tsiolaki, Niki, “La Guerre Franco-allemande vue par la Presse grecque (juillet 1870- avril 1871)”, Balkan Studies, v. 31/2, 1990.
Ἀλεξάνδρου Άλέξανδρος, Άπομνημονεύματα τῶν εἰς Γαλλίαν μεταβάντων Ἑλλἠνων ἐθελοντῶν κατά τόν Γαλλο-Πρωσσικόν πόλεμον τοῦ 1870 καί εἰς τό σύνταγμα τῶν ἐλευθέρων σκοπευτῶν τῶν Παρισίων ὑπηρετησάντων, Ἀθῆναι, 1871.
Ανωνύμου, Απάντησις ἑνός Ἑλληνος Μασόνου, εφ. ΠΟΛΙΤΗΣ, Ιούνιος-Ιούλιος 1871.
Καλλιβρετάκης, Λεωνίδας, Η ζωή και ο θάνατος του Γουσταύου Φλουράνς, Αθήνα, ΜΙΕΤ, 1998.
Κυριαζής, Ν., “Ο γαλλογερμανικός πόλεμος του 1870 και η Κύπρος”, Κυπριακά Χρονικά, έτος Ι΄, 1934.
Μαρίνου, Ξένια, “Χαρτογραφώντας τά ἲχνη ἑλληνικῶν ἐθελοντικῶν σωμάτων στον Γαλλοπρωσσικό πόλεμο”, Τα Ιστορικά, αρ. 57, Δεκέμβριος 2012.
Μαρίνου, Ξένια, Αναζητώντας οδοφράγματα, Αθήνα, 2015.
Ελληνικός Τύπος
Αἰών, Ἀλήθεια, Ἀστήρ, Αὐγή, Ἐθνοφύλαξ, Επίσημος Στρατιωτική Εφημερίς, Ἐφημερίς τῶν Συζητήσεων, Μέλλον, Παλιγγενεσία, Χρόνος, Ημέρα Τεργέστης, Κλειώ Τεργέστης.