Skip to main content

Frédéric Guelton Ο Πόλεμος του Περσικού Κόλπου Μέρος B΄: Επιχείρηση “Καταιγίδα της Ερήμου” (17 Ιανουαρίου – 28 Φεβρουαρίου 1991)

Frédéric Guelton

Ο Πόλεμος του Περσικού Κόλπου

Μέρος B΄: Επιχείρηση “Καταιγίδα της Ερήμου”

(17 Ιανουαρίου – 28 Φεβρουαρίου 1991)

 

Ο συσχετισμός των δυνάμεων στις 15 Ιανουαρίου

Με την εκπνοή της προθεσμίας του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών (15 Ιανουαρίου 1991) και ενώ τα στρατεύματα του συμμαχικού συνασπισμού βρίσκονταν επί ποδός πολέμου, ο συσχετισμός των δυνάμεων στο επιχειρησιακό θέατρο ήταν εμφανώς ευνοϊκός γι’ αυτά. Έμελλε να βελτιωθεί παραπάνω στη διάρκεια της φάσης των αεροπορικών επιδρομών, καθότι στόχος των τελευταίων ήταν η μείωση κατά 50% της μαχητικής ετοιμότητας των ιρακινών δυνάμεων κατοχής του Κουβέιτ. Η μέση αναλογία υπέρ του συνασπισμού ήταν της τάξεως του 1,6 προς 1. Κατά περίπτωση, ωστόσο, παρουσίαζε διακυμάνσεις (2,7 προς 1 προς όφελος του αμερικανικού 7ου Σώματος Στρατού, επιφορτισμένου με την αποστολή της εξουδετέρωσης της ιρακινής Προεδρικής Φρουράς, 1,3 προς 1 σε βάρος των μονάδων του κεντρικού τομέα, οι οποίες και θα αναλάμβαναν την επίθεση προς βορρά). Οι παραπάνω αναλογίες είναι σχετικές στο ποσοστό που δεν αντικατοπτρίζουν τις μεγάλες διαφορές μεταξύ των εμπολέμων.

Την παραμονή της έναρξης των εχθροπραξιών, ο ιρακινός στρατός παρέμενε υπολογίσιμος. Οι αμερικανικές στρατιωτικές υπηρεσίες πληροφοριών (Defense Intelligence Agency – DIA) εκτιμούσαν ότι οι δυνάμεις κατοχής του Κουβέιτ ανέρχονταν σε 540.000 άνδρες, 4.200 άρματα μάχης, 2.800 τεθωρακισμένα οχήματα μεταφοράς προσωπικού και 3.100 πυροβόλα.[1] Διέθεταν, τόσο επιτόπου όσο και στο νότιο Ιράκ, αποθέματα για έναν μήνα σφοδρών συγκρούσεων. Οι συστοιχίες των πυραύλων Scud αποτελούσαν μόνιμη απειλή καθότι ήταν μετακινούμενες και δύσκολα εντοπιζόμενες, το δε βεληνεκές τους ήταν σε θέση να πλήξει στόχους εντός του εδάφους της Σαουδικής Αραβίας και του Ισραήλ. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, η ιρακινή αεροπορία απαρτιζόταν, σε μεγάλο ποσοστό, από παλαιά αεροσκάφη και άπειρους χειριστές. Το ηθικό ήταν χαμηλό εξαιτίας του φαινομένου μιας μαζικής λιποταξίας, το μέγεθος της οποίας ήταν αδύνατο να εκτιμηθεί. Η εικασία, βάσει της οποίας οι ιρακινές αρχές είχαν συγκροτήσει ειδικές μονάδες, επιφορτισμένες με τον εντοπισμό και την εκτέλεση των λιποτακτών επιβεβαιώθηκε έπειτα από το πέρας των εχθροπραξιών.[2]

Τοιχογραφία σε κωμόπολη του βορείου Ιρακ με θέμα τους πυραύλους Scud του Saddam Hussein.

Οι χερσαίες δυνάμεις του συμμαχικού συνασπισμού, οι οποίες προορίζονταν για την επίθεση, αριθμούσαν εννέα αμερικανικές Μεραρχίες, έξι αραβο-μουσουλμανικές,[3] μια βρετανική τεθωρακισμένη Μεραρχία και άλλη μια γαλλική. Το αεροπορικό δυναμικό ξεπερνούσε τα 2.500 αεροσκάφη, κυρίως αμερικανικά. Στα νερά του Περσικού Κόλπου και της Ερυθράς Θάλασσας ναυλοχούσε ένας πανίσχυρος στόλος, αποτελούμενος, μεταξύ άλλων, από 6 αεροπλανοφόρα, δυο θωρηκτά, ικανό αριθμό υποβρυχίων εξοπλισμένων με πυραύλους Cruise και ένα σώμα 17.000 πεζοναυτών έτοιμο να αποβιβαστεί ανά πάσα στιγμή στις ακτές του Κουβέιτ. Συνολικά, άνω των 540.000 ανδρών από 31 διαφορετικές χώρες συμμετείχαν, με τον ένα τρόπο ή τον άλλο, στην επιχείρηση “Καταιγίδα της Ερήμου”. Οι στρατιωτικές δυνάμεις 17 εξ αυτών ετοιμάζονταν να απελευθερώσουν το εμιράτο.

 

Η εναέρια επίθεση “Instant Thunder

Αποστολή της εναέριας επιχείρησης “Στιγμιαίος Κεραυνός” (Instant Thunder) ήταν η καταφορά, ευθύς εξ αρχής, καίριων πληγμάτων εις βάρος των υποδομών του αντιπάλου. Η επιχείρηση ξεκίνησε τα απόγευμα της 16ης Ιανουαρίου και ενώ η υφήλιος ολόκληρη ανέμενε θεαματικές εξελίξεις αμέσως μετά την εκπνοή του τελεσιγράφου του ΟΗΕ. Περί τα 160 αεροσκάφη αναγνώρισης, ανεφοδιασμού και καθοδήγησης έθεσαν υπό παρακολούθηση τον εναέριο χώρο της ευρύτερης περιοχής. Μια δύναμη 12 ελικοπτέρων κατέστρεψε εντός του ιρακινού εδάφους τα σημαντικότερα κέντρα ραδιοεντοπισμού (ραντάρ) της χώρας, καθιστώντας αδύνατη την ανίχνευση και παρακολούθηση στόχων ευρισκομένων σε μεγάλη απόσταση. Κατόπιν τούτου, επλήγησαν στρατηγικοί στόχοι στο κέντρο της Βαγδάτης από αμερικανικά βομβαρδιστικά τύπου Β-52, τα οποία είχαν απογειωθεί από τη βάση Barksdale της Λουιζιάνας, από “αόρατα” βομβαρδιστικά F-117 τεχνολογίας Stealth και από πυραύλους Tomahawk, που εκτοξεύτηκαν από τα πλοία του στόλου. Ο συνδυασμός των παραπάνω έθεσε εκτός λειτουργίας το σύνολο της ιρακινής αεράμυνας. Την επόμενη νύκτα, περί τα 700 αεροσκάφη επιδόθηκαν στη συστηματική καταστροφή 250 προεπιλεγμένων στόχων, 50 περίπου εκ των οποίων βρίσκονταν στο κέντρο και πέριξ της Βαγδάτης. Με τη συμπλήρωση του πρώτου 24ώρου, το καθεστώς του Saddam Hussein αιφνιδιασμένο και αποκομμένο από τον έξω κόσμο, εξέπεμπε  σημεία παράλυσης.

Στις 17 Ιανουαρίου επλήγησαν με τη σειρά τους τα στρατεύματα κατοχής του Κουβέιτ από μια δύναμη 200 αεροσκαφών. Το ίδιο βράδυ, διαπιστώθηκε πως μέχρι στιγμής μοναδική απώλεια ήταν ένα αγνοούμενο αεροσκάφος της αεροπορίας ναυτικού, τη στιγμή που οι πλέον αισιόδοξοι υπολογισμοί λίγο πριν από την εκδήλωση της επιχείρησης έκαναν λόγο για απώλειες της τάξεως του 10%!

Αεροσκάφη της αμερικανικής πολεμικής αεροπορίας υπερίπτανται των φλεγομένων πετρελαιοπηγών του Κουβέιτ.

Κατά τη δεύτερη εβδομάδα των εναερίων επιχειρήσεων, μεταξύ 24 και 30 Ιανουαρίου, η κυριαρχία στους αιθέρες ήταν πλήρης με απώλεια τριών, μόλις, αεροσκαφών. Μπορούσαν πλέον να πληγούν όλοι περίπου οι στόχοι δίχως  την απειλή της ιρακινής αεροπορίας, τα 120 αεροσκάφη της οποίας είχαν καταφύγει στο γειτονικό Ιράν! Η απομόνωση από αέρος του πεδίου των εχθροπραξιών ολοκληρώθηκε με την καταστροφή των γεφυρών των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη, καθώς και με εκείνη των κυριότερων υποδομών εφοδιασμού και μεταφορών. Από τις 4 Φεβρουαρίου και κατόπιν, ο ανεφοδιασμός των στρατευμάτων κατοχής του Κουβέιτ ήταν πρακτικά αδύνατος.[4]

Εν συνεχεία, η δραστηριότητα της συμμαχικής αεροπορίας επικεντρώθηκε ενάντια στα ιρακινά τεθωρακισμένα, θαμμένα συχνά κάτω από την επιφάνεια της ερήμου και με προσανατολισμό πάντοτε προς τον Νότο. Η τακτική αυτή, απόρροια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, αποδείχθηκε μοιραία για τους αμυνόμενους από τη στιγμή που, έπειτα από μια ηλιόλουστη ημέρα, η θερμοκρασία της ερήμου έπεφτε ταχύτερα από εκείνη της θωράκισης των αρμάτων μάχης, με αποτέλεσμα τα τελευταία να εντοπίζονται εύκολα από τηλεκατευθυνόμενους με υπέρυθρη καθοδήγηση πυραύλους. Έτσι, άλλωστε, εξηγείται η χρήση μεγάλου αριθμού (5.000) πυραύλων Maverick, οι οποίοι κατέστρεψαν το 90% περίπου των ιρακινών τεθωρακισμένων.

Η ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΙΡΑΚΙΝΩΝ ΑΡΜΑΤΩΝ ΜΑΧΗΣ ΣΤΟ ΚΟΥΒΕΙΤ

(Εκτιμήσεις του United States Central Command-CENTOM κατά τη διάρκεια των επιχειρήσεων)

Μεταξύ της 17ης Ιανουαρίου και της 20ής Φεβρουαρίου, ήταν εμφανές ότι οι αρχικοί στόχοι είχαν ξεπεραστεί κατά πολύ. Ο Saddam Hussein δεν διοικούσε πλέον τη χώρα του, έχοντας ταυτόχρονα απωλέσει τον έλεγχο των ενόπλων δυνάμεων. Το ηθικό των τελευταίων είχε καταρρακωθεί έπειτα από την εξουδετέρωση κατά το ήμισυ των ιρακινών δυνάμεων κατοχής του Κουβέιτ. Μετά το πέρας του πολέμου, ένας ανώτατος αξιωματικός εκμυστηρεύτηκε πως εκείνο που φοβόταν περισσότερο ήταν “οι αρνητικές συνέπειες των αεροπορικών βομβαρδισμών σε βάρος του ηθικού των ανδρών του”.[5]

First Strike Gulf War Air Campaign 1991

 

Η χερσαία επίθεση

Το κλειδί της επιτυχίας για τα κράτη του συνασπισμού ήταν η μετάθεση του κέντρου βάρους της επίθεσης στο αριστερό (δυτικό) άκρο της διάταξης των δυνάμεών τους. Το όλο σκεπτικό δεν διεκδικεί δάφνες πρωτοτυπίας. Στόχος ήταν η παραπλάνηση του αντιπάλου με ενέργειες αντιπερισπασμού και η καταφορά καίριων πληγμάτων αξιοποιώντας στο έπακρο το στοιχείο του αιφνιδιασμού. Η μαζική αεροπορική επίθεση της 17ης Ιανουαρίου και των εβδομάδων που ακολούθησαν αποπροσανατόλισαν τους Ιρακινούς και απέσπασαν την προσοχή τους από τις κινήσεις των χερσαίων δυνάμεων. Όταν η επιχείρηση  Instant Thunder τερματίστηκε στις 24 Φεβρουαρίου, δυο Σώματα Στρατού (περί τους 270.000 άνδρες) είχαν μετακινηθεί δίχως να έχουν σχεδόν γίνει αντιληπτά σε μια ακτίνα 250 έως 420 χιλιομέτρων.

Στις 25 Φεβρουαρίου, οι χερσαίες δυνάμεις είχαν αναπτυχθεί με κατεύθυνση από Δυσμάς προς Ανατολάς ως εξής, συγκροτώντας πέντε μεγάλες ομάδες: ένα αμερικανικό Σώμα Στρατού και μια γαλλική Μεραρχία, ένα δεύτερο αμερικανικό Σώμα Στρατού και μια βρετανική Τεθωρακισμένη Μεραρχία, ένα πρώτο μέρος των αραβομουσουλμανικών στρατευμάτων, ένα εκστρατευτικό Σώμα Αμερικανών Πεζοναυτών, τέλος, το υπόλοιπο των αραβομουσουλμανικών στρατευμάτων.

Η διάταξη των αντιπάλων.

Στο απέναντι στρατόπεδο, οι Ιρακινοί, μη γνωρίζοντας την ακριβή θέση των αντιπάλων, είχαν οργανώσει μια a priori αμυντική διάταξη  ανάλογη με εκείνη που τους είχε εξασφαλίσει επιτυχίες στη διάρκεια του πολέμου με το Ιράν. Ωστόσο, η διάταξη αυτή παρουσίαζε δυο μειονεκτήματα μείζονος σημασίας. Το πρώτο από αυτά ήταν η πρόσληψη του αντιπάλου. Τα στρατεύματα του συνασπισμού είχαν ελάχιστα κοινά γνωρίσματα με τον ιρανικό στρατό. Πρόκειται για μια διαπίστωση, η οποία δεν είχε να κάνει με την ανδρεία των μαχητών, όσο με τη μέθοδο, η οποία ήταν εκ διαμέτρου διαφορετική. Ο πόλεμος Ιράν-Ιράκ και ο στατικός τρόπος με τον οποίο είχε διεξαχθεί, παρέπεμπε σε τακτικές τύπου Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αντίθετα, στην περίπτωση του Πολέμου του Περσικού, τα στρατεύματα του συνασπισμού είχαν να επιδείξουν όλα τα διακριτικά γνωρίσματα της μετα-βιομηχανικής εποχής. Στηρίζονταν στην απόλυτη κυριαρχία του ραδιοηλεκτρικού χώρου, στην ταχύτητα των μετακινήσεων, στην ισχύ και ακρίβεια της δύναμης πυρός, στη νυχθημερόν ακατάπαυστη διενέργεια των επιχειρήσεων, τέλος, στη χρήση της σύγχρονης τεχνολογίας.

Το δεύτερο μεγάλο μειονέκτημα του σχεδίου των Ιρακινών συνίστατο στην εσφαλμένη αντίληψη που είχαν σχετικά με το πεδίο των εχθροπραξιών. Προετοιμάζονταν συστηματικά για την απόκρουση μιας κατά μέτωπο επίθεσης προερχόμενης από το Νότο. Αυτό, άλλωστε, πρόδιδε και η διάταξη του αμυντικού τους συστήματος, προσανατολισμένη εξ ολοκλήρου προς την παραπάνω κατεύθυνση, σε μια στιγμή που ο αντίπαλος είχε επιλέξει την πλευροκόπηση από Δυσμάς.

Εντός του εδάφους του Κουβέιτ, τα ιρακινά στρατεύματα είχαν συμπτυχθεί πίσω από δυο αμυντικές γραμμές. Η πρώτη, σε μικρή απόσταση από τη μεθόριο του εμιράτου με τη Σαουδική Αραβία, απαρτιζόταν από ναρκοπέδια, αντιαρματικά εμπόδια και από χαρακώματα γεμάτα πετρέλαιο, το οποίο, φλεγόμενο, θα καθοδηγούσε τη συμμαχική προέλαση σύμφωνα με τις επιδιώξεις των Ιρακινών.[6] Το όλο παραπάνω σύστημα παθητικής άμυνας διέθετε την υποστήριξη ισχυρού πυροβολικού. Η δεύτερη γραμμή άμυνας, καμμιά εικοσαριά χιλιόμετρα εντός της ενδοχώρας, είχε εντελώς διαφορετική υφή. Πέρα από ανάλογες υποδομές παθητικής άμυνας, αποτελούσε μια πραγματική γραμμή ανάσχεσης μιας εχθρικής προέλασης. Υποστηριζόταν από ένα σύστημα Μεραρχιών που αλληλοκαλύπτονταν, ικανό να κομματιάσει οποιαδήποτε επίθεση. Συγκεντρωμένες στα μετόπισθεν, οι τεθωρακισμένες μονάδες αντεπίθεσης, ανήκουσες στην πλειοψηφία τους στην Προεδρική Φρουρά, θα εξουδετέρωναν επιτόπου οποιαδήποτε μονάδα του αντιπάλου κατόρθωνε να διασπάσει τις δυο αμυντικές γραμμές.[7]

Η χερσαία επίθεση εκδηλώθηκε στις 24 Φεβρουαρίου, κάτω από δυσμενείς μετεωρολογικές συνθήκες για τους επιτιθέμενους. Συχνή βροχόπτωση, συνοδευόμενη από ισχυρές αμμοθύελλες κάλυπταν το σύνολο του μελλοντικού πεδίου επιχειρήσεων. Βορειότερα, μαύρος και παχύς καπνός αναδυόταν από τις φλεγόμενες, κατόπιν εντολής του Saddam Hussein, 508 πετρελαιοπηγές του Κουβέιτ, παρακωλύοντας τις πτήσεις σε χαμηλό ύψος των αεροσκαφών.[8] Στις 4.00 τα ξημερώματα, οι προφυλακές του αριστερού άκρου των δυνάμεων του συνασπισμού εισήλθαν εντός του εδάφους του Κουβέιτ. Δυο ώρες αργότερα, ο πρόεδρος Bush ανακοίνωσε δημόσια την έναρξη της επιχείρησης απελευθέρωσης του εμιράτου. Στις 7.00, ήταν η σειρά της 101ης αμερικανικής αερομεταφερόμενης Μεραρχίας να εμπλακεί, σηματοδοτώντας την μεγαλύτερη επιχείρηση μεταφοράς με ελικόπτερα της Ιστορίας. Χάρη στον εντυπωσιακό αριθμό άνω των 300 εξόδων, μεταφέρθηκε σε βάθος 130 χιλιομέτρων εντός του ιρακινού πλέον εδάφους μια ολόκληρη Ταξιαρχία με το σύνολο της υποστήριξής της. Σκοπός ήταν η δημιουργία μιας προκεχωρημένης βάσης (ονόματι Cobra) από όπου θα ήταν εφικτή η καταφορά πληγμάτων εντός του συνόλου της κοιλάδας του Ευφράτη. Ταυτόχρονα, τα επιθετικά ελικόπτερα, χάρη στην ισχύ πυρός που διέθεταν, καθιστούσαν αδύνατη μια συντεταγμένη υποχώρηση των Ιρακινών.

Η γιγαντιαία επιχείρηση μετακίνησης της 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας εντός της ιρακινής ενδοχώρας.

Έξι ώρες έπειτα από την εκδήλωση της χερσαίας επίθεσης ο Schwarzkopf διαπίστωσε ότι τα μέχρι τότε αποτελέσματα είχαν ξεπεράσει κάθε προσδοκία. Το κυρίαρχο ζήτημα στο συγκεκριμένο στάδιο των επιχειρήσεων ήταν η ακριβής ώρα της επίθεσης των 1.600 αρμάτων μάχης του 7ου Σώματος Στρατού. Μπορεί μεν η απελευθέρωση του Κουβέιτ να εθεωρείτο εφικτή, ωστόσο έπρεπε να εξουδετερωθεί η ιρακινή Προεδρική Φρουρά, ικανή να γλιστρήσει έξω από το δίκτυ, το οποίο είχε ήδη αρχίσει να απλώνεται γύρω από αυτήν. Λίγο πριν από το μεσημέρι, στο συμμαχικό στρατηγείο έφτασαν πληροφορίες περί εκκένωσης της πρωτεύουσας του εμιράτου από την Προεδρική Φρουρά, γεγονός, το οποίο άφηνε ανοικτό το ενδεχόμενο μιας συντεταγμένης γενικής υποχώρησης πριν από την άφιξη των στρατευμάτων του συνασπισμού. Για τον λόγο αυτό, το τελευταίο αποφάσισε να ρίξει στη μάχη τα τεθωρακισμένα 15 ώρες νωρίτερα από ό,τι προέβλεπε το σχέδιο. Υπό συνθήκες σφοδρής  αμμοθύελλας, η αμερικανική 24η Μηχανοκίνητη Μεραρχία προήλασε με ταχείς ρυθμούς, με αποτέλεσμα μέχρι να μεσάνυκτα να έχει καταφέρει να εισέλθει εντός του ιρακινού εδάφους.[9] Η κύρια δύναμη των τεθωρακισμένων δυνάμεων (7ο ΣΣ) καθυστέρησε εξαιτίας των εμποδίων παθητικής άμυνας (ναρκοπέδια, συρματοπλέγματα κλπ.).

Το βράδι της 24ης Φεβρουαρίου είχε καταστεί πλέον σαφές πως ο ιρακινός στρατός, ευρισκόμενος σε κατάσταση πλήρους αποδιοργάνωσης, ήταν ανίκανος να αντισταθεί στη συμπαγή και καλά οργανωμένη επίθεση των δυνάμεων του συνασπισμού. Την ίδια στιγμή, ο ραδιοφωνικός σταθμός της Βαγδάτης ανακοίνωσε πως ο Saddam Hussein είχε διατάξει την πλήρη εκκένωση του Κουβέιτ. Μέχρι στιγμής, οι απώλειες των συμμάχων ανέρχονταν μόλις σε 8 νεκρούς και 27 τραυματίες. Στο αντίπαλο στρατόπεδο είναι αδύνατο να καταμετρήσει κανείς τις απώλειες αλλά και τον ακριβή αριθμό των αιχμαλώτων, ο οποίος ξεπερνούσε ήδη τις 15.000.

February 1991: Gulf War Military Action on Saudi Arabian Frontline, Saudi/Kuwait Border

 

Την επομένη (25 Φεβρουαρίου) η προέλαση συνεχίστηκε με ανάλογους ρυθμούς δίχως κάποια αξιόλογη αντίσταση, πέρα από εκείνη της 26ης Μεραρχίας Πεζικού, η οποία εξολοθρεύτηκε μέσα σε λίγα λεπτά. Την ίδια στιγμή, στη Βαγδάτη, αναμεταδόθηκε διάγγελμα του Saddam Hussein, με το οποίο ανακοίνωνε επίσημα την απόσυρση των ιρακινών στρατευμάτων από το Κουβέιτ, διατηρώντας ωστόσο την νομιμότητα των ιστορικών, όπως εμφατικά δήλωσε, διεκδικήσεων της χώρας του επί της περιοχής. Με το πέρας του διαγγέλματος ξεκίνησε μια άτακτη φυγή των ιρακινών στρατευμάτων από το εμιράτο και την πρωτεύουσά του. Οχήματα πάσης φύσεως γεμάτα στρατιώτες και τα πλέον απίθανα αντικείμενα άρχισαν να κατευθύνονται προς τα σύνορα με το Ιράκ, προτού εξαϋλωθούν τελικά από τις αεροπορικές επιδρομές. Με γνώμονα την εξέλιξη των επιχειρήσεων, άμεση προτεραιότητα του Schwarzkopf ήταν πλέον η καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του στρατιωτικού υλικού το ταχύτερο δυνατόν, προτού προλάβει να συνομολογηθεί οποιαδήποτε κατάπαυση του πυρός.[10]

Οι επιχειρήσεις της 26ης Φεβρουαρίου σηματοδοτήθηκαν από σφοδρές μάχες, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγεται και η αντίσταση, την οποία προέβαλε η Μεραρχία Tawakalna της Προεδρικής Φρουράς.[11] Τις πρώτες απογευματινές ώρες, ένα αμερικανικό Σύνταγμα (2ο Σύνταγμα Τεθωρακισμένου Ιππικού –  2nd ACR) βρέθηκε αντιμέτωπο με τα τεθωρακισμένα της Μεραρχίας  Tawakalna. Η σύγκρουση διεξήχθη υπό σφοδρή αμμοθύελλα. Οι Αμερικανοί, χάρη στον εξοπλισμό νυκτερινής όρασης, τον οποίο αναγκάστηκαν να θέσουν σε λειτουργία, αν και υστερώντας σε αριθμό, κατάφεραν να καταστρέψουν τα εχθρικά άρματα το ένα μετά το άλλο, παραμένοντας οι ίδιοι εκτός βεληνεκούς του εχθρού. Πρόκειται για την επονομαζόμενη Μάχη του Τετραγώνου 73-ανατολικά (Battle of 73 Easting).[12] Η χρήση της τεχνολογίας ισοσκέλισε την αριθμητική κατωτερότητα, καθώς καταστράφηκαν περί τα 30 εχθρικά άρματα και αιχμαλωτίστηκαν 1.300 αντίπαλοι δίχως την παραμικρή ανθρώπινη απώλεια.

Battle Of 73 Easting: Brutal Tank Combat For The Gulf | Greatest Tank Battles | Timeline

 

Στους υπόλοιπους τομείς του μετώπου η προέλαση συνεχίστηκε δίχως αξιόλογη αντίσταση. Με τη δύση του ηλίου, ο συνολικός αριθμός των αιχμαλώτων είχε ξεπεράσει τους 30.000. Σύμφωνα με υπολογισμούς των Υπηρεσιών Πληροφοριών, 26 Μεραρχίες του ιρακινού στρατού είχαν τεθεί εκτός μάχης μέσα σε χρονικό διάστημα τριών, μόλις, ημερών.

Στις 27 Φεβρουαρίου, τα παναραβικά στρατεύματα, με την υποστήριξη αμερικανικών ειδικών μονάδων, απελευθέρωσαν την πόλη του Κουβέιτ μέσα σε ατμόσφαιρα γενικής ευφορίας. Την ίδια ώρα, συνεχιζόταν η συστηματική εξολόθρευση της Προεδρικής Φρουράς.[13] Κατόπιν τούτων, οι εξελίξεις προσέλαβαν καταιγιστικούς ρυθμούς. Στη Βαγδάτη, ο αναπληρωτής πρωθυπουργός και υπουργός Εξωτερικών Tarek Aziz ενημέρωσε το Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ ότι το Ιράκ “αποδέχεται να συμμορφωθεί πλήρως με την απόφαση 660 και οποιαδήποτε άλλη απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας”. Ο πρόεδρος Bush, σε διάγγελμα προς το Έθνος δήλωσε πως “[…] με χαρά ήταν σε θέση να ανακοινώσει ότι τα μεσάνυκτα, 100 ώρες έπειτα από την έναρξη των χερσαίων επιχειρήσεων και 6 εβδομάδες έπειτα από την έναρξη της Καταιγίδας της Ερήμου, το σύνολο των αμερικανικών δυνάμεων και εκείνων των υπολοίπων κρατών του συνασπισμού θα αναστείλουν πάσης φύσεως επιθετικές επιχειρήσεις”.[14] Στις 28 Φεβρουαρίου στις 8.00 π.μ. τοπική ώρα, οι επιχειρήσεις ανεστάλησαν ενώ είχε εκδιωχθεί από το Κουβέιτ το σύνολο των ιρακινών στρατευμάτων.[15] Σε χρονικό διάστημα 100 ωρών, τα στρατεύματα του συνασπισμού είχαν καταστρέψει 3.900 άρματα μάχης, 1.400 τεθωρακισμένα οχήματα και 3.000 πυροβόλα.

Οι επιχειρήσεις της 26ης Φεβρουαρίου 1991.

Το ζήτημα των πυραύλων Scud

Οι ιρακινοί πύραυλοι Scud ήταν ένα όπλο ψυχολογικού πολέμου με μείζονα πολιτική και ελάχιστη στρατιωτική αξία. Η αποτελεσματικότητά τους ήταν, όπως αποδείχθηκε, αμελητέα (για μια απόσταση 600 χιλιομέτρων είχαν απόκλιση της τάξεως των 3 χιλιομέτρων). Αντίθετα, ο πολιτικός και ψυχολογικός αντίκτυπος ενός βομβαρδισμού πόλεων όπως το Ριάντ ή το Τελ Αβίβ με πυραύλους του είδους αυτού, οπλισμένων πιθανότατα με χημικές κεφαλές, ήταν ανυπολόγιστος, σε θέση να επιφέρει ακόμα και τη διάλυση αυτού καθαυτού του συνασπισμού. Οι Ιρακινοί είχαν απόλυτη επίγνωση του θέματος όταν, την Παρασκευή 18 Ιανουαρίου 1991, εκτόξευσαν επτά πυραύλους εναντίον του Ισραήλ. Ακολούθησε μεγάλη ανησυχία παρά το γεγονός ότι καταμετρήθηκαν μόνο 12 τραυματίες. Την επομένη, άλλοι τρεις πύραυλοι κτύπησαν το Ισραήλ. Είναι χαρακτηριστικό το γενικότερο πνεύμα, έτσι όπως αναδύεται από το Ημερολόγιο του Schwarzkopf: “Σάββατο πρωί, έφτασε στα χέρια μου ένα μήνυμα της ανώτατης στρατιωτικής ηγεσίας [Joint Chiefs of Staff]. Οι Ισραηλινοί προτίθενται να εξαπολύσουν μια μαζική αντεπίθεση κατά του δυτικού Ιράκ: 100 αεροσκάφη αύριο το πρωί,  άλλα τόσα το απόγευμα, επιδρομές με ελικόπτερα Apache στη διάρκεια της νύκτας, επιδρομές κομμάντος, κάνοντας χρήση του εναερίου χώρου της Σαουδικής Αραβίας για όλα τα παραπάνω”. Η Σαουδική Αραβία ήταν αποφασισμένη να μην επιτρέψει κάτι τέτοιο, για λόγους που σχετίζονταν με την  παραδοσιακή αραβοϊσραηλινή διένεξη. Ευτυχώς για τον συνασπισμό, η κυβέρνηση του Itzhak Shamir επέλεξε τελικά την οδό της αυτοσυγκράτησης. Σε αντιστάθμισμα, μια αναπροσαρμογή των σχεδίων έλαβε χώρα την ύστατη στιγμή: αποφασίστηκε ο εντοπισμός και η καταστροφή των βάσεων εκτόξευσης εντός του ιρακινού εδάφους και η κατεπείγουσα αποστολή, ήδη από τις 19 Ιανουαρίου, στο Ισραήλ έξι συστοιχιών αντιβαλλιστικών πυραύλων Patriot με το αντίστοιχο προσωπικό. Συνολικά, 39 πύραυλοι Scud εκτοξεύθηκαν εναντίον του Ισραήλ προκαλώντας τον θάνατο 3 ατόμων και τον τραυματισμό 304 και άλλοι 26  με στόχο τη Σαουδική Αραβία και απολογισμό έναν νεκρό και 50 τραυματίες.

Συνοικία του Τελ Αβίβ πληγείσα από πύραυλο Scud.

 

Η λήξη των εχθροπραξιών

Μέσα στις επόμενες μέρες ο Schwarzkopf επιδόθηκε στην προετοιμασία των διαπραγματεύσεων και τους στρατιωτικούς όρους που ο συνασπισμός σκόπευε να επιβάλλει στους Ιρακινούς προκειμένου η κατάπαυση του πυρός να μπορέσει να εφαρμοστεί σε μακροπρόθεσμη κλίμακα. Οι διαπραγματεύσεις ξεκίνησαν στις 3 Μαρτίου 1991, στην παλαιά αεροπορική βάση Safwan,[16] σε μικρή απόσταση από τη μεθόριο μεταξύ του Κουβέιτ και του Ιράκ, εντός του εδάφους του τελευταίου.[17] Η εσκεμμένα ολιγομελής αντιπροσωπεία του συνασπισμού απαρτιζόταν από τον Schwarzkopf, τον πρίγκιπα Khaled και έναν διερμηνέα. Το Ιράκ εκπροσωπήθηκε από τους στρατηγούς  Sultan Hashim Ahmed, υπαρχηγό του Γενικού Επιτελείου, Salah Abud Mahmoud, διοικητή του 3ου Σώματος Στρατού το οποίο είχε στο μεταξύ εξαϋλωθεί από τους Αμερικανούς και έναν διερμηνέα. Επιγραμματικά, οι όροι της συνθηκολόγησης είχαν ως εξής[18]:

  • άμεση πρόσβαση του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού στους αιχμαλώτους πολέμου, οι οποίοι κρατούνταν στο Ιράκ,
  • απελευθέρωση των αιχμαλώτων πολέμου,
  • επαναπατρισμός των υπηκόων του Κουβέιτ, οι οποίοι κρατούνταν στο Ιράκ,
  • αναζήτηση και ταυτοποίηση των αγνοουμένων,
  • επιστροφή των σορών των νεκρών στα πεδία των μαχών,
  • εντοπισμός του συνόλου των ναρκοπεδίων,
  • εντοπισμός των αποθηκών μη συμβατικού υλικού πολέμου,
  • χάραξη διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στις ένοπλες δυνάμεις των εμπολέμων.
Οι διαπραγματεύσεις στην αεροπορική βάση Safwan.

Όταν εθίγη το κρίσιμο ζήτημα των αιχμαλώτων πολέμου, ο στρατηγός Ahmed δήλωσε: “Έχουμε ένα σύνολο 41 […], 17 Αμερικανούς, 2 Ιταλούς, 12 Βρετανούς, 1 με προέλευση από το Κουβέιτ και 9 Σαουδάραβες”.[19] Ο Schwarzkopf απάντησε πως ο συνασπισμός κρατούσε περί τους 60.000 αιχμαλώτους πολέμου. Στο άκουσμα του αριθμού, ο στρατηγός Ahmed έμεινε άφωνος και στράφηκε προς τον στρατηγό Mahmoud για επιβεβαίωση. Ο τελευταίος στάθηκε ανίκανος να το πράξει.[20] Η έκπληξη των Ιρακινών παρέμεινε και όταν ο Schwarzkopf τους ενημέρωσε για την διαχωριστική γραμμή. Ο στρατηγός Ahmed διερωτήθηκε για ποιο λόγο η γραμμή αυτή βρισκόταν πίσω από τις θέσεις των ιρακινών στρατευμάτων, έτσι όπως ο ίδιος τις εκτιμούσε, για να λάβει την απάντηση πως η γραμμή αυτή αποτύπωνε την προέλαση των στρατευμάτων του συνασπισμού. Κατόπιν τούτου, οι πάντες υπέγραψαν, σηματοδοτώντας επίσημα την λήξη των εχθροπραξιών.

 

Απολογισμός του πολέμου

Ήδη από τον Αύγουστο του 1990 τα μέσα μαζικής ενημέρωσης μονοπωλούσαν το ενδιαφέρον συνεισφέροντας στη θεατροποίηση του πολέμου μεταλλάσσοντας τον τελευταίο σε πραγματικό τηλεοπτικό θέαμα, τα επεισόδια του οποίου μεταδίδονταν στα βραδινά δελτία ειδήσεων ολόκληρου του πλανήτη. Από την άλλη πλευρά, καθιέρωσαν ένα νέο πολεμικό λεξιλόγιο με την εκτενή χρήση  όρων όπως “χειρουργικό κτύπημα” ή “καθαρός πόλεμος” υποβαθμίζοντας το γεγονός ότι, όπως σε κάθε πόλεμο, έτσι και στον συγκεκριμένο, ο θάνατος καραδοκούσε σε κάθε γωνία. Είτε συνειδητά είτε όχι, δεν αντιλαμβάνονταν ούτε και προσμετρούσαν τις ψυχολογικές προεκτάσεις του συγκεκριμένου λεξιλογίου, το οποίο με τη σειρά του δεν επέτρεπε να αναδυθεί στην επιφάνεια μια αδιαμφισβήτητη πραγματικότητα: εκείνη της δυσαναλογίας των απωλειών, τη στιγμή, κατά την οποία εκείνες των Ιρακινών, δύσκολο ακόμα και σήμερα να προσδιοριστούν, ξεπερνούσαν τον αριθμό των 100.000 νεκρών, τη στιγμή που εκείνες του συνασπισμού ήταν κατώτερες των 1.000.

Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν οι Tucker και Hendrickson, στις ΗΠΑ, οι διάφοροι σχολιαστές ούτε καν έθιγαν το επίμαχο ζήτημα.[21] Ο καλύτερος τρόπος να αποφύγει κανείς ένα λεπτό θέμα είναι να αγνοήσει πλήρως την ύπαρξή του, ούτως ώστε να μην είναι υποχρεωμένος να το σχολιάσει. Παρά ταύτα, οι δυο εν λόγω συγγραφείς αποκαλύπτουν τα ακόλουθα στοιχεία σχετικά με τις απώλειες των Ιρακινών:

  • ανεπίσημη πηγή του Πενταγώνου: 100.000 νεκροί στη διάρκεια των αεροπορικών βομβαρδισμών που προηγήθηκαν της έναρξης της χερσαίας επίθεσης,
  • DIA (Defense Intelligence Agency): 100.000 νεκροί σε ολόκληρη τη διάρκεια του πολέμου (με ποσοστό σφάλματος 50%) και 300.000 τραυματίες,
  • άλλοι παρατηρητές κάνουν λόγο για 100.000 – 150.000 νεκρούς,
  • άμαχος πληθυσμός, θύμα των βομβαρδισμών: κάτω των 5.000.[22]

Η Brigitte Stern επιβεβαιώνει με τη σειρά της την ηθελημένη αδιαφορία της Δύσης για τις απώλειες των Ιρακινών. Προσθέτει, επικαλούμενη τον αναπληρωτή πρωθυπουργό του Ιράκ Saadoun Hammadi, ότι 91 στρατιωτικοί και 20.000 άμαχοι έχασαν τη ζωή τους από τους αεροπορικούς  βομβαρδισμούς και άλλοι 60.000 τραυματίστηκαν.[23] Από όσο γνωρίζουμε, δεν υφίσταται από ιρακινής πλευράς κάποιος υπολογισμός, έστω και κατά προσέγγιση, των θυμάτων της χερσαίας επίθεσης.

Στην αντίπερα όχθη, οι απώλειες του συνασπισμού παρουσιάζονται με κρυστάλλινη διαύγεια, απόλυτη ακρίβεια και σχεδόν θριαμβευτικό ύφος. Οι επίσημοι αριθμοί για τις ΗΠΑ ανέρχονται σε 613 άνδρες (146 νεκροί – εκ των οποίων 35 από φίλια πυρά – και 467 τραυματίες εκ των οποίων 21 γυναίκες και 72 από φίλια πυρά).[24] Η Τελική Έκθεση προς το Κογκρέσο ( Final Report to Congress) κάνει λόγο, για την περίοδο από τις 3 Αυγούστου 1990 έως τις 15 Δεκεμβρίου 1991, για 390 Αμερικανούς νεκρούς (εκ των οποίων 5 γυναίκες).[25] Καταμετρά επίσης 21 αιχμαλώτους (2 γυναίκες).[26] Οι Γάλλοι είχαν 2 νεκρούς και 25 τραυματίες, άπαντες στη μάχη για την κατάληψη της στρατηγικής θέσης  As Salman, όπου έδρευε το στρατηγείο της ιρακινής 45ης Μεραρχίας Πεζικού. Οι Βρετανοί έχασαν 36 άνδρες (συν 30 περίπου τραυματίες). Οι απώλειες των Σαουδαράβων ανέρχονταν σε 20-30 νεκρούς και 40 περίπου τραυματίες. Οι υπόλοιποι συμμετέχοντες καταμέτρησαν συνολικά λιγότερο από 100 νεκρούς και τραυματίες μαζί.

Δεσπόζουσα θέση στο κεφάλαιο περί απωλειών (με την παραδοσιακή ερμηνεία του όρου)[27] κατέχει, αναμφίβολα, το ζήτημα των αιχμαλώτων πολέμου με την αριθμητική δυσαναλογία και την εκ διαμέτρου διαφορετική διαχείριση εκ μέρους των εμπολέμων. Εντύπωση προκαλεί και ο ταχύτατος ρυθμός της αιχμαλωσίας ή παράδοσης των Ιρακινών καθώς και η μετέπειτα μεταχείρισή τους. Οι περισσότερες εκτιμήσεις υπολογίζουν τους τελευταίους σε 87.000 περίπου. Είναι ο αριθμός που δημοσίευσε στο περιοδικό Newsday της 24 Ιανουαρίου 1992 ο Patrick J. Sloyan. Αποκλίνει ελάχιστα από τις επίσημες εκτιμήσεις (86.743). Ο εντυπωσιακός παραπάνω αριθμός θέτει αυτόματα το εύλογο ερώτημα κατά πόσο τα κράτη του συνασπισμού ήταν προετοιμασμένα για την διαχείριση ενός παρομοίου αριθμητικού μεγέθους.

 

ΠΙΝΑΚΑΣ ΙΡΑΚΙΝΩΝ AΙΧΜΑΛΩΤΩΝ ΠΟΛΕΜΟΥ

 

Οι Αμερικανοί προσέγγισαν το σοβαρό αυτό πρόβλημα υπό διπλή οπτική. Σε ένα πρώτο στάδιο,  παρέμειναν πιστά προσηλωμένοι στις επιταγές των διεθνών πράξεων που ορίζουν την μεταχείριση των αιχμαλώτων πολέμου (Συμβάσεις της Γενεύης του 1949 περί αιχμαλώτων και προστασίας των αμάχων πληθυσμών εν καιρώ πολέμου).[28] Σε ένα δεύτερο στάδιο, αξιοποίησαν τα διδάγματα του πολέμου του Βιετνάμ.

Επί του πρακτέου, επιστράτευσαν από νωρίς την 80ή Ταξιαρχία Στρατονομίας (7.300 άνδρες), η οποία ήταν σε θέση να διαχειριστεί περί τους 40.000 αιχμαλώτους, κατανεμημένους σε 5 ξεχωριστά στρατόπεδα, μέσα στους 6 πρώτους μήνες των εχθροπραξιών. Άλλες εκτιμήσεις ανεβάζουν σε 100.000 τον αριθμό κατά την πρώτη, μόλις, εβδομάδα. Η παραπάνω πρόβλεψη, αν και κατά προσέγγιση, παρουσιάζει ενδιαφέρον καθότι κινείται πλησίον της πραγματικότητας. Αν μη τι άλλο, υποδηλώνει πως το χαμηλό ηθικό των ιρακινών στρατευμάτων ήταν εν γνώσει των Αμερικανών προτού ακόμα  ξεσπάσουν οι εχθροπραξίες. Οι Σαουδάραβες κατασκεύασαν 4 επιπρόσθετα στρατόπεδα χωρητικότητας 24.000 αιχμαλώτων το καθένα, οι Βρετανοί και οι Γάλλοι από ένα, χωρητικότητας 5.000 και 500 ατόμων αντίστοιχα. Με τον εγκλεισμό των αιχμαλώτων στα στρατόπεδα, οι Αμερικανοί προχώρησαν σε ακριβή καταμέτρηση, οι δε υπηρεσίες πληροφοριών τούς υπέβαλαν σε ανάκριση. Η έλλειψη ικανού αριθμού διερμηνέων είχε ως συνέπεια να ανακριθούν μόνο λίγες εκατοντάδες, μεταξύ των οποίων 13 στρατηγοί.[29] Από τις ανακρίσεις επιβεβαιώθηκε περίτρανα η κατάρρευση του ηθικού και οι καταστρεπτικές ψυχολογικές επιπτώσεις ως αποτέλεσμα του συστηματικού βομβαρδισμού από τα Β-52.

Φάλαγγα Ιρακινών αιχμαλώτων μπροστά από τις φλεγόμενες πετρελαιοπηγές.

Δυο μαρτυρίες απεικονίζουν εύγλωττα την άθλια κατάσταση του ιρακινού στρατού. Η πρώτη προέρχεται από τις τάξεις της 80ής Ταξιαρχίας Στρατονομίας: “Σε πάμπολλες περιπτώσεις, οι αιχμάλωτοι βιάζονταν τόσο πολύ να ενταχθούν στα στρατόπεδα αιχμαλώτων πολέμου, ώστε προθυμοποιούνταν εθελοντικά να οδηγήσουν τα οχήματα διευκολύνοντας με τον τρόπο αυτό το δυσχερές έργο της μεταφοράς […]”.[30] Τη δεύτερη μαρτυρία απέσπασε ο γράφων από έναν Γάλλο αξιωματικό του γαλλικού στρατοπέδου αιχμαλώτων πολέμου της Rafha. Στη μαρτυρία περιγράφεται το ακόλουθο περιστατικό: με την άφιξη μιας ιρακινής μονάδας στο στρατόπεδο, ακολούθησε, σύμφωνα με τους όρους της Σύμβασης της Γενεύης, διαχωρισμός ανάμεσα σε αξιωματικούς και στρατιώτες. Αίφνης, μια έκφραση πανικού ζωγραφίστηκε στο πρόσωπο ενός αξιωματικού, ο οποίος θεώρησε πως ο διαχωρισμός αυτός ήταν προοίμιο της εκτέλεσής του.

Διαφορετική υπήρξε η μεταχείριση των αιχμαλώτων, οι οποίοι είχαν πέσει στα χέρια των Ιρακινών. Όλες οι πηγές επιβεβαιώνουν ότι υπήρξε σωρεία κατάφορων παραβιάσεων των διατάξεων της Σύμβασης της Γενεύης. Σε ένα πρώτο στάδιο, σύμφωνα με αμερικανικές πηγές, τα πράγματα κυλούσαν σχεδόν ομαλά. Οι αιχμάλωτοι ανακρίνονταν στις εγκαταστάσεις της Διεύθυνσης των Στρατιωτικών Υπηρεσιών Πληροφοριών. Κατόπιν, κρατούνταν σε διάφορες φυλακές στην ευρύτερη περιοχή της Βαγδάτης. Τα δικαιώματά τους καταπατούνταν με προκλητικό τρόπο, από στέρηση τροφής και νερού μέχρι διενέργεια βασανιστηρίων, προκειμένου να υπογράψουν δηλώσεις, οι οποίες υπαγορεύονταν από τις αρχές. Μέχρι την συνομολόγηση της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός και παρά τις συνεχείς εκκλήσεις, απαγορευόταν ρητά η πρόσβαση στις φυλακές αντιπροσωπείας του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού. Παρά ταύτα, η μαρτυρία ενός Αμερικανού πιλότου ο οποίος καταρρίφθηκε στο αρχικό στάδιο των αεροπορικών επιδρομών, αποκαλύπτει πως δέχθηκε επαρκή νοσοκομειακή περίπτωση και ότι ο μεγαλύτερος φόβος του σχετιζόταν με τους εναέριους βομβαρδισμούς του συνασπισμού. Στάθηκε τυχερός, καθώς καταστράφηκαν ολοσχερώς όλα τα γύρω κτήρια, όχι όμως η φυλακή, στην οποία ο ίδιος βρισκόταν έγκλειστος.

Περισσότερο άτυχοι υπήρξαν οι προερχόμενοι από το Κουβέιτ αιχμάλωτοι.[31] Σύμφωνα με υπολογισμούς του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, έπειτα από το τέλος του πολέμου επαναπατρίστηκαν 4.219 άτομα. Αντίθετα, ο ακριβής προσδιορισμός των πολιτών που συνελήφθησαν και εκτοπίστηκαν ακολούθως στο Ιράκ, αποδείχθηκε αδύνατος. Το μέγεθος υπολογίζεται γύρω στα 3.000 άτομα, 1.000 εκ των οποίων αγνοείται μέχρι σήμερα η τύχη.

 

Πόλεμος και εικόνα του πολέμου

Ενόσω προετοιμάζονταν και διεξάγονταν οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, γενική υπήρξε η αίσθηση ότι η υφήλιος ήταν μάρτυρας του πρώτου “καθαρού πολέμου” στην ιστορία της ανθρωπότητας. Ωστόσο, η τεχνολογία δεν μετέβαλε τα συστατικά στοιχεία του πολέμου. Αλλοίωσε απλώς την εξωτερική εικόνα του τελευταίου, μετατρέποντας τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης σε όπλο, όπως συνέβαινε τον Μεσαίωνα με το ανάθεμα ή τον αφορισμό. Λίγοι είναι εκείνοι που το θυμούνται και ακόμα λιγότεροι εκείνοι που το παραδέχονται. Ο στρατηγός Schwarzkopf κατάφερε να αξιοποιήσει στο έπακρο το όπλο αυτό, όπως άλλωστε εκμυστηρεύεται στα Απομνημονεύματά του: “Στην αρχή του πολέμου, ένας Αμερικανός δημοσιογράφος με ρώτησε αν θα χρειάζονταν ακόμα πολλές εβδομάδες προετοιμασίας έως ότου είμαστε σε θέση να αποκρούσομε μια χερσαία επίθεση του ιρακινού στρατού. Του απάντησα ότι οι Ιρακινοί θα πλήρωναν ακριβά το τίμημα μιας τέτοιας πρωτοβουλίας. Ήταν το μόνο που μπορούσα να πω, περιστοιχισμένος από τηλεοπτικές κάμερες που βούιζαν και γνωρίζοντας πως δεν απευθυνόμουν μόνο σε φίλους. Ο Saddam και οι συνεργάτες του με άκουγαν και εκείνοι καθισμένοι αναπαυτικά στο στρατηγείο τους και παρακολουθώντας το CNN. Αυτούς είχε ως αποδέκτες το μήνυμά μου”.[32]

Άραγε, ο Πόλεμος του Περσικού Κόλπου, τον οποίο παρακολούθησε και βίωσε από μακριά ολόκληρος ο πλανήτης, σηματοδότησε, όπως πολλοί πίστευαν, την απαρχή μιας νέας, περισσότερο ελπιδοφόρας, εποχής; Οι συνθήκες προσφέρονταν πράγματι για κάτι τέτοιο. Ωστόσο, δεν αξιοποιήθηκαν. Οι ΗΠΑ επανήλθαν γρήγορα στις παλιές χίμαιρές τους, τις οποίες συνεχίζουν να ακολουθούν μέχρι σήμερα, εκθέτοντας σε ολοένα και μεγαλύτερους κινδύνους την Ανθρωπότητα.

The Gulf Conflict – The Liberation of Kuwait

 

O Frédéric Guelton είναι συνταγματάρχης (ε.α) και διδάκτωρ Ιστορίας του Πανεπιστημίου της Σορβόννης. Διετέλεσε διευθυντής των Στρατιωτικών Αρχείων της Γαλλίας (Service Historique de la Défense – Section Armée de Terre). Είναι μέλος της Διεθνούς Επιτροπής Μνήμης των 100 ετών του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου (Mission Centenaire 1914 – 1918).

                                          

ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΟ Β΄ ΜΕΡΟΥΣ       

16 Ιανουαρίου 1991

Η Γαλλική Εθνοσυνέλευση, η έκτακτη σύνοδος της οποίας πραγματοποιήθηκε 24 ώρες νωρίτερα από την προγραμματισθείσα ημερομηνία, με 523 ψήφους υπέρ με 43 κατά, στηρίζει την κυβέρνηση στους χειρισμούς της κατά τη διάρκεια των πολεμικών επιχειρήσεων. Διάγγελμα του προέδρου François Mitterrand.

17 Ιανουαρίου

Έναρξη της επιχείρησης Καταιγίδα της Ερήμου.

18 Ιανουαρίου

Εκτόξευση 7 ιρακινών πυραύλων Scud εναντίον του Ισραήλ (Τελ Αβίβ και Χάιφα) και ενός επιπρόσθετου κατά του Νταχράν (Σαουδική Αραβία). Ο τελευταίος εξουδετερώθηκε από την  αεράμυνα. Έκκληση του προέδρου George Bush προς την κυβέρνηση του Ισραήλ για επίδειξη αυτοσυγκράτησης.

19-20 Ιανουαρίου

Άφιξη και εγκατάσταση στο Ισραήλ συστοιχιών αντιβαλλιστικών πυραύλων Patriot,  προερχομένων από τη Γερμανία. Νέα εκτόξευση πυραύλων Scud σε βάρος του Ισραήλ με 10 τραυματίες.    

21-22 Ιανουαρίου

Εκτόξευση 10 πυραύλων Scud κατά της Σαουδικής Αραβίας. Οι 9 εξουδετερώθηκαν από την αεράμυνα. Απολογισμός, 7 ελαφρά τραυματίες.

24 Ιανουαρίου

Οι Ιρακινοί πυρπολούν τις πετρελαιοπηγές του Κουβέιτ.

25 Ιανουαρίου                                           

Εκτόξευση 7 πυραύλων Scud κατά του Ισραήλ. Οι 6 εξουδετερώνονται. Ο έβδομος πέφτει στο Τελ-Αβίβ με αποτέλεσμα έναν νεκρό και 19 τραυματίες.

30 Ιανουαρίου

Κοινή δήλωση των κυβερνήσεων Ουάσινγκτον και Μόσχας, σύμφωνα με την οποία οι στρατιωτικές επιχειρήσεις θα διακόπτονταν εφόσον το Ιράκ δεσμευόταν να εκκενώσει τα στρατεύματά του από το Κουβέιτ.

5 Φεβρουαρίου

Ο ραδιοφωνικός σταθμός της Βαγδάτης αναγγέλλει την επικείμενη διενέργεια τρομοκρατικών ενεργειών σε βάρος των χωρών του συνασπισμού.

11 Φεβρουαρίου

Παράταση της προθεσμίας των αεροπορικών βομβαρδισμών κατ’ εντολή του προέδρου Bush.

13 Φεβρουαρίου

Αεροπορική επιδρομή κατά της Βαγδάτης με εκατοντάδες νεκρούς.

24 Φεβρουαρίου

Έναρξη των χερσαίων επιχειρήσεων.

27 Φεβρουαρίου

Απεέυθέρωση της πόλης του Κουβέιτ. Οι συγκρούσεις Αμερικανών και Βρετανών με την ιρακινή Προεδρική Φρουρά συνεχίζονται.

28 Φεβρουαρίου

Το Ιράκ αποδέχεται άνευ όρων τις 12 αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Δημόσια δήλωση του προέδρου Bush: “Ο πόλεμος τερματίστηκε”. Κατάπαυση των εχθροπραξιών από τις 8.00 π.μ. (ώρα Ριάντ).

 

ΠΡΩΤΟΓΕΝΕΙΣ ΠΗΓΕΣ

Αρχεία της 24ης αμερικανικής Μηχανοκίνητης Μεραρχίας, Operation Desert Storm, Attack Plan, Oplan 91-3, Library of Congress, catalog card Plan 92-060114.

Historical Reference Book, A collection of historical letters, briefings, orders and other miscellanous documents pertaining to the Defense of Saudi Arabia and the attack to free Kuwait, Library of Congress, catalog card Plan 92-060115.

 

ΕΠΙΣΗΜΑ ΤΕΚΜΗΡΙΑ

Συλλογικό, (Congressional Research Service), U. N. Security Council resolutions on Iraq : compliance and implementation, Washington, Government Printing Office, 1992, 76 σελ.

Deniau H., Guise P., Calvez A., Clarenne P., L’Après-Golfe, Rapport de l’IHEDN, 1992, σελ p.

Department of Defense, Conduct of the Persian Gulf Conflict : an Interim Report to Congress, DOD, 1991, 100 σελ.

Department of Defense, Conduct of the Persian Gulf Conflict  : Final Report to Congress, DOD, April  1992, 418 σελ. + 19 θεματικά παραρτήματα.

Field Manual 101-10-2, Chapter 15, TOE 20-17, The Military History Detachment Mission.

Kamiya (major Jason K.), A History of the 24th mechanized infantry division combat team during Operation Desert Storm,The attack to free Kuwait, January through March 1991), Fort Stewart, Georgia, 1991, 62 pages.(Library of Congress reference, 91-78085.

Sénat, Commission des Affaires étrangères, de la Défense et des Forces armées du Sénat, Rapport d’information sur quelques enseignements immédiats de la crise du Golfe quant aux exigences nouvelles en matière de défense, in Journal officiel, documents Sénat, n° 303, 1991, σελ. 1-152.

The Association of the U.S. Army, 1991 Green Book, The Year of Desert Storm, Οκτώβριος 1991, 328 σελ.

Union de l’Europe Occidentale, Rapport de la Commission technique et aérospatiale, Assemblée de l’U.E.O., 1991, 28 σελ.

 

ΓΕΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Al-Khalil (S.), Irak, la machine infernale, J.-C. Lattès, 1991, 368 σελ.

Blackwell J. Thunder in the Desert. The strategy and tactics of the Persian gulf war, New-York, Bantam Books, 1991, 285 σελ.

Bulloch (J.) et Darwish (A.), Water Wars, coming conflicts in the Middle East, Londres, Victor Gollancz, 1993, 224 σελ.

Camau M. (sous la direction de), Crise du Golfe et ordre politique au Moyen-Orient, Institut de recherches et d’études sur le monde arabe et musulman, 1993, 343 σελ.

Chaoul M., La Sécurité dans le golfe Arabo-Persique, les Septs Epées, 1978, 146 σελ.

Cordesman A. H., After the storm, the changing military balance in the Middle East, Londres, Westview Press-Mansell Publishing Limited, 1993, 811 σελ.

Davies C., After the war : Iran, Iraq and the Arab Gulf, Carden Publications limited, 1990, 446 σελ.

Dunnigan J. F., Bay A., From shield to storm. High-tech weapons, military strategy and coalition warfare in the Persian gulf, New York, William Morrow and Company, Inc. 512 σελ.

Fleury-Vilatte B., (επιμ.), Les Médias et la guerre du Golfe, Presses universitaires de Nancy, 1992, 155 σελ.

Friedman N., Desert victory. The war for Kuwait, Annapolis, US Naval Institute, 1991, 435 σελ.

Jeandet N., Un Golfe pour trois rêves,  L’Harmattan, 1993, 126 σελ.

Kodmani Darwish B., Chartouni Dubarry M., Golfe et Moyen-Orient. Les conflits, Dunod, 1991, 154 σελ.

Laurent E., Tempête du désert, les secrets de la maison Blanche, Olivier Orban, 1991, 283 σελ.

Le Borgne C., Un discret massacre. L’Orient, la guerre et après, Editions François Bourin, 1992, 234 σελ.

Le Pichon Y., Guerre éclair dans le Golfe, Jean-Claude Lattès/ADDIM, 1991, 215 σελ.

Lyautey Pierre., Proche-Orient : La guerre de demain ?, Julliard, 1971, 221 σελ.

Primakov E., Missions à Bagdad, Seuil, 1991, 196 σελ.

Rouseau C. (επιμ.), La Crise du Golfe, de l’interdiction à l’autorisation du recours à la force, L.G.D.J., 1993, 544 σελ.

Schmitt M., De Dien Bien Phu à Koweït City, Grasset, 1992, 309 σελ.

Schwarzkopf (général H. N.), Mémoires, Plon, 1992, 572 σελ.

Stern B., Guerre du Golfe, le dossier d’une crise internationale, 1990-1992, La Documentation française, 1993, 626 σελ.

Sumers (colonel Harry G.) On strategy II, A critical analysis of the Gulf war, Dell Publishing Group, Inc., New York, 1992, 302 σελ.

Tavernier P., Aspects de la guerre du Golfe, Grenoble, Centre d’études de la défense et de sécurité internationale (CEDSI), 1990, 74 σελ.

Tucker R.W., Hendrickson D. C., The Imperial Temptation, The new world order and America’s purpose, Council on Foreign relations press, New-York, 1992, 228 σελ.

Wolton D., War game : l’information et la guerre, Flammarion, 1991, 290 σελ.

Woodward (B.), Chefs de guerre, Calmann-Lévy, 1991, 393 σελ.

Zorgbibe (Charles), Nuages de guerre sur les Emirats du Golfe, Publications de la Sorbonne, 1984, 173 σελ.

                                                  

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ B΄ ΜΕΡΟΥΣ

[1] Ο Patrick J. Sloyan, σε ένα άρθρο, το οποίο δημοσίευσε στο περιοδικό Newsday της 24.01.1992, υπολογίζει ότι τη στιγμή της έναρξης των εναερίων επιχειρήσεων τα ιρακινά στρατεύματα κατοχής αριθμούσαν 380.000 άνδρες. Όταν εξαπολύθηκε η χερσαία επίθεση είχαν μειωθεί σε 200.000 άνδρες.

[2] Οι ιρακινές στρατιωτικές αρχές αναλώθηκαν σε μια εκστρατεία εκφοβισμού με στόχο τον αποπροσανατολισμό των κληρωτών. Συνίστατο στο σύνθημα ότι τα μη αραβικά στρατεύματα του συμμαχικού συνασπισμού επρόκειτο να προχωρήσουν στην εκτέλεση των αιχμαλώτων, μεταξύ των οποίων και πολλών λιποτακτών. Η εκστρατεία αυτή επιβεβαιώθηκε από μεγάλο αριθμό προφορικών μαρτυριών δίχως να καταστεί δυνατό να αξιολογηθεί επακριβώς ο πραγματικός της αντίκτυπος.

[3] Δυο από την Αίγυπτο, μια από τη Συρία, μια από το Κουβέιτ και ικανός αριθμός Ταξιαρχιών από τη Σαουδική Αραβία.

[4] Ένας αιχμάλωτος Ιρακινός ανώτερος αξιωματικός ομολόγησε πως ο ανεφοδιασμός των στρατευμάτων κατοχής είχε διακοπεί ήδη από την πρώτη εβδομάδα των εχθροπραξιών.

[5] Final Report…, Παράρτημα J, σελ. J-10.

[6] Οι Αμερικανοί εξουδετέρωσαν το σύνολο των ναρκοπεδίων και της εν γένει αμυντικής υποδομής στο Κουβέιτ. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποίησαν βαρέα βομβαρδιστικά Β-52, καθώς και αεροσκάφη Lockheed MC-130, τα οποία, με τη ρίψη βομβών 7.500 κιλών, προκαλούσαν ωστικό κύμα που με τη σειρά του ανατίναζε τις νάρκες. Έγινε επίσης ρίψη εμπρηστικών βομβών Νapalm, ενώ τα “αόρατα”, τεχνολογίας Stealth, βομβαρδιστικά F-117 κατηύθυναν τις βόμβες τους με χρήση λέιζερ σε βάρος συστημάτων άντλησης, προορισμένων να σκεπάσουν τα χαρακώματα με πετρέλαιο.

[7] Πρόκειται για μια μέθοδο ανάλογη με εκείνη που είχαν χρησιμοποιήσει αντίστοιχα στη Γαλλία το 1917 και 1918 οι στρατηγοί Ludendorff και Pétain.

[8] Υπολογίζεται πως το περιεχόμενο 7 έως 9 εκατομμυρίων βαρελιών χύθηκε στα νερά του Περσικού Κόλπου.

[9] Βλ.σχετικά Kamiya (major Jason K.), A History of the 24th Mechanized Infantry Division Combat Team during Operation Desert Storm, Fort Stewart, Georgia, 1991 και 24th Mechanized Infantry Division Combat Team, Historical Reference Book, Fort Stewart, Georgia, 1991, όπου παρατίθενται περί τα 500 αποχαρακτηρισμένα αρχειακά έγγραφα.

[10] Πόσο μάλλον που οι Σοβιετικοί, λειτουργώντας ως μεσάζοντες με το Ιράκ, ζήτησαν την έκτακτη σύγκληση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ.

[11] Αποστολή της Μεραρχίας Tawakalna ήταν η κάλυψη της υποχώρησης των άλλων δυο Μεραρχιών της Προεδρικής Φρουράς Medina και Hammurabi προς τη Βασόρα.

[12] Η ονομασία της μάχης προέκυψε από τον τετραγωνισμό των επιτελικών χαρτών.

[13] Στη διάρκεια των επιχειρήσεων, ένα αμερικανικό αεροσκάφος κατέστρεψε εκ παραδρομής δυο βρετανικά τεθωρακισμένα οχήματα, με αποτέλεσμα τα πληρώματα των τελευταίων να απωλέσουν τη ζωή τους.

[14] Αναφέρεται στο Stern (Brigitte), op. cit., σελ. 346.

[15] Schwarzkopf, op. cit., σελ. 521. Από την ανακοίνωση κατάπαυσης του πυρός προηλθε ο χαρακτηρισμός των χερσαίων επιχειρήσεων ως Πόλεμος των εκατό ωρών. Η επιλογή της ώρας (8.00 π.μ. τοπική ώρα – μεσάνυκτα ώρα Ουάσινγκτον) υπήρξε ηθελημένη για τον σκοπό αυτό. Την προηγούμενη μέρα, ο Schwarzkopf είχε προκρίνει, δίχως επιτυχία, τον χαρακτηρισμό Πόλεμος των πέντε ημερών.

[16] Η οργάνωση των διαπραγματεύσεων ανατέθηκε στον ελληνικής καταγωγής στρατηγό William Pagonis, σύμβουλο του  Schwarzkopf για θέματα λογιστικής. Ο Pagonis προέβλεψε έπειτα από το πέρας των συνομιλιών, η τράπεζα των διαπραγματεύσεων να δωρηθεί στο Ίδρυμα Smithsonian ως ιστορικό, πλέον, κειμήλιο.

[17] Για την πορεία των διαπραγματεύσεων βλ. Schwarzkopf, op. Cit., σελ. 525-540.

[18] Οι όροι αποτελούν ουσιαστικά μια παραλλαγή των απαιτήσεων του George Bush, έτσι όπως τους είχε απαριθμήσει στο διάγγελμά του της 28ης Φεβρουαρίου.

[19] Schwarzkopf, op. cit., σελ. 540.

[20] Final Report…, op. cit., σελ. 215.

[21] At the time of the war, public comments by U.S. civilian and military officials stressed their disinterest in the question of Iraqi casualties.»Tucker (Robert W.), Hendrickson (David C.), op. cit., σελ. 75.

[22] Tucker (Robert W.), Hendrickson (David C.), op. cit., σελ. 74 και επόμενες.

[23] Ibid.

[24] Οι απώλειες από φίλια πυρά οφείλονται σε δυσχερείς οπτικές συνθήκες εξαιτίας αμμοθύελλας και πυκνού καπνού από τις φλεγόμενες από τους Ιρακινούς πετρελαιοπηγές του Κουβέιτ. Οι ιλιγγιώδεις ρυθμοί των επιχειρήσεων πολλαπλασιάζουν εκ των πραγμάτων τη σύγχυση, όπως και η πολυεθνική σύνθεση των στρατευμάτων του συνασπισμού και η συγκέντρωση μεγάλου αριθμού οχημάτων δύσκολα αναγνωρίσιμων.

[25] Σε σύνολο 37.000 Αμερικανίδων που ήταν παρούσες στον Περσικό Κόλπο.

[26] Final Report …, op. cit., σελ. A-5 έως A-13.

[27] Φονευθέντες, τραυματίες, αγνοούμενοι, ασθενείς, αιχμάλωτοι και γενικότερα όσοι τέθηκαν εκτός μάχης.

[28] Χαρακτηριστική είναι η μνεία της Διεθνούς Επιτροπής του Ερυθρού Σταυρού τον Απρίλιο του 1991: “Ουδέποτε στο παρελθόν δεν εφαρμόστηκαν τόσα πιστά οι διατάξεις της Σύμβασης της Γενεύης, από όσο από τους Αμερικανούς έναντι των Ιρακινών αιχμαλώτων πολέμου”.

[29] Final Report…, op. cit., παράρτημα L, σελ. L-19.

[30] Final Report…, op.cit., παράρτημα L, σελ. L-13.

[31] Βλ. σχετικά την έκθεση του ειδικού εισηγητή της Επιτροπής Δικαιωμάτων του Ανθρώπου Walter Kälin Rapport préliminaire sur la situation des droits de lhomme dans le Koweït sous loccupation irakienne, OHE, A/46/544, Οκτώβριος 1991, 30 σελ. Αναφορές υπάρχουν και στο Stern, op. cit., σελ. 589-594.

[32] Schwarzkopf, op. cit., σελ. 392.

 

Μετάφραση από το πρωτότυπο: Γιάννης Μουρέλος