Skip to main content

François Bédarida: O στρατηγός de Gaulle, η Ελεύθερη Γαλλία και η Ελλάδα (1940 – 1941)

130 χρόνια από τη γέννηση, 50 χρόνια από τον θάνατο του Charles de Gaulle

François Bédarida

O στρατηγός de Gaulle, η Ελεύθερη Γαλλία και η Ελλάδα
(1940 – 1941)

 

Μπορεί μεν οι σχέσεις του στρατηγού de Gaulle με την Ελλάδα την περίοδο Οκτωβρίου 1940 – Μαΐου 1941 να είναι ένα ελάσσονος σημασίας επεισόδιο του πολέμου, δεν παύουν ωστόσο να διαθέτουν το δικό τους ειδικό βάρος, καθώς συνδυάζουν την πολιτική με τον στρατηγικό σχεδιασμό και τη διπλωματία, βρίσκονται στο μεταίχμιο ανάμεσα στην εκφορά του λόγου και την πράξη, ανάμεσα στη μνήμη και τον συμβολισμό, τέλος, ανάμεσα στον μύθο και την απομυθοποίηση.

Οι προσφερόμενες πηγές είναι αποσπασματικές: 1) διπλωματικά έγγραφα της Ελεύθερης Γαλλίας, 2) δημοσιευμένα κατάλοιπα του ιδίου του στρατηγού, 3) εκπομπές του BBC, 4) γαλλικά έντυπα, τα οποία κυκλοφορούσαν στο Λονδίνο, 5) πολεμικά απομνημονεύματα.¹ To ελληνικό παράδειγμα εντάσσεται στο εν γένει όραμα του στρατηγού de Gaulle για τους τρεις ακόλουθους λόγους: Κατ’ αρχήν παρουσιάζει μια πρώτης τάξεως αφορμή για την Ελεύθερη Γαλλία να κάνει την ύπαρξή της αισθητή, να κινητοποιηθεί και να παρέμβει μέσα στους πρώτους κρίσιμους μήνες της ύπαρξής της. Κατά δεύτερο λόγο, συνιστά ένα σημείο αναφοράς, συνάμα όμως και ένα πικρό μάθημα, ικανό από μόνο του να αφυπνίσει τους Γάλλους. Τέλος, δεν συγκαταλέγεται μεταξύ των άμεσων προτεραιοτήτων. Το επίκεντρο του γκωλικού οράματος στρέφεται προς άλλη κατεύθυνση.

 

Η συνέργεια της μαχόμενης Γαλλίας με τη μαχόμενη Ελλάδα

Η ιταλική εισβολή της 28ης Οκτωβρίου 1940 κατά της Ελλάδας, μια μάλλον απρόσμενη εξέλιξη, λειτούργησε ως έναυσμα για τους Ελεύθερους Γάλλους, ανοίγοντας στους τελευταίους αναπάντεχες, αξιοποιήσιμες ωστόσο, προοπτικές τόσο στον ψυχολογικό όσο και στον στρατιωτικό τομέα. Η εν γένει υπόθεση στηρίζεται σε μια απλή διαπίστωση στην οποία προέβη ο de Gaulle ταυτόχρονα με την έναρξη του ελληνοϊταλικού πολέμου: “Η Ελλάδα είναι σήμερα το μοναδικό επιχειρησιακό θέατρο σε ολόκληρη την Ευρώπη”.² Με άλλα λόγια, μια ιδανική ευκαιρία προς αξιοποίηση.

Στο σημείο αυτό οφείλει κανείς να προσθέσει μια δεύτερη παράμετρο: την εύθραυστη κατάσταση της Ελεύθερης Γαλλίας το φθινόπωρο του 1940. Η οριακή κατάσταση της τελευταίας ωθεί εκ των πραγμάτων τον de Gaulle να σπεύσει προς στήριξη της Ελλάδας μόνο και μόνο προκειμένου να κάνει αισθητή την παρουσία και ύπαρξή του. Για να επιβιώσει, οφείλει πάση θυσία να τοποθετηθεί δημόσια, να εξασφαλίσει συμμάχους και να σφυρηλατήσει μαζί τους ένα κοινό μέτωπο. Στα “Πολεμικά Απομνημονεύματά του” (Μémoires de guerre) επανέρχεται συχνά στην “φρικτή αδυναμία, στην οποία βρισκόμασταν”, αλλά και στη ειλημμένη απόφασή του σε κάθε εμφανιζόμενη ευκαιρία “να ομιλεί εξ ονόματος της Γαλλίας όπως, άλλωστε, άρμοζε”.³ Επρόκειτο για μια κατάσταση που ο Maurice Schumann, στενός συνεργάτης του στρατηγού, περιέγραφε με γλαφυρό τρόπο από το μικρόφωνο του BBC: “Για μια ακόμη φορά, οι ορφανοί λαοί αναζητούσαν την Γαλλία και θα αδυνατούσαν να την βρουν εάν ο στρατηγός de Gaulle δεν ήταν εκεί για να μιλήσει εξ ονόματός της”.⁴

Λονδίνο, 4, Carlton Gardens, Whitehall. Το Αρχηγείο της Ελεύθερης Γαλλίας.
Ελευθερία ή Θάνατος”, προπαγανδιστική αφίσα της Ελεύθερης Γαλλίας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

H αργή κυοφορία της Επιτροπής της Ελεύθερης Γαλλίας στην Ελλάδα

Η δραστηριότητα της Ελεύθερης Γαλλίας εντός της ελληνικής επικράτειας είχε ξεκινήσει προτού ακόμα εκδηλωθεί η ιταλική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου. Οι πρώτες ενέργειες μιας αυτοσχέδιας επιτροπής χρονολογούνται από τους μήνες Αύγουστο και Σεπτέμβριο του 1940. Ωστόσο, οι ρυθμοί υπήρξαν εξοργιστικά αργοί. Ο λόγος οφειλόταν στο γεγονός ότι η γαλλική παροικία, συμπαγής κατά τα άλλα, ήταν βαθιά διχασμένη ως προς το ζήτημα της στάσης της χώρας έναντι του πολέμου. Στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα Αθηνών-Πειραιώς κατοικούσαν περί τα 800 άτομα κάτοχοι γαλλικού διαβατηρίου. Τα 200 περίπου από αυτά διέθεταν πραγματική γαλλική συνείδηση. Σύμφωνα με μια εκτίμηση του Ιανουαρίου 1941, περί τους 150 είχαν ταχθεί υπέρ της κίνησης των Ελευθέρων Γάλλων του στρατηγού de Gaulle. Αντίθετα, οι κύκλοι της πρεσβείας διακατέχονταν από συμπάθεια προς το καθεστώς του Βισύ. Με εξαίρεση του ιδίου του πρεσβευτή Gaston Maugras, άτομα όπως ο στρατιωτικός ακόλουθος (αντισυνταγματάρχης de Lobit) και ο ναυτικός ακόλουθος (πλοίαρχος Lahalle) έτρεφαν σφοδρά αντι-γκωλικά αισθήματα.⁵ Την ίδια εποχή, ο αριθμός των Γάλλων, οι οποίοι διαβιούσαν στη Θεσσαλονίκη, δεν ξεπερνούσε τα 190 άτομα. Οι περισσότεροι από αυτούς ήταν εκπαιδευτικοί, κληρικοί απασχολημένοι στα καθολικά ιδρύματα και δάσκαλοι απασχολημένοι στη Λαϊκή Αποστολή (Mission Laique).⁶

Το κτήριο της γαλλικής πρεσβείας της Αθήνας.

Οι πρώτες πρωτοβουλίες με σκοπό τη συγκρότηση, στην Αθήνα, μιας Επιτροπής της Ελεύθερης Γαλλίας κατ’ εικόνα και ομοίωση των αντιστοίχων οι οποίες άρχισαν να σχηματίζονται σε πολλά μέρη⁷ υπολογίζεται πως ξεκίνησαν κατά τον μήνα Ιούλιο του 1940. Το παραπάνω συμπέρασμα συνάγεται από ένα τηλεγράφημα του πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας, Sir Michael Palairet, με αποδέκτη το Foreign Office στις αρχές Αυγούστου. Στο τηλεγράφημα αναφέρεται πως μια ομάδα συμπαθούντων την Ελεύθερη Γαλλία, ξεκίνησε ενέργειες με σκοπό τη συγκρότηση στην ελληνική πρωτεύουσα μιας επιτροπής. Ένας μάλιστα από αυτούς, ονόματι Jean Germain, ο οποίος πολύ γρήγορα παραγκωνίστηκε και δεν διαδραμάτισε κανέναν απολύτως ρόλο, φαίνεται πως είχε έρθει σε επαφή με τον στρατηγό de Gaulle. Η δραστηριότητα συνεχίστηκε μέσα στον Σεπτέμβριο, προσέλαβε όμως περισσότερο συγκεκριμένη μορφή στις αρχές Οκτωβρίου. Τότε ακριβώς, ο Palairet τηλεγράφησε προς τον de Gaulle πως ο στρατιωτικός ακόλουθος της βρετανικής πρεσβείας, αντισυνταγματάρχης J. S. Blunt, είχε προχωρήσει στη δημιουργία “ενός γραφείου συνδέσμου με τους οπαδούς της Ελεύθερης Γαλλίας”.⁸ Ο de Gaulle ανταποκρίθηκε,προτρέποντας την υπό εκκόλαψη επιτροπή να τελεί σε συνεχή επικοινωνία με τη βρετανική πρεσβεία, μέσω της οποίας σχεδίαζε να στέλνει τις εντολές του.⁹

Μια επιπλέον επιβεβαίωση της συγκρότησης της επιτροπής αποτελεί η επιστολή, με ημερομηνία 11 Νοεμβρίου, του λοχαγού Lapie, επικεφαλής της υπηρεσίας εξωτερικών και αποικιακών υποθέσεων της Ελεύθερης Γαλλίας προς τον Χαράλαμπο Σιμόπουλο, πρεσβευτή της Ελλάδας στο Λονδίνο. Στην εν λόγω επιστολή επισυνάφθηκε ένα τηλεγράφημα της Επιτροπής Ελευθέρων Γάλλων της Ελλάδας, όπου εξυμνούνταν η θαρραλέα στάση του βασιλέα Γεωργίου Β΄ και της ελληνικής κυβέρνησης έπειτα από την ιταλική επίθεση της 28ης Οκτωβρίου. Ένα νέο τηλεγράφημα την ίδια ημέρα από την Αθήνα, με αποστολέα τον Palairet, αναφέρεται επίσης στη δραστηριότητα της επιτροπής.¹º

Ωστόσο, στην έδρα του κινήματος των Ελευθέρων Γάλλων στο Λονδίνο, επί αρκετές ημέρες επικρατούσε σύγχυση ως προς τα ονόματα των στελεχών της επιτροπής. Χαρακτηριστικά, στις 4 Δεκεμβρίου ακόμα, ο Geoffroy de Courcel, μέχρι πρότινος γραμματέας της γαλλικής πρεσβείας στην ελληνική πρωτεύουσα, αναλώνεται σε προτάσεις και αντιπροτάσεις. Τελικά, η κατάσταση εξομαλύνθηκε λίγες ημέρες αργότερα με την ανάληψη της προεδρίας από τον Tufféry, παλαίμαχο του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, γόνο γαλλικής οικογένειας εγκατεστημένης από παλιά στην Αθήνα. Πλαισιωνόταν από τους Coignard, διευθυντή της Σχολής Ξένων Γλωσσών Berlitz, Cardanot, επίσης βετεράνο του προηγούμενου πολέμου και Daste.

Τον Ιανουάριο του 1941 η επιτροπή με την παραπάνω ηγεσία αναγνωρίστηκε επίσημα από την κεντρική διοίκηση του κινήματος των Ελευθέρων Γάλλων. Δίχως άλλη καθυστέρηση, επιδόθηκε στην έκδοση και κυκλοφορία ενημερωτικού δελτίου ενώ τα γυναικεία μέλη άρχισαν να πλέκουν συστηματικά μάλλινες κάλτσες για τους Έλληνες στρατιώτες που μάχονταν στο αλβανικό θέατρο επιχειρήσεων. Η δραστηριοποίηση της επιτροπής έφερε σε λεπτή θέση την ελληνική κυβέρνηση, η οποία εξακολουθούσε να διατηρεί πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με το καθεστώς του Βισύ ακόμα και μετά την έναρξη του πολέμου με την Ιταλία.¹¹ Το σχετικό σχόλιο του Palairet είναι χαρακτηριστικό: “Κατόπιν παράκλησης των ελληνικών αρχών, η επιτροπή της Αθήνας οφείλει να ενεργεί διακριτικά. Ο Τύπος και το ραδιόφωνο έχουν λάβει εντολή να μην αναφέρουν την παραμικρή πληροφορία σχετικά με την ύπαρξη και λειτουργία της”.¹²

Χαράλαμπος Σιμόπουλος, πρεσβευτής της Ελλάδας στο Λονδίνο.
Sir Michael Palairet, πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας στη Αθήνα.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η επίθεση του Άξονα κατά της Ελλάδας και ο στρατηγός de Gaulle. Αφύπνιση της
ελληνογαλλικής φιλίας και προοπτικές αποστολής μαχητών της Ελεύθερης Γαλλίας

To κίνημα των Ελευθέρων Γάλλων εξέφρασε τη συμπαράστασή του προς την Ελλάδα από την πρώτη κιόλας στιγμή. Από το ραδιόφωνο της Μπραζαβίλ, όπου ο de Gaulle βρισκόταν στις 28 Οκτωβρίου 1940, μεταδόθηκε πως “η Ελεύθερη Γαλλία απευθύνει χαιρετισμό προς τη μαχόμενη Ελλάδα”.¹³ Την ίδια ημέρα στο Λονδίνο, στο πλαίσιο της εκπομπής του BBC “Οι Γάλλοι μιλούν στους Γάλλους” ακούστηκε το ακόλουθο ειρωνικό σχόλιο: “Ο Ντούτσε παρουσιάζει στον κόσμο το τελευταίο του κατόρθωμα: τη Ρώμη να βομβαρδίζει την Αθήνα”.¹⁴ Στις 29 Οκτωβρίου, ο Maurice Schumann, εκπρόσωπος Τύπου της Ελεύθερης Γαλλίας, αναφώνησε πάντοτε από το μικρόφωνο του BBC: “Η φωνή η οποία μας έρχεται από την Αθήνα είναι η φωνή της Γαλλίας. Εμείς, τα μαχόμενα μέλη της Ελεύθερης Γαλλίας υποδεχόμαστε με άπλετη ευγνωμοσύνη στο στρατόπεδο της ελευθερίας και στο όνομα της πατρίδας μας τους γενναίους πολεμιστές της αιώνιας Ελλάδας”.¹⁵ Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και το σκίτσο του Maurice Van Moppès, το οποίο δημοσιεύτηκε στο φύλλο της 30ής Οκτωβρίου της γαλλόφωνης εφημερίδας France που την ίδια εποχή κυκλοφορούσε στη βρετανική πρωτεύουσα. Έφερε τον χαρακτηριστικό τίτλο: Η Αιώνια Ελλάδα. Το πνεύμα των Θερμοπυλών (La Grèce éternelle. L’ esprit des Thermopyles).

Στιγμιότυπο από το ελληνοϊταλικό μέτωπο της Ηπείρου.
Η Αιώνια Ελλάδα. Το πνεύμα των Θερμοπυλών. Σκίτσο του Maurice Van Moppès στην εφημερίδα France, 30
Οκτωβρίου 1940.

Στις 2 Νοεμβρίου, από την Μπραζαβίλ, πρωτεύουσα της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής (Afrique Équatoriale Française) και της Ελεύθερης Γαλλίας, ο de Gaulle έστειλε ένα θερμό προσωπικό τηλεγράφημα προς τον πρωθυπουργό Ιωάννη Μεταξά: “Απoτείνω προς την Εξοχότητά σας, την κυβέρνηση και τον ελληνικό λαό φόρο τιμής, μεταφέροντας τον θαυμασμό και τον σεβασμό όλων μας. Οι Έλληνες, υψώνοντας το ανάστημά τους για μια ακόμη φορά υπερασπιζόμενοι την ανεξαρτησία τους, αποτελούν άξιο παράδειγμα της αρχαίας τους παράδοσης”. Η απάντηση του Μεταξά, δυο ημέρες αργότερα, κινήθηκε σε ανάλογο μήκος κύματος: “Το μέγα γαλλικό έθνος, το οποίο τόσες φορές ακολούθησε το παράδειγμα των προγόνων μας και που μας στήριξε γενναία στους αγώνες για την ανεξαρτησία μας, δεν μπορούσε παρά να σταθεί στο πλευρό μας και στη σημερινή συγκυρία”.¹⁶ Πέραν όμως από τις όποιες δηλώσεις συμπαράστασης και τις αμοιβαίες φιλοφρονήσεις, μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσίαζε το τηλεγράφημα της 7ης Νοεμβρίου με αποστολέα τον Χαράλαμπο Σιμόπουλο και αποδέκτη το υπουργείο Εξωτερικών στην Αθήνα: “Εμπιστευτικό. Με επισκέφτηκε σήμερα στην πρεσβεία ο εκπρόσωπος του στρατηγού de Gaulle. Ήρθε να μου αναγγείλει πως όσοι οπαδοί της Ελεύθερης Γαλλίας βρίσκονται τη στιγμή αυτή σε γειτονικά με την Ελλάδα κράτη και επιθυμούν να προσχωρήσουν στις τάξεις των στρατιωτικών δυνάμεων του στρατηγού, έλαβαν εντολή να μεταβούν στο Κάιρο ή στην Αθήνα. Στην Αθήνα βρίσκεται τη στιγμή αυτή ο υπασπιστής του, Geoffroy de Courcel, πρώην γραμματέας της εκεί γαλλικής πρεσβείας. Για την ώρα εκτιμώ πως πρόκειται για μια συμβολική χειρονομία της Ελεύθερης Γαλλίας προς την Ελλάδα. Ευελπιστώ ωστόσο ότι σύντομα θα πλαισιωθεί με συγκεκριμένες ενέργειες”.¹⁷

Πολύ γρήγορα τα πράγματα από λόγια μετουσιώθηκαν σε βούληση για ανάληψη δράσης υπό τη μορφή αποστολής στρατιωτικής συνδρομής. Αρχική ιδέα του στρατηγού ήταν η συγκρότηση ενός σώματος εθελοντών. Στις 3 Νοεμβρίου τηλεγραφούσε από την Μπραζαβίλ προς το War Office: “Η συγκρότηση μιας λεγεώνας Γάλλων εθελοντών προκειμένου να πολεμήσουν στο πλευρό της Ελλάδας είναι επιτακτική ανάγκη. Η λεγεώνα αυτή θα αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα των Γαλλικών Ελευθέρων δυνάμεων. Είναι δυνατό να στελεχωθεί από Γάλλους, οι οποίοι είτε βρίσκονται ήδη επιτόπου, είτε από συμπατριώτες μας φίλους της Ελλάδας που διαβιούν στα Βαλκάνια, ειδικότερα δε στη Γιουγκοσλαβία”. Το ίδιο τηλεγράφημα συνέχιζε με την ακόλουθη, προσεκτικά διατυπωμένη, φράση: “Η λεγεώνα αυτή θα είναι συμβολική, για την ώρα τουλάχιστον”.¹⁸ Με άλλο τηλεγράφημα αποσταλθέν την επομένη, ο de Gaulle ενημέρωνε σχετικά τις Επιτροπές της Ελεύθερης Γαλλίας στην Αίγυπτο και στα Βαλκάνια καθώς και τον πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα. Στις 11 του ιδίου μήνα, η Επιτροπή της Ελεύθερης Γαλλίας στην ελληνική πρωτεύουσα εξέφρασε την ευχή της για την αποστολή ενός γαλλικού σώματος, έστω και περιορισμένου σε μέγεθος “προκειμένου να ενωθούν οι σημαίες δυο χωρών με κοινές πολιτισμικές καταβολές”. Την είδηση επιβεβαίωνε αυθημερόν ο Palairet, σε νέο τηλεγράφημα προς το Λονδίνο.¹⁹

24 Οκτωβρίου 1940. Άφιξη του στρατηγού de Gaulle στη Μπραζαβίλ, πρωτεύουσα της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής και της Ελεύθερης Γαλλίας.
Geoffroy Chodron de Courcel.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η ιδέα της συγκρότησης επιτόπου μιας λεγεώνας εθελοντών εγκαταλείφθηκε γρήγορα. Ο λόγος ήταν το περιορισμένο μέγεθος των γαλλικών παροικιών στην Ελλάδα και γενικότερα στα Βαλκάνια. Κατόπιν τούτου, περί τα τέλη Νοεμβρίου ο de Gaulle επανήλθε με ένα δεύτερο σχέδιο: τη μεταφορά στην Ελλάδα μιας μονάδας, τμήματος του στρατιωτικού δυναμικού που οι Ελεύθεροι Γάλλοι διατηρούσαν στην Αίγυπτο. Ξεκίνησε να το εφαρμόζει με μεγάλη αποφασιστικότητα, όπως αποδεικνύεται από ολόκληρη σειρά από έγγραφα, έστω και αν γίνεται λόγος για την αποστολή ενός μόνο λόχου παρά τις όποιες αντιρρήσεις του βρετανικού Γενικού Επιτελείου. Προκειμένου να πετύχει, απευθύνθηκε προς την κορυφή της ιεραρχίας. Στις 27 Νοεμβρίου ζήτησε από τον Churchill να παρέμβει προσωπικά προκειμένου να υπερκεραστούν οι αντιδράσεις του War Office: “Για σημαντικούς στρατιωτικούς και ηθικούς λόγους είναι απόλυτη ανάγκη μια μονάδα του στρατού της Ελεύθερης Γαλλίας (ένας λόχος π.χ.) να σταλεί από την Αίγυπτο στην Ελλάδα και να τεθεί στη διάθεση της ελληνικής ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας”.²º Ταυτόχρονα στράφηκε και προς τον αρχηγό του βρετανικού Αυτοκρατορικού Επιτελείου, Sir John Dill, σε μια προσπάθεια να κάμψει τις διαμαρτυρίες του War Office και να αναδείξει την ύψιστη σημασία “από πολιτικής και ηθικής απόψεως για τη Γαλλία” μιας γαλλικής συμμετοχής στον αγώνα των Ελλήνων.²¹ Τέλος, ανέθεσε στον στρατηγό Georges Catroux, Ύπατο Αρμοστή της Ελεύθερης Γαλλίας στη Μέση Ανατολή, να πείσει τον στρατηγό Sir Archibald Wavell, ανώτατο διοικητή του επιχειρησιακού θεάτρου, να περάσει δίχως χρονοτριβή στην εκτέλεση του σχεδίου.²²

Λίγες ημέρες αργότερα, περί τις 5-10 Δεκεμβρίου, βλέποντας το σχέδιό του να προσκρούει επάνω σε συνεχή εμπόδια, άρχισε να προωθεί μια τρίτη εναλλακτική λύση. Την αποστολή εναερίων δυνάμεων στη θέση χερσαίων, αποσύροντας αεροσκάφη και πιλότους της Ελεύθερης Γαλλίας από τις Βρετανικές Νήσους.²³ Για μια ακόμη φορά όμως η υπόθεση παρέμεινε στα χαρτιά.

Ποιοι λόγοι εξηγούν την αποτυχία; Στην πραγματικότητα, η ιδέα του στρατηγού προσέκρουσε επάνω σε τρία εμπόδια. Το πρώτο από αυτά ανυψώθηκε μέσα στους κόλπους της Ελεύθερης Γαλλίας. Ο Catroux υπήρξε εκείνος, ο οποίος κωλυσιεργούσε συστηματικά εκφράζοντας διαρκώς επιφυλάξεις. Επιφυλάξεις ως προς την αριθμητική ανεπάρκεια των δυνάμεων των Ελευθέρων Γάλλων στην Αίγυπτο (δεν ξεπερνούσαν τα δυο τάγματα) σε στιγμή επιχειρησιακού οργασμού (βρισκόμαστε στη στιγμή της νικηφόρου επίθεσης των Συμμάχων κατά του Σίντι Μπαράνι, το οποίο κατελήφθη λίγο αργότερα). Επιφυλάξεις ως προς τον εξοπλισμό (απαιτούνταν ημίονοι και ημιονηγοί για τα βουνά της Ηπείρου, που εξέλειπαν από την έρημο της Β. Αφρικής). Τέλος, ο Catroux ενημέρωσε πως είχε ήδη στείλει στην Αθήνα τον λοχαγό de Chevigné με αποστολή να βολιδοσκοπήσει τις ελληνικές αρχές παρότι γνώριζε εκ των προτέρων τις σοβαρότατες επιφυλάξεις της κυβέρνησης και του Γενικού Επιτελείου.²⁴

Η άρνηση για τη μεταφορά στην Ελλάδα έστω και μιας μονάδας του στρατού των Ελευθέρων Γάλλων ήταν κατηγορηματική και από βρετανικής πλευράς. Ήδη από τις 26 Νοεμβρίου, ο Sir John Dill είχε δηλώσει ότι καμιά μαχόμενη μονάδα (ακόμα και βρετανική) δεν επρόκειτο να σταλεί στην Ελλάδα, προσθέτοντας πως εκείνες της Ελεύθερης Γαλλίας έκαναν εξαιρετική δουλειά στην Κυρηναϊκή ενάντια στους Ιταλούς και πως ο στρατηγός Wavell συμμεριζόταν πλήρως την ίδια άποψη.²⁵ Επρόκειτο για μια δήλωση, η οποία εκ των πραγμάτων καταδίκαζε σε αποτυχία την όποια προσπάθεια του de Gaulle.

Υπεράνω όλων όμως, υπήρχε μια τρίτη, ουσιαστική, άρνηση. Εκείνη της ελληνικής κυβέρνησης. Επιφορτισμένη με τη διενέργεια ενός άνισου εις βάρος της πολέμου κατά της Ιταλίας, η τελευταία είχε υιοθετήσει μια ιδιαίτερα προσεκτική πολιτική προς αποφυγή αθέμιτων επιπλοκών στις σχέσεις της με τη Γερμανία. Τη στιγμή ακριβώς (18 Δεκεμβρίου) που οι αρχές της Ελεύθερης Γαλλίας ζητούσαν τηλεγραφικά από τον Palairet να βολιδοσκοπήσει την ελληνική κυβέρνηση, οι προερχόμενες από τους Έλληνες εκπροσώπους στο Κάιρο και στο Λονδίνο πληροφορίες ήταν αποθαρρυντικές. Ταυτόχρονα ο Palairet κατέστησε σαφές πως η αποστολή του Chevigné στην Αθήνα δεν ήταν θεμιτή από τη στιγμή που η κυβέρνηση Μεταξά διατηρούσε πλήρεις διπλωματικές σχέσεις τόσο με το καθεστώς του Βισύ όσο και με τη Γερμανία, ενώ ο Χαράλαμπος Σιμόπουλος, χαρακτήρισε εξαιρετικά δύσκολη έως αδύνατη τη παρουσία στρατιωτικών δυνάμεων της Ελεύθερης Γαλλίας στο αλβανικό θέατρο επιχειρήσεων.²⁶

Ο de Gaulle, αν και ευρισκόμενος σε μειονεκτική θέση, δεν απεμπόλησε την κυρίαρχη αρχή του: η Ελεύθερη Γαλλία όφειλε να είναι παρούσα παντού όπου διεξαγόταν ο πόλεμος και αποφασιζόταν το μέλλον του πλανήτη. Πόσο μάλλον εφόσον επρόκειτο για έναν γεωγραφικό και πολιτισμικό χώρο, όπως ήταν η Ελλάδα, όπου η Γαλλία διατηρούσε μακροχρόνιες φιλίες και ερείσματα. Σε ανάλογο μήκος κύματος κινήθηκε και την επομένη της εκδήλωσης της γερμανικής επίθεσης σε βάρος της Ελλάδας, τον Απρίλιο του 1941. Σε μια συνέντευξη που παραχώρησε από την Αλεξάνδρεια στις 7 Απριλίου, δήλωσε εμφατικά πως “έχω λόγους να ελπίζω ότι οι δυνάμεις της Ελεύθερης Γαλλίας θα συμμετάσχουν ενεργά στον αγώνα που διεξάγεται τη στιγμή αυτή στα Βαλκάνια. Δεν αποκλείω το ενδεχόμενο να μεταβώ αυτοπροσώπως επιτόπου”.²⁷ Λίγες ημέρες αργότερα, στην Αθήνα, η Ακρόπολις δημοσίευσε περίληψη μιας συνέντευξης του στρατηγού προς την εφημερίδα Νίκη της Αλεξάνδρειας: “Διακαής επιθυμία μου είναι να μεταβώ στην Ελλάδα προκειμένου να πολεμήσω στο πλευρό των γενναίων Ελλήνων. Το ίδιο επιθυμεί και ο στρατηγός Catroux. Στην πραγματικότητα, από ανάλογα συναισθήματα διακατέχονται όλοι οι Ελεύθεροι Γάλλοι, οι οποίοι δεν προσβλέπουν σε τίποτε άλλο παρά στο να συνεισφέρουν στην απελευθέρωση του κόσμου πολεμώντας στο πλευρό των Ελλήνων”.²⁸

Ο René Cassin, νομικός σύμβουλος της Ελεύθερης Γαλλίας (με πολιτική περιβολή), στο Λονδίνο.

Την ίδια περίπου εποχή στο Λονδίνο, κατόπιν εντολής του de Gaulle, ο διαπρεπής καθηγητής του Δικαίου και νομικός σύμβουλος της Ελεύθερης Γαλλίας, René Cassin, προσέφερε πολύτιμη βοήθεια στον πρεσβευτή Χαράλαμπο Σιμόπουλο στον χειρισμό δύσκολων υποθέσεων, εν αναμονή της έλευσης στη βρετανική πρωτεύουσα του βασιλέως Γεωργίου Β΄ και της εξόριστης πλέον ελληνικής κυβέρνησης.²⁹

Προς το τέλος της άνοιξης του 1941, ο ηγέτης των Ελευθέρων Γάλλων, αν και γνωστός για τη διορατική του ικανότητα, προέβη σε μια λανθασμένη εκτίμηση. Εξέλαβε τη γερμανική επίθεση κατά της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας ως προοίμιο για μια περαιτέρω επέκταση της επιρροής του Γ΄ Ράιχ κατά μήκος του άξονα Βαλκανίων-Δαμασκού-Σουέζ. Ουδείς διανοείτο ακόμη τις πραγματικές προθέσεις του Adolf Hitler σε βάρος της ΕΣΣΔ.³º

 

Μεταξύ ρητορικής και γεωπολιτικής: η Ελλάδα εκτοπίζεται από το κέντρο στην περιφέρεια

Οποιοσδήποτε ιστορικός ερευνήσει την περίοδο 1940-1941 είναι δεδομένο ότι θα προσκρούσει επάνω σε μια θεμελιώδη αντίφαση. Σε καθαρά ρητορικό και συναισθηματικό επίπεδο, οι κύκλοι της Ελεύθερης Γαλλίας δεν χάνουν ευκαιρία να εξυμνήσουν τον ελληνικό λαό και την ελληνογαλλική φιλία. Ως προς αυτό, η Ελλάδα καταλαμβάνει πράγματι περίοπτη θέση στη σκέψη και στο λόγο τους. Από την άλλη πλευρά όμως, σε επίπεδο Realpolitik, η χώρα περιθωριοποιείται και υποβαθμίζεται σε δευτερεύουσα κλίμακα.

1. Η Ελλάδα στη ρητορική της Ελεύθερης Γαλλίας: παράδειγμα και δίδαγμα

Η ενθουσιώδης στήριξη των Ελευθέρων Γάλλων στον αγώνα των Ελλήνων ξεκινά με μια επιστράτευση μνήμης στο ψηλότερο επίπεδο της ιεραρχίας. Ο στρατηγός de Gaulle, πέραν από το θερμό τηλεγράφημα προς τον Ιωάννη Μεταξά της 2ας Νοεμβρίου 1940 (βλ. παραπάνω) εξήρε το θάρρος του ελληνικού λαού με αφορμή την επέτειο της 25ης Μαρτίου: “Η φετινή επέτειος της ανεξαρτησίας της βρίσκει την Ελλάδα στο απόγειο της δόξας και του αγώνα, τον οποίο δίνει. Ουδέποτε άλλοτε, από την εποχή της Σαλαμίνας και κατόπιν, υπήρξε τόσο μεγαλειώδης όσο σήμερα”.³¹ Ορμώμενος από την ίδια αφορμή, ο στρατηγός Catroux τηλεγραφούσε από το Κάιρο: “Επί αιώνες ολόκληρους οι πρόγονοί σας έδωσαν στον κόσμο την ψυχή του. Θεμελίωσαν την τάξη και την ελευθερία. Σήμερα ήρθε η σειρά σας να προσφέρετε ένα ανεπανάληπτο παράδειγμα. Καμιά άλλη χώρα δεν υπήρξε άξια της ανεξαρτησίας, της οποίας τιμάτε σήμερα την ένδοξη μνήμη. Την δικαιούστε περισσότερο και από άλλους, ισχυρότερους λαούς, επειδή γνωρίζετε πως να την εκτιμήσετε, να την υπερασπιστείτε και να τη σώσετε”.³² Είναι γεγονός πως τόσο ο ελληνοϊταλικός όσο και ο ελληνογερμανικός πόλεμος απασχόλησαν τα πρωτοσέλιδα της εφημερίδας France καθώς και τις γαλλόφωνες εκπομπές του BBC.

Ο στρατηγός Georges Catroux στο Κάιρο το 1941.

Στην ουσία, η μνήμη που οι Ελεύθεροι Γάλλοι ενεργοποίησαν, ήταν δισυπόστατη. Από τη μια πλευρά συναντά κανείς τις αναφορές στην ελληνική αρχαιότητα (το ελληνικό θαύμα, οι Θερμοπύλες και η Σαλαμίνα). Από την άλλη, κυριαρχεί ο αγώνας ανεξαρτησίας του 1821 με ολόκληρο το κύμα του φιλελληνισμού, το οποίο συμπαρέσυρε. Γίνονται συγκεκριμένες αναφορές στη δράση του στρατηγού Maison, του συνταγματάρχη Favier και των Γάλλων εθελοντών που ήρθαν να αγωνιστούν για την απελευθέρωση των Ελλήνων από τον οθωμανικό ζυγό. Διαβάζεται το ποίημα του Victor Hugo L’ enfant grec (1828), το οποίο παραπέμπει στη σφαγή της Χίου. Περιέργως, το Θέατρο Επιχειρήσεων της Θεσσαλονίκης της τριετίας 1915-1918 δεν θίγεται σχεδόν καθόλου. Παραποιώντας την Ιστορία, εκθειάζεται η μετά την 4η Σταυροφορία εποχή, όταν οι Φράγκοι κυριαρχούσαν στην Αττική και στην Πελοπόννησο. Μνημονεύεται ο στρατάρχης Lyautey, ο οποίος, στη διάρκεια μιας σύντομης διαμονής του στην Αθήνα το 1893, είχε δηλώσει για τους Έλληνες πως “Τίποτε δεν τους πτοεί. Έχουν την ψυχή της πατρίδας ενσωματωμένη στο κορμί τους”.³³ Τέλος, δεν μπορούσε να εκλείψει ο Charles Péguy, ο οποίος είχε εξυμνήσει παλαιότερα στα ποιήματά του τις “αιώνιες ελληνικές αρχές και αξίες”.³⁴

Όμως, τον πιο συγκινητικό φόρο τιμής απότεινε αναμφίβολα προς την Ελλάδα ο Maurice Schumann από το μικρόφωνο του BBC, στις 29 Οκτωβρίου 1940: “Από χθες, οι δικτάτορες ξεχύθηκαν να καταλάβουν την Ακρόπολη, ένα τρόπαιο που απουσίαζε μέχρι στιγμής από τη συλλογή τους. Φαίνεται πως δεν τους αρκεί το γεγονός ότι στράφηκαν, εδώ και καιρό, ενάντια σε είκοσι αιώνες χριστιανικού πολιτισμού. Παρασυρμένοι από την αλαζονεία τους, η οποία τους οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια στην καταστροφή, προκαλούν τον πολιτισμό μέσα στην ίδια του την κοιτίδα. Πως είναι δυνατό να λησμονήσουμε ότι πριν από εκατόν δέκα χρόνια, τα γαλλικά όπλα συνέδραμαν στο να φέρουν πίσω την Ελλάδα στην ανθρωπότητα; Πως να παραγνωρίσουμε ότι η Γαλλία δεν θα ήταν η Γαλλία εάν η Ελλάδα [σημ. χρησιμοποιείται επιδεικτικά ο αρχαιοπρεπής όρος Hellade και όχι Grèce] δεν ήταν η Ελλάδα, εάν η αιώνια Αντιγόνη δεν ενσάρκωνε απέναντι στον Κρέοντα την ακατανίκητη υπεροχή της ηθικής έναντι της τυφλής βίας;”.³⁵

Maurice Schumann.

Υπό την οπτική του Λονδίνου, το ελληνικό παράδειγμα έχει να επιδείξει μια επιπρόσθετη αρετή: οφείλει να προβληθεί κατά τέτοιο τρόπο ώστε να συνεισφέρει στην ανύψωση του ηθικού του γαλλικού λαού. Ο χειμώνας του 1940 προς 1941 αποτελεί μια σκοτεινή περίοδο για τον τελευταίο. Στον αντίκτυπο της στρατιωτικής ήττας και της γερμανικής κατοχής του μητροπολιτικού εδάφους, ήρθαν να προστεθούν οι πρώτες δυσκολίες και στερήσεις της καθημερινής πραγματικότητας. Την ίδια εποχή, οι δοκιμασίες φαντάζουν ατελείωτες. Μέσα σε αυτό το καθ’ όλα απαισιόδοξο κλίμα, η ελληνική αντίσταση στον Ιταλό εισβολέα ήρθε να επιφέρει κάποιου είδους ανακούφιση και ελπίδα χάρη, κυρίως, στην πανωλεθρία του κυρίου συμμάχου της Γερμανίας απέναντι σε έναν υποδεέστερο από πλευράς ισχύος αντίπαλο. Στις γαλλόφωνες εκπομπές του BBC γίνεται λόγος περί αποτυχίας του κεραυνοβόλου πολέμου.³⁶ Τονίζονται οι επιπτώσεις της ελληνοϊταλικής διένεξης επάνω στην περαιτέρω εξέλιξη του πολέμου.³⁷ Οι ελληνικές επιτυχίες αναπτερώνουν το ηθικό αλλά και τις ελπίδες των Γάλλων. Για πολλοστή φορά, χαρακτηριστικά είναι τα λόγια του Maurice Schumann: “Είθε η νικηφόρα αντίσταση του ελληνικού λαού να εμφυσήσει ζωή στις ελπίδες και στο κουράγιο μας. Οι Έλληνες, όχι μόνο ανέκοψαν την ιταλική προέλαση, αλλά κατάφεραν να μεταφέρουν τις εχθροπραξίες εντός του εχθρικού εδάφους”.³⁸ Ο ίδιος αισιόδοξος λόγος διατηρήθηκε και την άνοιξη του 1941, οπότε εκδηλώθηκε η γερμανική επίθεση σε βάρος της Γιουγκοσλαβίας και της Ελλάδας. Στην περίπτωση αυτή, τα σχόλια επικεντρώνονται στο βαρύ τίμημα, το οποίο επέφερε στη Βέρμαχτ η στρατιωτική κατάκτηση και κατάληψη της χώρας.³⁹

Άλλο προσφιλές και άμεσα αξιοποιήσιμο θέμα της προπαγάνδας των Ελευθέρων Γάλλων ήταν η ενίσχυση του αντι-ιταλικού φρονήματος του γαλλικού λαού. Από την ημέρα της “πισώπλατης μαχαιριάς” (πρόκειται για την κήρυξη του πολέμου της Ιταλίας κατά της Γαλλίας στις 10 Ιουνίου 1940 και ενώ βρισκόταν σε πλήρη ανάπτυξη η γερμανική εισβολή), το μίσος και η περιφρόνηση των Γάλλων για τους αποκαλούμενους “μακαρονάδες” δεν είχε σταματήσει να αυξάνεται με ταχύτατους μάλιστα ρυθμούς. Το συναίσθημα ήταν κοινό, είτε επρόκειτο για την μαχόμενη Γαλλία, για τους κατοίκους της ελεύθερης ζώνης (γαλλικός νότος), για εκείνους των γερμανοκρατούμενων περιοχών ή ακόμα και για τους ίδιους τους κύκλους του καθεστώτος του Βισύ. Οι επιτυχίες του ελληνικού στρατού προσλάμβαναν ενίοτε τη μορφή εκδίκησης για την πρόσφατα καταπατηθείσα αξιοπρέπεια του γαλλικού λαού. Το BBC φρόντισε να αναμεταδίδει κατ’ επανάληψη ένα περιστατικό, το οποίο είχε λάβει χώρα στην κωμόπολη Μεντόν της νότιας Γαλλίας, κοντά στα σύνορα με την Ιταλία. Συγκεκριμένα επρόκειτο για την ανάρτηση μιας πινακίδας με ειρωνικό περιεχόμενο: “Έλληνες στρατιώτες αλτ! Εδώ είναι γαλλικό έδαφος”. Μέσα στο ίδιο πνεύμα, ο αναπόφευκτος Maurice Schumann δήλωνε περιπαιχτικά στις 21 Ιανουαρίου 1941: “Η Ιταλία ουδέτερη; Χρειάζονται τρεις μεραρχίες για να την επιτηρεί κανείς. Η Ιταλία εχθρός; Χρειάζονται 6 μεραρχίες για να την κατατροπώσει. Η Ιταλία σύμμαχος; Χρειάζονται 12 μεραρχίες για να τη σώσει”.⁴º

Τέλος, ο αγώνας του ελληνικού λαού χρησιμεύει ως όπλο ενάντια στο καθεστώς του Βισύ, στη σύναψη ανακωχής με τη Γερμανία και λειτουργεί ως προσκλητήριο για οργανωμένη αντίσταση κατά του φασισμού και του ναζισμού. Η ρητορική επιστρατεύεται σε ολόκληρο το μεγαλείο της για την εξύμνηση του ηρωισμού των Ελλήνων. Είναι πασίγνωστη η ρήση του Jean Marin: “Ο κόσμος ολόκληρος δεν θα λέει πλέον “Οι Έλληνες μάχονται σαν ήρωες” αλλά “Οι ήρωες μάχονται σαν Έλληνες”.⁴¹ Στο πρωτοσέλιδο της εφημερίδας France της 9ης Νοεμβρίου 1940 δημοσιεύεται μια έκκληση πασχόντων από φυματίωση προς τον Ιωάννη Μεταξά: “Εφόσον είμαστε ήδη καταδικασμένοι σε θάνατο, επιτρέψτε μας να πολεμήσουμε στην πρώτη γραμμή στελεχώνοντας μονάδες αποφασισμένες για κάθε θυσία”.⁴²

Είναι εμφανές πως οι Έλληνες παρέδιδαν ένα αξιοθαύμαστο δίδαγμα. Εκείνο της μάχης ενάντια στην υποταγή. Επρόκειτο για μια ουρανοκατέβατη ευκαιρία προκειμένου να χαλυβδωθεί το πνεύμα των Γάλλων για αντίσταση. Οι ενέργειες του μηχανισμού προπαγάνδας των Ελευθέρων Γάλλων εστιάζουν στον παραπάνω στόχο από την πρώτη κιόλας ημέρα της ιταλικής εισβολής της 28ης Οκτωβρίου. “Τι μεγαλειώδες θέαμα, τι αξιοθαύμαστο παράδειγμα για τον κόσμο ολόκληρο, εκείνο μιας μικρής χώρας, η οποία επιλέγει συνειδητά τον δρόμο των θυσιών έναντι εκείνου της υποταγής, προσβλέποντας σε μια νίκη με τεράστιο τίμημα και έπειτα από μακρύ και οδυνηρό αγώνα!”.⁴³ Λίγο αργότερα, ο Maurice Schumann διαβεβαιώνει γεμάτος υπερηφάνεια: “Η αυθεντική Γαλλία στέκεται στο πλευρό της Ελλάδας γιατί η αυθεντική Γαλλία δεν βρίσκεται στο Βισύ”.⁴⁴ Στην πηγαία χαρά που προκαλούν οι επιτυχίες του ελληνικού στρατού, έρχεται να προστεθεί και κάποιου είδους πίκρα. Ο André Labarthe επισημαίνει πως η σύναψη ανακωχής με τη Γερμανία δεν επέτρεψε στους Γάλλους να παραδώσουν ανάλογο μάθημα στους Ιταλούς (ο γαλλικός στρατός δεν είχε σημειώσει μέχρι τότε παρά μόνο θετικά αποτελέσματα σε βάρος των Ιταλών στο μέτωπο των Άλπεων).⁴⁵ Η κατάρρευση της Ελλάδας την άνοιξη του 1941 δεν πτόησε την μαχόμενη Γαλλία: “Όσοι πολεμούν για την επιβίωση του πολιτισμού θα ξαναδώσουν στην Ελλάδα την ελευθερία και την ανεξαρτησία της”.⁴⁶

Ο στρατηγός de Gaulle επιθεωρεί άγημα των Ελευθέρων Γάλλων στο Λονδίνο.

2. Οι περιορισμοί της γεωπολιτικής

Η, κατά τα άλλα, ενθουσιώδης φιλελληνική ρητορική περνά ωστόσο σε ελάσσονα μοίρα όταν γίνεται λόγος περί γεωπολιτικής, οπότε το συναίσθημα παραχωρεί τη θέση του στην ψυχρή λογική. Η πραγματικότητα υπαγορεύει πως για την Ελεύθερη Γαλλία, η Ελλάδα δεν αποτελεί παρά ένα δευτερεύον περιφερειακό θέατρο. Τα δεδομένα είναι αδιαμφισβήτητα. Στον τόμο των Απομνημονευμάτων του στρατηγού de Gaulle για την περίοδο 1940-1942 (L’ Appel), σε σύνολο 260 σελίδων, η Ελλάδα καταλαμβάνει μετά βίας μιάμιση. Ο ελληνοϊταλικός και ο ελληνογερμανικός πόλεμος χαρακτηρίζονται ως επεισόδια περιορισμένου βεληνεκούς. Στο παράρτημα του ιδίου τόμου, όπου αναπαράγονται εκατοντάδες έγγραφα, τέσσερα μόνο αναφέρονται στις ελληνικές υποθέσεις. Στα βιβλία και στις έντυπες μαρτυρίες των πρωτοστατών της Ελεύθερης Γαλλίας (Passy, Soustelle, Oberlé, Aron κλπ.), δεν εντοπίζει κανείς παρά μια και μοναδική μνεία έκτασης τεσσάρων σειρών στα απομνημονεύματα του René Cassin.⁴⁷ Οριακά θα μπορούσε, επίσης, να αναφερθεί το Ημερολόγιο της Tereska Torrès, εθελόντριας της Ελεύθερης Γαλλίας, με τη διαφορά του ότι καλύπτει μόνο την χρονική περίοδο τέλους Οκτωβρίου με αρχή Νοεμβρίου του 1940.⁴⁸ Αποκαλυπτική είναι μια άλλη σιωπή. Εκείνη της France Libre, κυρίου οργάνου του γκωλικού κινήματος και δεξαμενή πολιτικού και στρατηγικού στοχασμού, το οποίο κυκλοφορούσε υπό τη διεύθυνση των Raymond Aron και André Labarthe. Σε αντιδιαστολή με την εφημερίδα France και τις γαλλόφωνες εκπομπές του BBC, δεν αφιερώνει ούτε μια γραμμή στην ελληνική περίπτωση.

Πως ερμηνεύεται άραγε το γεγονός ότι στο όλο όραμα του de Gaulle η Ελλάδα περιθωριοποιείται κατά τέτοιο τρόπο και υποβιβάζεται σε ελάσσονα κλίμακα; Στο σημείο αυτό οφείλει κανείς να ανασύρει στην επιφάνεια τις προτεραιότητες και τις επιταγές, τις οποίες η Ελεύθερη Γαλλία καλείτο να διαχειριστεί μέσα στο φθινόπωρο και στον χειμώνα του 1940 προς 1941. Μόνο έτσι μπορεί να βρεθεί η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα. Τα διακυβεύματα βρίσκονται αλλού. Ξεδιπλώνοντας τη χρονική αλληλουχία των γεγονότων μέσα σε εκείνο το χρονικό διάστημα, διαπιστώνουμε πως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον της Ελεύθερης Γαλλίας στρέφεται προς την Αφρική. Η διαδικασία προσχώρησης της Γαλλικής Ισημερινής Αφρικής στο γκωλικό κίνημα είχε ξεκινήσει ήδη από το καλοκαίρι του 1940 (το Τσαντ στις 26 Αυγούστου, το Καμερούν στις 27, το Κονγκό στις 28, το Ουμπανγκί στις 29 του ιδίου μήνα). Εξακολουθούσε να παραμένει εκτός το Γκαμπόν (προσχώρησε τελικά στις 12 Νοεμβρίου κατόπιν αιματοχυσίας). Τον Σεπτέμβριο, η προσπάθεια απόσπασης της Σενεγάλης από το καθεστώς του Βισύ (επιχείρηση Menace) κατέληξε σε φιάσκο, οδηγώντας την Ελεύθερη Γαλλία στα πρόθυρα της διάλυσης. Με την είσοδο του 1941, οι προσπάθειες επικεντρώνονται στην προσχώρηση του Ντζιμπουτί στην Ερυθρά Θάλασσα, το οποίο υπερασπιζόταν φρουρά 10.000 ανδρών, πιστών στον στρατάρχη Pétain. Από τον Απρίλιο του ιδίου έτους και μετά, η ευρισκόμενη υπό γαλλική εντολή (καθεστώς Βισύ) Συρία, μπαίνει με τη σειρά της και εκείνη στο στόχαστρο των Ελευθέρων Γάλλων.

Η προέλαση του στρατηγού Leclerc στην έρημο της Λιβύης (Ιανουάριος 1941).

Όσο καιρό μαίνονται ο ελληνοϊταλικός και ο ελληνογερμανικός πόλεμος, τα βλέμματα των Ελευθέρων Γάλλων είναι στραμμένα προς τρία άλλα μέτωπα, όπου μάχονται οι δυνάμεις τους. Πρώτο από αυτά είναι το μέτωπο της Κυρηναϊκής. Οι σχετικά πενιχρές δυνάμεις των Ελευθέρων Γάλλων, προερχόμενες από την Αίγυπτο, το αγγλοκρατούμενο Σουδάν και το Τσαντ ενώθηκαν με τα στρατεύματα του Wavell κατά των Ιταλών. Δεύτερο μέτωπο είναι εκείνο της Ερυθραίας και της Αιθιοπίας,σε συνεργασία με τους Βρετανούς, πάντοτε κατά των Ιταλών. Οι μεγαλύτερες, ωστόσο, επιτυχίες σημειώνονται στην έρημο της Λιβύης από την 1η Μεραρχία του στρατηγού Philippe Leclerc de Hauteclocque (μετέπειτα ελευθερωτή του Παρισιού), με την διαδοχική κατάληψη των οάσεων Μουρζούκ και Κουφρά καθώς και την προέλαση προς το Φεζάν (τέλος Ιανουαρίου 1941).

Στα παραπάνω πρέπει να προστεθούν δυο ακόμη παράμετροι, αρχής γενομένης από τα εσωτερικά προβλήματα της Γαλλίας. Η συνάντηση κορυφής ανάμεσα στον Hitler και τον στρατάρχη Pétain (η πρώτη έπειτα από τη συνθηκολόγηση της χώρας) στην κωμόπολη Μοντουάρ, κοντά στα σύνορα με την Ισπανία, πραγματοποιήθηκε στις 24 Οκτωβρίου 1940, δηλαδή τέσσερις μόλις ημέρες πριν από την εκδήλωση της ιταλικής επίθεσης κατά της Ελλάδας. Στις 27 Οκτωβρίου (άμεση παραμονή της ιταλικής εισβολής) δημοσιοποιήθηκε το μανιφέστο του de Gaulle από την Μπραζαβίλ. Την ίδια εποχή, στο Λονδίνο, βρίσκονταν σε εξέλιξη διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον Winston Churchill και τον ειδικό απεσταλμένο του Βισύ, τον καθηγητή Rougier.

“La poignée de mains de Montoire” (η χειραψία της Μοντουάρ), 24 Οκτωβρίου 1940. Μια εικόνα που πόνεσε τους Γάλλους. Πρόκειται για την απαρχή της συνεργασίας του καθεστώτος του Βισύ με τη Ναζιστική Γερμανία.

Πρόκειται για μια περίοδο, κατά την οποία ο de Gaulle βρίσκεται σε συνεχή κινητικότητα. Ξεκινώντας από το Λονδίνο στις 31 Αυγούστου, μεταβαίνει έπειτα από το φιάσκο της επιχείρησης Menace στη Ντουάλα του Καμερούν και εν συνεχεία στη Μπραζαβίλ, όπου παραμένει μεταξύ 24 Οκτωβρίου και 17 Νοεμβρίου. Εκεί θα πληροφορηθεί την εκδήλωση της ιταλικής επίθεσης σε βάρος της Ελλάδας. Επιστρέφει στο Λονδίνο στις 24 Νοεμβρίου. Αναχωρεί εκ νέου στις 14 Μαρτίου 1941 με προορισμό την Γαλλική Ισημερινή Αφρική, το Σουδάν, την Αίγυπτο, και πάλι την Μπραζαβίλ, τέλος, το Κάιρο (28 Μαΐου έως 8 Ιουλίου 1941). Μέσα σε ένα τόσο βεβαρημένο πρόγραμμα επόμενο ήταν τα τεκταινόμενα στα Βαλκάνια να έχουν περάσει σε δεύτερη μοίρα.

Όμως, αγκυλώσεις υπήρξαν και από ελληνικής πλευράς. Αναφέρθηκαν ήδη οι σφοδρές επιφυλάξεις της κυβέρνησης της Αθήνας σχετικά με την πρόταση περί αποστολής Ελευθέρων Γάλλων εθελοντών στα βουνά της Ηπείρου, οι οποίες, όχι μόνο είναι αποθαρρυντικές, αλλά φτάνουν μέχρι σημείου να εξουδετερώσουν το εγχείρημα εν τη γενέσει του. Όπως στο Λονδίνο, έτσι και στην ελληνική πρωτεύουσα η έμφαση δίνεται στη ρητορική και όχι στην πράξη. Η Ελεύθερη Γαλλία δεν προσελκύει το ενδιαφέρον της κοινής γνώμης. Η Μεγάλη Βρετανία είναι εκείνη που μετρά.

Εν κατακλείδι, η κυριότερη παράμετρος συνίσταται στο ότι για τους Ελεύθερους Γάλλους η Ελλάδα δεν αποτελεί προτεραιότητα. Η γεωπολιτική της ιδιαιτερότητα την εντάσσει στη βρετανική σφαίρα επιρροής πριν, κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Επιχειρώντας μια προβολή στο χώρο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, θα λέγαμε πως ο κοινός αγώνας συμβολίζεται από τη μορφή του Άτλαντα, σε μια προσπάθεια η αδυναμία να μετουσιωθεί σε ισχύ. Ο de Gaulle, ως Άτλας, σηκώνει την αιώνια Γαλλία στους ώμους του. Ο δεύτερος Άτλας, η αιώνια Ελλάδα, σηκώνει, από τη δική της πλευρά, την ελευθερία της Ευρώπης. Ωστόσο, στην εναλλαγή ρητορικής – γεωπολιτικής, εάν η πρώτη παραπέμπει στο τρίπτυχο της Μνημοσύνης, του Ορφέα και της Θέμιδος, η Ανάγκη είναι εκείνη που το 1940-1941 σφραγίζει τη μοίρα.

 

O François Bédarida (Lyon 1926 – Fontaine-le-Pont 2001) διετέλεσε Καθηγητής στο Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών (Institut d’ études politiques) του Παρισιού. Υπήρξε ο ιδρυτής του Ινστιτούτου Ιστορίας του Παρόντος Χρόνου (Institut d’ Histoire du Temps Présent) το οποίο και διηύθυνε από το 1978 έως το 1990. Διετέλεσε γενικός γραμματέας της Διεθνούς Επιτροπής Ιστορικών Επιστημών (Comité International des Sciences Historiques) από το 1990 έως το 2000.

 

                                                       Εργογραφία του συγγραφέα

•    La Grande-Bretagne – L’Angleterre triomphante (1832-1914), Hatier, coll. « Histoire Contemporaine », Paris, 1974

•   La Politique nazie d’extermination, Albin Michel, Paris, 1989

•   La Société anglaise du milieu du XIXe siècle à nos jours (1851-1975), Seuil, Paris, 1990

•   Le Nazisme et le génocide – Histoire et enjeux, Nathan, Paris, 1991

•   Le Nazisme et le génocide – Histoire et témoignage, Pocket, Paris, 1992

•   La France des années noires, sous la direction de Jean Pierre Azéma et François Bédarida,  Seuil, Paris, 1993

⦁   L’Histoire et le métier d’historien en France 1945-1995, Éditions de la Maison des sciences de l’homme, Paris, 1995

⦁   Churchill, Fayard, Paris, 1999

⦁   Histoire, critique et responsabilité, IHTP-CNRS/Complexe, coll. « Histoire du temps présent », Paris/Bruxelles, 2003

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παρόν άρθρο με τίτλο: “Le général de Gaulle, la France Libre et la Grèce 1940-1941” δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στον τόμο των Πρακτικών του Διεθνούς Επιστημονικού Συμποσίου Η Ελλάδα και ο πόλεμος στα Βαλκάνια (1940-1941) / Greece and the War in the Balkans (1940-1941), Θεσσαλονίκη, Ίδρυμα Μελετών Χερσονήσου του Αίμου, 1992, σ. 23-37.

¹ Για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου, εκφράζω τις ευχαριστίες μου προς τη διεύθυνση και το προσωπικό του Διπλωματικού Αρχείου του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας καθώς και στην κυρία Maryvonne Le Pulloch, στέλεχος του Ινστιτούτου Ιστορίας του Παρόντος Χρόνου, η ο οποία αναδίφησε για δικό μου λογαριασμό στον Τύπο της Ελεύθερης Γαλλίας και στις εκπομπές του BBC.

² Αρχείο του Υπουργείου Εξωτερικών της Γαλλίας (εφεξής ΜΑΕ), “Λονδίνο, Γαλλική Εθνική Επιτροπή”, τ. 255, fol. 6: Τηλεγράφημα αρ. 2006 του λοχαγού de Courcelles προς το War Office (Ismay και Spears). Εστάλη κατόπιν διαταγής του de Gaulle από την Brazaville, δίχως ημερομηνία. Παρελήφθη στο Λονδίνο στις 3 Νοεμβρίου 1940.

³ Charles de Gaulle, Μémoires de guerre, τ.1, L’ appel, Παρίσι, Plon, 1954, σ. 135-136 (εφεξής MG).

⁴ BBC, “La leçon de la Grèce”, 5 Νοεμβρίου 1940.

⁵ Σχετικά με την γαλλική παροικία της Αθήνας βλ. ΜΑΕ, 89, τηλεγρ. του πρεσβευτή της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα Sir Michael Palairet προς τον στρατηγό de Gaulle, 22 Ιανουαρίου 1941. Σχετικά με το προσωπικό της γαλλικής πρεσβείας στην Αθήνα, ibid., 32-35: Υπόμνημα του λοχαγού Schmittlein, 2 Οκτωβρίου 1940 (o Raymond Schmittlein, διαπιστευμένος στη γαλλική πρεσβεία της Στοκχόλμης, προσχώρησε στο γκωλικό κίνημα μεταβαίνοντας στο Κάιρο μέσω Αθηνών). Βλ. επίσης σχόλια του Geoffroy de Courcel σχετικά με το παραπάνω υπόμνημα. Ειδικότερα για τον ναυτικό ακόλουθο Lahalle, ο Courcel εκφράζεται ως εξής: “Ως ναυτικός, είναι ο πιο λυσσασμένος από όλους τους υπόλοιπους” (ο Courcel είχε χρηματίσει γραμματέας της γαλλικής πρεσβείας της Αθήνας μεταξύ των ετών 1938 και 1939, έχοντας ιδία άποψη για τη γαλλική παροικία).

Ibid., 255: Υπόμνημα του προξένου Eugène Harmet, Απρίλιος 1943.

⁷ Πρώτη κατά σειρά εμφάνισης υπήρξε εκείνη του Καΐρου στις 7 Ιουλίου 1940. Βλ. σχετικά Charles de Gaulle, Lettres, notes et carnets, Juin 1940-Juillet 1941, Παρίσι, Plon, 1981, σ. 30 (εφεξής LCN). Στη ΝΑ Ευρώπη ακολούθησαν οι επιτροπές Βελιγραδίου, Βουκουρεστίου, Σόφιας και Αγκύρας.

⁸ ΜΑΕ, 1: σχέδιο τηλεγραφήματος, 4 Οκτωβρίου 1940. ΜΑΕ, 4: τηλεγράφημα Palairet, αρ. 1721, 8 Οκτωβρίου 1940.

⁹ ΜΑΕ, 5: σημείωμα της 24 Οκτωβρίου 1940.

¹º ΜΑΕ, 19-20: επιστολή Lapie προς Σιμόπουλο, 11 Νοεμβρίου 1940. Τηλεγράφημα Palairet, 11 Νοεμβρίου. Την επομένη, 12 Νοεμβρίου, ο Palairet επισημαίνει πως ήδη από τις 7 Οκτωβρίου, ο ναυτικός ακόλουθος της βρετανικής πρεσβείας είχε ενημερώσει το Λονδίνο σχετικά με τη δραστηριότητα της Επιτροπής Ελευθέρων Γάλλων Ελλάδας.

¹¹ Οι διπλωματικές σχέσεις της Ελλάδας με το καθεστώς του Vichy θα παραμείνουν ενεργές και έπειτα από την κατάληψη της χώρας από τους Γερμανούς την άνοιξη του 1941. Η γαλλική πρεσβεία της Αθήνας θα αναστείλει τελικά τη λειτουργία της στις 7 Απριλίου 1943, ενώ θα διατηρηθεί σε προξενικό επίπεδο μια γαλλική εκπροσώπηση στη Θεσσαλονίκη, παρά το κλείσιμο του προξενείου στις 15 Δεκεμβρίου 1942 κατόπιν εντολής του Βερολίνου. Βλ. ΜΑΕ, 295 και J.-B. Duroselle, L’ Abîme, Παρίσι, Imprimerie Nationale, 1982, σ. 447.

¹² ΜΑΕ, 63: τηλεγράφημα αρ. 1330 Palairet “προς τον στρατηγό de Gaulle”, 15 Δεκεμβρίου 1940.

¹³ C. de Loverdo, La Grèce au combat (1940-1941), Παρίσι, Calmann-Lévy, 1966, σ. 78.

¹⁴ BBC, 28 Οκτωβρίου 1940.

¹⁵ Les Voix de la Liberté, 29 Οκτωβρίου 1940. Ο Maurice Schumann δράττεται της ευκαιρίας να επαναλάβει προς πάσα κατεύθυνση πως η Ελεύθερη Γαλλία κινείται στους αντίποδες του καθεστώτος του Vichy, το οποίο την ίδια στιγμή δήλωνε πως η μοίρα της Ελλάδας ουδόλως ενδιέφερε τη Γαλλία. Ibid.

¹⁶ MG, 322.

¹⁷ Αναφέρεται στο Basile Mathiopoulos, “De Gaulle et la Résistance hellénique pendant la Seconde Guerre mondiale” in De Gaulle en son siècle, Παρίσι 19-24 Νοεμβρίου 1990, σ. 2-3.

¹⁸ ΜΑΕ, 6: τηλεγράφημα αρ. 2006 του λοχαγού de Courcelles προς το War Office (Ismay και Spears). Εστάλη κατόπιν διαταγής του de Gaulle από την Brazaville, δίχως ημερομηνία. Παρελήφθη στο Λονδίνο στις 3 Νοεμβρίου 1940.

¹⁹ ΜΑΕ,7: τηλεγραφήματα αρ. 129 και 881 του στρατηγού de Gaulle, 4 Νοεμβρίου 1940. ΜΑΕ, 19-20: επιστολή του λοχαγού Lapie, 11 Νοεμβρίου 1940. Τηλεγράφημα Palairet, 11 Νοεμβρίου 1940.

²º LNC, 179.

²¹ MG, 324.

²² LNC, 181: τηλεγράφημα de Gaulle προς Catroux, 29 Νοεμβρίου 1940.

²³ ΜΑΕ, 48: τηλεγράφημα Palairet προς Κάιρο, αρ. 1282, 6 Δεκεμβρίου 1940: “Έχω την αίσθηση πως η ελληνική κυβέρνηση θα απέρριπτε ένα επίσημο αίτημα προς την κατεύθυνση αυτή, δεν θα αντιδρούσε, ωστόσο, μπροστά σε ένα τετελεσμένο γεγονός”. Βλ. επίσης σχετική εισήγηση του Catroux στο τηλεγράφημα αρ. 1692 προς τον de Gaulle, 9 Δεκεμβρίου 1940.

²⁴ ΜΑΕ, 51: τηλεγράφημα Sir Miles Lampson “από τον στρατηγό Catroux προς τον στρατηγό de Gaulle”, αρ. 1692, 9 Δεκεμβρίου 1940.

²⁵ MG, 324 και 136.

²⁶ ΜΑΕ, 60-63: τηλεγράφημα προς Palairet, 18 Δεκεμβρίου 1940.Τηλεγράφημα Sir Miles Lampson “από τον στρατηγό Catroux προς τον στρατηγό de Gaulle”, 13 Δεκεμβρίου 1940. Σχέδιο τηλεγραφήματος προς Sir Miles Lampson “προς τον στρατηγό Catroux”,19 Δεκεμβρίου 1940.

²⁷ “Les FFL dans les Balkans”, France, 8 Απριλίου 1940.

²⁸ “Les FFL désirent combattre en Grèce?”, France, 16 Απριλίου 1940.

²⁹ René Cassin, Les hommes partis de rien, Παρίσι, Plon, 1974, σ. 265.

³º Jean Lacouture, De Gaulle, τ. 1, Le rebelle, Παρίσι, Seuil, 1984, σ. 465. Αόριστες αναφορές υπάρχουν και στα Mémoires de guerre.

³¹ LNC, 281.

³² Les Voix de la Liberté, σ. 207.

³³ L. H. Lyautey, Lettres de jeunesse, Παρίσι, Grasset, 1942, σ. 178-179, επιστολή της 13ης Ιουνίου 1893.

³⁴ Roger Milliex, Á l’ écoute du peuple grec, 1940-1944, Παρίσι, Beffroi, 1946, όπου αναφορά στον Charles Péguy και τις αιώνιες ελληνικές αρχές και αξίες.

³⁵ La Voix de la Liberté, σ. 132.

³⁶ Εκπομπή του Pierre Bourdan, 5 Νοεμβρίου 1940.

³⁷ Εκπομπή του Pierre Labarthe, 1η Δεκεμβρίου 1940.

³⁸ “La leçon de la Grèce”, 5 Νοεμβρίου 1940.

³⁹ Εκπομπές του BBC, 24, 28 και 30 Απριλίου 1941.

⁴º Ένα άλλο ανέκδοτο κυκλοφόρησε την ίδια εποχή στο άγρια δοκιμαζόμενο από αεροπορικούς βομβαρδισμούς Λονδίνο: “Μεγάλη ησυχία απόψε! Ούτε μια βόμβα! Φαίνεται πως είναι η σειρά της ιταλικής πολεμικής αεροπορίας”. Αναφέρεται στο André Gillois, Histoire secrète des Français libres à Londres de 1940 à 1944, Παρίσι, Hachette, 1973, από την εφημερίδα France της 2ας Νοεμβρίου 1940.

⁴¹ BBC, 14 Μαρτίου 1941.

⁴² Στην εξύμνηση του ηρωισμού των Ελλήνων είναι επίσης αφιερωμένες και οι γαλλόφωνες εκπομπές του BBC των 6 Νοεμβρίου, 2,3,6,7,22 Δεκεμβρίου 1940, 14 Ιανουαρίου, 29 Μαρτίου, 8 και 30 Απριλίου 1941.

⁴³ BBC, 28 Οκτωβρίου 1940.

⁴⁴ BBC, “La leçon de la Grèce”, 5 Νοεμβρίου 1940. Βλ. επίσης την εκπομπή του Maurice Schumann “Vive la Grèce”, BBC, 23 Απριλίου 1941.

⁴⁵ BBC, 1η Δεκεμβρίου 1940.

⁴⁶ BBC, 30 Απριλίου 1941.

⁴⁷ René Cassin, Les hommes partis de rien, Παρίσι, Plon, 1974, σ. 265.

⁴⁸ Tereska Torrès, Les années anglaises, Παρίσι, Seuil, 1981, σ. 76-77, 79.

 

Μετάφραση από το πρωτότυπο: Γιάννης Μουρέλος