Skip to main content

Κωνσταντίνος Κ. Χατζόπουλος: Ελληνικές «Εταιρείες» στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα

Φόρος τιμής στον Απελευθερωτικό Αγώνα των Ελλήνων

Κωνσταντίνος Κ. Χατζόπουλος

   Ελληνικές «Εταιρείες» στα τέλη του 18ου  και στις αρχές του 19ου  αιώνα

Η ίδρυση και η δράση «εταιρειών» στους κόλπους του Ελληνισμού εντοπίζεται στα τέλη του 18ου και στις δύο πρώτες δεκαετίες του 19ου αιώνα. Το φαινόμενο αυτό βέβαια δεν ήταν ελληνικό, αλλά εντάσσεται στο εταιριστικό κίνημα που γνώρισε μεγάλη εξάπλωση  στην Ευρώπη κατά τη διάρκεια του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα. Αυτό που διαφοροποιεί το εταιριστικό κίνημα των Ελλήνων από εκείνο των άλλων Ευρωπαίων είναι το γεγονός ότι αυτό αναπτύχθηκε έξω από την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Πιο συγκεκριμένα, όλες σχεδόν οι ελληνικές εταιρείες ιδρύθηκαν αφενός στις παροικίες που είχαν δημιουργήσει οι έλληνες έμποροι στις ευρωπαϊκές πόλεις και, αφετέρου, στα Ρουμανικά Πριγκιπάτα, όπου βέβαια, εξαιτίας των Φαναριωτών, οι Έλληνες έπαιζαν καθοριστικό ρόλο στην κοινωνική και πνευματική ζωή.

Από τις πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας προκύπτει ότι για ορισμένες εταιρείες διαθέτουμε αδιάψευστες μαρτυρίες για την ύπαρξή τους, ενώ για άλλες οι πληροφορίες που έχουμε είναι είτε συγκεχυμένες, είτε αναξιόπιστες. Γι’ αυτόν το λόγο έκρινα σκόπιμο να χωρίσω την παρούσα εργασία σε δύο μέρη: στο πρώτο θα παρουσιάσω τις εταιρείες για τις οποίες διαθέτουμε αδιάσειστα στοιχεία και αξιόπιστες πληροφορίες, ενώ στο δεύτερο θα εξετάσω εκείνες για την ύπαρξη των οποίων έχω σοβαρές επιφυλάξεις.

 

 Μέρος Α΄

Στο πρώτο μέρος θα παρουσιάσω τις εξής εταιρείες: 1) Το «Αδελφάτο» του Ιασίου, 2) τη «Γραικοδακική Φιλολογική Εταιρεία» του Βουκουρεστίου, 3) τη «Φιλόμουσο Εταιρεία» των Αθηνών, 4) τη «Φιλόμουσο Εταιρεία» της Βιέννης, 5) το ανώνυμο «σύστημα» της Βιέννης και 6) το «Ελληνόγλωσσο ξενοδοχείο» του Παρισιού.

Το «Αδελφάτο» ιδρύθηκε τον Αύγουστο του 1805 από έλληνες εμπόρους στο Ιάσιο, πρωτεύουσα τότε της Ηγεμονίας της Μολδαβίας. Από το καταστατικό του, που  υπέγραψαν ο μητροπολίτης Ιασίου Veniamin Costache και ο επίσκοπος της πόλης Roman Gherasim Clipa, προκύπτει ότι επρόκειτο περισσότερο  για επαγγελματική συσσωμάτωση παρά για μυστική εταιρεία, η οποία μάλιστα είχε τεθεί κάτω από την προστασία της Εκκλησίας[1]. Στο σωματείο αυτό γίνονταν δεκτοί όχι μόνον Έλληνες, αλλά και ρουμάνοι βογιάροι (=ευγενείς) και πλούσιοι έμποροι. Στόχοι του ήταν η οργάνωση των εμπόρων που δραστηριοποιούνταν στην περιοχή, η συγκέντρωση χρημάτων με τη μέθοδο των συνδρομών και των δωρεών, η αλληλεγγύη των μελών σε περίπτωση πτώχευσης, η υποστήριξη χηρών, ορφανών και ξένων, η φιλανθρωπία και η ευποιία, η οικονομική ενίσχυση της τοπικής εκκλησίας κ.ά.. Μολονότι από το καταστατικό δεν προκύπτει ότι το «Αδελφάτο» είχε και πολιτικούς στόχους, οι ρουμάνοι ιστορικοί που έχουν ασχοληθεί με το θέμα, λαμβάνοντας υπόψη όσα ακολούθησαν μετά από την κήρυξη του ρωσοτουρκικού πολέμου των ετών 1806-1812,  ισχυρίστηκαν ότι το σωματείο αυτό είχε ως σκοπό «να συγκεντρώσει χρήματα, προκειμένου να του χρησιμεύσουν, όταν θα σημάνει η ώρα της απελευθέρωσης των Ελλήνων»[2].

Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος.

Η «Γραικοδακική φιλολογική εταιρεία» ιδρύθηκε στο Βουκουρέστι στις 7 Ιουλίου 1810 με πρωτοβουλία του τότε μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιου και διαλύθηκε το 1812 αμέσως μετά από την λήξη του ρωσοτουρκικού πολέμου και την αναχώρηση του ιδρυτή της. Από τον κατάλογο που δημοσιεύτηκε στον Λόγιο Ερμή προκύπτει ότι στα ιδρυτικά της μέλη συγκαταλέγονταν έλληνες και ρουμάνοι ανώτεροι κληρικοί, βογιάροι, αξιωματούχοι της Ηγεμονίας της Βλαχίας, λόγιοι, γιατροί και έμποροι. Το κύρος της εταιρείας μαρτυρεί η παρουσία ανάμεσα στα αντεπιστέλλοντα μέλη της του Αδαμάντιου Κοραή, του Άνθιμου Γαζή, του Δημήτριου Δάρβαρη και του Βαρθολομαίου Κόπιταρ[3]. Σκοπός της εταιρείας ήταν «να επαγρυπνώσιν» τα μέλη της «εις την πρόοδον των μαθήσεων, και να καλλιεργήσωσι την νεωτέραν Ελληνικήν γλώσσαν, αναβιβάζοντες αυτήν κατά μικρόν πλησίον της μητρός αυτής»[4]. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο ο Ιγνάτιος προχώρησε στην εκ βάθρων μεταρρύθμιση της ηγεμονικής Ακαδημίας που λειτουργούσε στο Βουκουρέστι από τα τέλη του 17ου αι., την ονόμασε «Λύκειο», την προίκισε με τους απαραίτητους για τη λειτουργία της πόρους και έναν πρότυπο κανονισμό λειτουργίας[5] και, τέλος, την στελέχωσε με εξαιρετικούς έλληνες δασκάλους. Μολονότι από τις πηγές προκύπτει ότι η «Γραικοδακική εταιρεία» δεν ήταν μυστική και ο σκοπός της ήταν μορφωτικός και εκπολιτιστικός, η συγκυρία στην οποία ιδρύθηκε και έδρασε μας επιτρέπει να υποθέσουμε πως, αν μη τι άλλο, εξυπηρετούσε την πολιτική της τσαρικής Ρωσίας στα Βαλκάνια, η οποία τότε αντιμετώπιζε ευνοϊκά τους πόθους και τα οράματα των Ελλήνων[6].

Η «Φιλόμουσος Εταιρεία» ιδρύθηκε στην Αθήνα την 1η Σεπτεμβρίου 1813  από «τινες των φιλομούσων και φιλοκάλων ανδρών του Ελληνικού γένους»[7] και λειτούργησε ως το 1826, όταν ο Κιουταχής κατέλαβε την Αθήνα[8]. Σύμφωνα με το καταστατικό της, στόχοι της ήταν «η καλλιέργεια και ο φωτισμός του Ελληνικού πνεύματος των νέων διά της σπουδής των επιστημών, εις έκδοσιν χρησίμων βιβλίων, εις βοήθειαν ενδεών μαθητών, εις ανακαλύψεις Αρχαιοτήτων, εις συλλογήν επί λίθων Επιγραφών, Αγαλμάτων τε και Σκευών, και εις ό,τι άλλο των προσοχής αξίων»[9]. Στον κατάλογο των «συνδρομητών» που ενεγράφησαν κατά το πρώτο έτος της λειτουργίας της περιλαμβάνονται συνολικά 104 ονόματα Ελλήνων και Ευρωπαίων, από τους οποίους οι περισσότεροι ήταν Βρετανοί[10]. Αξιοσημείωτη είναι η παρουσία 11 ονομάτων γυναικών – ανάμεσά τους 5 Ελληνίδες – γεγονός εξαιρετικά σπάνιο για την εποχή[11].

Οι προϋποθέσεις εγγραφής των μελών στην εταιρεία, τα συμβολικά δαχτυλίδια και τα διπλώματα[12] που τους χορηγούνταν, οι αρμοδιότητες και οι υποχρεώσεις τους, ο τρόπος διοίκησης και λειτουργίας της εταιρείας, η διαχείριση των οικονομικών, ο τρόπος εκλογής και τα καθήκοντα των εφόρων, η οργάνωση, στελέχωση και λειτουργία της «Δημοσίας Σχολής» της Αθήνας, ο εμπλουτισμός της Βιβλιοθήκης και η ίδρυση Μουσείου καθορίζονται με λεπτομέρειες από τον κανονισμό της εταιρείας, ο οποίος δυστυχώς είναι αχρονολόγητος[13].

Μολονότι η «Φιλόμουσος Εταιρεία» της Αθήνας δεν ήταν μυστική, το γεγονός ότι χορηγούσε στα μέλη της δαχτυλίδια με συμβολικές παραστάσεις και επιγραφές[14] την περιέβαλε με έναν πέπλο μυστηρίου. Το μυστήριο αυτό έπαιρνε στα μάτια των αδαών μεγάλες διαστάσεις, εξαιτίας του ότι ανάμεσα στα μέλη της εταιρείας υπήρχαν πολλοί Βρετανοί[15], ενώ από τους πέντε εφόρους της οι δύο, σύμφωνα με τον κανονισμό της, έπρεπε να είναι «Φράγκοι»[16]. Δεν ήταν λοιπόν καθόλου τυχαίο το ότι η ίδρυση και η λειτουργία της συνδέθηκε με την πολιτική διείσδυση της Μ. Βρετανίας στην Ανατολή.

Η «Φιλόμουσος Εταιρεία» της Βιέννης ιδρύθηκε στα τέλη του 1814 με πρωτοβουλία του Ιωάννη Καποδίστρια και τη σύμφωνη γνώμη του τσάρου Αλεξάνδρου Α΄[17] κατά τη διάρκεια του συνεδρίου των Μ. Δυνάμεων της εποχής, το οποίο γινόταν τότε στην πρωτεύουσα των Αψβούργων. Επισήμως όμως η εταιρεία ιδρύθηκε την 1η Ιανουαρίου 1815, όταν εννιά επιφανείς Έλληνες – ανάμεσά τους ήταν, εκτός από τον Καποδίστρια, ο μητροπολίτης Ιγνάτιος και ο Άνθιμος Γαζής – και ο ρώσος ευγενής Σέργιος Γκαγκάριν υπέγραψαν την ιδρυτική της πράξη[18].

Σημαντικό ρόλο στην ίδρυση της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης έπαιξε ο Άνθιμος Γαζής, τον οποίο οι έφοροι της αντίστοιχης εταιρείας της Αθήνας είχαν ορίσει ως «επίτροπό» της στη Βιέννη, για να συγκεντρώνει τις συνδρομές των μελών της «Γερμανίας»[19]. Με την ιδιότητά του αυτήν ο Γαζής επισκέφτηκε τον Καποδίστρια, ο οποίος βρισκόταν στη Βιέννη από τον Οκτώβριο του 1814 ως μέλος της ρωσικής αντιπροσωπείας[20], και, αφού τον ενημέρωσε για την ίδρυση και τους σκοπούς της Φιλομούσου Εταιρείας των Αθηνών, του ζήτησε να τον βοηθήσει στη συγκέντρωση χρημάτων αφενός για το σχολείο της Αθήνας και, αφετέρου, για την ίδρυση ενός «Γυμνασίου» στις Μηλιές του Πηλίου[21].

Η έντονη ανάμειξη των Βρετανών στην ίδρυση και δράση της Φιλομούσου Εταιρείας των Αθηνών προφανώς θορύβησε τον Καποδίστρια, ο οποίος υποπτεύθηκε τον κίνδυνο για τα ρωσικά συμφέροντα από την πολιτική διείσδυση της Μ. Βρετανίας στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Γι’ αυτόν τον λόγο, ζήτησε από τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄ να εγκρίνει την ίδρυση στη Βιέννη μιας νέας εταιρείας[22], η οποία θα φαινόταν ότι αποτελεί «συνέχεια» της Φιλομούσου των Αθηνών, αλλά θα λειτουργούσε κάτω από τον δικό του έλεγχο και φυσικά θα υπηρετούσε τη ρωσική πολιτική στην Ανατολή[23]. Η εταιρεία αυτή θα είχε ως κύριο σκοπό την οικονομική ενίσχυση αφενός του σχολείου της Αθήνας και, αφετέρου, του Γυμνασίου του Πηλίου, ενώ, ταυτόχρονα, θα χορηγούσε υποτροφίες σε νεαρούς Έλληνες για να σπουδάσουν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια. Παράλληλα, θα χρηματοδοτούσε την έκδοση έργων των «κλασικών λεγομένων συγγραφέων» και την «αναζήτησιν παντός είδους αρχαιοτήτων»[24].

Σύμφωνα με το «καταστατικό» της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης, τα μέλη της, ανάλογα με το ύψος της συνδρομής που κατέβαλλαν, έπαιρναν τον τίτλο του «Συνηγόρου» ή του «Ευεργέτη», ενώ ως σημείο αναγνώρισης τούς χορηγούνταν ένα χάλκινο ή ένα χρυσό δαχτυλίδι αντίστοιχα. Τα δαχτυλίδια αυτά έφεραν την παράσταση του Κενταύρου και του Αχιλλέα και «έσωθεν την επιγραφή Μουσαγέτων»[25]. Σύμφωνα με την ιδρυτική πράξη της εταιρείας, κατά το πρώτο έτος της λειτουργίας της ενεγράφησαν ως μέλη 200 περίπου πρόσωπα, ανάμεσα στους οποίους εστεμμένοι και πολλοί ευγενείς[26]. Ωστόσο, με την πάροδο του χρόνου το ενδιαφέρον για την εταιρεία των ευρωπαίων ευγενών ατόνησε[27], με αποτέλεσμα λίγο πριν από την επανάσταση του 1821 η οικονομική της κατάσταση να είναι προβληματική[28]. Προφανώς γι’ αυτόν τον λόγο ο Καποδίστριας αναγκάστηκε να περιορίσει τη δράση της εταιρείας στη χρηματοδότηση νεαρών Ελλήνων που σπούδαζαν σε πανεπιστήμια της Γερμανίας, της Ιταλίας και της Γαλλίας[29].

Μολονότι η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης δεν ήταν μυστική οργάνωση και ο διακηρυγμένος σκοπός της ήταν καθαρά μορφωτικός, ο αυστριακός καγκελάριος Μέτερνιχ ήταν πεπεισμένος πως η εταιρεία αυτή εξυπηρετούσε τα πολιτικά σχέδια της τσαρικής Ρωσίας στα Βαλκάνια, τα οποία αποσκοπούσαν στη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και τη δημιουργία ανεξάρτητου ελληνικού κράτους[30]. Γι’ αυτόν τον λόγο αφενός ανέθεσε στη μυστική αστυνομία της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων να θέσει υπό αυστηρή παρακολούθηση τα μέλη της[31] και, αφετέρου, υπονόμευσε με κάθε τρόπο τις δραστηριότητές της[32].

Παρ’ όλα αυτά, η εταιρεία συνέχισε τη λειτουργία της ως τον Αύγουστο του 1822, όταν ο Ιω. Καποδίστριας, ο οποίος υπήρξε ο ιθύνων νους της καθ’ όλη τη διάρκεια της δράσης της, παραιτήθηκε από το αξίωμα του υπουργού Εξωτερικών της Ρωσίας και αποσύρθηκε στη Γενεύη[33].

Η λειτουργία της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης την ίδια ακριβώς περίοδο με τη δράση της Φιλικής Εταιρείας (1815-1821), καθώς και η παρουσία στις τάξεις της δεύτερης σημαντικών στελεχών της πρώτης, όπως ο Άνθιμος Γαζής, ο μητροπολίτης Ιγνάτιος και ο Αλέξανδρος Υψηλάντης[34], γέννησαν τη φήμη ότι υπήρχε υπόγεια διασύνδεση ανάμεσα στις δύο αυτές εταιρείες. Τη φήμη αυτή φαίνεται ότι την καλλιεργούσαν και οι ίδιοι οι Φιλικοί, προκειμένου να πείσουν τους Έλληνες ότι πίσω από τη μυστική επαναστατική οργάνωση «κρυβόταν» ο Ιω. Καποδίστριας και ο ίδιος ο τσάρος[35]. Ωστόσο, από τις πηγές προκύπτει ότι ανάμεσα στις δύο αυτές εταιρείες δεν υπήρξε κανενός είδους συνεργασία ή διασύνδεση[36].

Ερμής ο Λόγιος. Δεκαπενθήμερο φιλολογικό περιοδικό στην ελληνική γλώσσα που εκδιδόταν από το 1811 έως το 1821 στη Βιέννη φέρνοντας κοντά τους Έλληνες λόγιους της διασποράς. Εμπνευστής του περιοδικού ήταν ο Αδαμάντιος Κοραής και πρώτος διευθυντής ο Άνθιμος Γαζής (δεξιά). Θεωρείται ως το σημαντικότερο περιοδικό της περιόδου πριν την έναρξη της Ελληνικής Επανάστασης.

Συγγενική με τη Φιλόμουσο Εταιρεία της Βιέννης ήταν η ανώνυμη οργάνωση, την οποία αποφάσισαν να ιδρύσουν στα τέλη του 1816 «άνδρες φιλογενείς και φιλόκαλοι» επίσης στην πρωτεύουσα των Αψβούργων[37]. Η ιδρυτική της πράξη φέρει ημερομηνία «1η Ιανουαρίου 1817» και υπογράφεται από τον Ιωάννη Μαυρογένη, πρεσβευτή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Βιέννη, τον Γεώργιο Σταύρο, τον Βασίλειο Ρίζου και τον Ζηνόβιο Πωπ[38]. Σκοπός του «συστήματος», όπως ονομάζεται η οργάνωση στον «κανονισμό» λειτουργίας της[39], ήταν η συγκέντρωση χρημάτων με τη μέθοδο των συνδρομών, προκειμένου να χορηγούνται υποτροφίες σε νεαρούς Έλληνες, για να σπουδάσουν σε ευρωπαϊκά πανεπιστήμια, κατά προτίμηση της Αυστρίας, εκτός από τις επιστήμες, και τις παιδαγωγικές μεθόδους. Οι νεαροί αυτοί Έλληνες, μετά από την ολοκλήρωση των σπουδών τους, όφειλαν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, για να εργαστούν ως δάσκαλοι στα «κοινά» σχολεία της πατρίδας τους[40].

Οι μεγάλες ομοιότητες που παρουσιάζει η νέα αυτή εταιρεία με εκείνη της Φιλομούσου της Βιέννης γεννούν το εξής εύλογο ερώτημα: Για ποιο λόγο «οι φιλογενείς και φιλόκαλοι» ομογενείς της πρωτεύουσας των Αψβούργων, ανάμεσα στους οποίους και μέλη της Φιλομούσου[41], αποφάσισαν δύο μόλις χρόνια μετά από την ίδρυση της τελευταίας να ιδρύσουν μια νέα εταιρεία που είχε τον ίδιο σχεδόν σκοπό με την προηγούμενη; Η Ελ. Κούκκου, επικαλούμενη την αποστολή στον Ιω. Καποδίστρια στις 15 Σεπτεμβρίου 1816 του «κανονισμού» της νέας εταιρείας, υποστήριξε ότι αυτή ιδρύθηκε με τη σύμφωνη γνώμη του τελευταίου, επειδή η Φιλόμουσος αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της, εξαιτίας της εχθρικής στάσης του Μέτερνιχ[42]. Ωστόσο, από τις πηγές γνωρίζουμε ότι η μεν Φιλόμουσος εξακολούθησε να λειτουργεί με επιτυχία ως το 1822, ενώ η νέα εταιρεία δεν ανέπτυξε κανενός είδους δράση. Κατά την προσωπική μου άποψη, η παρουσία του Ιωάννη Μαυρογένη ανάμεσα στους ιδρυτές του «συστήματος» του 1817 μας επιτρέπει να υποθέσουμε πως η νέα εταιρεία ιδρύθηκε πιθανότατα με πρωτοβουλία των Ελλήνων της Βιέννης που ήταν οθωμανοί υπήκοοι ως «απάντηση» στην προσπάθεια Ρώσων και Βρετανών να προσεταιριστούν τους νεαρούς Έλληνες που σπούδαζαν στην Ευρώπη με υποτροφία είτε της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης είτε εκείνης των Αθηνών[43].

Σε αντίθεση με όλες τις προηγούμενες εταιρείες, η οργάνωση με την ονομασία «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» ή «Ελληνική Εταιρεία των Παρισίων»  είχε αναμφισβήτητα σχέση με της Φιλική Εταιρεία. Κι αυτό γιατί, πρώτον, παρουσιάζει πολλές ομοιότητες ως προς την οργάνωσή της (μύηση με όρκο, βαθμοί, σύμβολα, σημεία αναγνώρισης κ.ά.), τη χρήση κρυπτογραφικού κώδικα και ψευδωνύμων, καθώς και τη μυστικότητα στη δράση των μελών της. Και, δεύτερον, επειδή μέλη της εταιρείας αυτής μυήθηκαν αργότερα στη Φιλική Εταιρεία και μάλιστα έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ίδρυση και δράση της[44].

Από τις ελάχιστες πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας προκύπτει ότι το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» ιδρύθηκε στο Παρίσι το 1809[45] με πρωτοβουλία του νεαρού έλληνα λογίου Γρηγορίου Ζαλύκογλου,  του γάλλου διπλωμάτη, ιστοριοδίφη και φιλέλληνα Choiseul Gouffier και ορισμένων Ελλήνων που παρεπιδημούσαν στο Παρίσι[46]. Η εταιρεία είχε ως φανερό σκοπό «τον φωτισμό της ελληνικής νεολαίας, κύριον δε τον προσηλυτισμό υπέρ της ελευθερίας της πατρίδος»[47], προφανώς με τη βοήθεια της Γαλλίας[48]. Οι ιδρυτές της εκπόνησαν τον οργανισμό της οργάνωσης, εξέλεξαν «τριμελές διευθυντήριο» και όρισαν ως «Επίτροπό» της, δηλ. πρόεδρο, τον Choiseul Gouffier[49]. Μέλη της έγιναν γάλλοι φιλέλληνες[50] και έλληνες σπουδαστές και έμποροι, αλλά, όπως φαίνεται, σε περιορισμένο αριθμό[51]. Ωστόσο, ελάχιστα μας είναι γνωστά για τη δράση της εταιρείας, αφού ούτε το καταστατικό της έχει βρεθεί ως σήμερα, ούτε η αλληλογραφία των μελών της[52]. Πάντως, η δράση της πρέπει να ατόνησε μετά από το 1816, εξαιτίας, πρώτον, της ήττας του Ναπολέοντα και της συνακόλουθης αλλαγής της γαλλικής πολιτικής λόγω της παλινόρθωσης των Βουρβώνων, δεύτερον, του διορισμού το 1816 του Γρ. Ζαλύκογλου ως γραμματέα της οθωμανικής πρεσβείας στο Παρίσι[53] και, τρίτον, του θανάτου το 1817 του προέδρου της εταιρείας Choiseul Gouffier[54].

Marie-Gabriel-Florent Auguste de Choiseul – Gouffier.

Συμπέρασμα Ι.

Κατά τη διάρκεια των τελευταίων 30 χρόνων πριν από την κήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης οι Έλληνες συμμετείχαν στο εταιριστικό κίνημα που γνώριζε ευρεία διάδοση στην Ευρώπη. Ωστόσο, οι εταιρείες που ίδρυσαν είχαν πρωτίστως μορφωτικό χαρακτήρα, γεγονός που οφειλόταν στο πνευματικό κίνημα του Νεοελληνικού Διαφωτισμού το οποίο γνώρισε τη μεγάλη του ανάπτυξη ακριβώς κατά την ίδια περίοδο. Εξαίρεση αποτελεί το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο» του Παρισιού, το οποίο είχε χαρακτηριστικά μυστικής οργάνωσης και πολιτικούς στόχους. Ωστόσο, η περιορισμένη εμβέλεια και δράση του αποδεικνύει πως οι έλληνες λόγιοι και έμποροι που ζούσαν στις ελληνικές παροικίες της Δυτικής και της Κεντρικής Ευρώπης δεν είχαν υιοθετήσει τις ιδέες και τις μεθόδους των Καρμπονάρων. Η στάση τους αυτή, κατά τη γνώμη μου, οφειλόταν, πρώτον, στην εδραιωμένη πεποίθησή τους ότι οι Έλληνες πρώτα έπρεπε να μορφωθούν και μετά να απελευθερωθούν, δεύτερον, στην ήττα της Γαλλικής Επανάστασης και στην επικράτηση των συντηρητικών δυνάμεων της Ι. Συμμαχίας, τρίτον, στην καταδίωξη κάθε φιλελεύθερου και δημοκρατικού στοιχείου από τις μυστικές υπηρεσίες της εποχής και, τέταρτον, στην τραγική κατάληξη της επαναστατικής προσπάθειας του Ρήγα Βελεστινλή.

 

Μέρος Β΄

Πέρα από τις εταιρείες που μνημόνευσα παραπάνω, έχουμε στη διάθεσή μας ορισμένες πληροφορίες, σύμφωνα με τις οποίες κατά τη διάρκεια του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα φαίνεται ότι ιδρύθηκαν και έδρασαν στους κόλπους του Ελληνισμού και άλλες οργανώσεις. Ωστόσο, επειδή οι πληροφορίες που έχουμε προέρχονται κυρίως από πηγές μεταγενέστερες της περιόδου που προαναφέρθηκε και σε πολλές περιπτώσεις δεν είναι αξιόπιστες, διατηρώ σοβαρές επιφυλάξεις για την ύπαρξη των περισσοτέρων από αυτές. Ωστόσο, για να σχηματίσουμε πλήρη εικόνα για το ελληνικό εταιριστικό κίνημα πριν από το 1821, έκρινα σκόπιμο να επιχειρήσω να καταγράψω αμέσως παρακάτω όλες τις «εταιρείες» που έχει υποστηριχθεί, με ή χωρίς στοιχεία, ότι ιδρύθηκαν κατά την περίοδο που εξετάζουμε.

Η Εταιρία του Σεραφείμ «Πωγωνάτου». Σύμφωνα με τον Σταύρο Σκοπετέα, που την μνημονεύει σε ολιγοσέλιδη, αλλά ενδιαφέρουσα εργασία του αφιερωμένη στις εταιρείες πριν από την Φιλική, ιδρύθηκε στα πρώτα χρόνια του 18ου αιώνα. Την ύπαρξή της υποστήριξε, ανακρινόμενος από τις ρωσικές αρχές το 1732, ο κληρικός Σεραφείμ «Πωγωνάτος»[55]. Ο τελευταίος ισχυρίστηκε ότι είχε παρουσιαστεί το 1704  ως εκπρόσωπός της «Εταιρίας» στον τσάρο Πέτρο τον Μεγάλο, ζητώντας του να βοηθήσει τους Έλληνες, για να κερδίσουν την ανεξαρτησία τους[56]. Ωστόσο, από τις πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας προκύπτει ότι ο Σεραφείμ υπήρξε απατεώνας και τυχοδιώκτης[57], ο οποίος μάλιστα είχε φτάσει στο σημείο να υποστηρίζει πως ήταν απόγονος του βυζαντινού αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Πωγωνάτου. Ο Σεραφείμ, αφού περιηγήθηκε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, διαπράττοντας διάφορα αδικήματα, κατέληξε το 1732 στη Ρωσία, όπου συνελήφθη, ανακρίθηκε, κρίθηκε ένοχος για κατασκοπεία, φυλακίστηκε και πέθανε στη Σιβηρία[58]. Συνεπώς, κατά τη γνώμη μου, η «Εταιρία», εκπρόσωπος της οποίας εμφανιζόταν ο Σεραφείμ ήταν προϊόν της δικής του φαντασίας και μόνον.

Η «μυστική εταιρία» του Πέτρου Μελισσηνού». Σύμφωνα και πάλι με τον Στ. Σκοπετέα, την εταιρία αυτήν ίδρυσε ο «γιατρός» Πέτρος Μελισσηνός  «στα χρόνια της Αικατερίνας Β΄», με σκοπό να «υποθάλψη τα σχέδια του Παπάζογλου για την απελευθέρωση της Ελλάδος»[59]. Η δράση της, δηλαδή,  τοποθετείται στις παραμονές του ρωσοτουρκικού πολέμου των ετών 1768-1774 και συνδέεται με τα «Ορλωφικά». Την ύπαρξη της εταιρίας αυτής αποδέχτηκε και ο Εμμ. Πρωτοψάλτης, ο οποίος μάλιστα υποστήριξε πως είχε ιδρυθεί στη Μόσχα[60].

Από τις πηγές όμως που έχουμε στη διάθεσή μας δεν προκύπτει η ύπαρξη παρόμοιας «εταιρίας». Αυτό που προκύπτει είναι το ότι ο κόμης Πέτρος Μελισσηνός, ο οποίος ήταν ανώτερος αξιωματικός του ρωσικού στρατού, μαζί με τον επίσης κόμητα Μαρίνο Χαρβούρη – και όχι Χαρβούνη, όπως γράφει ο Σκοπετέας, – «υπέθαλψαν» τις προτάσεις του Γεωργίου Παπάζωλη, ο οποίος είχε εισηγηθεί στην Αικατερίνη Β΄ να στείλει τον ρωσικό στόλο στη Μεσόγειο, για να προκαλέσει εξέγερση των Ελλήνων της Πελοποννήσου[61].

Ο Σκοπετέας υποστήριξε επίσης –χωρίς τεκμηρίωση – πως «στον ίδιο καιρό» ιδρύθηκε και άλλη «μυστική εταιρία», αυτή τη φορά στη Μάνη, αντιπροσωπεία της οποίας, αποτελούμενη «από το Μούρτζινο, Κρεββατά και Χρυσοπάθη (sic), παρουσιάσθηκε στην τσαρίνα Αικατερίνη Β΄, για να ζητήσουν βοήθεια και συνδρομή». Διαβλέπει μάλιστα στην ίδρυσή της και «δάκτυλο των Μελισσηνών»[62].

Ούτε παρόμοια «εταιρία» μπόρεσα να εντοπίσω στις πηγές. Υποθέτω ότι πιθανώς ο Σκοπετέας αναφέρεται στην τριμελή αντιπροσωπεία που εστάλη στην Αικατερίνη Β΄ το 1788, για να της ζητήσει να βοηθήσει τον Λάμπρο Κατσώνη στη ναυτική εκστρατεία του στο Αιγαίο[63], αλλά συγχέει τα ονόματα των απεσταλμένων. Εκτός αν ο Σκοπετέας συγχέει τόσο πολύ τα πράγματα και αναφέρεται στην αποστολή των μανιατών στρατιωτικών Αναγνωσταρά, Ηλία Χρυσοσπάθη και Παναγιώτη Δημητρόπουλου στη Πετρούπολη το 1817, με σκοπό να ζητήσουν «αντιμισθία» για τις υπηρεσίες που προσέφεραν στους Ρώσους το 1806[64].

Τάξις μεμυημένων ή Μυστική ομάδα ή Μυστικός δεσμός. Σύμφωνα με τον ιστοριοδίφη Βασίλειο Μπαρά, τη «συνωμοτική» αυτήν «οργάνωση», στην οποία συμμετείχαν «30 διαλεχτοί κληρικοί», ίδρυσε ο Ευγένιος Βούλγαρης στα Γιάννενα, όπου υπηρέτησε ως δάσκαλος από το 1742 ως το 1744[65]. Ο Μπαράς μάλιστα ισχυρίστηκε ότι ο «Μυστικός δεσμός» είναι «χρονολογικά η Βάβω ή η προσμαλέκω της Φιλικής Εταιρείας»[66]. Την πληροφορία αυτήν ο παραπάνω ιστοριοδίφης αλίευσε από παλαιότερο δημοσίευμα, στο οποίο ο συγγραφέας του αναφέρει πως ο Ευγένιος Βούλγαρης «εθεώρησε καλόν και τάξιν μεμυημένων εκ του ιερού κλήρου να σχηματίση» όχι όμως στα Γιάννενα, αλλά στον Άθωνα[67], κατά την εκεί σχολαρχία του στην Αθωνιάδα Σχολή. Από τη βιβλιογραφία που παρέθεσαν οι παραπάνω ιστοριοδίφες προκύπτει ότι η αρχική πηγή στην οποία γίνεται αναφορά στον Ευγένιο Βούλγαρη και στην «ομάδα των μαθητών» του είναι ο Χριστόφορος Περραιβός. Ο τελευταίος στη βιογραφία του Ρήγα, αναφερόμενος στη φοίτηση του Αγίου Κοσμά του Αιτωλού στην Αθωνιάδα, όταν ήταν σχολάρχης εκεί ο Ευγένιος Βούλγαρης, έκανε λόγο για μια «ομάδα μαθητών» του, οι οποίοι αποφάσισαν «να βοηθήσουν το έθνος διά της μαθήσεως των γραμμάτων»[68]. Επομένως, ο Ευγένιος Βούλγαρης δεν ίδρυσε μυστική οργάνωση ούτε κατά τη θητεία του στα Γιάννενα, ούτε στην Αθωνιάδα[69]. Ούτε βέβαια οι μαθητές του ίδρυσαν μυστική οργάνωση.

Ευγένιος Βούλγαρης.

Η ελληνική λέσχη «Αλέξανδρος» στο Hermannstadt της Τρανσυλβανίας (σημερινό Sibiu της Ρουμανίας). Σύμφωνα με τον Στ. Σκοπετέα, ήταν «τεκτονοπατριωτική» οργάνωση που ιδρύθηκε το 1777 από τον Αλέξανδρο Μουρούζη «οσποδάρο της Βλαχίας και Μολδαβίας»[70]. Το ίδιο υποστήριξε και ο Εμμ. Πρωτοψάλτης, διορθώνοντας μόνον τον τίτλο του Αλ. Μουρούζη σε «ηγεμόνα της Βλαχίας»[71]. Ωστόσο, σχετικά πρόσφατα η Ίλια Χατζηπαναγιώτου-Sangmeister απέδειξε ότι οι παραπάνω πληροφορίες δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Κι αυτό γιατί, πρώτ’ απ’ όλα, ο Αλέξανδρος Μουρούζης, στον οποίο αναφέρονται οι δύο παραπάνω ιστορικοί, δεν ήταν ο ίδιος ηγεμόνας, αλλά αδελφός ηγεμόνα και, συγκεκριμένα, του Κωνσταντίνου Μουρούζη που κατείχε τον θρόνο της Μολδαβίας από το 1777 ως το 1782[72]. Και, δεύτερον, στο Hermannstadt δεν ίδρυσε τεκτονική στοά, αλλά το 1776 είχε μυηθεί στη στοά της πόλης αυτής, η οποία έφερε την επωνυμία «St. Andreas zu den drei Seeblättern»[73]. Η σύγχυση που παρατηρείται στις πηγές οφείλεται προφανώς στο γεγονός ότι ο Αλ. Μουρούζης ίδρυσε πράγματι τεκτονική στοά με την επωνυμία «St. Alexander zu den drei silbernen Ankern», αλλά στην Πέστη το 1782. Η στοά αυτή δεν ήταν βέβαια «ελληνική λέσχη» και, μάλιστα, λόγω των καταχρήσεων του Αλ. Μουρούζη, διέκοψε τη λειτουργία της ένα χρόνο μετά από την ίδρυσή της[74].

Η Εταιρία των Φίλων. Σύμφωνα με τους έλληνες ιστορικούς και ιστοριοδίφες που υποστήριξαν την ύπαρξή της, η συγκεκριμένη εταιρία ιδρύθηκε το 1780 στο Βουκουρέστι[75]. Στη «μυστική» αυτήν «απελευθερωτική οργάνωση […] μετείχον πλην των Ελλήνων και εντόπιοι Βλάχοι», ενώ μέλος της υπήρξε και ο Ρήγας[76]. Ωστόσο, αν οι παραπάνω ιστορικοί είχαν προσέξει λίγο περισσότερο τις ξένες πηγές τις οποίες συμβουλεύτηκαν, θα διαπίστωναν πως η «Εταιρία  των Φίλων» δεν ήταν άλλη από την λεγόμενη «Εταιρία» του Ρήγα. Συγκεκριμένα, ο ρουμάνος ιστορικός Alexandru Xenopol σε έργο του που εκδόθηκε στο Παρίσι το 1896 ισχυρίστηκε ότι η «Εταιρία των Φίλων» ιδρύθηκε στο Βουκουρέστι από τον Ρήγα[77]. Προφανώς όμως εκ παραδρομής σημείωσε ως έτος ίδρυσης το 1780, αντί του ορθού 1790[78]. Την πληροφορία αυτήν ο Xenopol την αλίευσε από έναν άλλο ρουμάνο ιστορικό, τον G. I. Ionescu-Gion, ο οποίος υποστήριξε ότι η «Εταιρία των Φίλων» είχε ιδρυθεί «γύρω στο 1791», «έχοντας επικεφαλής της τον Ρήγα»[79]. Ο G. I. Ionescu-Gion με τη σειρά του είχε βρει την πληροφορία αυτή σε μελέτη του γάλλου ερευνητή M. A. Ubicini αφιερωμένη στη «Χάρτα» του Ρήγα. Στη μελέτη του αυτήν όμως ο Ubicini δεν έκανε λόγο για την «Εταιρία των Φίλων», αλλά για την «hétairie de Rhigas», η οποία ισχυρίστηκε πως είχε ιδρυθεί στο Βουκουρέστι το 1790 ή 1791[80]. Συνεπώς, η «Εταιρία των Φίλων» που μνημονεύουν οι έλληνες ιστορικοί και ιστοριοδίφες δεν υπήρξε ποτέ, αλλά ταυτίζεται με την λεγόμενη «εταιρία» του Ρήγα, στην οποία θα αναφερθώ αμέσως παρακάτω.

Εταιρεία του Ρήγα. Την ύπαρξή της υποστήριξαν λίγα μόλις χρόνια μετά από την επανάσταση του 1821 πρώτος ο Ιακωβάκης Ρίζος Νερουλός[81] και, στη συνέχεια,  ο Χριστόφορος Περραιβός[82], ο οποίος είχε υπάρξει σύντροφος του Ρήγα. Αξίζει να σημειωθεί πως και οι δύο ήταν μέλη της Φιλικής Εταιρείας και συμμετείχαν στην Ελληνική Επανάσταση. Έκτοτε οι περισσότεροι έλληνες και ξένοι ιστορικοί και ιστοριοδίφες που ασχολήθηκαν με τον Ρήγα και με την Ελληνική Επανάσταση υιοθέτησαν την άποψη των δύο παραπάνω αγωνιστών σχετικά με την ύπαρξη της «Εταιρείας του Ρήγα». Ωστόσο, η ως σήμερα έρευνα δεν μπόρεσε να βρει στοιχεία[83] που να  επιβεβαιώνουν τον ισχυρισμό εκείνων που κατά καιρούς υποστήριξαν την άποψη ότι ο Ρήγας πράγματι είχε ιδρύσει και οργανώσει μυστική επαναστατική οργάνωση. Συνεπώς, το μόνο που μπορούμε να δεχτούμε είναι το ότι γύρω από τον Ρήγα είχε συγκροτηθεί μια ομάδα συντρόφων που συμμερίζονταν τις ιδέες και το όραμά του, χωρίς αυτό να σημαίνει απαραίτητα ότι αποτελούσαν ένα οργανωμένο συνωμοτικό δίκτυο με ιδιαίτερο καταστατικό, κανόνες μύησης, κώδικα αλληλογραφίας, σημεία αναγνώρισης και ιδιαίτερα σύμβολα[84].

Εταιρεία του Φοίνικος. Την ύπαρξη της εταιρίας αυτής, όπως και ορισμένων από αυτές που θα δούμε αμέσως παρακάτω, υποστήριξε σε δύο πολύ περίεργα κείμενά του που δημοσίευσε το 1856 και το 1869 αντίστοιχα[85] ο Παναγιώτης Καλεβράς, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι ήταν μέλος της Φιλικής Εταιρείας[86] και αγωνιστής της Ελληνικής Επανάστασης. Σύμφωνα με το πρώτο κείμενο του Καλεβρά, την εταιρία «Φοίνιξ» ίδρυσε ο Ιω. Καποδίστριας στη Ρωσία μετά από την καταστροφική υποχώρηση των Γάλλων από εκεί το 1812. Ο φανερός σκοπός της οργάνωσης ήταν «ο φωτισμός του γένους», ενώ ο πραγματικός «η τελεία και ειλικρινής απελευθέρωσις των Ελλήνων». Μέλος της εταιρείας έγινε και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος ο Φιραρής[87]. Στο δεύτερο κείμενό του ο Καλεβράς ισχυρίστηκε ότι «η εταιρεία του Φοίνικος εσχηματίσθη φανερά από τον Καποδίστριαν προεδρεύοντα αυτήν υπό το πρόσχημα Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηναίων»[88]. Αργότερα έλληνες ιστορικοί και ιστοριοδίφες ταύτισαν την εταιρεία του «Φοίνικος» με την «Ελληνική Εταιρία», η οποία φέρεται ότι ιδρύθηκε στη Μόσχα το 1787 από τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο τον Φιραρή με σκοπό «την ελευθερίαν της Ελλάδος». Το 1807 ο τελευταίος μύησε σ’ αυτήν τον Κωνσταντίνο Υψηλάντη και το 1812 και τον Ιω. Καποδίστρια[89].

Thomas Lawrence: πορτραίτο του Ιωάννη Καποδίστρια.

Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό, κατά την γνώμη μου, ότι η εταιρία του «Φοίνικος» κατά πάσα πιθανότητα δεν υπήρξε ποτέ ως μυστική «πατριωτική» οργάνωση. Ίσως, γύρω από τον Αλ. Μαυροκορδάτο στη Μόσχα να σχηματίστηκε μια ομάδα Ελλήνων – και Ρώσων; – που συζητούσαν διάφορα σχέδια για την «αποκατάσταση του Γένους», αλλά οργανωμένη εταιρεία με καταστατικό, κώδικα, σύμβολα κλπ., κατά τη γνώμη μου, δεν υπήρξε.  Όσο για την επωνυμία «Φοίνιξ», πιθανώς αυτή να οφείλεται στο ότι το μυθικό αυτό πτηνό ήταν «έμβλημα των Μαυρκορδάτων από της εποχής του εξ Απορρήτων»[90].

Εταιρεία του Λέοντος. Σύμφωνα με τον Καλεβρά, η συγκεκριμένη μυστική εταιρία είχε «σχηματιστεί» από τον Μέτερνιχ και τον υπουργό εξωτερικών της Μ. Βρετανίας R. St. Castlereagh και είχε γίνει αποδεκτή από τον Ιωάννη Καρατζά, πρώην ηγεμόνα της Βλαχίας, τον Αλ. Μαυροκορδάτο, μετέπειτα πρωθυπουργό της Ελλάδας, και τον πρώην μητροπολίτη Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιο. Σκοπός της εταιρίας ήταν «να μεταρρυθμίση την πολιτικήν και θρησκευτικήν διοίκησιν ως προς τους Φαναριώτας και τους αρχιερείς, να τους καταστήση κυριάρχους […] ώστε εις κάθε οικογένειαν έμελλε να δοθή από τον Σουλτάνον […] ανά μία επαρχία κυριαρχικώς κατά διαδοχήν, ως ιδιοκτησία αυτής, ώστε εξ αυτής της οικογενείας να χειροτονήται ο αρχιερεύς της επαρχίας ταύτης και να λαμβάνη όλα τα εισοδήματα αυτής η οικογένεια αύτη […] Τα δε έτερα μέλη της οικογενείας ταύτης να εμβαίνωσι και εις πολιτικάς θέσεις της Τουρκίας αποκλειστικώς […] να συνεργήση η εταιρεία του Λέοντος εις αιωνίαν εξασφάλισιν της Τουρκικής δυναστείας επί του Ελλ. έθνους»[91]. Μόλις ο Οικουμενικός Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄ πληροφορήθηκε το καταχθόνιο σχέδιο της εταιρείας του «Λέοντος», ενημέρωσε τον Ιω. Καποδίστρια, ο οποίος με τη σειρά του ενημέρωσε τον τσάρο Αλέξανδρο Α΄, ο οποίος παρενέβη και «κατέστρεψε την εταιρείαν»[92].

Πρέπει να προσθέσω ότι, σύμφωνα με το πρώτο κείμενο που δημοσίευσε το 1856 ο Καλεβράς, οι «Αγγλοαυστριακοί» είχαν ορίσει ως αρχηγό της εταιρείας του «Λέοντος» τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο «επί υποσχέσει να αναδείξωσιν αυτόν Ηγεμόνα διαδοχικόν εκ της οικογενείας αυτού εν Βλαχία, εάν κατορθώση να εμποδισθή και μηδενισθή πάσα επανάστασις ενεργηθησομένη εκ μέρους της Ρωσίας»[93].

Όλα αυτά τα στοιχεία για την εταιρεία του «Λέοντος» ο Καλεβράς ισχυρίστηκε ότι τα  πληροφορήθηκε στο Βουκουρέστι το 1818, όταν, θέλοντας να γίνει «ευγενής τρίτης τάξεως», ο «υπάλληλος» που τον συνόδευε κατά τη διάρκεια της διαδικασίας επιχείρησε να τον μυήσει στη μυστική αυτήν οργάνωση[94].

Είναι φανερό πως οι ανυπόστατοι αυτοί ισχυρισμοί δεν έχουν καμιά σχέση με την πραγματικότητα. Ο Καλεβράς είτε είχε πέσει «θύμα μωρολόγου τινος», όπως επεσήμανε ο Κανδηλώρος[95], είτε κατασκεύασε ο ίδιος την «ιστορία» για την εταιρεία του «Λέοντος», επιθυμώντας αφενός να αυτοπροβληθεί ότι δήθεν γνώριζε τα πάντα για τις μυστικές οργανώσεις που ανέπτυξαν δράση πριν από την επανάσταση και, αφετέρου, να κατηγορήσει τον «αγγλόφιλο» Αλ. Μαυροκορδάτο.

Το Ρόπαλον του Ηρακλέους. Τα μόνα στοιχεία που έχουμε για την εταιρεία αυτήν προέρχονται – και πάλι – από τον Καλεβρά. Αξίζει να παραθέσω αυτολεξεί όσα έγραψε το 1869: «Η εταιρεία η ονομασθείσα το ρόπαλον του Ηρακλέους ή της Αθηνάς, ήτο όλως γαλλική συστηθείσα από τον Ρήγα και έπειτα υπεστηρίχθη υπό του Α. Κοραή και επαρεδέχθη και ανεγνωρίσθη υπό του Ναπολέοντος Βοναπάρτου, εσκόπει δε την απελευθέρωσιν της Ελλην. Φυλής υπό του Οθωμανικού ζυγού, υπό τον όρον να διοικηθή από Γάλλους και να εγκαθιδρυθή ο αυτάδελφος του Ναπολέοντος Αυτοκράτωρ της Κωνσταντινουπόλεως και απάσης της Ελλάδος και της Μικράς Ασίας»[96].

Μολονότι οι ισχυρισμοί του Καλεβρά είναι καταφανέστατα ανυπόστατοι, ορισμένοι ιστορικοί και ιστοριοδίφες θεώρησαν ότι πράγματι υπήρξε εταιρεία που έφερε την ονομασία «Το ρόπαλον του Ηρακλέους», η οποία μάλιστα πιθανώς συνδεόταν με τον Ρήγα[97]. Κατά την γνώμη μου, η πλήρης έλλειψη στοιχείων μας υποχρεώνει να δεχτούμε πως μυστική οργάνωση με την ονομασία αυτήν δεν υπήρξε. Ωστόσο, δεδομένου ότι «Ρόπαλον του Ηρακλέους φαίνεται ότι έλεγαν», σύμφωνα με τον Λ. Βρανούση, «όχι μόνον το επαναστατικό έντυπο του Ρήγα, αλλά και το επαναστατικό του σχέδιο και τους κύκλους των οπαδών του»[98], δεν μπορεί να αποκλειστεί το ενδεχόμενο ορισμένοι από τους οπαδούς του Ρήγα, μετά από τον θάνατό του, να παρέμειναν σε επαφή, χρησιμοποιώντας το συμβολικό αυτό όνομα.

Η τρίχρωμη σημαία του Ρήγα σχεδιασμένη στο χειρόγραφο του Συντάγματός του, που βρίσκεται στη Βιβλιοθήκη της Ακαδημίας της Ρουμανίας με το ρόπαλο του Ηρακλέους και τους τρεις σταυρούς.

«Εταιριστικός πυρήνας» του Λιβόρνου. Την ύπαρξη μυστικής επαναστατικής οργάνωσης – με άγνωστη επωνυμία –, η οποία έδρασε στο Λιβόρνο και στα Επτάνησα στα πρώτα χρόνια του 19ου αιώνα, υποστήριξε πρώτος, απ’ όσο μπόρεσα να ελέγξω, ο Γ. Βαλέτας το 1948 στην «Εισαγωγή» του στην έκδοση της Ελληνικής Νομαρχίας[99]. Πρωταγωνιστικό ρόλο στον «εταιριστικό» αυτόν «πυρήνα» έπαιξε, σύμφωνα με τον Βαλέτα, ο Χριστόφορος Περραιβός, ενώ ενεργό συμμετοχή είχε και ο «παπα-Ιδρωμένος» στην Κέρκυρα. Την ύπαρξη ελληνικής μυστικής εταιρείας στο Λιβόρνο υποστήριξε και ο Notis Botzaris[100], ο οποίος μάλιστα μας έδωσε και τον χρόνο ίδρυσής της: 1806. Ο τελευταίος υποστήριξε πως η εταιρεία αυτή «υπολόγιζε στη βοήθεια του Ναπολέοντα» και το σχέδιό της ήταν «η απελευθέρωση της Ελλάδας». Πέρα όμως από τις πληροφορίες αυτές, δεν έχουμε άλλα στοιχεία που να επιβεβαιώνουν την ύπαρξη ελληνικής επαναστατικής εταιρείας στο Λιβόρνο[101].

Εταιρεία των Καλών Εξαδέλφων (Bons Cousins ή Buonos Cuginos). Πρόκειται πράγματι για μυστική επαναστατική οργάνωση, αλλά όχι ελληνική. Η συγκεκριμένη «αδελφότητα» ιδρύθηκε από τους Καρμπονάρους στην ανατολική Γαλλία και μετά από το 1806 εξαπλώθηκε στη Νότια Ιταλία[102]. Παρ’ όλα αυτά, ορισμένοι έλληνες ιστορικοί και ιστοριοδίφες υποστήριξαν λανθασμένα ότι ήταν ελληνική μυστική οργάνωση, η οποία μάλιστα είχε – και πάλι – σχέση με τον Ρήγα[103].

Εταιρεία των Πέντε ή Σιωπή των Ελλήνων. Η ύπαρξη αυτής της εταιρείας μαρτυρείται σε έγγραφο της αυστριακής αστυνομίας από τη Βενετία με ημερομηνία 11 Ιουνίου 1817[104]. Ο αυστριακός ανακριτής σημείωσε πως «υπάρχει η υποψία εναντίον του Έλληνα καταστηματάρχη Βασίλη Σπυριδώνη ότι επιχείρησε στο νησί της Lesina[105] να στρατολογήσει αυστριακούς υπηκόους σε μια μυστική εταιρία η οποία ονομάζεται Των Πέντε ή Σιωπή των Ελλήνων». Ωστόσο, σημειώνει πως τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό για τη συγκεκριμένη εταιρεία ούτε για τον σκοπό της. Παρ’ όλα αυτά, διατυπώνει την υπόθεση ότι η ελληνική μυστική οργάνωση είναι «αδερφή των Ιταλών Kαρμπονάρων» και «έχει ως σκοπό την ελληνική ανεξαρτησία».

Κατά τη γνώμη μου, δεν αποκλείεται πράγματι η συγκεκριμένη εταιρεία να ήταν παρακλάδι των Καρμπονάρων, στο οποίο συμμετείχαν Έλληνες εγκατεστημένοι στην Ιταλία. Δυστυχώς όμως η έλλειψη άλλων στοιχείων και πληροφοριών δεν μας επιτρέπει να καταλήξουμε σε ασφαλή συμπεράσματα[106].

Φιλαθηναϊκή Ακαδημία 1813.

Φιλαθηναϊκή Ακαδημία. Σύμφωνα με τον Δημήτριο Γρ. Καμπούρογλους, ο οποίος πρώτος μνημόνευσε την ύπαρξή της, επρόκειτο για «βιβλιοθήκη» που δημιουργήθηκε στην Αθήνα το 1812, για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες των ξένων περιηγητών που επισκέπτονταν την πόλη[107]. Συνεπώς, δεν ήταν μυστική οργάνωση, ούτε βέβαια ανέπτυξε συνωμοτική δράση. Μάλιστα, διέκοψε τη λειτουργία της το 1813, έξι μόλις μήνες μετά από την ίδρυσή της, όταν ιδρύθηκε η Φιλόμουσος Εταιρεία. Παρ’ όλα αυτά, ο Στ. Σκοπετέας[108] και ο Εμμ. Πρωτοψάλτης διείδαν – προφανώς λανθασμένα – πίσω από τους «μορφωτικούς και εκπαιδευτικούς σκοπούς» της «Ακαδημίας» «την επιδίωξη του εθνικού πόθου των Ελλήνων»[109].

Η εταιρεία «Αθηνά». Γύρω από αυτήν την οργάνωση επικρατεί μεγάλη σύγχυση στις πηγές που έχουμε στη διάθεσή μας. Την ύπαρξή της μνημόνευσε και πάλι ο Καλεβράς, ο οποίος στο πρώτο κείμενό του ισχυρίστηκε ότι τον μύησαν σ’ αυτήν το 1812 στη Μόσχα δύο έλληνες «κατάσκοποι» των Γάλλων κατά τη διάρκεια της γαλλικής κατοχής της πόλης[110]. Σύμφωνα πάντα με τον Καλεβρά, την εταιρεία «Αθηνά» γνώριζε και ο Ναπολέων, ενώ σκοπός της ήταν «η απελευθέρωσις της Ελληνικής φυλής από των Τούρκων» με τον όρο να γίνει αυτοκράτορας στην ΚΠολη ένας από τους αδελφούς του Ναπολέοντα[111]. Λίγο παρακάτω όμως ο Καλεβράς σημείωσε πως, μετά από την αποχώρηση των Γάλλων από τη Μόσχα, ο έλληνας έμπορος Ζωσιμάς του αποκάλυψε πως η συγκεκριμένη εταιρεία είχε τον «ολέθριο σκοπό» να υποδουλώσει πολιτικώς και θρησκευτικώς το ελληνικό έθνος στους «δυτικούς» Γάλλους[112]. Στο δεύτερο κείμενό του που δημοσιεύτηκε το 1869 ο ευφάνταστος αγωνιστής του 1821 ισχυρίστηκε, όπως είδαμε, πως η εταιρεία της «Αθηνάς» ταυτιζόταν με την εταιρεία «Το ρόπαλον του Ηρακλέους», «ήτο όλως Γαλλική συστηθείσα από τον Ρήγαν», την υποστήριζε ο Κοραής και είχε αναγνωριστεί από τον Ναπολέοντα. Σκοπός της ήταν «η απελευθέρωσις της Ελληνικής φυλής υπό του Οθωμανικού ζυγού υπό τον όρο να διοικηθή από Γάλλους, και να εγκαθιδρυθεί ο αυτάδελφος του Ναπολέοντος Αυτοκράτωρ της ΚΠόλεως και απάσης της Ελλάδος και της Μικράς Ασίας»[113]. Όταν ο Ιω. Καποδίστριας πληροφορήθηκε την ύπαρξη αυτής της μυστικής οργάνωσης, την «κατέστρεψε» «συνεργεία Ρωσσίας, Αγγλίας και Αυστρίας», επειδή προέβλεψε ότι «το Ελληνικόν έθνος εκινδύνευε ν’ απωλέση και γλώσσαν και θρησκείαν και τον εθνισμόν του υπό το Γαλλικόν σκήπτρον και ότι η Γαλλική δυναστεία θα ήτο χειροτέρα της Τουρκικής»[114]. Στο γεγονός αυτό μάλιστα απέδωσε την αντιπολίτευση του Κοραή και των ομοφρόνων του προς τον Καποδίστρια[115], υπονοώντας προφανώς την περίοδο κατά την οποία ο τελευταίος ήταν Κυβερνήτης της Ελλάδας.

Τους ανυπόστατους ισχυρισμούς του Καλεβρά υιοθέτησε ο Ν. Botzaris, αποφεύγοντας όμως να επαναλάβει τα περί «υποδουλώσεως του ελληνικού έθνους» στους Γάλλους, καθώς και τα περί Καποδίστρια και «καταστροφής» της εταιρείας «συνεργεία Ρωσσίας, Αγγλίας και Αυστρίας»[116].

Την ύπαρξη εταιρείας με την επωνυμία «Αθηνά» υποστήριξαν επίσης οι Στ. Σκοπετέας[117] και Εμμ. Πρωτοψάλτης[118], χωρίς όμως να υιοθετήσουν τους πέραν πάσης λογικής ισχυρισμούς του Καλεβρά.

Παρά τη σύγχυση που δημιούργησε με τους ανυπόστατους ισχυρισμούς του ο Καλεβράς, διαθέτουμε, λίγες έστω, αδιάψευστες μαρτυρίες ότι πράγματι υπήρξε  εταιρεία με την επωνυμία «Αθηνά». Συγκεκριμένα, στο Λόγιο Ερμή της 15ης Απριλίου 1819 δημοσιεύτηκε «Αγγελία» με ημερομηνία 15 Σεπτεμβρίου 1818, με την οποία οι «εκδόται» πληροφορούσαν τους «φιλομούσους ομογενείς Έλληνας» ότι, κινούμενοι «από Πατριωτισμόν και Ελληνικά φρονήματα», σκόπευαν να θέσουν σε κυκλοφορία νέα εφημερίδα, η οποία θα ονομάζεται «Αθηνά» και θα «περιέχει Φιλολογικάς, Επιστημονικάς, Πολιτικάς και Εμπορικάς Αγγελίας»[119].

Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως την έκδοση της εφημερίδας αναλάμβανε «εταιρεία» την οποία συγκροτούσαν «μέλη, τα οποία προς τοις άλλοις [είναι] ειδήμονα και των φιλολογωτέρων και κλασικωτέρων της Ευρώπης γλωσσών, διατρίψαντα εις πολλά της Ευρώπης μέρη»[120]. Η εταιρεία αυτή έφερε την ονομασία «Αθηνά», όπως προκύπτει και από τη σελίδα τίτλου της εφημερίδας.

Η ύπαρξη της παραπάνω εταιρείας επιβεβαιώνεται και από την αλληλογραφία του Αδ. Κοραή, ο οποίος για ποικίλους λόγους στράφηκε εναντίον των εκδοτών της εφημερίδας, προκαλώντας μάλιστα σε σύντομο χρονικό διάστημα τη διακοπή της έκδοσής της[121].

Επομένως, καταλήγουμε ότι πράγματι υπήρξε εταιρεία με την ονομασία «Αθηνά», με τη διαφορά ότι δεν ήταν ούτε μυστική, ούτε επαναστατική. Προφανώς είχε μορφωτικό χαρακτήρα και τα μέλη της ήταν λόγιοι που ζούσαν το 1819 στο Παρίσι, αλλά δεν ανήκαν στον κύκλο του Κοραή.

 Συμπέρασμα ΙΙ

Παλαιότερα οι έλληνες ιστορικοί και ιστοριοδίφες, στην προσπάθεια τους να αποδείξουν ότι η Φιλική Εταιρεία ήταν το αποκορύφωμα ενός ρωμαλέου ελληνικού εταιριστικού κινήματος, υποστήριξαν την ύπαρξη και δράση καθ’ όλη τη διάρκεια του 18ου και των αρχών του 19ου αιώνα ελληνικών μυστικών επαναστατικών οργανώσεων, οι περισσότερες από τις οποίες μάλιστα είχαν ως σκοπό τους την «απελευθέρωση του έθνους». Ωστόσο, η έλλειψη αδιάψευστων μαρτυριών ή/και αξιόπιστων πληροφοριών μας υποχρεώνει να αντιμετωπίζουμε με μεγάλη επιφύλαξη τα συμπεράσματα της αφιερωμένης στις μυστικές εταιρείες παλαιότερης ελληνικής ιστοριογραφίας. Άλλωστε δεν πρέπει να ξεχνάμε πως κατά την ίδια χρονική περίοδο ένας αξιοσημείωτος αριθμός Ελλήνων μυήθηκε σε τεκτονικές στοές που λειτουργούσαν στην Ευρώπη, αλλά και στην Ανατολή, με αποτέλεσμα εύλογα να δημιουργήθηκε στους συγχρόνους τους η εντύπωση πως αυτοί συμμετείχαν σε μυστικές επαναστατικές εταιρείες. Το ίδιο ισχύει και για τους Έλληνες – αναμφίβολα πολύ λιγότερους – που έγιναν μέλη της μυστικής οργάνωσης των Καρμπονάρων. Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω και ύστερα από προσεκτική μελέτη των πηγών κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι περισσότερες από τις «μυστικές εταιρείες» που μνημονεύονται στην παλιότερη ελληνική ιστοριογραφία ως «πρόδρομοι της Φιλικής Εταιρείας» είτε δεν υπήρξαν, είτε είχαν μορφωτικό χαρακτήρα και φυσικά δεν ήταν μυστικές. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως αποκλείω την ύπαρξη μυστικών οργανώσεων με πολιτικό χαρακτήρα πριν από το 1814. Αυτό όμως, κατά την γνώμη μου, εξακολουθεί να είναι ζητούμενο για την ιστορική έρευνα.

Ο Κωνσταντίνος Κ. Χατζόπουλος είναι Ομότιμος Καθηγητής του Τμήματος Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκρίτειου Πανεπιστημίου Θράκης. Μεταξύ των ετών 2014 και 2017 διετέλεσε Κοσμήτορας της αρτισύστατης τότε Σχολής Κλασικών και Ανθρωπιστικών Σπουδών του ιδίου Πανεπιστημίου.

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

[1] Το καταστατικό δημοσιεύτηκε στα ρουμανικά από τον Constantin Erbiceanu στο έργο του  Istoria mitropoliei Moldaviei şi Sucevei  (Ιστορία της μητροπόλεως Μολδαβίας και Σουτσεάβας), Βουκουρέστι 1888, σσ. 342-345.

[2] Στο ίδιο, σ. 342 και Al. Elian, «Les écrits politiques de Rhigas en Moldavie», Revue roumaine d’ histoire I(1962)488-489.

[3] Ερμής ο Λόγιος 1(1811)63-64.

[4] Στο ίδιο, σ. 6.

[5] Στο ίδιο, σσ. 65-76.

[6] Για τη «Γραικοδακική φιλολογική εταιρεία» βλ. την πολύ καλή μελέτη του N. Camariano  με τίτλο «Sur l’ activité de la “société littéraire Greco-dacique”» στη Revue des études sudest européennes VI(1968)139-162. Πρβλ. και στον Πρωτοψάλτη, Εμμ., Ιγνάτιος μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας (1766-1828), Αθήναι, Σύλλογος προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων, 1961, σσ. 56-59.

[7] Ερμής ο Λόγιος, τόμ. Δ-Ε(1814)98-99.

[8] Βελλιανίτης, Τηλέμαχος Θ., Η Φιλόμουσος Εταιρεία των Αθηνών, Αθήνα, εκδ. Στεφ. Δ. Βασιλόπουλος, 1993, σσ. 291-294.

[9] Ερμής ο Λόγιος, τόμ. Δ-Ε (1814)98.

[10] Στο ίδιο, σσ. 100-103.

[11] Στο ίδιο, σσ. 101-102.

[12] Πανομοιότυπο του διπλώματος που είχε χορηγηθεί το 1817 στον Αθανάσιο Ξόδιλο βλ. στου ιδίου, Η Εταιρεία των Φιλικών και τα πρώτα συμβάντα του 1821, εκδίδουν Λ. Ι. Βρανούσης και Ν. Καμαριανός, Αθήναι, Ακαδημία Αθηνών, 1964, σ. 21.

[13] Βελλιανίτης, Τ. Θ., ό.π., σσ. 54-60.

[14] Ανάλογα με το ύψος της συνδρομής που υπόσχονταν να καταβάλουν, τα μέλη έπαιρναν ένα χάλκινο ή χρυσό δαχτυλίδι με παράσταση της γλαύκας και την επιγραφή «Φιλομούσων» [Ερμής ο Λόγιος, τόμ. Δ-Ε(1814)99].

[15] Αξίζει να θυμίσω εδώ πως οι έφοροι και τα μέλη της Φιλομούσου Εταιρείας εξέλεξαν το 1813  τον λόρδο Guilford «προστάτην και διαυθεντευτήν» της  [βλ. Βελιανίτης, Τ. Θ., ό.π., σ. 103. Βλ. επίσης την επιστολή που έστειλε στις 5 Ιανουαρίου 1815 ο ίδιος o Guilford στον Λόγιο Ερμή, η οποία δημοσιεύτηκε στον τόμο Θ(1819) 179-180].

[16] Βελλιανίτης, Τ. Θ., ό.π., σ. 56.

[17] «Επισκόπησις της πολιτικής μου σταδιοδρομίας από του 1798 μέχρι του 1822», Αρχείον Ιωάννου Καποδίστρια, τόμ. Α΄, Κέρκυρα 1976, σ. 23.

[18] Η ιδρυτική πράξη («Σύστασις») περιέχεται στο «φυλλάδιο» που κατέθεσε ο γνωστός έμπορος και λόγιος της Βιέννης Αλέξανδρος Βασιλείου στην αυστριακή λογοκρισία, προκειμένου η τελευταία να εγκρίνει την εκτύπωσή του. Στο ίδιο φυλλάδιο δημοσιεύεται επίσης ο «κανονισμός («Διαταγή»), καθώς και η επιστολή, με την οποία ο Καποδίστριας όρισε τον Αλ. Βασιλείου «Επιστάτη» στο «Γενικό Γραφείο» της εταιρείας στη Βιέννη [βλ. Λάιος, Γεώργιος, «Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης (1814-1820). (Νέα έγγραφα)», Επετηρίς του Μεσαιωνικού Αρχείου 12(1965)205-211].

[19] Ερμής ο Λόγιος, τομ. Δ-Ε(1814)99-100.

[20] [Ιω. Καποδίστριας], «Επισκόπησις της πολιτικής μου σταδιοδρομίας», σ. 21.

[21] Λάιος, Γ., ό.π., σ. 167.

[22] Ο Γαζής σε επιστολή του από 14 Οκτωβρίου 1814 (π.ημ.) προς τους εφόρους της Φιλομούσου Εταιρείας των Αθηνών ισχυρίστηκε ότι ο ίδιος μαζί με τον Γρηγόριο Κωνσταντά και τον Δανιήλ Φιλιππίδη είχαν συστήσει «Εταιρεία» που είχε ως σκοπό την ίδρυση «Φιλοσοφικής Σχολής» στις Μηλιές του Πηλίου. Γι’ αυτόν τον λόγο πρότεινε, όπως «αι δύο Εταιρείαι των Μελίων και Αθηνών ενωθώσι όχι κατ’ άλλον τρόπον αλλ’ ως Αδελφαί» (Βελιανίτης, Τ. Θ., ό.π., σ. 80). Μπορούμε, επομένως, βάσιμα να υποθέσουμε πως ο Καποδίστριας αξιοποίησε την ανεπίσημη «σύσταση»  αυτής της «Εταιρείας», για να δημιουργήσει τη «Φιλόμουσο Εταιρεία της Βιέννης», η οποία πράγματι εμφανίζεται ως «Αδελφή» εκείνης των Αθηνών.

[23] Ο Καποδίστριας στη λεγόμενη «αυτοβιογραφία» του αφήνει να εννοηθεί ποιος ήταν ο πραγματικός  λόγος για τον οποίο προέβη στην ίδρυση της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης (βλ. «Επισκόπησις της πολιτικής μου σταδιοδρομίας», σ. 23).

[24] Βλ. τα άρθρα Ζ ΄και Η΄ του «καταστατικού» της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης (Λάιος, Γ., ό.π., σσ. 207-8) και το άρθρο Α΄ της «Σύστασης» της εταιρείας (στο ίδιο, σ. 209).

[25] Βλ. το άρθρο Θ΄ της «Σύστασης» της Φιλομούσου Εταιρείας της Βιέννης (Λάιος, Γ., ό.π., σ. 210, καθώς και την υποσημείωση (α) στη σελ. 99 του Λόγιου Ερμή, τόμ. Δ-Ε(1814).

[26] Βλ. τη σημείωση στο άρθρο Θ΄ της «Σύστασης» (Λάιος, Γ., ό.π., σ. 210).

[27] Στούρτζα, Ρωξάνδρα, Απομνημονεύματα, μτφρ. Μαρία Τσάτσου, πρόλογος-σημειώσεις Κ. Χατζηαντωνίου, γεν. επιμ. Κ. Ι. Μπελέζος, Αθήνα, Ιδεόγραμμα, 2006, σσ. 172-173. Αξίζει να σημειώσω εδώ πως ο κατάλογος των συνδρομητών του 1815 περιλαμβάνει 74 ονόματα, ενώ εκείνος του 1816 μόλις 17 (βλ. Κούκκου, Ελ., Ο Καποδίστριας και η παιδεία (1803-1822), Α΄ Η Φιλόμουσος Εταιρεία της Βιέννης, Αθήναι 1958,σσ. 164-165 και 170).

[28] Κούκκου, Ελ., ό.π., σ. 142. Όπως φαίνεται, από το 1816 και μετά την εταιρεία στήριζαν οικονομικά κυρίως έλληνες έμποροι της διασποράς (στο ίδιο, σσ. 104, 118 passim).

[29] Στο ίδιο, σσ. 54 κεξ. Βλ. και στον Πρωτοψάλτη, Εμμ., Ιγνάτιος μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας, σσ.72-73.

[30] Αυτό ακριβώς υποστήριξε σε ειδική μελέτη που εκπόνησε το 1819, ύστερα από εντολή του Μέτερνιχ, ο βαρώνος Βασίλειος von Balsch (Λάιος, Γ., ό.π., σ. 200).

[31] Κούκκου, Ελ., ό.π., σσ.46-47 και Λάιος, Γ., ό.π., σσ. 172 και 179.

[32] Περιορίζομαι να αναφέρω δύο χαρακτηριστικές ενέργειες του Μέτερνιχ:  Στην πρώτη περίπτωση οι αυστριακές αρχές αρνήθηκαν να χορηγήσουν στην εταιρεία ατέλεια χαρτοσήμου, ενώ στη δεύτερη απέτρεψαν δύο Δανούς να εγγραφούν στον κατάλογο των συνδρομητών της (Λάιος, Γ., ό.π., σσ. 184 και 194-198).

[33] Κούκκου, Ελ., ό.π., σσ.149-151.

[34] Ο Αλ. Υψηλάντης εμφανίζεται στον κατάλογο των συνδρομητών των ετών 1815 και 1816 (Κούκκου, Ελ., ό.π., σσ. 164 και 170). Επιπλέον, το 1820 ο Καποδίστριας σκόπευε να τον ορίσει ως μέλος της τριμελούς επιτροπής που θα αναλάμβανε τη διαχείριση των οικονομικών  της Φιλομούσου (Αρς, Γκριγκόρι, Ο Καποδίστριας στη Ρωσία, Αθήνα, Ασίνη, 2015, σ. 192).

[35] Ο Ιω. Καποδίστριας σε επιστολή του προς τον ρώσο πρόξενο Βουκουρεστίου Al. Pini με ημερομηνία 3/15 Ιανουαρίου 1820 κάνει ρητά λόγο για τα ψεύδη που διέδιδαν οι Φιλικοί (βλ. Αρς, Γκριγκόρι, ό.π., σ. 338). Τα ίδια επανέλαβε και στην «αυτοβιογραφία» του  (βλ. «Επισκόπησις της πολιτικής μου σταδιοδρομίας», σ. 61). Πρβλ. Τρικούπης, Σπυρίδων, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Α΄, Θεσσαλονίκη, 1935, σ. 10·Πρωτοψάλτης, Εμμ., Ιγνάτιος Ουγγροβλαχίας, σ.74· Βακαλόπουλος, Απ., Ιστορία του Νέου Ελληνισμού. Η Μεγάλη Ελληνική Επανάσταση (1821-1829), τόμ. Ε΄, Οι προϋποθέσεις και οι βάσεις της (1813-1822), Θεσσαλονίκη  1980, σ. 72.

[36] Κανδηλώρος, Τάκης, Η Φιλική Εταιρία, 1814-1821, Αθήναι 1926, σ. 89·Αρς, Γκριγκόρι, ό.π., σσ. 224-225.

[37] Κούκκου, Ελ., ό.π., σ. 58. Η συγγρ. την ονόμασε «Χριστιανική βοήθεια ενδεών ομογενών».

[38] Ερμής ο Λόγιος, τόμ. Ζ(1817)8.

[39] Βλ. το εδάφιο 4 του άρθρου Β του κανονισμού λειτουργίας (στο ίδιο σ. 11).

[40] Βλ. τα άρθρα  Γ΄, Δ΄, Ε΄ και Στ΄ του  «κανονισμού» (Ερμής ο Λόγιος, τόμ. Ζ(1817)11-12.

[41] Αναφέρομαι στον Γ. Σταύρου, ο οποίος ήταν ο επιστάτης της Φιλομούσου στη Βιέννη, και στον Ζηνόβιο Πωπ, ο οποίος ήταν από τα πρώτα μέλη της (Κούκκου, Ελ., ό.π., σσ. 58 και 164).

[42] Ό.π., σ. 59.

[43] Η αποστολή εκ μέρους του Γ. Σταύρου του «κανονισμού» της νέας εταιρείας στον Ιω. Καποδίστρια έγινε πιθανότατα, για να ενημερωθεί ο τελευταίος για την ίδρυση μιας νέας οργάνωσης που θα λειτουργούσε ανταγωνιστικά προς τη Φιλόμουσο.

[44] Πρόκειται για τον Αθανάσιο Τσακάλωφ, τον Γρηγόριο Ζαλύκογλου και τον Πέτρο Σκυλίτση-Ομηρίδη. Για τον τελευταίο βλ. Την πολύ καλή μελέτη του Γιάννη Κόκκωνα, Ο πολίτης Πέτρος Σκυλίτζης-Ομηρίδης, Αθήνα, ΕΜΝΕ, 2003.

[45] Ρουσσώ, Ιωάννης Ιάκωβος, Περί της κοινωνικής συνθήκης ή Αρχαί του πολιτικού δικαιώματος […] Εκ της γαλλικής γλώσσης κατά πρώτον μεταφρασθέν υπό του Γρηγορίου Γεωργιάδου Ζαλύκη και εκδοθέν μετά προλεγομένων υπό Κωνσταντίνου Νικολοπούλου, Εν Παρισίοις 1828, σ. κα΄.

[46] Σύμφωνα με τον Ιωάννη Φιλήμονα, αυτοί ήταν ο Στέφανος Χατζημόσχου, ο Πέτρος Ομηρίδης και ο Αθανάσιος Τσακάλωφ (βλ. Δοκίμιον ιστορικόν της Ελληνικής Επαναστάσεως, τόμ. Δ΄, Αθήναι 1862, σ. η΄). Πρβλ. Κόκκωνας, Γ., ό.π., σ. 63.

[47] Φιλήμων, Ιω., ό.π., σ. θ΄.

[48] Ο Πέτρος Σκυλίτζης-Ομηρίδης, ο οποίος έδωσε στον Ιω. Φιλήμονα τις πληροφορίες για το «Ελληνόγλωσσο Ξενοδοχείο», ανέφερε ότι η υποστήριξη που είχε παράσχει η γαλλική κυβέρνηση και ο ίδιος ο Ναπολέοντας σε «Δημήτριο τινά Κομνηνό», ο οποίος εμφανιζόταν ως απόγονος των βυζαντινών αυτοκρατόρων, «εθέρμαινον κατά πολύ τας υπέρ πατρίδος ιδέας των εκεί παρεπιδημούντων Ελλήνων» (ό.π., σ. ζ΄).

[49] Φιλήμων, Ιω., ό.π., σ. η΄-θ΄ και  Σάθας, Κωνσταντίνος, Νεοελληνική φιλολογία. Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων (1453-1821), Αθήναι 1868, σ. 686.

[50] Φιλήμων, Ιω., ό.π., σ. ι΄ και σημ. α της σ. ια΄· Botzaris, N., Visions balkaniques dans la préparation de la révolution grecque, 1789-1821, Genève-Paris, 1962, σ. 76.

[51] Από έγγραφο με ημερομηνία 30 Οκτωβρίου 1816 που παραθέτει ο Ιω. Φιλήμων προκύπτει ότι τη χρονιά εκείνη η εταιρεία αριθμούσε μόλις 30 μέλη (βλ. ό.π., σ. στ΄. Πρβλ. Botzaris, N., ό.π., σ. 76).

[52] Δυστυχώς τα απομνημονεύματα που συνέγραψε ο Γρ. Ζαλύκογλου,  τα οποία η σύζυγος του παρέδωσε μετά τον θάνατό του στον Κ. Νικολόπουλο, δεν δημοσιεύθηκαν από τον τελευταίο (βλ. Ρουσσώ, Ιω. Ιάκ., ό.π., σ. κα΄).

[53] Στο ίδιο, σ. ιε΄.

[54] Botzaris, N., ό.π., σ. 76.

[55] «Οι πρόδρομοι της Φιλικής Εταιρίας», Ελληνική Δημιουργία, τεύχ. 99 (15 Μαρτίου 1952)372β και 373α.

[56] Παλαιολόγος, Κ., «Ο Έλλην κληρικός Σεραφείμ (μετάφρασις εκ του ρωσικού)», Παρνασσός 4(1880)33. Πρβλ. Κοντογιάννης, Παντελής, Οι Έλληνες κατά τον πρώτον επί Αικατερίνης Β΄ ρωσσοτουρκικον πόλεμον (1768-1774), Αθήναι 1903 (φωτομηχανική ανατύπωση από το βιβλιοπωλείο Διονυσίου Νότη Καραβία, Αθήνα 1989), σσ. 17-18.

[57] Σάθας, Κ. Ν., Νεοελληνική Φιλολογία. Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της βυζαντινής αυτοκρατορίας μέχρι της ελληνικής εθνεγερσίας (1453-1821), Αθήναι 1868, σσ. 451-452.

[58] Παλαιολόγος, Κ., ό.π., σσ. 45-51.

[59] Ό.π., σ. 373α.

[60] Η Φιλική Εταιρεία. Αναμνηστικόν τεύχος επί τη 150ετηρίδι, Αθήνα, Ακαδημία Αθηνών, 1964, σ. 16.

[61] Κοντογιάννης, Παντ., ό.π., σ. 69. Για τους Π. Μελισσηνό και Μ. Χαρβούρη βλ. στο ίδιο, σ. 35.

[62] Ό.π., σ.  373α. Από τους τρεις απεσταλμένους που μνημονεύει ο Σκοπετέας μόνον ο Κρεββατάς εντοπίζεται στις πηγές που αφορούν στην εξέγερση του 1770.

[63] Σάθας, Κωνσταντίνος, Τουρκοκρατουμένη Ελλάς, Αθήναι 1869,  σσ. 539-541.

[64] Φιλήμων, ΔΙΦΕ, σ. 185.

[65] «Πρόδρομοι του Ρήγα και της Φιλικής Εταιρείας», Ηπειρωτική Εστία τόμ. Ε΄, τεύχ. 47 (1956)257. Πρβλ. και Σκοπετέας, Στ., ό.π., σ. 373β.

[66] Ό.π., σ. 257.

[67] Πετρίδης, Αθανάσιος, «Το τυχηρόν του Αλή-πασά και η ‘ξηντάρα του παπα-Κώστα. Ιστορική παράδοση», στο περιοδικό του Πειραιά Απόλλων, έτος Ε΄, τεύχ. 56 (1888)868 σημ. 1.

[68] Σύντομος βιογραφία του αοιδίμου Ρήγα Φεραίου του Θετταλού, Αθήναι 1860, σς. 49-50.

[69] Ο Ευγένιος Βούλγαρης υπηρέτησε στα Γιάννενα δύο φορές, την πρώτη από το 1742 ως το 1746 και τη δεύτερη από το 1750 ως το 1752. Στην Αθωνιάδα υπηρέτησε από το 1753 ως το 1759 (βλ. Χατζόπουλος, Κωνσταντίνος, Ελληνικά σχολεία στην περίοδο της οθωμανικής κυριαρχίας, 1453-1821, Θεσσαλονίκη, Βάνιας, 1991, σ. 73).

[70] Ό.π., σ. 373β.

[71] Ό.π., σ. 16.

[72] Ο τεκτονισμός στην ελληνική κοινωνία και γραμματεία του 18ου αιώνα. Οι γερμανόφωνες μαρτυρίες, Αθήνα, Περίπλους, 2010, σσ. 195-197.

[73] Στο ίδιο, σ. 197.

[74] Στο ίδιο, σσ. 200-201.

[75] Οικονομίδης, Δημήτριος, «Ο Ρήγας εν Βλαχία», Αθηνά 53(1949)131· Σκοπετέας, Στ., ό. π., σ. 373β· Πρωτοψάλτης, Εμμ., ό.π., σ. 16· Κορδάτος, Γιάννης, Ο Ρήγας και η Βαλκανική Ομοσπονδία, Αθήνα, Επικαιρότητα, 1974, σ. 57.

[76] Πρωτοψάλτης, Εμμ., ό.π., σ. 16. Ο Δ. Οικονομίδης και ο Στ. Σκοπετέας υποστήριξαν ότι η οργάνωση ήταν, εκτός από απελευθερωτική, και τεκτονική.

[77] Histoire des Roumains de la Dacie Trajane, vol. II (1633-1859), Paris 1896, σ. 286.

[78] Ο Ρήγας πήγε στη Βλαχία το 1786 (βλ. Βρανούσης Λ. Ι., Ρήγας Βελεστινλής, 1757-1798, β΄ έκδ., Αθήναι, Σύλλογος προς διάδοσιν ωφελίμων βιβλίων, 1963, σ. 19). Επομένως ήταν αδύνατο να ιδρύσει την «Εταιρία των Φίλων» στο Βουκουρέστι το 1780.

[79] Din istoria Fanarioților. Studie şi cercetãri (Από την ιστορία των Φαναριωτών. Μελέτες και έρευνες), Bucuresci 1891, σ. 220.

[80] «La grande carte de la Grèce par Rhigas», Revue de Géographie, 4eme année, Paris 1881, σ. 247.

[81] Histoire moderne de la Grèce, Genève 1828, σσ. 241-242.

[82] Απομνημονεύματα πολεμικά, τόμ. Α΄, Αθήναι 1836, σ. η΄.

[83] Χαρακτηριστικά αναφέρω ότι από την ανάκριση του Ρήγα και των συντρόφων του από τις αυστριακές αρχές δεν προέκυψαν στοιχεία που να μας οδηγούν στην ύπαρξη μυστικής οργάνωσης (Legrand, Emile, Ανέκδοτα έγγραφα περί Ρήγα Βελεστινλή και των συν αυτώ μαρτυρησάντων, μτφρ. Σπυρίδων Λάμπρος, Αθήναι 1891).

[84] Την άποψη αυτήν πρώτος, απ’ όσο γνωρίζω, υποστήριξε ο Notis Botzaris (ό.π., σσ. 30-31).

[85] Πρόκειται για τα έργα 1) Επιστολαί ή τα κατά την επανάστασιν της Ελλάδος και τα προ αυτής συμβάντα ανέκδοτα πολιτικά και θρησκευτικά μυστικοσυμβούλια ήτοι εταιρείαι της Ασίας, της Ευρώπης και της Αμερικής ως προς την Ελλάδα και της Ελλάδος ως προς εαυτήν, Αθήναι 1856 και 2) Ιστορία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών εταιρειών, Αθήναι 1869. Κατά τη γνώμη μου, τα δύο αυτά κείμενα υπήρξαν η κύρια πηγή, στην οποία στηρίχθηκαν έλληνες ιστορικοί και ιστοριοδίφες, για να υποστηρίξουν την ίδρυση και δράση αυτών των πολύ αμφίβολης ύπαρξης μυστικών οργανώσεων.

[86] Το όνομά του πάντως δεν εμφανίζεται στους γνωστούς καταλόγους των Φιλικών [βλ. Φιλήμων, Ιω., ό.π.,  τόμ. Α΄, σσ. 387-416· Μέξας, Βαλέριος, Οι Φιλικοί, Αθήναι 1937· Μελετόπουλος, Ιω., «Η Φιλική Εταιρεία. Αρχείον Παναγιώτου Δημ. Σέκερη», Δελτίο της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος 18(1965-1966)274-341].

[87] Επιστολαί ή τα κατά την επανάστασιν της Ελλάδος, σ. 11.

[88] Ιστορία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών εταιρειών, σ. 33.

[89] Την εκδοχή αυτήν υποστήριξε πρώτος ο Αμβρόσιος Φραντζής, ο οποίος συνέδεσε  την εταιρεία του «Φοίνικος» με τη Φιλική Εταιρεία (Επιτομή της ιστορίας της αναγεννηθείσης Ελλάδος, Αθήναι 1839, σσ. 71-73). Πρβλ. και. Κανδηλώρος, Τάκης, Η Φιλική Εταιρία, 1814-1821, Αθήναι 1926, σσ. 61,62 και 123· Σκοπετέας, Στ., ό.π., σσ. 373β και 374α· Πρωτοψάλτης, Εμμ., ό.π., σσ. 16-17· Μαζαράκης-Αινιάν,Ι. Κ., «Η Φιλική Εταιρία», Αρχείο Εμμανουήλ Ξάνθου, τόμ. Α΄, Αθήνα, Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος, 1997, σ. ιθ΄.

[90] Κανδηλώρος, Τ., ό.π., σ. 127.

[91] Ιστορία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών εταιρειών, σ. 41.

[92] Στο ίδιο.

[93] Επιστολαί ή τα κατά την επανάστασιν της Ελλάδος, σσ. 13-14.

[94] Στο ίδιο, σ. 12· Τα ίδια επανέλαβε και στην Ιστορία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών εταιρειών, σ. 41.

[95] Ό.π., σ. 136.

[96] Ιστορία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών εταιρειών, σσ. 48-49.

[97] Σκοπετέας, Στ., ό.π., σ. 374α· Πρωτοψάλτης, Εμμ., ό.π., σ. 17.

[98] «Η σημαία, το εθνόσημο και η σφραγίδα της «Ελληνικής Δημοκρατίας» του Ρήγα», Δελτίο Εραλδικής και Γενεαλογικής Εταιρίας της Ελλάδος 8(1992) 362-363.

[99] Ανωνύμου του Έλληνος, Ελληνική Νομαρχία ήτοι Λόγος περί Ελευθερίας, Φιλολογική απομνημείωση-κείμενα-σχόλια-εισαγωγή Γ. Βαλέτας, Μελετήματα Ν. Α. Βέης-Μ. Σιγούρος, δ΄ έκδοση, Αθήνα, Αποσπερίτης, 1982, σσ. κη΄-λ΄.

[100] Ό.π., σ. 74.

[101] Αξίζει να σημειώσω εδώ πως ο Χρ. Περραιβός στα Απομνημονεύματά του δεν μνημονεύει συμμετοχή του σε μυστική οργάνωση που είχε την έδρα της στο Λιβόρνο.

[102] Πορφύρης, Κ., Ο Ανδρέας Κάλβος Καρμπονάρος, Αθήνα, Θεμέλιο, 1975, σσ. 54-55· Hobsbawm, E. J., Η εποχή των επαναστάσεων, 1789-1848, μτφρ. Μαριέτα Οικονομοπούλου, Αθήναι, ΜΙΕΤ, 1992, σ. 169· Γεωργαντά, Αθηνά, «Ο Κάλβος και οι Καρμπονάροι. Συμβολικές λέξεις των Ωδών», Μνήμων 27(2005)58-59.

[103] Σκοπετέας, Στ., ό.π., σ. 374α· Πρωτοψάλτης, Εμμ., ό.π., σ. 17.

[104] Carte segrete e atti ufficiali della Polizia Austriaca in Italia, Capolago 1851, τόμ. Ι, σ. 132.

[105] Βρίσκεται στα παράλια της Κροατίας και ονομάζεται Hvar (Φάρος).

[106] Παρά την έλλειψη ικανοποιητικών στοιχείων ο Στ. Σκοπετέας (ό.π., σ. 375β)  και ο Εμμ. Πρωτοψάλτης (ό.π., σ. 18) θεώρησαν βέβαιη την ύπαρξη της συγκεκριμένης εταιρείας.

[107] Μνημεία της ιστορίας των Αθηναίων, τόμ. Γ΄, Αθήναι 1892, σ. 3.

[108] Ό.π., σ. 375α.

[109] Ό.π., σ. 18.

[110] Επιστολαί ή τα κατά την επανάστασιν της Ελλάδος, σ. 7.

[111] Στο ίδιο.

[112] Στο ίδιο, σ. 11.

[113] Ιστορία των διαφόρων πολιτικών και θρησκευτικών εταιρειών, σ. 48.

[114] Στο ίδιο, σ. 49

[115] Στο ίδιο.

[116] Ό.π., σσ. 72-73.

[117] Ό.π., σ. 377 σημ. 26.

[118] Ό.π., σ. 17.

[119] Τόμ. Θ(1819)305-307.

[120] Στο ίδιο, σ. 307.

[121] Κόκκωνας, Γ., ό.π., σ. 95.