Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ
Το έργο των Ρωμιών αρχιτεκτόνων της Κωνσταντινούπολης
(1839-1923)
Προλεγόμενα
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί – σύμβολο της απομάκρυνσης της Τουρκίας από τον κοσμικό κεμαλισμό και τη Δύση απέχει μία μόλις δεκαετία από τον αντίθετο συμβολισμό των εκδηλώσεων και εκδόσεων οι οποίες πραγματοποιήθηκαν με αφορμή την ανακήρυξη της Κωνσταντινούπολης ως «Πολιτιστικής πρωτεύουσας της Ευρώπης». Σε αυτές ανήκαν η περιοδεύουσα έκθεση «Ρωμιοί αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού» και το ομότιτλο βιβλίο με κείμενα σε τρεις γλώσσες (ελληνικά – τουρκικά και ελληνικά – αγγλικά) που παρουσίασαν το έργο των αρχιτεκτόνων της ελληνορθόδοξης κοινότητας στην πολυεθνική πρωτεύουσα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πέραν της συμβολής του στον εξευρωπαϊσμό της όψης της Κωνσταντινούπολης, κατά τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού –έως την ανακήρυξη της Τουρκικής Δημοκρατίας, το 1923–, το έργο αυτό κάνει ακόμη και σήμερα αισθητή την παρουσία του. Πολλά από τα κτίρια των ρωμιών αρχιτεκτόνων κατοικούνται άνετα μέχρι σήμερα ή άλλαξαν επιτυχώς χρήση, ενώ αρκετά έχουν χαρακτηριστεί διατηρητέα μνημεία.


Στο άρθρο παρουσιάζονται η έκθεση και το βιβλίo για το έργο των ρωμιών αρχιτεκτόνων της Κωνσταντινούπολης στα χρόνια του εξευρωπαϊσμού της, αφού γίνει λόγος για τις ευνοϊκές συνθήκες δημιουργίας αυτού του έργου και ανάδειξής του.
Οι ευνοϊκές συνθήκες της περιόδου 1839-1923
Οι μεταρρυθμίσεις του Τανζιμάτ, οι οποίες πραγματοποιήθηκαν στην εξασθενημένη Οθωμανική Αυτοκρατορία υπό την πίεση των Μεγάλων Δυνάμεων και παραχώρησαν πολλά δικαιώματα στις μη μουσουλμανικές εθνότητες, άρχισαν το 1839 με το αυτοκρατορικό φιρμάνι Χάττ-ι Σερίφ του Γκιούλχανε. Συμπληρώθηκαν το 1856 με το Χαττ-ι Χουμαγιούν και ολοκληρώθηκαν με την ανακήρυξη του πρώτου Συντάγματος του 1876.
Οι μεταρρυθμίσεις αυτές στους τομείς της διοίκησης, της δικαιοσύνης, της παιδείας και της οικονομίας διευκόλυναν, μεταξύ άλλων, τη διάδοση των νέων τεχνοτροπιών και κατασκευαστικών μεθόδων της Δύσης, που ήταν άγνωστες στην οθωμανική αρχιτεκτονική. Έτσι, άρχισαν να εμφανίζονται οι ευρωπαίοι αρχιτέκτονες με σκοπό την κατασκευή των πρεσβειών των χωρών τους, πολλοί από τους οποίους θα παραμείνουν στην Πόλη. Ακολουθούν οι αρχιτέκτονες οθωμανικής υπηκοότητας, όπως Λεβαντίνοι, Έλληνες και Αρμένιοι, που είχαν κατά κανόνα επαφές με την Ευρώπη και γνώριζαν καλά ξένες γλώσσες (Kuruyazici, 2019: 9).
Ένας από τους λόγους της κυριαρχίας των ξένων αρχιτεκτόνων στον εξευρωπαϊσμό της όψης της Κωνσταντινούπολης ήταν το γεγονός ότι οι νεαροί Μουσουλμάνοι προτιμούσαν να γίνουν στρατιωτικοί, δημόσιοι υπάλληλοι ή θεολόγοι. Αυτό επιβεβαιώνεται και από το γεγονός ότι, ακόμη και στις αρχές του 20ού αιώνα, ένα μεγάλο μέρος των φοιτητών της αρχιτεκτονικής στη Σχολή Βιομηχάνων Τεχνών –της μετέπειτα Σχολής Ωραίων Τεχνών– ήσαν Έλληνες και Αρμένιοι (Kuruyazici, 2019: 9).
Η αισιοδοξία της ρωμαίικης κοινότητας στην αυγή του 21ου αιώνα
Η ιδέα της πρωτοποριακής έκθεσης και του βιβλίου για την αρχιτεκτονική κληρονομιά των Ρωμιών της Πόλης ανήκει στον ομογενή κ. Λάκη Βίγκα, του οποίου ο πατέρας ήταν αρχιτέκτων. Η ανάδειξη της αξίας αυτής της κληρονομιάς συνδέθηκε με τη βούληση της ρωμαίικης κοινότητας να επαναπροσδιορίσει την παρουσία της στην κοσμοπολίτικη Κωνσταντινούπολη της οικονομικά αναπτυσσόμενης Τουρκίας. Τη βούληση αυτή εξέφρασε σε εισήγηση-μανιφέστο, δημοσιευμένη στα Πρακτικά Συνεδρίου με θέμα «Συνάντηση στην Πόλη. Το παρόν και το μέλλον» (30.6.-2.7.2006), ο εμπνευστής της έκθεσης και του βιβλίου Λάκης Βίγκας: «Η ομογένεια της Πόλης αναμετρά σήμερα τις δυνατότητές της … Κουράστηκε να επιβιώνει μέσα σε μια ατμόσφαιρα απαισιοδοξίας, που μας εμβολιάζεται επί δεκαετίες από παντού… Θέλουμε να αγωνιστούμε για τη λειτουργικότητα και τον εκσυγχρονισμό της διοίκησης των ιδρυμάτων μας… ώστε να πετύχουμε την ανοικοδόμηση ή ανάπλαση των κοινοτικών μας ακινήτων, για την επιμόρφωση και την ενθάρρυνση της νεολαίας μας, για τις σπουδές της και τον επαγγελματικό της προσανατολισμό, στο πλαίσιο των νέων προοπτικών που ανοίγονται από την οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας και την έλευση στη χώρα μας ελληνικών εταιρειών…Επιθυμούμε να συμβάλλουμε στο διάλογο της Ελλάδας με την Τουρκία, όντας ταυτόχρονα μέλη μιας ιστορικής κοινότητας με ελληνικό πολιτισμό και Τούρκοι πολίτες… Θέλουμε να προσαρμοστούμε στην εξελισσόμενη ευρωπαϊκή κοινωνία…, να επωφεληθούμε από τις εμποροβιομηχανικές ευκαιρίες της χώρας μας… Υπάρχει μια νέα γενιά που παραμένει εδώ στην Πόλη τα τελευταία δέκα χρόνια, είναι προσαρμοσμένη στις καθημερινές συνθήκες της ζωής και ενταγμένη στα κοινωνικά και εμπορικά δεδομένα της Πόλης. Αυτοί οι νέοι θα ενισχυθούν και με την έλευση άλλων, από την Ελλάδα, την Κύπρο και τις ΗΠΑ, και θα είναι δυναμικοί παράγοντες του μέλλοντός μας.» (Βίγκας, 2009 και Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωγραφείου, 2009: 295-297).
Η έκθεση και το βιβλίο «Ρωμιοί αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού» πραγματοποιήθηκαν από τον Σύνδεσμο Αποφοίτων Ζωγραφείου με τη συνδρομή ελλήνων και τούρκων ειδικών επιστημόνων και με τις χορηγίες του Οργανισμού «Istanbul 2010 – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» και του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννου Σ. Λάτση. Την έκθεση επιμελήθηκε ο ακάματος ερευνητής του έργου των ρωμιών και αρμενίων αρχιτεκτόνων της Πόλης δρ Hasan Kurayazici, ο οποίος ανέλαβε και την επιστημονική επιμέλεια του βιβλίου μαζί με την δρα Εύα Αλεξάνδρου-Σαρλάκ, αναπληρώτρια καθηγήτρια ιστορίας της τέχνης του Πανεπιστημίου Ισίκ. Πολύτιμη υπήρξε η συμβολή των μελών της επιτροπής του προγράμματος και συγκεκριμένα του δρα αρχιτέκτονα Σάββα Τσιλένη και της δρος αρχιτέκτονος και λέκτορος του Πανεπιστημίου της Κωνσταντινούπολης Μαρίκας Παντελάρα, της διεθνολόγου Μαρίνας Δρυμαλίτου, του προέδρου του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου Άρη Τσόκωνα και του καθηγητή ιστορίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κώστα Γαβρόγλου.
Η έκθεση
Τα εγκαίνια της περιοδεύουσας έκθεσης «Οι Ρωμιοί Αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού», στην οποία παρουσιάστηκε και το βιβλίο, έγιναν παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, τη Δευτέρα 22 Νοεμβρίου 2010, στην αίθουσα Οσμάν Χαμντί (Osman Hamdi Salonu) του Πανεπιστημίου Καλών Τεχνών Μιμάρ Σινάν (Mimar Sinan Güzel Sanatlar üniversitesi) της συνοικίας Φιντικλί. Η επιλογή του πρώτου χώρου της περιοδεύουσας έκθεσης είχε συμβολική σημασία. Από αυτό το ιστορικό Πανεπιστήμιο αποφοίτησε η πλειονότητα των ρωμιών αρχιτεκτόνων, όταν το ίδρυμα λειτουργούσε ως Σχολή Βιομηχάνων Τεχνών (Sanayi-i Nefise) και αργότερα ως Ακαδημία Ωραίων Τεχνών (Güzel Sanatlar Akademisi). Το πολυπληθές και πολυεθνικό κοινό των εγκαινίων υποδέχτηκαν με σύντομες ομιλίες τους ο Πρόεδρος του Οργανισμού της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης 2010 κ. Σεκίπ Αβντάτζιτς και ο κ. Λάκης Βίγκας, εκ μέρους του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου. Χαιρετισμό απηύθυνε και η Α.Θ.Π. ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος.

Στην έκθεση τιμήθηκαν 105 ρωμιοί καλφάδες και αρχιτέκτονες, για τους οποίους οι πληροφορίες που έχουμε είναι λιγοστές. Πρόκειται για τους: Πετράκη Κάλφα Αδαμαντίδη, Βίκτωρα Αδαμαντίδη, Αχιλλέα Αλεξίου, Αλέξανδρο Αλβανόπουλο, Σταύρο Αλβανόπουλο, Δημήτριο Βασιλειάδη, Θεοχάρη Γ. Βασιλειάδη, Χαρίλαο Βλαδίκα, Μιχάλη Βλασσιάδη, Χατζηστέφανο Γαϊτανάκη, Κωνσταντίνο Γαλάτη, Νικόλα Γιαγτζιόγλου, Αθανάσιο Γιάκα, Αλέξανδρο Δ. Γενίντουνια, Γεώργιο Γεωργιάδη, Δημήτριο Γεωργιάδη, Στέφανο Γεωργιάδη, Κωνσταντίνο Γιολασιγμάζη, Ευάγγελο Ν. Δεβετζιάδη, Χρήστο Δημάδη, Κωνσταντίνο Δημάδη, Νικόλαο Δημάδη, Χρήστο Δημάδη, Αντώνη Φ. Δημητρακόπουλο, Βασίλειο Δημητρίου, Χρήστο Δημόπουλο,, Γ. Εμμανουηλίδη, Χατζηστέφανο Γαϊτανάκη, Κωνσταντίνο Γαλάτη, Χρήστο Ιωαννίδη, Γεώργιο Ζαχαριάδη, Κλεάνθη Ζάννο, Νικόλαο Ζήκο, Βασιλάκη Ιωαννίδη, Χρήστο Ιωαννίδη, Γιάγκο Κάλφα, Νικόλα Γκιργκιτζή, Θεόδωρο Κάλφα, Θεόγνωστο Κάλφα, Καντακουζηνό Κάλφα, Κώστα Κάλφα του Σισονίου, Μακρή Κάλφα, Μάρκο Κάλφα, Μήτσο Κάλφα, Παναγιώτη Κάλφα, Χατζή-Κομνηνό Κάλφα, Πάτροκλο Καμπανάκη, Κωνσταντίνο Κάντζο, Καπετανάκη, Ιωάννη Καραγιάννη, Κοσμά Καραγιάννη, Κωνσταντίνο Καρατζά, Λύσανδρο Καυταντζόγλου, Νίκο Κεφάλα, Ι. Κιουπετζόγλου, Κλεόβουλο Κλωναρίδη, Κωνσταντίνο Κυριακίδη, Γ. Κωνσταντινίδη, Γεώργιο Κόββα, Ευθύμο Κοτζαμπασούλη, Γεώργιο Κούλουθρο, Βασίλειο Κουρεμένο, Κωνσταντίνο Κυριακίδη, Ε. Λαδόπουλο, Μάρκο Γ. Λάγγα, Καλούδη Λάσκαρη, Ν. Λάτσo, Βελισάριο Μακρόπουλο, Χατζηκωστή Μαλτεζάκη, Αχιλλέα Μανούσο, Απόστολο Μαυροδόγλου, Αχιλλέα Μαυρομμάτη, Πέτρο Μεϊμαρίδη, Ι.Π. Μελίδη, Απόστολο Μεπάρλο, Ιωάννη Μογακοτή, Γρηγόριο Μόσχο, Χατζηνικολή Νικηταΐδη, Οικονόμου,,Δημήτριο Παναγιωτίδη, Μπ.Γ. Παπάζογλου, Κωνσταντίνο Παππά, Νικόλαο Γ. Πάρλο, Φ. Παρτάλη, Αριστείδη Πασαδαίο, Γ. Πασχάλη, Δημήτριο Ν. Πετσίλα, Απόστολο Κοσμά Πίστικα, Αχιλλέα Πολίτση, Ποτεσάρο, Οδυσσέα Πουσκουλού, Αριστείδη Ραζή, Ιωάννη Σωτήρη, Γιουβανάκη Ταστσιόγλου, Νικόλαο Τζελέπη, Βασίλειο Τσιλένη, Δημήτριο Τσιλένη, Μ. Δ. Τσουρβίδα,, Ιωάννη Τσουβαλά, Σταμάτη Φαλιέρο, Δημήτριο Φαρδή, Ε. Φαραντζή, Περικλή Φωτιάδη, Μ.Ι. Φραγκιά, Αντώνη Κάλφα Χατζηκώστα, Χατζηπέτρο, Ι. Χρηστίδη, Σταύρο Σ. Χρηστίδη, Αλφρέδο Ψάλτη.

Ε.Φ.-Ε., 23.11.2010).
Οι 42 από αυτούς τους αρχιτέκτονες και καλφάδες αναφέρονταν μόνο στο μπάννερ της έκθεσης. Το έργο των υπολοίπων —120 εμβληματικά ή χαρακτηριστικά κτίριά τους— παρουσιάστηκε με φωτογραφίες, αρχιτεκτονικά σχέδια και αρκετά πορτρέτα αρχιτεκτόνων και καλφάδων, καθώς και από ενημερωτική βιντεοταινία. Με την πρωτοβουλία αυτή του Συνδέσμου Αποφοίτων Ζωγραφείου, άνοιξε ο δρόμος για τη συγκέντρωση νέων στοιχείων και την ευαισθητοποίηση της κοινής γνώμης στο θέμα της προστασίας της αρχιτεκτονικής αυτής κληρονομιάς.
Οι βασικοί κτιριακοί τύποι που παρουσιάστηκαν στην έκθεση είναι οι Ναοί, τα κτίρια εκπαίδευσης, πολιτισμού και ψυχαγωγίας, οι πολυκατοικίες, τα ξενοδοχεία, τα χάνια (κτίρια καταστημάτων, γραφείων και εργαστηρίων),οι εμπορικές στοές και οι εξοχικές κατοικίες.
Μερικά από τα εμβληματικά έργα της έκθεσης φέρουν την υπογραφή διακεκριμένων αρχιτεκτόνων που είναι λιγότερο ή περισσότερο γνωστοί και στην Ελλάδα. Το αρχικό και σήμερα κατεδαφισμένο κτίριο του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου (έτος ίδρυσης 1861) ήταν έργο του Λύσανδρου Καυταντζόγλου (Θεσσαλονίκη 1811 – Αθήνα 1885), ηγετικής φυσιογνωμίας της ελληνικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα (Loyer, 1966: 75,82, 108-114, 177, 179, Loyer, 1983: 74 και Φεσσά-Εμμανουήλ, 2001: 58—75, 114-115, 371-375). Η Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή (1880-1882) ανεγέρθηκε με σχέδια του γερμανοσπουδασμένου αρχιτέκτονα Κωνσταντίνου Δημάδη (; – 1901), καταγόμενου πιθανώς από τον Λαύκο του Πηλίου. Άλλα σημαντικά έργα του Kωνσταντίνου Δημάδη στην Κωνσταντινούπολη είναι: το Zωγράφειο Παρθεναγωγείο, μετέπειτα Aστική Σχολή Nεοχωρίου στο Bόσπορο (1872) και το θέρετρο Tριανταφυλλίδη στη Πρίγκηπο (Τσιλένης 2004, 2009: 331-341 και Φεσσά-Εμμανουήλ 2002).

Τη σφραγίδα του στο κέντρο του Γαλατά θα αφήσει με την εμβληματική Τράπεζα Αθηνών (Minerva Han, 1911-1913) ο Βασίλειος Κουρεμένος (Βουλιαράτες Β. Ηπείρου 1875 – Αθήνα 1957), διπλωματούχος αρχιτέκτων της Ecole des beaux-arts του Παρισιού και ακαδημαϊκός, ο οποίος ανήκει στις δεσπόζουσες μορφές της ελληνικής αρχιτεκτονικής του πρώτου μισού του 20ού αιώνα. Αξιόλογα κτίρια έχουν την υπογραφή αποφοίτων της Σχολής Ωραίων Τεχνών της Κωνσταντινούπολης, στους οποίους περιλαμβάνονται ο Περικλής Φωτιάδης (Κωνσταντινούπολη 1859 – Αθήνα 1960), αρχιτέκτων της Πατριαρχικής Θεολογικής Σχολής Χάλκης (1894-1896), του Ζωγραφείου Γυμνασίου (1890-1893) και τμημάτων του ρωμαίικου Νοσοκομείου Βαλουκλί, οι αρχιτέκτονες της πολυκατοικίας Frej (1905-1906) στην πλατεία Sishane Κωνσταντίνος Κυριακίδης (Κωνσταντινούπολη 1881 – Αθήνα 1942) και Αλέξανδρος Γενίντουνια, καθώς και ο Αχιλλέας Μανούσος, αρχιτέκτων των ξενοδοχείων Grand Hôtel de Londres και Bristol, στο Τεπέμπασι (Τσιλένης, 2009: 295-330 και Φεσσά-Εμμανουήλ – Μαρμαράς, 2005 & 2013: 46-59)





Οι επόμενοι σταθμοί της έκθεσης στην Κωνσταντινούπολη ήταν το Σισμανόγλειο Μέγαρο του Ελληνικού Προξενείου στη λεωφόρο Istiklal (πρώην Grande rue de Péra), όπου παρέμεινε από την 17η Δεκεμβρίου 2010 έως την 16η Ιανουαρίου 2011 και το Πανεπιστήμιο Μπαχτεσεχίρ (Φεβρουάριος 2011). Μετά την Κωνσταντινούπολη η έκθεση φιλοξενήθηκε στη Θεσσαλονίκη (Κτίριο Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδας – Τμήμα Κεντρικής Μακεδονίας, Απρίλιος 2011), στο Μουσείο της Πόλεως των Αθηνών – Ίδρυμα Βούρου-Ευταξία (Μάιος – Ιούλιος 2011), στη Δημοτική Πινακοθήκη Ιωαννίνων (Φεβρουάριος 2012), στη Μαρίνα της Μυτιλήνης (Αύγουστος 2012), στα Οθωμανικά Λουτρά του Κάστρου της Χίου (Σεπτέμβριος 2012), στη Δημοτική Πινακοθήκη της Ξάνθης (Φεβρουάριος 2013), στο Loyola University, Chicago (Οκτώβριος 2013), στο κτίριο της Turkish American Society of Chicago (Μάϊος 2014), στο Clarke University, Dubuque, Iowa (Νοέμβριος 2014) και στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Ίμβρου, Παναγία (Μάιος 2015).
Το βιβλίο
Με το βιβλίο Οι Ρωμιοί Αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού αξιοποιήθηκε επιστημονικά ένα μικρό μέρος των στοιχείων που έφεραν στο φως οι πολυετείς έρευνες και δημοσιεύσεις του δρα αρχιτέκτονα Hasan Kurayazici (Kurayazici, 2010, 2010) και του δρα αρχιτέκτονα-πολεοδόμου Σάββα Τσιλένη (Τσιλένης, 1998, 1999, 2000, 2002, 2004, 2005α,β, 2009α,β), το βιβλίο του καθηγητή Βασίλη Κολώνα “Έλληνες αρχιτέκτονες στην Οθωμανική αυτοκρατορία”, αλλά και το ερευνητικό έργο των συγγραφέων του συλλογικού αυτού τόμου, τα ονόματα και τα άρθρα των οποίων αναφέρονται στη συνέχεια.
Το βιβλίο αυτό ανοίγει ένα ουσιαστικά αδιερεύνητο κεφάλαιο της οθωμανικής αρχιτεκτονικής του 19ου αιώνα και των αρχών του 20ού, το οποίο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη νεότερη ιστορία της ελληνικής, τουρκικής και ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής. Πρόκειται για την ανάδειξη του έργου των ρωμιών αρχιτεκτόνων και της συμβολής του στον εκσυγχρονισμό της όψης της Κωνσταντινούπολης. Ο εκσυγχρονισμός αυτός πραγματοποιήθηκε υπό την επήρεια των νέων ρευμάτων της ευρωπαϊκής αρχιτεκτονικής αυτών των χρόνων: του νεοκλασικισμού, του ιστορισμού, του εκλεκτικισμού, της art nouveau (Jugendstil / Arte Nuova) και της art déco (Batur, 2005). Στη διαδικασία εξευρωπαϊσμού της Κωνσταντινούπολης, η οποία έλαβε χώρα σε μια από τις πιο πολυτάραχες περιόδους της παγκόσμιας ιστορίας, καθοριστικός υπήρξε ο ρόλος των ξένων καλφάδων και αρχιτεκτόνων – Ρωμιών, και Λεβαντίνων (Kuruyazici, 2010:9).
Ο συλλογικός τόμος εκδόθηκε στα ελληνικά και τουρκικά από τον Σύνδεσμο Αποφοίτων Ζωγραφείου με τις χορηγίες του Οργανισμού «Istanbul 2010 – Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης» και του Κοινωφελούς Ιδρύματος Ιωάννου Σ. Λάτση. Περιλαμβάνει εισαγωγικό κείμενο του υπεύθυνου της έκθεσης Λάκη Βίγκα, πρόλογο του επιστημονικού επιμελητή της έκδοσης Hasan Kurayazici, δρα αρχιτέκτονα και διδάσκοντα στο Πανεπιστήμιο Μπαχτσέσεχιρ, και 13 άρθρα Ελλήνων και Τούρκων ειδικών, τα οποία παρουσιάζονται εδώ με τη σειρά που δημοσιεύτηκαν.


1. Στο άρθρο του με τίτλο «Οι ελληνορθόδοξες κοινότητες της Κωνσταντινούπολης στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα: Από την αναδιοργάνωση στον κοσμοπολιτισμό», ο Βαγγέλης Κεχριώτης, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου του Μπογάζιτσι, αφού αναφερθεί στη διαμάχη του εθνοκεντρικού μεγαλοϊδεατισμού της Αθήνας με την ιδεολογία του οικουμενισμού της Πόλης, καταλήγει στην εξής καίρια παρατήρηση: «Ωστόσο, η αυτοκρατορική Κωνσταντινούπολη, με τις δομές του Πατριαρχείου και τον Φιλολογικό Σύλλογο Κωνσταντινουπόλεως, ένα άτυπο Υπουργείο Παιδείας για τους Ελληνο-οθωμανούς, ήταν σε θέση να διαμορφώσει το δικό της πολιτικό και πολιτισμικό όραμα… Το πολιτισμικό, που πρωτίστως μας ενδιαφέρει με αφορμή την έκθεση, … έγκειται σε μια γόνιμη όσμωση ευρωπαϊκών επιρροών με τη ντόπια βυζαντινή και οθωμανική κληρονομιά, με άλλα λόγια έναν εκλεκτικισμό που σφράγισε αποκαλυπτικά τον κοσμοπολιτικό χαρακτήρα και την κοινωνική αυτοπεποίθηση των ηγετικών αυτών ομάδων έως την κατάρρευση της αυτοκρατορίας που σήμαινε το τέλος μιας δημιουργικής περιόδου για τους Ρωμιούς της Πόλης».
2. Ο Κώστας Γαβρόγλου, καθηγητής Πανεπιστημίου Αθηνών και η Έφη Κάννερ, λέκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών, στο άρθρο τους με τίτλο «Από την καθημερινή ζωή των Ρωμιών της Πόλης: Αρχεία κοινοτήτων και τεκμήρια κατοίκησης», επικεντρώνονται στην ιστορική αξία της αρχειακής αυτής τεκμηρίωσης για την ανασυγκρότηση της καθημερινότητας του ελληνορθόδοξου πληθυσμού της πόλης.
3. Η Ayşe Özil, δρ ιστορικός και διδάσκουσα στο Πανεπιστήμο του Μπογάζιτσι, στο άρθρο της «Δύο αναγνωστήρια, ένας νάρθηκας: Μια ιστορική και κοινωνική ματιά στα ρωμαίικα κοινοτικά κτίρια (1856-1914)», συσχετίζει το εκσυγχρονιστικό έργο των ρωμιών αρχιτεκτόνων στην εντός και εκτός των τειχών Κωνσταντινούπολη με τις πολιτικές και κοινωνικές αλλαγές που σημειώθηκαν στους κόλπους της ελληνορθόδοξης κοινότητας κατά τον 19ο αιώνα. Μια τέτοια αλλαγή ήταν η άνοδος της αστικής τάξης, στην οποία οφείλεται η ίδρυση του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου, ο εκδημοκρατισμός και εκσυγχρονισμός της παιδείας κ.ά.
4. Τα σχολεία, ως δημόσια κτίρια που απηχούν τις νεωτεριστικές απόψεις της εποχής και εκφράζουν με τον πλέον ηχηρό τρόπο τις προσπάθειες της ελληνικής κοινότητας να προωθήσει τον ευρωπαϊκό τρόπο ζωής, προσεγγίζονται στο άρθρο του Pınar Εrkan, δρα αρχιτέκτονα μηχανικού και λέκτορα, με τίτλο «Τα ελληνικά σχολεία της περιοχής Γαλατά Πέρα στα τέλη του 19ου αιώνα».
5. Το άρθρο του Σάββα Τσιλένη, δρα αρχιτέκτονα-μηχανικού – πολεοδόμου, με τίτλο «Η προβολή των ρωμιών αρχιτεκτόνων στα ελληνόφωνα έντυπα της Κωνσταντινούπολης (τέλος 19ου – αρχές 20ού αιώνα)», δεν περιορίζεται στην αναφορά ονομάτων και πληροφοριών που προέκυψαν από τη συστηματική αποδελτίωση του ημερήσιου και περιοδικού Τύπου της Πόλης, ενός ελληνόφωνου στόλου των μέσων μαζικής επικοινωνίας, ναυαρχίδα του οποίου ήταν ο Νεολόγος (Α’ περίοδος 1867-1897) του Σταύρου Βουτυρά. Φωτίζει τα δυσμενή για το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεδομένα του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα — πανσλαβική κίνηση, καθολική και προτεσταντική προπαγάνδα κ.ά. Τα δεδομένα αυτά οδήγησαν στη δημιουργία δημοσιογραφικού οργάνου, το οποίο, εκτός του μορφωτικού του ρόλου, αποσκοπούσε στην προβολή των απόψεων του οικουμενισμού προς την οθωμανική κυβέρνηση και τις κυβερνήσεις των Μεγάλων Δυνάμεων και της Ελλάδας. Πρόκειται για το περιοδικό που εκδιδόταν κατά την πρώτη πατριαρχία του Ιωακείμ Γ’ (1880-1923) με τίτλο Εκκλησιαστική Αλήθεια, εκτός του πρώτου έτους κατά το οποίο είχε κυκλοφορήσει με τον τίτλο Αλήθεια.
6. Με γνώση και αντικειμενικότητα ο Uğur Tanyeli, καθηγητής Τμήματος Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πολυτεχνείου Γιλδίζ, προσεγγίζει βασικά ιστοριογραφικά ζητήματα με το εκτενές άρθρο του «Η εθνοθρησκευτική πολυμορφία στην Κωνσταντινούπολη και η οθωμανική αρχιτεκτονική (15ος-19ος αιώνας), Ρωμιοί, Αρμένιοι, Τούρκοι». Κρατώντας αποστάσεις από τις συνήθεις προσεγγίσεις, στις οποίες ανήκουν η εθνοκεντρική προσέγγιση (ταύτιση της εθνοθρησκευτικής ποικιλομορφίας με την ποικιλομορφία της αρχιτεκτονικής), η ερμηνεία της μνημειώδους αρχιτεκτονικής ως προϊόντος της οθωμανικής διακυβέρνησης, η οποία αποσιωπά την εθνοθρησκευτική διάσταση και η ιστορία των κτιρίων που αγνοεί ή υποτιμά τους δημιουργούς τους, ο Tanyeli υποστηρίζει μεταξύ άλλων τα εξής: «Με λίγα λόγια, αν δεν ληφθεί υπ’ όψιν η εθνικότητα και η θρησκεία (ή απλά η ποικιλομορφία των ταυτοτήτων) είναι δύσκολο να γραφτεί η ιστορία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής». Απορρίπτει όμως και την αντίθετη κατεύθυνση. Την προσπάθεια τεκμηρίωσης ότι «η κάθε εθνοθρησκευτική κοινότητα έχει τη δική της αρχιτεκτονική», ότι δηλαδή «υπάρχει Τουρκικό (ή Οθωμανικό) σπίτι, Ελληνορθόδοξο σπίτι, Αρμένικο σπίτι κ.ο.κ .»
7. Ακολουθεί το άρθρο της Εύας Αλεξάνδρου-Σαρλάκ, αναπληρώτριας καθηγήτριας του Πανεπιστημίου του Ισίκ, με τίτλο «Οι ελληνικές ορθόδοξες τρουλαίες εκκλησίες που έπαιξαν ρόλο στη διαμόρφωση της φυσιογνωμίας της Κωνσταντινούπολης του 19ου αιώνα». Σε αυτό αναλύονται οι αρχιτεκτονικοί ρυθμοί ενός μέρους των ελληνικών ορθόδοξων εκκλησιών της Πόλης που υπάγονται στο Πατριαρχείο και ανεγέρθηκαν κατά την περίοδο του εξευρωπαϊσμού της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Πρόκειται για τους τρουλαίους ναούς του 19ου αιώνα και συγκεκριμένα για τη ρυθμολογική προσέγγιση των προσόψεων και των εσωτερικών τους χώρων.
8. Το άρθρο «Εμπορικά κτίρια και κτίρια διαμερισμάτων στην Κωνσταντινούπολη την εποχή του εξευρωπαϊσμού» του Βασίλη Κολώνα, καθηγητή Τμήματος Αρχιτεκτόνων-Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, είναι μια ιστορικοκριτική παρουσίαση του έργου των ελλήνων αρχιτεκτόνων της πόλης, επικεντρωμένη στις δύο βασικές κατηγορίες πολυώροφων κτιρίων της περιόδου 1890-1910 —τα χάνια (καταστήματα, γραφεία, εργαστήρια) και τα κτίρια διαμερισμάτων—, τα οποία άλλαξαν την εικονογραφία της Κωνσταντινούπολης. Επισημαίνονται οι όροι που ευνόησαν την κυριαρχία του εκλεκτικισμού ως αρχιτεκτονικής τεχνοτροπίας και ιδεολογίας, καθώς και η υπολογίσιμη παρουσία του νεοκλασικισμού σε κτίρια ελλήνων ιδιοκτητών, αλλά και σε κτίρια άλλων εθνοτήτων που έχουν σχεδιαστεί από ρωμιούς αρχιτέκτονες.
9. Το άρθρο του Αhmet Ersoy, αναπληρωτή καθηγητή στο Πανεπιστήμιο του Μπογάζιτσι, με τίτλο «Ο κρυφός κάλφας του ασύμβατου κτιρίου: Το Χαμιντιγέ Τζαμί και ο Νικόλαος Τζελέπης», δεν περιορίζεται στην τεκμηρίωση της πατρότητας του κτιρίου και την επιστημονική σκιαγράφηση του πορτρέτου του άγνωστου αρχιτέκτονά του Νικόλαου Τζελέπη ή Τζελεπόπουλου, ο οποίος στα οθωμανικά έγγραφα αναφέρεται ως Νικολάκης Εφέντης, κρατικός υπάλληλος και κάλφας. Ο Ersoy ερμηνεύει την τυπολογική και μορφολογική ασυμβατότητα του τζαμιού ως προσωπική αναζήτηση του δημιουργού της, ο οποίος ανέμειξε με εκλεκτικιστική διάθεση ιστορικά στοιχεία της οθωμανικής αρχιτεκτονικής και στοιχεία της ευρωπαϊκής οριενταλιστικής τεχνοτροπίας που ήταν τότε του συρμού. Επρόκειτο, δηλαδή, για πειραματική έκφραση της τοπικής αρχιτεκτονικής κληρονομιάς και της διαφορετικότητας με μια διεθνή γλώσσα — τον εκλεκτικισμό και οριενταλισμό.
10. Το έργο του αρχιτέκτονα και ακαδημαϊκού Βασιλείου Κουρεμένου (1875-1957) στην Πόλη, ο οποίος ανήκει στις δεσπόζουσες μορφές της ελληνικής αρχιτεκτονικής των ετών 1905-1940, προσεγγίζεται από την Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ, ιστορικό της αρχιτεκτονικής και ομ. καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το άρθρο της, καρπός αρχειακής και επιτόπιας έρευνας, έχει τίτλο «Εκσυγχρονισμός και αυθεντικότητα στο πλαίσιο της παράδοσης του κλασικισμού: Το έργο του αρχιτέκτονα Βασιλείου Κουρεμένου στην Κωνσταντινούπολη, 1911-1915». Περιλαμβάνει: (α) ένα εισαγωγικό για την αρχιτεκτονική κατάρτιση και την επαγγελματική εμπειρία του αρχιτέκτονα, πριν εγκατασταθεί στην οθωμανική πρωτεύουσα, (β) καταγραφή των άγνωστων μέχρι πρότινος κτιρίων και μελετών του στην Κωνσταντινούπολη και (γ) συγκριτική ιστορική προσέγγιση δύο επαρκώς τεκμηριωμένων έργων του —του υποκαταστήματος της Τράπεζας Αθηνών στον Γαλατά και του τάφου της οικογένειας Γαλίτση, στο ελληνικό νεκροταφείο του Sisli. Τα δύο αυτά έργα αποτελούν χαρακτηριστικές εκφράσεις της ανανεωτικής, εκλεπτυσμένης, συμβολικής και εναρμονισμένης προς το περιβάλλον της αρχιτεκτονικής του Κουρεμένου.
11. Καρπός αρχειακής και επιτόπιας έρευνας είναι και το άρθρο της δρος αρχιτέκτονος Λίλας Θεοδωρίδου-Σωτηρίου, καθηγήτριας Τ.Ε.Ι. Σερρών και του δρα αρχιτέκτονα Σάββα Τσιλένη με τίτλο «Το αρχιτεκτονικό όραμα του Πάτροκλου Καμπανάκη». Σε αυτό σκιαγραφούνται η επαγγελματική πορεία, ο ιδεολογικός πλουραλισμός και το άγνωστο έργο του διανοούμενου–καλλιτέχνη, ο οποίος κινήθηκε έξω από τα όρια της ομογένειας. Εκτός από τη δραστηριότητά του στο Κάιρο και την Αθήνα, ο Καμπανάκης δοκίμασε τις δυνάμεις του στις διεθνείς αρένες, συμμετέχοντας στους αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς για τον Πύργο του Λονδίνου (1890), το Αρχαιολογικό Μουσείο Καϊρου (1890), το μέγαρο της Κοινωνίας των Εθνών (1928) και τον Φάρο του Κολόμβου (1929).
12. Η εισαγωγή της καινοτόμου τεχνικής του οπλισμένου σκυροδέματος στην Κωνσταντινούπολη, η οποία είναι σχεδόν αποκλειστικά συνδεδεμένη με τη δραστηριότητα της παρισινής φίρμας Bureau Technique de François Hennebique και τα σημαντικότερα κτίρια με οπλισμένο σκυρόδεμα πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στα οποία συμμετείχαν έλληνες τεχνικοί, είναι το θέμα του άρθρου της Βίλμας Χαστάογλου-Μαρτινίδη, καθηγήτριας Τμήματος Αρχιτεκτόνων της Πολυτεχνικής Σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, που έχει τίτλο «Η έλευση του μπετόν αρμέ στην Πόλη και οι έλληνες αρχιτέκτονες, μηχανικοί και εργολάβοι, 1902-1913». Στο άρθρο παρέχεται πίνακας των 37 έργων, που μελετήθηκαν ή κατασκευάστηκαν στη Πόλη με το σύστημα Hennebique από το 1902 έως τις παραμονές του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου. Τα 26 ήταν έργα ελλήνων αρχιτεκτόνων —Ερ. Βουτσίνου, Μ. Λάγγα κ.ά.— ή εργοληπτών και τα σημαντικότερα από αυτά παρουσιάζονται αναλυτικά από τη συγγραφέα.
13. Το άρθρο του Στέλιου Ροΐδη, αρχιτέκτονα-μηχανικού του Πολυτεχνείου Κωνσταντινουπόλεως, έχει τίτλο «Μια παράδοση του 20ού αιώνα: Οι ρωμιοί αρχιτέκτονες της Κωνσταντινούπολης και η προσφορά τους στην πόλη». Βασίζεται στη βιβλιογραφία (Τσιλένης, Κολώνας κ.ά.), σε στοιχεία που έφερε στο φως η ιστορική έρευνα, και σε δικές του αναζητήσεις. Στο πρώτο μέρος του άρθρου, υπάρχουν πληροφορίες για τις σπουδές και το έργο ορισμένων από τους 230 ρωμιούς αρχιτέκτονες της Πόλης, από τις αρχές του 20ού αιώνα έως το 1923. Στοιχεία για τα ονόματα, τις σπουδές και τη σταδιοδρομία των ρωμιών αρχιτεκτόνων μετά το 1923 δίνονται στο δεύτερο μέρος του άρθρου.
Greek Architects of Istanbul exhibition film
Η Ελένη Φεσσά-Εμμανουήλ είναι ιστορικός της αρχιτεκτονικής και Ομότιμη Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
-
Batur, Afife (ed., 2005), Architectural Guide to Istanbul. Galata, Chamber of Architects of Turkey – Istanbul Metropolitan Branch, Istanbul.
-
Βίγκας, Λάκης (2009), «Εισήγηση 21. Επισημάνσεις και αποτιμήσεις», σε: Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωγραφείου, Συνάντηση στην Πόλη. Το παρόν και το μέλλον. Κείμενα για τη ρωμαίικη κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, Αθήνα, σ. 295-297
-
Κuruyazici, Hasan και Sarlak, Eva (επιμέλεια, 2010), Batılılaşan İstanbul’un Rum Mimarları / Οι Ρωμιοί Αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού, Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωγραφείου, Κωνσταντινούπολη.
-
Kuruyazici, Hasan (επιμέλεια, 2010), Batılılaşan İstanbul’un Ermeni Mimarları / Οι Αρμένιοι Αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού (δίγλωσσο βιβλίο που εκδόθηκε στο πλαίσιο της ομώνυμης έκθεσης), Uluslararası Hrant Dink Vakfı (Διεθνές Κοινωφελές Ίδρυμα Χραντ Ντινκ), Κωνσταντινούπολη.
-
Kuruyazici, Hasan (2010), «Πρόλογος», Οι Ρωμιοί Αρχιτέκτονες της Πόλης στην περίοδο του εκδυτικισμού, Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωγραφείου, Κωνσταντινούπολη, σ. 9.
-
Loyer, François (1983), “Lysandre Caftanzoglou. L’ architecture néoclassique dans la Grèce de l’ Indépendence”, Archives d’Architecture Moderne, 25/1983, σ. 74-102.
-
Loyer, François (1966), Αrchitecture la Grèce contemporaine, διδακτορική διατριβή 3ου κύκλου, πολυγραφημένη, Παρίσι, σ. 75, 82, 108-114, 177, 179.
-
Μαρμαράς, Εμμανουήλ Β. (2005 & 2013), «Κωνσταντίνος Κυριακίδης», σε: Φεσσά-Εμμανουήλ, Ε. και Μαρμαράς, Εμ. Β., Δώδεκα ΄Έλληνες Αρχιτέκτονες του Μεσοπολέμου / Twelve Greek Architects of the Interwar Period, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Ηράκλειο, σ. 46-59.
-
Σύνδεσμος Αποφοίτων Ζωγραφείου (2009), Συνάντηση στην Πόλη. Το παρόν και το μέλλον. Κείμενα για τη ρωμαίικη κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, Εκδόσεις Καλειδοσκόπιο, Αθήνα.
-
Τσιλένης, Σάββας (1998), «Η Κωνσταντινούπολη του 19ου αιώνα, το πέρασμα από την παράδοση στον κοσμοπολιτισμό», επιθεώρηση Η καθ’ ημάς Ανατολή, Σύνδεσμος των εν Αθήναις Μεγαλοσχολιτών, Αθήνα, 4/1998, σ. 251-272.
-
Τσιλένης, Σάββας (1999), «Τα έργα και οι ημέρες ενός Κωνσταντινοπολίτη Κάλφα, του Περικλή Δημητρίου Φωτιάδη», σε: Η καθημερινή ζωή στην Κωνσταντινούπολη στο τέλος του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα, Πρακτικά επιστημονικής ημερίδας, Σύνδεσμος των εν Αθήναις Μεγαλοσχολιτών, Αθήνα, σ. 189 – 244.
-
Τσιλένης, Σάββας (2000), «Οι Ρωμιοί ‘αρχιτέκτονες’ καλφάδες της Πόλης, 1869-1945», Σύγχρονα Θέματα, 74-75/2000, σ. 166 – 179.
-
Τσιλένης, Σάββας (2002), «Ο αιώνας του εξευρωπαϊσμού στην πολεοδομική εξέλιξη της Κωνσταντινούπολης, 1840-1950» / «The century of Europeanization in the urban development of Constantinople», σε: Γιαννακόπουλος, Γ. (επιμ.), Κωνσταντινούπολη, η Πόλη των Πόλεων / Constantinople. City of Cities, Έφεσος, Αθήνα, σ. 89- 114.
-
Τσιλένης, Σάββας (2004), «Το κτίριο της Μεγάλης του Γένους Σχολής και ο δημιουργός της K. Δημάδης», σε: Η Πατριαρχική Μεγάλη του Γένους Σχολή, Πρακτικά της τέταρτης επιστημονικής ημερίδας, Εταιρεία Μελέτης της καθ’ ημάς Ανατολής, Αθήνα, σ. 323-366.
-
Τσιλένης, Σάββας (2005), «Η αρχιτεκτονική και πολεοδομική εξέλιξη της Κωνσταντινούπολης και η συμβολή της Ελληνορθόδοξης Κοινότητας στη διαμόρφωση της πόλης (1878-1908), το παράδειγμα του κάλφα Περικλή Δ. Φωτιάδη», σε: Σαπουνάκη-Δρακάκη, Λ. (επιμ.), Η Ελληνική Πόλη σε ιστορική προοπτική, εκδόσεις Διονικός με συνεργασία του European Association for Urban History, Αθήνα, σ. 70-81.
-
Τσιλένης, Σάββας (2006), «Οι Έλληνες αρχιτέκτονες της Κωνσταντινούπολης και η συμβολή τους στη δημιουργία του αστικού περιβάλλοντος», σε: Πρακτικά πρώτου παγκόσμιου συνεδρίου Κωνσταντινουπολιτών, 27, 28, 29 Μαΐου 2005, Ένωσις Κωνσταντινουπολιτών, Αθήνα, σ. 161-177.
-
Τσιλένης, Σάββας (2009), Η διαμόρφωση του χώρου στην Κωνσταντινούπολη και ο ρόλος των ομογενών αρχιτεκτόνων στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, διδακτορική διατριβή Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ, Αθήνα 2009.
-
Φεσσά-Εμμανουήλ, Ελένη (2002), «Αρχιτέκτονες του Βόλου και του Πηλίου. Μια πρώτη καταγραφή», εν Βόλω, περιοδική έκδοση Δημοτικού Κέντρου Ιστορίας Βόλου, 6/2002, σ. 42-49.
-
Φεσσά-Εμμανουήλ, Ελένη (2017), Βασίλειος Κουρεμένος, Αρχιτέκτων, Ακαδημία Αθηνών, Αθήνα 2017.