Σταύρος Π. Παπαμαρινόπουλος
Αστρονομική χρονολόγηση του τέλους του Τρωικού Πολέμου και της επιστροφής του Οδυσσέα στην Ιθάκη
Στα Ομηρικά Έπη δεν υπάρχει σαφής διάκριση μεταξύ λόγου και μύθου. Ο ποιητής χρησιμοποιεί δύο φορές μόνον την λέξη «λόγος» και μάλιστα στον πληθυντικό, ίσως χάριν του μέτρου (IL.15.393, OD.1.56) και εκατοντάδες φορές την λέξη «μύθος» (147 φορές στην Ιλιάδα και 151 στην Οδύσσεια). Στην πραγματικότητα η λέξη «μύθος» στον Όμηρο έχει όλες τις σημασίες, που προσέλαβε αργότερα η λέξη «λόγος», και η ακριβής κάθε φορά έννοια της λέξης εξαρτάται από τα συμφραζόμενα. Έτσι, σε κάποια από αυτά σημαίνει λόγια, κουβεντούλα, αφήγηση ή ακόμη αγόρευση, συμβουλή, συνομιλία, γνώμη και λογικό επιχείρημα.
Η σημαντική σχέση μεταξύ μύθου και λόγου φαίνεται στην αναφορά του Πλουτάρχου: «῞Οτι μεν ούν η παλαιά φυσιολογία και παρ’ ῞Ελλησι και βαρβάροις λόγος ην φυσικός εγκεκαλυμμένος μύθοις, τα πολλά δι’ αινιγμάτων και υπονοιών επίκρυφος, και μυστηριώδης θεολογία τα τε λαλούμενα των σιγωμένων ασαφέστερα τοις πολλοίς έχουσα και τα σιγώμενα των λαλουμένων υποπτότερα, κατάδηλόν εστιν» (Περ τῶν ἐν Πλαταιαῖς Δαιδάλων, Fragmentum 157).
[Είναι ολοφάνερο λοιπόν ότι η παλαιά φυσική επιστήμη και στους Έλληνες και στους βαρβάρους ήταν φυσικός λόγος κρυμμένος βαθειά μέσα σε μύθους και απόκρυφη και μυστηριώδης θεολογία, που εκφράζεται ως επί το πλείστον με αινιγματικά λόγια και υπονοούμενα, και η οποία κάνει για τους πολλούς και τα λεγόμενα να είναι ασαφέστερα από όσα αποσιωπώνται και τα αποσιωπώμενα να είναι πιο αμφίβολα από τα λεγόμενα].
Είναι γνωστή η άποψη της αρχαιολόγου E.S. Sherrat (1990) ότι τα έπη περιέχουν αναχρονισμούς και βρίθουν από παραδοξότητες. Ο Finley (1974), αναφέρει, ότι ο Όμηρος ήταν μόνον ποιητής και όχι ιστορικός. Δεν θα μπορούσε να δει την θαμμένη Τροία. Επομένως ότι περιγράφει είναι πλήρης φαντασία. Αποδεικνύεται όμως, όπως θα διαπιστώσουν οι αναγνώστες αργότερα, από τις ανασκαφικές έρευνες που έχουν γίνει, μέχρι το 2012, ότι είναι ακριβής σε μερικά σημεία παρ΄ ότι ήταν ποιητής και προφανώς η Τροία ήταν θαμμένη. Ωστόσο ο Finley (1974) αποδέχεται ότι ο Όμηρος μπορεί να επισκέφτηκε την Τρωάδα κατά τον 9ο αιώνα π.Χ. και παρ’ότι δεν ήταν ιστορικός την περιγράφει με ακρίβεια διότι την είδε. Επίσης είναι γνωστή και η άποψη του αρχαιολόγου Eric Klein (2013) ο οποίος ωστόσο έλαβε υπ’ όψιν τόσο τα Ομηρικά όσο και τα Χετιτικά κείμενα. Από τον συνδυασμό τους με βάση τα αρχαιολογικά αλλά και αρχαιομετρικά αποτελέσματα, από το 1990 και μετά, στην ευρύτερη περιοχή της αρχαίας Τροίας προέκυψαν νεότερα στοιχεία υποδεικνύοντα σπαράγματα ιστορικής πραγματικότητας του Τρωικού Πολέμου παρά το γεγονός της ύπαρξης μερικών αναχρονισμών και ανακριβειών. Είναι ακόμη γνωστή και η άποψη του γεωλόγου John Kraft et al (2003), ο οποίος μαζί με τον ιστορικό John Luce, της ίδιας συγγραφικής ομάδας, έδωσαν συγχαρητήρια στον Όμηρο για την ακρίβεια μερικών εκ των εξετασθέντων χωρίων του, που αφορούν θέματα ιστορικής τοπογραφίας και γεωμορφολογίας της Τρωάδος, μετά από γεωλογικές έρευνες πεδίου είκοσι και πλέον χρόνων. Την πλούσια βιβλιογραφία σχετική με τις αρχαιολογικές και τις γεωφυσικές έρευνες που έχουν γίνει στην Τροία, δεν την παραθέτουμε στο άρθρο αυτό διότι είναι εκτός του σκοπού του. Όμως την τελευταία μπορεί να την εντοπίσουν εύκολα οι αναγνώστες στο επιστημονικό περιοδικό American Journal of Archaeology 108 (2004) 615-30. Εκεί θα παρακολουθήσουν την μεγίστη διαφωνία μεταξύ των στελεχών της αρχαιολογικής ομάδας Manfrend Korfmann και Charles Brian Rose και της επίσης αρχαιολογικής ομάδας του Frank Kolb επί των ευρημάτων των πρώτων.
Είναι φανερό ότι υπάρχουν πολλές απόψεις, διαφορετικές μεταξύ τόσο αρχαιολόγων όσο και μεταξύ αρχαιολόγων, ιστορικών και φυσικών επιστημόνων, στην ερμηνεία των Ομηρικών Επών. Αναγνωρίζουμε γιατί μερικοί αρχαιολόγοι δεν μπορούν να δεχθούν ότι ο δεύτερος Τρωικός Πόλεμος, δηλαδή του Οδυσσέως και των συμπολεμιστών του, πρώτον υπήρξε και πολύ περισσότερο ότι διήρκεσε 10 χρόνια! Θα διαπιστώσει ο αναγνώστης αργότερα ότι δεν έχουν δίκιο όπως ο Finley. Ο Όμηρος έζησε μεν 400 χρόνια αργότερα από τον Τρωικό Πόλεμο αλλά θα έπρεπε να είχε την τεχνολογία του John Kraft του εικοστού αιώνος ώστε να ανταπεξέλθει τις γεωλογικές μεταβολές, κυρίως στις ακτές εκεί που εξέβαλαν οι ποταμοί και χείμαρροι, που επήλθαν μετά από 400 χρόνια από τον πόλεμο αυτό ώστε να έχει τέτοια ακρίβεια στις περιγραφές του. Με άλλα λόγια δεν αρκεί να ήταν περιπατητής στην Τρωάδα. Επιπλέον ο Matthew (2003) επιχειρεί μία ανάλυση βάθους στο έργο του «Fall of Troy VII: New Archaeological Interpretations and Considerations,» Totem: The University of Western Ontario Journal of Anthropology: Vol. 11: Iss. 1, Article 8 και εξηγεί κατ’ αρχήν γιατί έγινε ο Τρωικός Πόλεμος. O λόγος ήταν ο οικονομικός πόλεμος που επέβαλαν οι Χετταίοι ώστε να προκαλέσουν διατάραξη διοικητική εντός του Ελλαδικού χώρου μέσω της διακοπής της ροής του εμπορίου προς τις ακτές της Μικράς Ασίας και της Μέσης Ανατολής. Αποδεικνύεται από τις ανασκαφές ότι πράγματι αυτό συνέβη, (Μathew 2003), και άρχισε να έχει συνέπειες στα βασίλεια των Αχαιών. Παρά την διατάραξη στην οικονομία, που υπήρξε, οι Αχαιοί και οι σύμμαχοι τους μπόρεσαν τελικώς να συγκροτήσουν την εκστρατεία τους.
- Ομηρικά Έπη και Αστρονομικά Φαινόμενα
Στα Ομηρικά Έπη υπάρχουν αναφορές σε αστερισμούς, αστέρες και αστρονομικά φαινόμενα. Αναφερόμενοι στα τελευταία, ο Ηράκλειτος εκ Πόντου (Ὁμηρικά Προβλήματα, εις α περί θεών Όμηρος ηλληγόρησεν (75,1,1–9,3), ο Πλούταρχος (Περί του εμφαινομένου προσώπου τω κύκλω της Σελήνης (931F) και ο Ευστάθιος (Παρεκβολαί εις την Ομήρου Οδύσσειαν (2,67,11-14, 2,84,29-31, 2,204,3-5, 2,241, 3-6 και 2,241,11-13) επισημαίνουν ότι στην Οδύσσεια, κατά την μνηστηροφονία, περιγράφεται μία ηλιακή έκλειψη (ΟD.20.350-357). Στους στίχους αυτούς, ο μάντης Θεοκλύμενος, λίγη ώρα πριν συμβεί η μνηστηροφονία, αναφέρει ότι ο ήλιος έχει χαθεί από τον ουρανό και έχει κάνει την εμφάνιση της μια ‘κακή αχλύς’, δηλαδή μια κακή καταχνιά (και όχι μια απλή συννεφιά) – «ηέλιος δε ουρανού εξαπόλωλε, κακή δ’ επιδέδρομεν αχλύς» (ΟD.20.350-357). Τα αναφερόμενα γεγονότα συμβαίνουν μεσημεριανή ώρα σύμφωνα με το κείμενο, διότι το συμβάν λαμβάνει χώρα μετά το μεσημεριανό φαγητό και πριν το απογευματινό ‘δόρπον’, δηλαδή πριν να νυχτώσει. Η εμφάνιση ‘κακής’ καταχνιάς και όχι συνηθισμένης καταχνιάς ή έστω βαρυσυννεφιάς ή σκότους υποδηλώνει ότι η ηλιακή έκλειψη είναι μερική και όχι ολική, καθόσον στην ολική έκλειψη επικρατεί σκότος για λίγα λεπτά της ώρας κατά το μέγιστο του φαινομένου ενώ το όλον του φαινομένου διαρκεί ώρες.

Λόγω της περιοδικότητας των εκλείψεων, ένας ερευνητής μπορεί με κατάλληλους αλγορίθμους να εντοπίσει εκλείψεις, που συνέβησαν από το έτος 4500 π.Χ. και μέχρι την σημερινή εποχή, αρκεί να έχει κάποια στοιχεία. Και αυτά δίδονται από τον Όμηρο και είναι τα εξής:
- Η εποχή είναι Φθινόπωρο
- Η ώρα της έκλειψης είναι μεσημεριανή
- Πέντε μέρες πριν την ημέρα της έκλειψης, κατά την άφιξη του Οδυσσέα στην Ιθάκη, η Αφροδίτη ήταν ορατή στον ανατολικό ορίζοντα πριν την ανατολή του Ηλίου.
Επίσης, η απαραίτητη συνθήκη προκειμένου να υπάρξει η ηλιακή έκλειψη, είναι να είναι η προηγούμενη νύχτα ασέληνη, δηλαδή να υπάρχει η προϋπόθεση για την φάση της Νέας Σελήνης. Η τελευταία δηλώνεται με σαφήνεια στο χωρίο ΟD.14.161-164 όταν αναφέρεται ότι εκείνη την ημέρα ήταν «του μεν φθίνοντος μηνός, του δε ισταμένοιο». Αυτή η συγκεκριμένη παρατήρηση, μάλιστα, ανήκει επίσης στον Ηράκλειτο εκ Πόντου. Για έναν μάντη-οιωνοσκόπο όπως ο Θεοκλύμενος, του οποίου το όνομα σημαίνει ‘ο ακούν τα θεία’ και ο οποίος ήταν γόνος της μεγάλης οικογένειας μάντεων των Μελαμπιδών, η παρατήρηση του ουρανού την νύχτα, ήταν μέσα στις συνήθεις δραστηριότητες του. Συνεπώς ο Θεοκλύμενος γνώριζε εκ του ασφαλούς ότι μετά την άσέληνη’ νύκτα δηλαδή μετά από μία μαύρη νύκτα χωρίς ορατή σελήνη θα γίνει ηλιακή έκλειψη την αμέσως επόμενη μέρα. Το γεγονός αυτό το διαπίστωσε μετά το μεσημέρι της επόμενης μέρας όταν άρχισε η κακή αχλύς να εμφανίζεται.
Επελέγη το χρονικό διάστημα 1400-1130 π.Χ. ως το χρονικό πλαίσιο της αναζήτησης αυτής της ηλιακής έκλειψης για λόγους, που εξηγούνται παρακάτω.
- Χρονολογήσεις Τρωικού Πολέμου βάσει ηλιακών εκλείψεων στα Ομηρικά Έπη
Η επιστημονική ομάδα χρονολόγησε την εν λόγω ηλιακή έκλειψη με βάση τα προαναφερθέντα στοιχεία, όπως περιγράφονται στην Οδύσσεια και στην Ιλιάδα, όπως θα εκτεθεί στην συνέχεια, με χρήση του προγράμματος Starry Night και του καταλόγου των εκλείψεων της NASA (Espenak and Meuus 2006, 2009a,b,c).
Θα πρέπει να αναφερθεί ότι οι πρώτες προσπάθειες εντοπισμού αυτής της ηλιακής έκλειψης έγιναν από τον Schoch (1926) και από τους Baikouzis και Magnasco (2008), οι οποίοι την ταύτισαν με την ολική ηλιακή έκλειψη της 16ης Απριλίου 1178 π.Χ. Στην δημοσίευση της ομάδας [Papamarinopoulos et al (2012)], απορρίπτεται τεκμηριωμένα για πολλούς λόγους, η προταθείσα ημερομηνία, διότι μεταξύ άλλων, η καταχνιά-‘ἀχλύς’ και όχι σκότος-‘ἠήρ’, υποδηλώνει μερική και όχι ολική ηλιακή έκλειψη και επιπλέον οι προηγούμενοι ερευνητές δεν ερμήνευσαν σωστά την εποχή, η οποία πασιφανώς ήταν Φθινόπωρο και όχι Άνοιξη. Τούτο αποδεικνύεται από πληθώρα ομηρικών περιγραφών, οι οποίες αφορούν το κλίμα, τις συνήθειες των ανθρώπων, τις αγροτικές και βουκολικές ασχολίες, τα οπωροφόρα δένδρα, την μεγάλη διάρκεια των νυχτών κλπ. Στο χωρίο ΟD.15.391-392, ο Όμηρος αναφέρει, παραδείγματος χάριν, ότι οι νύκτες ήταν ‘ἀθέσφατοι’ [μεγάλης διάρκειας]. Αυτό σημαίνει ότι ο Οδυσσέας έφτασε στην Ιθάκη μετά την Φθινοπωρινή Ισημερία η οποία στο τέλος της εποχής του Χαλκού, περί το 1200 π.Χ. ήταν η 4η Οκτωβρίου.
Η προσεκτική ανάγνωση της Οδύσσειας επέτρεψε στην ομάδα να εντοπίσει την ύπαρξη ψυχρών συνθηκών, την χρήση βαριών σκεπασμάτων, το άναμμα φωτιάς για να ζεσταθούν οι άνθρωποι στην Ιθάκη κλπ.
Επίσης όλα τα περιγραφόμενα φυτά (αχλαδιές, μηλιές, συκιές, ροδιές, κληματαριές γεμάτες με σταφύλια κλπ) και οι γεωργικές και κτηνοτροφικές ασχολίες (ΟD.5.68-69, ΟD.5.72-73, ΟD.7.114-116, ΟD.7.122, ΟD.7.124-126, ΟD.24.234, ΟD.24.246-247, ΟD.24.340-344), όπως τρύγος και πατητήρια, πιστοποιούν το Φθινόπωρο. Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγει η ομάδα και από τα πολλά πεσμένα φύλλα, που συναντά ο Οδυσσέας στην Σχερία (ΟD.5.480-487).
Επίσης, οι αστερισμοί, που αναφέρονται από τον Όμηρο (ΟD.5.270-277) και οδηγούν τον Οδυσσέα στο ταξίδι της επιστροφής (Άρκτος, Πλειάδες, Βοώτης, Ωρίων), συνάδουν με νυκτερινό φθινοπωρινό ουρανό για γεωγραφικά πλάτη Μεσογείου Θαλάσσης είτε εντός, είτε εκτός αυτής. Η Μεγάλη Άρκτος παρουσιάζεται ως αειφανής αστερισμός, που βοηθούσε στον προσδιορισμό του Βορρά, όπως αναφέρει ο Άρατος στο έργο του ‘Φαινόμενα καί Διοσημεῖα’. Επειδή η Μεγάλη Άρκτος έπρεπε να είναι στα αριστερά του πλοίου του Οδυσσέα, υποχρεωτικώς η πορεία του τελευταίου ήταν από τα δυτικά προς τα ανατολικά. Οι Πλειάδες, οι οποίες είναι αστρικό σμήνος, αναφέρονται ως αστερισμός από τον Ερατοσθένη και τον Άρατο στα έργα τους ‘Καταστερισμοί’ (Leipzig, 1987) και ‘Φαινόμενα καί Διοσημεῖα’ (La Nueva Italia Editrice, 1956), αντιστοίχως. Επίσης το ομηρικό κείμενο αναφέρεται στον Ωρίωνα και στον ‘ὀψέ δύοντα’ Βοώτη.
Αλλά, η ταυτόχρονη παρουσία στον νυχτερινό ουρανό του Βοώτη και των Πλειάδων συμβαίνει δύο συγκεκριμένες περιόδους: την Άνοιξη και το Φθινόπωρο. Η Άνοιξη απoκλείεται λόγω των προαναφερθεισών ομηρικών περιγραφών και ειδικά λόγω της μεγάλης διάρκειας της νύχτας. Επίσης, η αναφορά στον Βοώτη ως ‘ὀψέ δύοντα’, σύμφωνα με τον Άρατο, αφορά το Φθινόπωρο (‘Φαινόμενα καί Διοσημεῖα’, 579-585). Επιπλέον, οι Πλειάδες την Άνοιξη είναι δυτικά στον ορίζοντα και δύουν λίγες ώρες μετά την δύση του Ηλίου. Συνεπώς δεν μπορεί να είναι ορατές όλη την νύκτα όπως αναφέρει ο Όμηρος. Ωστόσο, το Φθινόπωρο οι Πλειάδες φαίνονται όλη την νύχτα να κινούνται από τα ανατολικά προς τα δυτικά.
Ο Βοώτης την Άνοιξη είναι προς τα ανατολικά, ενώ το Φθινόπωρο είναι προς τα δυτικά, οδεύοντας αργά προς την δύση, δηλαδή είναι, ‘ὀψέ δύων Βοώτης’. Όπως έδειξε το πρόγραμμα Starry Νight, σε εκείνο τον παρελθόντα χρόνο, ο Βοώτης δεν έδυε τελείως στον φθινοπωρινό ουρανό σε γεωγραφικά πλάτη της Μεσογείου Θαλάσσης μέχρι και σε πλάτη νοτίως των Βρετανικών νήσων. Τα δύο αστέρια του (β και γ) παρέμεναν οριακά πάνω από τον ορίζοντα, ενώ ολόκληρος ο αστερισμός φαινόταν να κινείται όλη την νύχτα από τα ΒΔ προς τα ΒΑ. Με άλλα λόγια, ενισχύεται και αστρονομικώς, η εκδοχή του Φθινοπώρου επιπροσθέτως τόσο από τις Πλειάδες, όσο και από τον μη δύοντα πλήρως Βοώτη. Ας σημειωθεί ότι η συμπεριφορά του Βοώτη, στις μέρες μας, ως προς το «οψέ δύοντα» δεν ισχύει σήμερα! Με άλλα λόγια το ομηρικό κείμενο διαθέτει μία προϊστορική μοναδική αστρονομική πληροφορία της συμπεριφοράς του αστερισμού η οποία αποδείχθηκε με το λογισμικό Starry Night ότι ίσχυε μόνον τότε.
Το χρονικό πλαίσιο της αναζήτησης αυτής της ηλιακής έκλειψης, κατά το ομηρικό κείμενο ήταν αρχικά από το 1300 έως το 1130 π.Χ. Το τελευταίο καθορίζεται αφ’ ενός από τα αρχαιολογικά ευρήματα των ανασκαφών στην Τροία καθώς και από τα αποτελέσματα, τα οποία προκύπτουν από τις επίμονες επιστημονικές μελέτες των αρχαιολόγων, οι οποίοι χρονολογούν τις γεωλογικές ζώνες καταστροφής της Τροίας, τις καλούμενες Troy VI (από σεισμό) και Τroy VIIa (από πυρκαγιά) μετά το 1300 π.Χ. και αφ’ ετέρου από την καταστροφή των Μυκηναϊκών κέντρων και την έναρξη των λεγομένων ‘σκοτεινών χρόνων’. Επισημαίνεται ότι στο ίδιο περίπου χρονικό πλαίσιο κυμαίνονται και οι αναφορές διαφόρων αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, ως προς την χρονολόγηση του Τρωικού πολέμου.

- Ηλιακές εκλείψεις στην Ιθάκη και την Τροία
Σύμφωνα με τον κατάλογο των ηλιακών εκλείψεων της NASA (Espenak και Meeus 2006, 2009), 64 ηλιακές εκλείψεις (ολικές, μερικές και δακτυλιοειδείς) ορατές στα Ιόνια Νησιά έλαβαν χώρα μέσα σε αυτό το χρονικό πλαίσιο. Εάν όμως περιοριστούμε στο Φθινόπωρο, όπου μας οδηγεί υποχρεωτικώς o Όμηρος, οι εκλείψεις αυτές μειώνονται σε 14. Όμως το ομηρικό κείμενο δίνει άλλη μια χρήσιμη αστρονομική πληροφορία, η οποία ελήφθη υπ’ όψη από την επιστημονική ομάδα. Ο πλανήτης Αφροδίτη κατά την άφιξη του Οδυσσέα, – πέντε μέρες πριν την μνηστηροφονία, μη συμπεριλαμβανομένης της ημέρας της μνηστηροφονίας – ήταν καλά ορατός στον ανατολικό ορίζοντα, πριν την ανατολή του Ήλιου (ΟD.13.93-95).
O Όμηρος αναφέρει σε διαφορετικά αποσπάσματα της Οδύσσειας πέντε πλήρη ημερόνυχτα ως χρονικά διαστήματα ποικίλων δραστηριοτήτων στην Ιθάκη και την Πελοπόννησο, μετά τον ερχομό του Οδυσσέα. H επιστημονική ομάδα εντόπισε αυτά τα αντίστοιχα ομηρικά αποσπάσματα διαδοχικών χαραυγών, δηλαδή των χρονικών διαστημάτων πριν την Ανατολή του Ηλίου μέχρι και την ημέρα της μνηστηροφονίας, τα οποία είναι τα εξής: (ΟD.13.93-95, ΟD.15.56, ΟD.15.189-193, ΟD.15.495-500, ΟD.17.1-5, ΟD. 20.91-97).
Ο έλεγχος των 14 ημερομηνιών ηλιακών εκλείψεων σε σχέση και με την εμφάνιση της Αφροδίτης στον ανατολικό ορίζοντα έδειξε ότι μόνον πέντε από αυτές τις ημερομηνίες είχαν αυτή την ομηρική προϋπόθεση. Εξ αυτών, οι τρεις, δεν έγιναν καν αντιληπτές, καθόσον η κάλυψη του ηλιακού δίσκου ήταν μόλις 1-2% ή διότι το συμβάν έγινε μετά την δύση του Ηλίου. Η τέταρτη συνέβη γύρω στις 8 π.μ., γεγονός το οποίο δεν είναι συμβατό με την ομηρική περιγραφή της μνηστηροφονίας, η οποία έγινε μετά το μεσημεριανό φαγητό.
Όμως, η πέμπτη ημερομηνία ηλιακής έκλειψης είναι σύμφωνη με όλες τις ομηρικές περιγραφές. Πρόκειται για την μερική ηλιακή έκλειψη της 30ης Οκτωβρίου 1207 π.Χ. με σημαντική κάλυψη των ¾ του ηλιακού δίσκου (74.7%). Το φαινόμενο ξεκίνησε στις 14.31, κορυφώθηκε στις 16.03 και τελείωσε στις 17.23. Η ηλιακή έκλειψη συνέβη στα δυτικά, σε ύψος 20 μοιρών από τον ορίζοντα, στην περιοχή του αστερισμού του Σκορπιού. Λίγη ώρα μετά, στις 17.58, ο Ήλιος έδυσε και για αυτό, όπως περιγράφεται στο ομηρικό κείμενο, αμέσως οι υπηρέτριες έφεραν φως (ΟD.22.497). Την θέση της εν λόγω ηλιακής έκλειψης στον ουρανό των Ιονίων νήσων την απεικονίζει η Εικών 3.

Επιπλέον, η ερευνητική ομάδα επισημαίνει ότι δύο αστρονομικά φαινόμενα, η ηλιακή έκλειψη και μια βροχή διαττόντων αστέρων (πεφταστέρια), περιγράφονται στην Οδύσσεια, ως προφητείες του μάντη Θεοκλύμενου που το όνομα του σημαίνει ‘ο ακούων τα θεία’, καθώς σύμφωνα με τις δοξασίες εκείνης της εποχής, τα έκτακτα αυτά αστρονομικά φαινόμενα συνεδέοντο με θεότητες [Papamarinopoulos et al (2013)].
Ο Όμηρος αναφέρει πολλές φορές ότι ο Τρωικός Πόλεμος διήρκεσε δέκα έτη και ότι ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη είκοσι έτη μετά από την αναχώρηση του. Τρία χωρία της Ιλιάδος (IL.2.328-330, IL.2.134-138, IL.2.295-296) αναφέρουν τον Κάλχα, τον Αγαμέμνονα και τον Οδυσσέα, να επαναλαμβάνουν την δεκαετή διάρκεια του πολέμου και να προσθέτουν ότι τα περιγραφόμενα γεγονότα στην Ιλιάδα, έγιναν στην αρχή του δέκατου ‘έτους του πολέμου’ στην Τροία.
Στην συνέχεια, εντοπίστηκε και άλλη μία ηλιακή έκλειψη, που περιγράφεται στην Ιλιάδα (στο χρονικό πλαίσιο αναζήτησης 1400 – 1130 π.Χ.). Τα στοιχεία που δίνονται από τον Όμηρο για τον εντοπισμό της είναι:
- Η εποχή ήταν καλοκαίρι (περιγραφή πολλής ζέστης και παρουσίας ερωδιού)
- Η ώρα της έκλειψης ήταν αργά το μεσημέρι (θάνατος Πατρόκλου)
- Η Αφροδίτη ήταν στον ανατολικό ορίζοντα ορατή πριν την ανατολή του Ήλιου, τρεις μέρες μετά την έκλειψη και τον θάνατο του Πατρόκλου, κατά την ημέρα που ξημέρωσε μετά την καύση της σορού του.
- Η έκλειψη αυτή έπρεπε να είχε προϋπάρξει δέκα χρόνια πριν από την έκλειψη, που αναφέρεται στην Οδύσσεια.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές κατά την μελέτη του Ομηρικού κειμένου εντόπισαν την περιγραφή μίας ακόμη μερικής ηλιακής έκλειψης ορατής στην Τροία κατά την προϊστορική εποχή και την επιβεβαίωσαν στους καταλόγους των εκλείψεων της NASA [Papamarinopoulos et al, 2014]. Η περιγραφόμενη απόλυτη σκοτεινιά της νύχτας (ΙL.8.500-511, ΙL.10.275-277, ΙL.10.297, ΙL.10.394, ΙL.10.468) πριν από την ημέρα θανάτου του Πατρόκλου είναι συμβατή με την απαραίτητη προϋπόθεση της φάσεως Νέας Σελήνης, προκειμένου να συμβεί μια ηλιακή έκλειψη. Επιπλέον η ύπαρξη του ερωδιού (ΙL.10.274-275), που είναι μεταναστευτικό πτηνό, καθώς και οι σκηνές που αναφέρονται και αντιστοιχούν σε συνθήκες υψηλής θερμοκρασίας (ΙL.20.572-575, ΙL.21.621-622, ΙL.21.642-643, ΙL.21.811-812), υποδηλώνουν ότι η εποχή ήταν είτε προχωρημένη Άνοιξη, είτε αρχή Καλοκαιριού.
- Η ηλιακή έκλειψη στην Τροία και ο θάνατος του Πατρόκλου
Παρακολουθώντας την ομηρική αφήγηση της μάχης, φαίνεται ότι περιγράφεται ένα σταδιακό σκοτείνιασμα (το οποίο προκαλεί ο Ζευς), που ξεκινά το μεσημέρι, την ώρα θανάτου του Σαρπηδόνα (ΙL.16.567-568), και αυξάνεται την ώρα θανάτου του Πατρόκλου (ΙL.17.269-270).
Δεν πρόκειται για ολική ηλιακή έκλειψη, καθώς υπάρχει ορατότητα και η σκληρότατη μάχη συνεχίζεται κανονικά γύρω από το σώμα του νεκρού Πατρόκλου. Μάλιστα στους στίχους: «῝Ως οἳ μέν μάρναντο δέμας πυρός, οὐδέ κε φαίης οὔτέ ποτ’ ἠέλιον σῶν ἔμμεναι οὔτε σελήνην» (ΙL.17.366-377), υποδηλώνεται η ‘συνύπαρξη’ Ηλίου και Σελήνης. Θα ήταν λογικό να γίνει αναφορά μόνο στον Ήλιο και όχι και στην Σελήνη μέσα στο μεσημέρι, που γίνεται αυτή η μάχη. Βεβαίως μπορεί κανείς να διακρίνει αχνά και την Σελήνη σε ημερήσιο φως, αλλά όχι κάτω από τον έντονο ηλιακό φωτισμό ενός ζεστού καλοκαιρινού μεσημεριού, όπως αυτό που περιγράφεται. Συνδυάζοντας τις παραπάνω περιγραφές έγινε αντιληπτό ότι ο ποιητής περιγράφει μια μερική ηλιακή έκλειψη, όπου ο σκοτεινός δίσκος της Σελήνης βρίσκεται ακριβώς δίπλα και εν μέρει καλύπτει τον φωτεινό ηλιακό δίσκο. Η περιγραφή μάλιστα συνεχίζεται (ΙL.17.366-377) με την διευκρίνιση ότι το φαινόμενο της συνύπαρξης των δύο ουρανίων σωμάτων δεν γίνεται αντιληπτό από τους μαχόμενους σκληρά, γύρω από τον νεκρό Πάτροκλο, οι οποίοι βρίσκονται ενδιάμεσα των στρατευμάτων, καθώς «ἠέρι γάρ κατέχοντο μάχης ἐπί θ’ ὅσσον ἄριστοι ἕστασαν ἀμφί Μενοιτιάδῃ κατατεθνηῶτι». Δηλαδή, αυτούς τους κάλυπτε το σκοτάδι της μάχης (‘ἠέρι μάχης)’, συνεκδοχικά η σκοτεινιά του πολέμου, και δεν αντιλαμβάνονται το ουράνιο φαινόμενο.
Σε αντίθεση με όλους τους άλλους μαχόμενους, στην ίδια βεβαίως πεδιάδα, οι οποίοι πολεμούν κάτω από αίθριο ουρανό, με οξύ, διαπεραστικό, εκτυφλωτικό ηλιακό φως, ενώ ‘δεν φαίνεται πουθενά σύννεφο, ούτε στη γη, ούτε στα όρη’ («οι δ’ άλλοι Τρώες και εϋκνήμιδες ᾿Αχαιοί εύκηλοι πολέμιζον υπ’ αιθέρι, πέπτατο δ’ αυγή ηελίου οξεία, νέφος δ’ ου φαίνετο πάσης γαίης ουδ’ ορέων»). Η τελευταία επισήμανση υποδηλώνει την ύπαρξη μιας ‘σκοτεινιάς’, όπως όταν υπάρχει νέφωση, χωρίς όμως, στην συγκεκριμένη περίπτωση, την ύπαρξη νεφών. Πρόκειται για το σκοτείνιασμα, που επιφέρει μία μερική ηλιακή έκλειψη. Το οξύ εκτυφλωτικό ηλιακό φως προέρχεται από το εναπομείναν μικρό τμήμα του ηλιακού δίσκου, που δεν έχει καλυφθεί από τον σεληνιακό δίσκο.
Στην συνέχεια και ενώ η μάχη συνεχίζεται, η θεά Αθηνά ως μια ‘πορφυρή νεφέλη’ κατέβηκε από τον ουρανό επί του εδάφους (ΙL.17.545-555), καλύπτοντας τα στρατεύματα, οπότε η μάχη διακόπτεται λόγω μη ορατότητας, όπως δηλώνεται δια στόματος του Αίαντα (ΙL.17.644-651). Δηλαδή, το μειωμένο ηλιακό φως, λόγω της έκλειψης, επιβαρύνεται από την προσθήκη αυτού του κόκκινου νέφους.
Για την ερμηνεία αυτού του κόκκινου νέφους καθώς και για την πτώση στην γη ‘αιμάτινων δροσοσταλίδων’ [αιματοέσσας δε ψιάδας κατέχευεν έραζε] (IL.16.459), που προηγήθηκαν στο πεδίο της μάχης, παρέχεται επιστημονική εξήγηση σε όρους Αστροφυσικής και Ατμοσφαιρικής Φυσικής σε πρόσφατη δημοσιευμένη εργασία της ομάδας (Papamarinopoulos et al., 2016). Η εξήγηση η οποία δίδεται αφορά την δημιουργία συνθηκών (οι οποίες αναλύονται), προγενεστέρως της ηλιακής έκλειψης, που οδήγησαν στην παρουσία ενός ερυθρού σύννεφου και την κάθοδό του επί του εδάφους, ως ομίχλη στο πεδίο της μάχης, την ώρα της μέγιστης φάσης της ηλιακής έκλειψης, λόγω της απότομης μεταβολής της θερμοκρασίας και της υγρασίας στην πεδιάδα των μαχών, εξ αιτίας ακριβώς της ύπαρξης της ηλιακής έκλειψης. Η συνύπαρξη των δύο φαινομένων τονίζεται μέσα στο ομηρικό κείμενο, ως η αιτία της έλλειψης παντελούς ορατότητας για λίγα λεπτά.
Ο Αίας προσεύχεται στον Δία να επαναφέρει το φως και εκείνος ανταποκρίνεται άμεσα. Πράγματι, η μέγιστη φάση μιας ηλιακής έκλειψης κρατά μόνο μερικά λεπτά. Έτσι ο Ζευς επιφέρει δύο συμβάντα, καθώς υπήρχαν δύο φαινόμενα, ‘ἠέρα μέν σκέδασε καί άπωσεν ὁμίχλην’ (ΙL.18.649-650). Δηλαδή σκόρπισε το σκοτάδι (λόγω της έκλειψης) και απομάκρυνε και την ομίχλη. Οπότε ‘ἠέλιος δέ ἐπέλαμψε’, δηλαδή ο Ήλιος έλαμψε ψηλά στον ουρανό.

Ο ποιητής, όμως, δίνει και άλλη μία χρήσιμη αστρονομική πληροφορία. Μετά τον θάνατο του Πατρόκλου (μη συμπεριλαμβανομένης της ημέρας θανάτου του) σε διαφορετικά αποσπάσματα του κειμένου αναφέρονται τρεις χαραυγές. Η ομάδα εντόπισε αυτές τις τρεις διαδοχικές χαραυγές, οι οποίες περιγράφονται σε αντίστοιχα αποσπάσματα (ΙL.19.1-2, ΙL.23.109-110 και ΙL.23.226-228). Στο πρώτο και στο δεύτερο εξ αυτών περιγράφεται η πρώτη και η δεύτερη χαραυγή αντιστοίχως μετά τον θάνατο του Πατρόκλου. Στο τρίτο περιγράφεται η χαραυγή μετά το τέλος της διά πυρός καύσης της σορού του Πατρόκλου, οπότε επισημαίνεται η εμφάνιση της Αφροδίτης (Venus) στον ανατολικό ορίζοντα πριν την ανατολή του Ηλίου.
Με δεδομένη την ύπαρξη μιας ακόμη ηλιακής έκλειψης που αναφέρεται στην Οδύσσεια, θα πρέπει η έκλειψη της Ιλιάδας να προηγείται κατά δέκα έτη πολέμου, σύμφωνα με τον ίδιο τον Όμηρο. Συνεπώς, η επιστημονική ομάδα όφειλε να αναζητήσει δύο ηλιακές εκλείψεις (μέσα στο χρονικό πλαίσιο 1400-1130 π.Χ.), που να ικανοποιούν τις εξής ομηρικές προϋποθέσεις:
- Μια έκλειψη ορατή στην Τροία, μεσημεριανή ώρα, που συνέβη προχωρημένη Άνοιξη ή Καλοκαίρι. Επί πλέον ο πλανήτης Αφροδίτη πρέπει να είναι ορατός στον ανατολικό ορίζοντα, πριν την ανατολή του Ηλίου, τρεις μέρες μετά την ηλιακή έκλειψη.
- Μετά μία δεκαετία, μια έκλειψη ορατή στην Ιθάκη, μεσημεριανή ώρα, που συνέβη το Φθινόπωρο. Επιπροσθέτως ο πλανήτης Αφροδίτη πρέπει να είναι ορατός στον ανατολικό ορίζοντα, πριν την ανατολή του Ηλίου, πέντε μέρες πριν την ηλιακή έκλειψη.
- Το πρόγραμμα Starry Night και οι κατάλογοι εκλείψεων της NASA
Με χρήση του προγράμματος Starry Night και των καταλόγων των εκλείψεων της NASA, ελέγχθηκε όλη η χρονική περίοδος, από το 1400 έως το 1130 π.Χ. Επρεπε να ληφθεί υπ’ όψη η έναρξη της άνθησης του Πολιτισμού των Αχαιών, το 1400 π.Χ., δηλαδή η ακμή και το τέλος του κόσμου τους το 1130 π.Χ.. Θα πρέπει ακόμη να επισημάνουμε ότι θα ήταν φοβερά ριψοκίνδυνο να πραγματοποιηθεί εκστρατεία των Αχαιών εναντίον της Τροίας κατά την ακμή της Χεττιτικής Αυτοκρατορίας, αλλά μόνον όταν η τελευταία έχασε την δύναμη της μετά την ήττα της από τους Αιγυπτίους στην μάχη του Kadesh το 1275/4 π.Χ. (Spalinger, 2005) και κυρίως μετά την ήττα της από τους Ασσυρίους στην μάχη Nihriya το 1237 π.Χ. (Liverani, 2001). Αφού ελήφθησαν υπόψη όλα τα προαναφερθέντα, εντοπίστηκε η ημερομηνία αυτής της μερικής ηλιακής έκλειψης που ήταν η 6η Ιουνίου του 1218 π.Χ. Η θέση της συγκεκριμένης ηλιακής έκλειψης παρουσιάζεται στην Εικόνα 5 στην αριστερή πλευρά της.

Η μερική ηλιακή έκλειψη της 6ης Ιουνίου 1218 π.Χ. στην Τροία, η οποία μετά από έναν έως δύο μήνες αλώθηκε, ικανοποιεί και την αναφορά του Ομήρου να προηγείται μία δεκαετία από την επιστροφή του Οδυσσέα που έγινε την 25η Οκτωβρίου του 1207 π.Χ. και στη συνέχεια ακολούθησε η έκλειψη της Ιθάκης πέντε μέρες μετά, δηλαδή την 30η Οκτωβρίου 1207 π.Χ. Το ζεύγος αυτών των δύο ηλιακών εκλείψεων είναι το μοναδικό, που ικανοποιεί αυτόν τον ομηρικό όρο, στο χρονικό πλαίσιο 1400-1130 π.Χ..
Η μερική ηλιακή έκλειψη στην Τρωάδα συνέβη μεσημέρι, με έναρξη στις 14.10, μέγιστη φάση στις 15.45 και λήξη στις 17.07, ενώ η κάλυψη του ηλιακού δίσκου ήταν 75.2%. Ο συγχρονισμός της με τον θάνατο του Πατρόκλου είναι εμφανής.
Τρεις μέρες μετά την έκλειψη, τα χαράματα της 9ης Ιουνίου, η Αφροδίτη ήταν πολύ καλά ορατή στον ανατολικό ορίζοντα, καθώς ανέτειλε στις 3.12, ενώ ο Ήλιος ανέτειλε στις 4.48, όπως φαίνεται στην Εικόνα 6 στην δεξιά πλευρά του χάρτη.

Η ευρεθείσα ηλιακή έκλειψη της 6ης Ιουνίου του 1218 π.Χ. οριοθετείται, σε περιοχή του ουρανoύ της Τρωάδος, από τους αστερισμούς του Ωρίωνος, του Ταύρου (με τα νεφελώματα Πλειάδες και Υάδες) και της Μεγάλης Άρκτου. Το χωρίο της Ιλιάδος ΙL.18.483-489 αναφέρει αυτούς ακριβώς τους αστερισμούς, οι οποίοι δίκην στεφάνου κυκλώνουν την ουράνια περιοχή, όπου έγινε ή έκλειψη. Οι αστερισμοί αυτοί αναφέρονται στην περιγραφή της δεύτερης ασπίδας του Αχιλλέα, δεδομένου ότι η πρώτη λαφυραγωγήθηκε από τους Τρώες, όταν σκότωσαν τον Πάτροκλο. Η ήδη παρουσιασθείσα Εικών 5 δείχνει τον ουρανό της Τροίας την ώρα της έκλειψης, η οποία έλαβε χώρα στον αστερισμό των Διδύμων και είναι οριοθετημένη από τους συγκεκριμένους αστερισμούς, οι οποίοι αναφέρεται ότι απεικονίζονταν πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα!

Eπιπροσθέτως, στην δημοσίευση της ομάδας Papamarinopoulos et al (2014) απορρίπτεται τεκμηριωμένα και για πολλούς λόγους η ολική ηλιακή έκλειψη της 11ης Ιουνίου 1312 π.Χ. ή της 24ης Ιουνίου του 1312 π.Χ., σε Γρηγοριανό και Ιουλιανό ημερολόγιο αντιστοίχως, την οποία πρότεινε ο Henriksson (2012). Η όλη περιγραφή του ομηρικού κειμένου αντιστοιχεί σε μερική και όχι σε ολική ηλιακή έκλειψη, όπως προτείνει ο εν λόγω ερευνητής. Επίσης υπάρχουν επιστημονικώς ασυγχώρητες ασυμβατότητες στο όλο σκεπτικό, που παρουσιάζει, προκειμένου να δικαιολογήσει την επιλογή του.
Η περιγραφόμενη στο ομηρικό κείμενο ζέστη και η εμφάνιση του μεταναστευτικού πτηνού ερωδιού (ΙL.10.275-277),ταιριάζουν απόλυτα στις αρχές Ιουνίου, ένα περίπου μήνα πριν το θερινό ηλιοστάσιο, που τότε (λόγω του φαινομένου της μετάπτωσης) ήταν την 4η Ιουλίου.
Ως γνωστόν, η κοινή αποδοχή της χρονικής αναφοράς της πρώτης τέλεσης των Ολυμπιακών Αγώνων το έτος 776 π.Χ. εκ μέρους του κράτους της Ήλιδος, έγινε προς τα μέσα του 3ου αιώνος π.Χ. Η ομάδα παραθέτει εννέα αποσπάσματα, τα οποία αφορούν την χρονολόγηση γεγονότων με βάση τις Ολυμπιάδες από τα μέσα του 3ου αιώνος π.Χ. Συγκεκριμένα, τρία από τον Διόδωρο Σικελιώτη, (Ἱστορικὴ Βιβλιοθήκη 1,4,7-1,68,6-7,5,1), τρία από τον Διονύσιο Αλικαρνασσέα, (Ῥωμαϊκαὶ Ἀρχαιότητες, 1, 74, 1-1,74,4-3,1,4) και τρία από τον Πολύβιο Μεγαλοπολίτη, (Ἱστορίαι, 3,17,1 – 4,26,1-5,105,3).
Κατά την κλασσική εποχή στην Ελλάδα οι χρονολογικές αφετηρίες ήταν διαφορετικές. Στην Αθήνα π.χ., τα έτη καθορίζονταν από τον επώνυμο Άρχοντα, στην Σπάρτη από τον επώνυμο Έφορο και στο Άργος από την ισόβια ιέρεια της Ήρας.
Επίσης για την ύπαρξη διαφορετικής αρχής του έτους στις ελληνικές πόλεις κατά τους αιώνες πριν από την χρονολόγηση με βάση τις Ολυμπιάδες, παρατίθενται τα εξής αποσπάσματα: Φώτιος, Λεξικόν, 291 και Πλούταρχος, Πελοπίδας, 25. Επί πλέον υπάρχουν και πολλά άλλα περιγραφόμενα στην βιβλιογραφία, όπως λόγου χάριν αναφέρονται από τους Μάνο Δανέζη και Στράτο Θεοδοσίου, στο βιβλίο τους “Οδύσσεια των Ημερολογίων”, (Αθήνα, 1995).
Είναι αναμενόμενο ότι για τους προγενέστερους αιώνες, όπως για το τέλος του 13ου αιώνος π.Χ. και τις αρχές του 12ου αιώνα π.Χ. παραδείγματος χάριν, δεν υπήρχε κοινό ημερολόγιο για τα Βασίλεια των Αχαιών. Συνήθως η πρωτοχρονιά είχε σχέση με κάποιο ηλιοστάσιο ή κάποια ισημερία, αλλά διέφερε από περιοχή σε περιοχή. Κατά συνέπεια ο Όμηρος δεν θα μπορούσε να δίνει την δεκαετία του πολέμου με βάση ένα κοινό ημερολόγιο, με μία κοινή πρωτοχρονιά. Ως εκ τούτου ο κοινός χρόνος για όλους τους μαχόμενους ήταν ‘πόσα έτη πολεμούν’, δηλαδή τα ‘έτη πολέμου’. Πράγματι, ο Κάλχας, ο Αγαμέμνων και ο Οδυσσέας (ΙL.2.134-135, ΙL.2. 295-296, ΙL.2.328-329), αντιστοίχως, αλλά και άλλοι, αναφέρουν ότι έχουν ήδη πολεμήσει 9 έτη και τώρα βρίσκονται στην αρχή του 10ου έτους του πολέμου.
Επιπροσθέτως, η ομάδα στηριζόμενη σε κείμενα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας των μεταγενέστερων περιόδων αποδεικνύει ότι οι εκστρατείες ξεκινούσαν μετά την Άνοιξη. Παραθέτει δε πολλά αποσπάσματα αρχαίων ιστορικών και άλλων συγγραφέων και συγκεκριμένα: Δύο από τον Ηρόδοτο, (Ἱστορία, 6,106 -107 και 7,206), δεκαεπτά από τον Θουκυδίδη, (Ξυγγραφή, 5,26,1 – 5,20,3 – 2,2,1 – 2,103,1 -4,117,1 – 6,8,1 – 6,88,6 – 6,94,1 – 7,15,2 – 7,17,1 – 8,2,4 – 8,7,1 – 8,61,1 – 1,30,4 -2,34,1 – 2,102,2 – 6,88,5), δύο από τον Ξενοφώντα (Ἑλληνικά, 3,2,6 – 5,3,1), επτά από τον Αρριανό (Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις,1,1,4 – 1,11,3 – 3,6,1 – 4,18,4 – 4,22,3 -4,7,1 – 4,18,2) και τρία από τον Δίωνα τον Κάσσιο (Ῥωμαϊκαὶ ἱστορίαι, 36,5,1 – 49, 31,4 – 54,33,1).
Από όλα αυτά αποδεικνύεται ότι οι εκστρατείες ξεκινούσαν κατά κανόνα την Άνοιξη. Κατά συνέπεια η ίδια λογική της διεξαγωγής των πολέμων και της επιμελητείας των εκστρατειών κατά την κλασσική, την ελληνιστική και την ρωμαϊκή εποχή θα πρέπει να προεκταθεί και κατά την μυκηναϊκή περίοδο, που συμπίπτει με την ύστερη εποχή του Χαλκού.
Ένα, λοιπόν, ‘έτος πολέμου’ στην Τροία άρχιζε την Άνοιξη ενός έτους και τελείωνε την Άνοιξη του επομένου έτους.
Συνεπώς, με σημερινή χρονολόγηση, το πρώτο ‘έτος πολέμου’ ήταν μεταξύ των ετών 1227-1226 π.Χ. και το δέκατο ‘έτος πολέμου’ ήταν μεταξύ των ετών 1218-1217 π.Χ. Η άλωση της Τροίας έλαβε χώρα στην αρχή του δέκατου ‘έτους του πολέμου’, όπως γράφει ο Όμηρος, δηλαδή το καλοκαίρι του 1218 π.Χ., όπως προτείνει η ομάδα. Ο Οδυσσέας αναχώρησε από την Ιθάκη το 1228-1227 π.Χ. και επέστρεψε το 20ο έτος, δηλαδή το 1208-1207 π.Χ.
Η επιστημονική ομάδα παραθέτει στον Πίνακα 1 τα έτη πολέμου (από Άνοιξη σε Άνοιξη) και το έτος επιστροφής του Οδυσσέα.
Πίναξ 1. Τα έτη του πολέμου και της επιστροφής του Οδυσσέα
- 1227-1226 π.Χ. Πρώτο έτος πολέμου
- 1218-1217 π.Χ. Δέκατο έτος πολέμου
- 1208-1207 π.Χ. Εικοστό έτος – Επιστροφή Οδυσσέα στην Ιθάκη
- Χρονολογήσεις του Τρωικού Πολέμου από ιστορικούς και αρχαιολόγους
Η επιστημονική ομάδα παραθέτει επίσης και τον Πίνακα 2 o οποίος περιέχει τις απόψεις των αρχαίων ιστορικών για την χρονολόγηση του Τρωικού Πολέμου. Οι ιστορικοί χρονολογούν τον Τρωικό Πόλεμο που περιγράφεται από τον Όμηρο στο χρονικό διάστημα από το 1514 π.Χ. μέχρι το 1171 π.Χ.
Πίναξ 2. Οι απόψεις των αρχαίων ιστορικών
Όνομα συγγραφέως
|
Έτος π.Χ. |
Δούρις Σάμιος (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, 1960)
|
1454 ή 1514 |
Κλείταρχος Αλεξανδρεύς (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς,
1960)
|
1274 ή 1334 |
Τίμαιος Ταυρομενίτης (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς,1960)
|
1274 ή 1334 |
Ερατοσθένης Αλεξανδρεύς (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, 1960)
|
1184 ή 1228 ή 1288 |
Έφορος Κυμαίος (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς,1960)
|
1189 ή 1249 |
Φανίας Ερέσιος (Κλήμης Αλεξανδρεύς, Στρωματεῖς,1960)
|
1169 ή 1229 |
Ηρόδοτος Αλικαρνασσεύς (Ἱστορία, 1968)
|
περί το 1250 |
Δικαίαρχος Σικελιώτης (Fragmenta, 1888-1906)
|
1212 |
Πάριον Χρονικόν (Παράγραφος 24 του κειμένου, 2001)
|
1208 |
Σωσίβιος Λάκων (Censorinus, De die natali, 1810)
|
1171 |
Σημείωση: Εντός παρενθέσεων είναι οι πηγές, που αναφέρουν τους αρχαίους συγγραφείς.
Η ομάδα παραθέτει επίσης και τον Πίνακα 3, στον οποίο παρουσιάζονται οι απόψεις των αρχαιολόγων σχετικώς με την καταστροφή της Τροίας, που καλύπτουν το χρονικό διάστημα από το 1270 μέχρι το 1180 π.Χ., ιδιαίτερα όσον αφορά την γεωαρχαιολογική ζώνη Τroy VIIa, η οποία φέρει σαφή ίχνη καταστροφής από πυρκαγιά η οποία ήταν σαφής εμπρησμός και όχι ένα ατύχημα που οπωσδήποτε συνέβη σε προγενέστερο αιώνα στην ίδια πόλη αλλά αυστηρώς τοπικώς και χωρίς μαρτυρίες εισβολής. Για ένα μεγάλο μέρος των αρχαιολόγων αντιστοιχεί στην ομηρική Τροία. Στην τελευταία, στην περιοχή της κατώτερης Τροίας πέραν των ανακτόρων, έχουν βρεθεί κεφαλές βελών, δηλαδή μαρτυρία στρατιωτικής εισβολής καθώς και σωροί από στρογγυλές πέτρες κατάλληλες να χρησιμοποιηθούν από σφενδόνες, δηλαδή μαρτυρία άμυνας της πόλης εν κινδύνω καθώς και σκελετοί. Ένας εξ αυτών αντιστοιχεί σε νεαρή γυναίκα ηλικίας 16 ή 17 ετών. Ο σκελετός είναι εν μέρει καμένος σε βιαστική ταφή σε δημόσιο χώρο (Cline,2013) ! Ούτε ο αποθανών M.Korfmann ούτε ο διαπρεπής αρχαιολόγος Ε.Cline λαμβάνουν θέση σε ποιόν ανήκαν οι άκρες των βελών με βάση το επιχείρημα ότι δεν θα μπορούσαν οι Αχαιοί να οργανώσουν μία τέτοια εκστρατεία τότε. Ας σημειωθεί ότι δεν έχει γίνει ακόμη μη καταστροφική φυσικοχημική μελέτη ως προς την σύσταση τους ώστε να αποδειχθεί αν έχουν ή όχι παραμέτρους αντίστοιχες των βελών των Αχαιών η των Ανθρώπων της Θάλασσας. Στην Εικόνα 8 παρουσιάζονται άκρες βελών καθώς και πέτρες για χρήση σφεντόνας. Η θέση αυτών καθώς και όλων των ευρημάτων στην Τροία περιγράφεται καλώς στην απάντηση των στελεχών της ομάδας του Tubingen και του Πανεπιστημίου του Cincinnati προς την κριτική του Frank Kolb,(Late Bronze Age Troy: A Response to Frank Kolb By Peter Jablonka and Charles Brian Rose American Journal of Archaeology Vol. 108, No. 4 (October 2004), pp. 615–630) η οποία είναι εύκολα προσιτή στο ψηφιακό χώρο.

Πίναξ 3. Oι απόψεις των αρχαιολόγων
Όνομα συγγραφέως | Γεω-Αρχαιολογική ζώνη (στρώμα) | Η καταστροφή της Τροίας σε έτος π.Χ.
|
C. Nylander (1963)
|
Τροία VI
|
Θεωρεί ότι ο Τρωικός πόλεμος δεν είναι ιστορικό γεγονός
|
M. Finley et al (1964)
|
Τροία VI
|
Θεωρεί ότι ο Τρωικός πόλεμος δεν είναι ιστορικό γεγονός
|
W. Dörpfeld ( Zengel, 1990)
|
Τροία VI
|
περίπου 1250, αλλά μετά την μάχη της Kadesh
|
C. Blegen ( Zengel, 1990)
|
Τροία VIIa
|
1270-1240
|
V. R. d’A. Desborough (1966)
|
Τροία VIIa
|
1230-1250
|
M. Wood (1998) | Τροία VI
|
1250-1260
|
S. Hiller (1991) | Τροία VIh
Τροία VIIa
|
Στο μέσον του 13ου αιώνα
Στο τέλος του 13ου και στην αρχή του 12ου αιώνα
|
G. Mylonas (1964)
|
Τροία VIIa
|
περίπου 1200
|
P. Moutnzoy (1999a,b)
|
Τροία VIIa
Τροία VIh |
περίπου 1210
περίπου 1300
|
M. Korfmann (2004a,b)
|
Τροία VIIa /VIIb1
|
1200 – 1180
|
S. Hood (1998)
|
Τροία VIIb2
|
10ος αιώνας
|
Η πρώτη ομάδα αποτελείται από τους αρχαιολόγους Νylander (1963) και Finley (1964) οι οποίοι δεν αποδέχονται την ιστορικότητα του Τρωικού Πολέμου.
Η δεύτερη αποτελείται από τους Dörpfeld (αναφέρεται από τον Zengel, 1990), Blegen (αναφέρεται από τον Zengel, 1990), Desborough (1966), Wood (1998) και Ηiller (1991), οι οποίοι χρονολογούν την καταστροφή της Τροίας περί το 1250 π.Χ.
Η τρίτη ομάδα αποτελείται από τους Μυλωνά (1964), την Mountzoy (1999a και 1999b), τον Korfmann (2004a και 2004b) και τον Hood (1998), οι οποίοι χρονολογούν την καταστροφή της Τροίας περί το 1200 π.Χ., περί το 1210 π.Χ., μεταξύ του 1200 και 1180 π.Χ. και τον 10ο αιώνα π.Χ. αντιστοίχως.


Συμπεράσματα
H επισήμανση του Πλουτάρχου ότι ‘η παλαιά φυσική επιστήμη’ ήταν ‘φυσικός λόγος’ κρυμμένος μέσα σε ‘μύθους’ και ‘μυστηριώδη θεολογία’ ισχύει και για τα ομηρικά έπη, που περιγράφουν γεγονότα, που συνέβησαν στο τέλος του 13ο αιώνα π.Χ. Η ‘φυσική επιστήμη’ και στην συγκεκριμένη περίπτωση, το αστρονομικό φαινόμενο της ηλιακής έκλειψης, υποκρύπτεται μέσα στην ποιητική αφήγηση και αποδίδεται σε θεότητες, στον Δία, στην Αθηνά ή στον Απόλλωνα.
Η εν θέματι επιστημονική ομάδα σε σειρά εργασιών της (Papamarinopoulos et al (2012, 2013, 2014 και 2016)) στο περιοδικό Mediterranean Archaeology and Archaeometry, χρονολόγησε την επιστροφή του Οδυσσέα στην Ιθάκη και την πτώση της Τροίας με βάση τα αστρονομικά στοιχεία των δύο επών. Η τελευταία, επιπροσθέτως, παρουσίασε τις απόψεις της στο διεθνές συνέδριο στην αρχαία Ολυμπία το 2016, ‘Η αρχαία Ελλάδα και ο σύγχρονος κόσμος’, και τις έθεσε υπ ‘ όψιν του διεθνούς ακροατηρίου ως είθισται. Στον πιο κάτω σύνδεσμο παρουσιάζεται όλος ο τόμος των πρακτικών έτσι ώστε οι αναγνώστες να μπορούν να διαβάσουν ότι επιθυμούν:
http://timelessgreece.org/2017/PROCEEDINGS_Greek_v28_02_sm.pdf
http://timelessgreece.org/2017/PROCEEDINGS_Greek_v28_02_print.pdf
Η ομάδα με όρους Αστροφυσικής, Ατμοσφαιρικής Φυσικής και Γεωφυσικής εντόπισε, ανέλυσε και ερμήνευσε και άλλα φαινόμενα, που υπάρχουν εντός των ομηρικών επών.
Η αστρονομική χρονολόγηση της πτώσης της Τροίας, το 1218 π.Χ. είναι πολύ κοντά στην ομάδα των ιστορικών, όπως του Δικαιάρχου από την Σικελία, ο οποίος την χρονολογεί το 1212 π.Χ. και του Πάριου Χρονικού, όπου άγνωστος ιστορικός, την χρονολογεί το 1208 π.Χ.
Το έτος 1218 π.Χ. είναι επίσης πολύ κοντά στην χρονολόγηση της ομάδας των αρχαιολόγων, όπως του αειμνήστου ακαδημαϊκού Γεωργίου Μυλωνά, ο οποίος χρονολογεί το στρώμα Troy VIIa, δηλαδή την γεωαρχαιολογική ζώνη με ίχνη καταστροφής από πυρκαγιά, περίπου το 1200 π.Χ. και της P. Mountzoy, η οποία το χρονολογεί περίπου το 1210 π.Χ.
H ομάδα επισημαίνει, ότι η ‘μέση τιμή’ χρονολόγησης αυτής της γεωαρχαιολογικής ζώνης Troy VIIa, η οποία φέρει ίχνη πυρκαγιάς, είναι περίπου το 1250 π.Χ. Η μέση αυτή τιμή έχει προκύψει από τις ανασκαφικές μελέτες των αρχαιολόγων, οι οποίοι στηρίχθηκαν κυρίως στην κεραμική και εν μέρει σε χρονολογήσεις με άνθρακα 14. Αυτή η τιμή έχει εύρος σφάλματος, δηλαδή ένα + και ένα – μερικών ετών ή μερικών δεκαετιών, το οποίο υποχρεωτικώς είτε προστίθεται, είτε αφαιρείται από το 1250 π.Χ.. Το σφάλμα υποδηλώνει τον βαθμό αβεβαιότητας των εκτιμήσεων και οφείλεται στον τρόπο, με τον οποίο γίνονται οι χρονολογήσεις. Η χρονολόγηση όμως, η οποία προέκυψε από τα αστρονομικά στοιχεία των δύο επών έχει μηδαμινό σφάλμα αβεβαιότητας και βρίσκεται εντός των πλαισίων χρονολόγησης της αρχαιολογικής έρευνας και των αναφορών των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων. Eπιπροσθέτως ελέγχθηκαν οι αιώνες 9ος, 8ος και 7ος π.Χ., διότι είναι δυνατόν να έζησε ο Όμηρος τότε και να είχε γνώση του ζεύγους των μερικών εκλείψεων ηλίου ορατών στην Τρωάδα και τα Ιόνια νησιά αντιστοίχως, οι οποίες να απείχαν δέκα χρόνια η μία από την άλλη. Αποδείχθηκε, με βάση τους καταλόγους της ΝΑΣΑ, ότι η ομηρική προϋπόθεση της δεκαετίας ως χρονικής απόστασης, μεταξύ τους, δεν ικανοποιείται σε αυτούς τους αιώνες παρά μόνον στο τέλος του 13ου αιώνος και αρχές του 12ου αιώνος π.Χ. όπου υποχρεωτικώς μας οδηγεί ο Όμηρος ο οποίος δεν ζούσε τότε και επομένως δεν μπορούσε να γνωρίζει την ύπαρξη αυτού του ζεύγους τότε.
Ήταν η 6η Ιουνίου του 1218 π.Χ., όταν σκοτώθηκε ο Πάτροκλος, υπό την σκιά μιας μερικής ηλιακής έκλειψης, ενώ η πτώση της Τροίας έγινε περίπου μετά ένα-δύο μήνες. Ο Οδυσσέας επέστρεψε στην Ιθάκη την 25η Οκτωβρίου του 1207 π.Χ. και φόνευσε τους διεκδικητές του θρόνου του την 30η Οκτωβρίου του 1207 π.Χ., υπό την σκιά μιας άλλης μερικής ηλιακής έκλειψης. Τα γεγονότα αυτά σημαντικά από μόνα τους, συνδέθηκαν αναπόφευκτα με τα αστρονομικά φαινόμενα των εκλείψεων, σύμφωνα με τις δοξασίες εκείνης της μακρινής εποχής και παρέμειναν έντονα χαραγμένα στην μνήμη των ανθρώπων ως ένα παρελθόν ηρώων, το οποίο προφορικώς και εμμέτρως το μετέφεραν από γενιά σε γενιά. Ήταν φυσικό επακόλουθο η Μούσα να παραλάβει τους θρύλους και να τους μετατρέψει σε επικό έμμετρο ποίημα. Άλλωστε η επική ποίηση, περιγράφει κατορθώματα ηρώων και γεγονότα, που συνέβησαν σε παρελθόντα χρόνο.
Αστρονομική χρονολόγηση του τέλους του Τρωικού Πολέμου – Σταύρος Παπαμαρινόπουλος

Σημείωση: Σύνδεσμοι όπου βρίσκονται ανηρτημένες οι εργασίες της ομάδας στον ιστότοπο της ΝΑSΑ.
The SAO/NASA Astrophysics Data System
http://adsabs.harvard.edu/abs/2014MAA….14…93P
http://adsabs.harvard.edu/abs/2013MAA….13…69P
http://adsabs.harvard.edu/abs/2012MAA….12..117P
Αφιέρωση
Το άρθρο αυτό αφιερώνεται στον αείμνηστο Ακαδημαϊκό, Καθηγητή Πανεπιστημίου Αθηνών, Ισόβιο Εταίρο της Αρχαιολογικής Εταιρείας Αθηνών Σπύρο Ιακωβίδη πραγματικό δάσκαλο που φαινότανε στις πολλές συζητήσεις που κάναμε στο γραφείο του στις Μυκήνες πάνω στα θέματα του πολιτισμού των Αχαιών
Βιβλιογραφία
- Ομήρου Ἰλιάς, Κ. Δούκας, Εκδόσεις Γεωργιάδη, Αθήνα, 1998.
- Ομήρου Οδύσσεια, Κ. Δούκας, Εκδόσεις Γεωργιάδη, Αθήνα, 2002.
- Plutarchus, Moralia vol. 7, Fragmentum 157 (16-21), Ed. Sandbach, Teubner, Leipzig, (1967).
- Sherrat, E.S., (1990), “Reading the Texts: Archaeology and the Homeric Question”, in Antiquity 64: 807-824.
- Cline, E., The Trojan War, a Very S hort I ntroduction, Oxford University Press, Oxford 2013
- Finley, M. 1974. Schliemann’s Troy – One Hundred Years After. Mortimer Wheeler Archaeological Lecture,London: Oxford University Press.
- Kraft J. C., Rapp G., Kayan I., Luce J.V. (2003), “Harbor areas at ancient Troy: Sedimentology and geomorphology complement Homer’s Iliad”, in Geology, vol. 31, No 2, 163-166.
- Maher, Matthew (2003) «Fall of Troy VII: New Archaeological Interpretations and Considerations,» Totem: The University of Western Ontario Journal of Anthropology: Vol. 11: Iss. 1, Article 8.
- Ἡράκλειτος ἐκ Πόντου, Allégories d’Homère, (75, 1, 1-9, 3), Les Belles Lettres, Paris, (1962).
- Πλούταρχος, De facie quae in orbe lunae apparet, Harold Cherniss, Loeb Classical Library (1957).
- Ευστάθιος, Παρεκβολαὶ εἰς Ὁμήρου Ὀδύσσειαν, ed. G. Stallbaum, Eustathii archiepiscopi Thessalonicensis commentarii ad Homeri Odysseam, Leipzig 1825-1826 (repr. Hildesheim, 1970).
- Starry Night User’s Guide (2006) Imaginova Corp. Toronto, Canada.
13 .Espenak F., Meeus J. (2006) Five Millennium Canon of Solar Eclipses: -1999 to +3000, NASA Technical Publication TP-2006-214141.
- Espenak F., Meeus J. (2009a) Five Millennium Canon of Lunar Eclipses: -1999 to +3000, NASA Technical Publication TP-2009-214172.
15 .Espenak F., Meeus J. (2009b) Five Millennium Catalog of Lunar Eclipses: -1999 to +3000, NASA Technical Publication TP-2009-214173.
- Espenak F., Meeus J. (2009c) Five Millennium Catalog of Solar Eclipses: -1999 to +3000, NASA Technical Publication TP-2009-214174.
- Schoch C. (1926) “The eclipse of Odysseus”, The Observatory vol. 49, 19-21.
18 .Baikouzis, C. and Magnasco M.O. (2008) “Is an eclipse described in the Odyssey?” in Proc. Natl. Acad. Sci. U.S.A., vol. 105(26), pp. 8823-8828.
- Papamarinopoulos St. P., Preka-Papadema P., Mitropetros P., Antonopoulos P., Mitropetrou E., Tsironi A., (2012) “A new astronomical dating of Odysseus’ return to Ithaca”, in Mediterranean Archaeology & Archaeometry, vol. 12, No 1, pp. 117-128.
- Ἄρατος, Φαινόμενα, ed. Martin, Florence, La Nuova Italia Editrice, (1956).
- Ἐρατοσθένης, Καταστερισμοί, ed. A. Olivieri, Leipzig, Teubner, (1987).
- Kουνάδης, Α. (2018). “Αστρονομικές χρονολογήσεις του τέλους του Tρωϊκού Πολέμου και της επιστροφής του Οδυσσέα”, Επιστημονική ανακοίνωση του Σταύρου Παπαμαρινόπουλου, της Παναγιώτας Πρέκα Παπαδήμα, του Παναγιώτη Μητροπέτρου, της Έλενας Μητροπέτρου, των Παναγιώτη Αντωνόπουλου, Γιώργου Σαραντίτη, Κοσμά Γαζέα, Παναγιώτη Νάστου, Κώστα Κυριακόπουλου, και της Αλεξάνδρας Τσιρώνη, δια του Ακαδημαϊκού Αντώνη Κουνάδη, εκ των Πρακτικών της Ακαδημίας Αθηνών, τ.92 Α’(2017)
- Papamarinopoulos, St. P., Preka-Papadema, P., Mitropetros, P., Mitropetrou, E., Antonopoulos, P., and Tsironi, A. (2013) “The anatomy of a complex astronomical phenomenon described in the Odyssey”, in Mediterranean Archaeology and Archaeometry, vol. 13(2), pp. 69-82.
- Papamarinopoulos, St. P., Preka-Papadema, P., Mitropetros, P., Antonopoulos, P., Mitropetrou, E. and Saranditis, G. (2014) “A new astronomical dating of the Trojan War’s end”, in Mediterranean Archaeology and Archaeometry, vol. 14(1), pp. 93-102.
- Papamarinopoulos St. P., Preka-Papadema, P., Gazeas K., Nastos P. and Kiriakopoulos K. G. (2016) “Extreme Physical Phenomena during the Trojan War” in Mediterranean Archaeology and Archaeometry, vol. 16, No 3, pp. 135-155.
- Spalinger,J. (2005) War in Ancient Egypt: the New Kingdom, Oxford, UK.
- Liverani Mario. (2001), International Relations in the Ancient Near East, 1600-1100 BC, New York, USA.
- Henriksson G. (2012), “The Trojan War dated by two solar eclipses” in Mediterranean Archaeology and Archaeometry, vol. 12, No 1, pp. 63-76.
- Διόδωρος Σικελιώτης, Ἱστορική Βιβλιοθήκη (lib. 1-20), ed. F. Vogel and K.T. Fischer Leipzig: Teubner, (1888-1906), (repr. Stuttgart: 1964).
- Διονύσιος Ἁλικαρνασσεύς, Ῥωμαϊκαί Ἀρχαιότητες, ed. K. Jacoby, Leipzig: Teubner, (1885 – 1905), (repr. Stuttgart: 1967).
- Πολύβιος Μεγαλοπολίτης, Ἱστορίαι, T. Büttner-Wobst, Leipzig: Teubner, (1889 -1904), (repr. Stuttgart: 1962).
- Φώτιος Λεξικόν, (Α—Δ), ed. C. Theodoridis, Berlin: De Gruyter, (1982), και (Ε—Ω), ed. Porson, Cambridge: Cambridge University Press, (1822).
- Πλούταρχος, Πελοπίδας, K. Ziegler, Leipzig: Teubner, (1968).
- Δανέζης Μ. και Θεοδοσίου Σ., (1995), Οδύσσεια των Ημερολογίων, τόμος Α΄ και Β΄, Αθήνα, Εκδόσεις Δίαυλος.
- Ἡρόδοτος, Ἱστορίαι, Les Belles Lettres, Paris, (1968).
- Θουκυδίδης, Ἱστορίαι, ed. H.S. Jones and J.E. Powell, Oxford: Clarendon Press. (1942).
- Ξενοφῶν, Ἑλληνικά, E.C. Marchant, Oxford: Clarendon Press, (1900), (repr. 1968).
- Ἀρριανός, Ἀλεξάνδρου ἀνάβασις, Roos A.G. and Wirth G. (Eds.), Teubner, Leipzig. (1967).
- Δίων Κάσσιος, Ῥωμαϊκαί ἱστορίαι, ed. U.P. Boissevain, Berlin: Weidmann, (1895-1901), (repr. 1955).
- Κλήμης Ἀλεξανδρεύς, Στρωματεῖς, Stählin O., Früchtel L. and Treu U. (Eds.), Akademie-Verlag, Berlin, (1960).
- Δικαίαρχος, Fragmenta, ed. F. Wehrli, Basel, (1967).
- Πάριον Χρονικόν, Ashmolean Museum of Art and Archaeology, Oxford, (2001).
- Censorinus, De die natali, Oxford, (1810).
- Nylander C. (1963), “The Fall of Troy”, Antiquity, XXXVII, 6 – 11.
- Finley M. I., Caskey J. L., Kirk G. S., Page D.L. (1964), “The Trojan War”, Journal of Hellenic Studies, 84, 1 – 20.
- 46. Dörpfeld, Wilhelm. (1902). Troja und Ilion. Athens: Beck & Barth, 1902.
- Zengel E. (1990), “Troy”, in Troy, Mycenae, Tiryns, Orchomenos. Heinrich Schliemann the 100th Anniversary years from his Death. Demakopoulou K. (Ed.) (Exhibition of the Athens Archaeological Museum in cooperation with the Berlin Alters Museum), 51-79.
- Blegen, C. (1963) Troy and the Troyans, London: Thames and Hudson.
49 .Desborough V. R. d’ A. (1966), The Last Mycenaeans and Their Successors, An Archaeological Survey c. 1200 – c. 1000 B.C., Clarendon Press, Oxford.
- Wood M. (1998), In Search of the Trojan War, University of California Press, Los Angeles.
- Hiller S. (1991), “Two Trojan Wars? On the Destructions of Troy VI h and Troy VII a”, in Studia Troica 1, 145 – 149.
- Mylonas G. E. (1964), “Priam’s Troy and the Date of its Fall”, in Hesperia, XXXIII, 352 – 380.
- Mountzoy P.A. (1999a), “The Destruction of Troia VIh”, in Studia Troica, 9, 253 – 294.
- Mountzoy P.A. (1999b), “Troia VII Reconsidered”, in Studia Troica, 9, 295 – 346.
- Korfmann M. (2004a), “Was There A Trojan War?”, in Archaeology, 57(3), 36 – 41.
- Korfmann M. (2004b), „Die Arbeiten in Troia/Wilusa 2003 – Work at Troia/Wilusa“, in Studia Troica 14, 3–31.
- Hood S. (1998), “The Bronze Age Context of Homer”, in The Ages of Homer, A Tribute to Emily Townsend Vermeule, E J. B. Carter, S. P. Morris (Eds.), University of Texas, Austin, 25- 32.
- Wagner A.G., Pernicka E.,Uerpmann.H-P.,(2003).Troia and the Troad. Scientific Approaches. Editor: Springer, p.p.448
- Late Bronze Age Troy: A Response to Frank Kolb By Peter Jablonka and Charles Brian Rose, American Journal of Archaeology Vol. 108, No. 4 (October 2004), pp. 615–630
- Papamarinopoulos, St.P., (2019). Astronomical dating of the Trojan War and Odysseus’ return to Ithaca, Cambridge Publications (in print).