Vojislav Pavlović
O Σταλινισμός δίχως τον Στάλιν. Οι Σοβιετικές καταβολές της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (Μέρος Β΄: 1941 – 1948)
Ο Τίτο αρχηγός των Παρτιζάνων
Ολόκληρη η διαγωγή του Τίτο, από τη στιγμή που ανέλαβε τα ηνία του ΚΚΓ το 1937 έως τον Ιούνιο του 1941, επιβεβαιώνει πως σε ολόκληρο το χρονικό αυτό διάστημα λειτούργησε ως συνεπής και ευσυνείδητος εκπρόσωπος της Κομιντέρν στη Γιουγκοσλαβία. Το κόμμα υλοποίησε, υπό την καθοδήγησή του, συστηματικά και δίχως αντιρρήσεις όλες τις οδηγίες της Μόσχας. Στα μάτια του, το συμφέρον της Γιουγκοσλαβίας, η εργατική τάξη και το ζήτημα της ανεξαρτησίας της τελευταίας, έρχονταν σε ελάσσονα μοίρα συγκριτικά με τα αντίστοιχα της ΕΣΣΔ. Ενδεικτικό είναι το ότι δεν πυροδότησε μια ένοπλη εξέγερση τη στιγμή, κατά την οποία η Γιουγκοσλαβία έπεσε θύμα επίθεσης και κατοχής, παρά μόνο έπειτα από την γερμανική εισβολή σε βάρος της ΕΣΣΔ και αφού, προηγουμένως, υπήρξε αποδέκτης σχετικών οδηγιών εκ μέρους της Μόσχας. Το ΚΚΓ ήταν παράρτημα της Κομιντέρν και συνέχισε να λειτουργεί ως τέτοιο όσο διατηρείτο η επαφή με τη σοβιετική πρωτεύουσα. Μοναδικό σημείο, όπου ο Τίτο και το κόμμα του εκδήλωναν, εδώ και κάποιο καιρό, τάσεις αυτονόμησης, ήταν εκείνο περί συγκρότησης μιας λαϊκής κυβέρνησης, με άλλα λόγια περί εξώθησης σε ένοπλη εξέγερση ενάντια στο νόμιμο καθεστώς της χώρας. Ακόμα και τις στιγμές που η Μόσχα τον αποθάρρυνε από το να προχωρήσει σε μια πρωτοβουλία του είδους αυτού, η ιδέα είχε σφηνωθεί βαθειά μέσα στη σκέψη του. Μια αλληλουχία από αποτυχίες του Κόκκινου Στρατού, στο πεδίο των εχθροπραξιών αμέσως μετά την εκδήλωση της γερμανικής εισβολής, μοιραία απέσπασε την προσοχή της σοβιετικής κυβέρνησης και της Κομιντέρν από τα τεκταινόμενα στη Γιουγκοσλαβία. Από τον Ιούλιο του 1941 και εφεξής, ο Τίτο και το ΚΚΓ αφέθηκαν, ως ένα βαθμό, μόνοι. Αναμενόμενο ήταν να επανέλθουν στη στρατηγική τους περί κατάκτησης της εξουσίας. Ας επισημανθεί δε πως πρόκειται για μια στρατηγική, η οποία δεν επιβλήθηκε καθ οιονδήποτε τρόπο από την ηγεσία του κόμματος. Αποτελούσε κοινή συνισταμένη σύσσωμου του μηχανισμού του ΚΚΓ, ο οποίος την είχε αυθόρμητα ενστερνιστεί.
Πεποίθηση όλων ήταν ότι η έκβαση του πολέμου θα προέκυπτε από μια νικηφόρα προέλαση του Κόκκινου Στρατού εντός του Γιουγκοσλαβικού εδάφους. Απέναντι σε μια τέτοια προοπτική, η ουσιαστική αποστολή, η οποία αναλογούσε στο ΚΚΓ, συνίστατο στην κατάληψη της εξουσίας μέσω μιας κοινωνικής επανάστασης πριν από την έλευση των σοβιετικών στρατευμάτων. Ο πόλεμος ενάντια στη Γερμανία, δεν μπορούσε να κερδηθεί δίχως τη συνδρομή του Κόκκινου Στρατού. Όμως, ο αγώνας για την εξουσία εντός της Γιουγκοσλαβίας, ήταν υπόθεση του ΚΚΓ. Όταν οι πρώτες ομάδες Παρτιζάνων ανέλαβαν δράση εντός του Ιουλίου, πέραν από τη σύγκρουση με τις δυνάμεις κατοχής, στόχος ήταν να διαφανεί πως το προπολεμικό Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας είχε πάψει να υφίσταται δια παντός. Κάθε φορά που εισέρχονταν σε μικρές κωμοπόλεις της επαρχίας, οι τοπικοί διοικητές των Παρτιζάνων φρόντιζαν να καταστρέφουν ο,τιδήποτε παρέπεμπε στο παλαιό καθεστώς. Οι δήμαρχοι συλλαμβάνονταν, ενίοτε δε εκτελούνταν, τα αστυνομικά και δικαστικά αρχεία, οι στρατολογικές καταστάσεις και τα κτηματολόγια καίγονταν. Φωτογραφίες, εικόνες και σύμβολα της βασιλικής εποχής αποσύρονταν. Μια νέα εποχή είχε ανατείλει και το ΚΚΓ ήταν αποφασισμένο να το καταστήσει σαφές προς πάσα κατεύθυνση.³⁷

Κατά το δεύτερο ήμισυ του Αυγούστου, ο Τίτο ενημέρωσε σχετικά την Κομιντέρν ως εξής: “Οι Παρτιζάνοι προβαίνουν στην αντικατάσταση των τοπικών αρχών. Καίνε στις στρατολογικές και φορολογικές καταστάσεις καθώς και κάθε άλλου είδους αρχεία, τέλος, εγκαθιστούν λαϊκές επιτροπές εν είδει νέας μορφής τοπικής διοίκησης”.³⁸ Αντικειμενικός σκοπός ήταν, ακριβώς, η ίδρυση λαϊκών συμβουλίων σε τοπική κλίμακα. Τον Οκτώβριο του ιδίου έτους, ο υπαρχηγός του Τίτο, Σλοβένος Edvard Kardelj, απέδωσε την αντικατάσταση των υπαρχουσών τοπικών αρχών στο γεγονός ότι οι τελευταίες υπηρετούσαν πιστά τις δυνάμεις κατοχής. Για μια συστράτευση ενάντια στους Γερμανούς, ήταν αναγκαία η δημιουργία νέου είδους τοπικών αρχών. Αποστολή των λαϊκών συμβουλίων ήταν ο ανεφοδιασμός των Παρτιζάνων και η παροχή βοήθειας προς αυτούς, η τήρηση της τάξης, τέλος, ο επισιτισμός των κατοίκων.³⁹ Οι διάφορες μορφές τοπικής διοίκησης δεν συνέκλιναν προς κάποιας μορφής πυραμίδα εξουσίας. Αργότερα, έπειτα από το πέρας του πολέμου, ο Τίτο αναγνώρισε πως είχε αποφύγει να πράξει κάτι τέτοιο, προκειμένου να μην προκαλέσει τη δυσαρέσκεια της Μόσχας. Άλλωστε, από τον Οκτώβριο του 1941, η ΕΣΣΔ είχε αποκαταστήσει διπλωματικές σχέσεις με την ευρισκόμενη στο Λονδίνο εξόριστη γιουγκοσλαβική κυβέρνηση. Αυτός υπήρξε και ο λόγος που, για πολλοστή φορά τον απέτρεψε από τη σκέψη εγκαθίδρυσης οποιουδήποτε είδους λαϊκής κυβέρνησης.⁴°

Ο Τίτο είχε απόλυτη συναίσθηση του ότι η Μόσχα έτρεφε διαφορετικού είδους επιδιώξεις όταν του ανέθετε την οργάνωση μιας ένοπλης εξέγερσης. Επρόκειτο για την επονομαζόμενη “Θεωρία των δυο φάσεων”, δηλαδή, για την κατεπείγουσα συμμαχία με όλες τις αντιστασιακές οργανώσεις. Ειδικότερα ως προς την Σερβία, κάτι τέτοιο ισοδυναμούσε με σύμπραξη με τους Tchetniks του συνταγματάρχη Dragoljub Draža Mihailović. Η ιδιαιτερότητα στην περίπτωση της Σερβίας συνίστατο στο ότι η τελευταία τελούσε υπό άμεση γερμανική κατοχή. Αμέσως μετά το πέρας των εχθροπραξιών, το μεγαλύτερο μέρος των στρατευμάτων μεταφέρθηκε στο ανατολικό μέτωπο, αφήνοντας επιτόπου δυο, μόνο, υποστελεχωμένες μεραρχίες. Επρόκειτο για μια κατάσταση, η οποία είχε επιτρέψει στον Mihailović να οργανώσει ένα αντιστασιακό κίνημα ήδη από τον μήνα Μάϊο. Τον πυρήνα του κινήματος συγκροτούσαν αξιωματικοί και οπλίτες του σερβικού στρατού, ταπεινωμένοι από την ήττα και την αδυναμία προβολής αποτελεσματικής αντίστασης για την προάσπιση της ανεξαρτησίας και της ελευθερίας της Σερβίας. Έτσι λοιπόν, όταν οι Παρτιζάνοι του Τίτο ανέλαβαν δράση τον Ιούλιο, ήταν υποχρεωμένοι να υπολογίζουν σοβαρά τις μονάδες του Mihailović. Τα δυο αντιστασιακά κινήματα διέθεταν αντικρουόμενες πολιτικές στρατηγικές. Ο Mihailović είχε κατά νου την αποκατάσταση των προπολεμικών θεσμών, την ίδια στιγμή που, καθώς είδαμε, οι Παρτιζάνοι του Τίτο είχαν αρχίσει να τους υποκαθιστούν, σε τοπική κλίμακα, δια της βίας.
Το μεγάλο πλεονέκτημα του Mihailović ήταν το κύρος, που του προσέδιδε ο βαθμός του, όπως και ένα ολόκληρο δίκτυο συναδέλφων του αξιωματικών, οι οποίοι είχαν παραμείνει στη Σερβία. Στα μάτια της τοπικής διοίκησης, φάνταζε ως η μοναδική εναλλακτική λύση έναντι ενός καθεστώτος συνεργατών, που οι Γερμανοί είχαν τοποθετήσει μέσω της κατοχικής κυβέρνησης του στρατηγού Milan Nedić. Η στρατηγική του Mihailović ήταν κατά κύριο λόγο αμυντική. Προσέβλεπε σε μια ολοκληρωτική επικράτηση των Συμμάχων, η οποία θα συνεπάγετο την απελευθέρωση της χώρας. Αντιμετώπιζε το κίνημά του σαν μια οργάνωση, έτοιμη ανά πάσα στιγμή να συνδράμει τους τελευταίους σε περίπτωση που επέλεγαν να αποβιβαστούν στα Βαλκάνια. Δεν χρειαζόταν να αγωνιστεί για τη νομιμοποίηση του κινήματός του. Την διέθετε εκ των πραγμάτων από τη στιγμή, κατά την οποία η εξόριστη βασιλική κυβέρνηση του παρείχε πλήρη υποστήριξη.
Αντίθετα, οι Παρτιζάνοι του Τίτο στερούνταν παντελώς πολιτικής νομιμοποίησης. Η, πριν από τον πόλεμο, περιορισμένης διάρκειας παρουσία του ΚΚΓ στα πολιτικά δρώμενα της Γιουγκοσλαβίας, δεν επέτρεπε κάτι τέτοιο. Ο μόνος τρόπος να αποκτήσουν κάποιας μορφής αξιοπιστία ήταν να αναγορευτούν σε αιχμή του δόρατος του αγώνα κατά των Γερμανών. Αυτή, άλλωστε, ήταν και η επιθυμία της Μόσχας. Η αντιπαράθεση με τον κατακτητή μπορούσε να λειτουργήσει ως πολιτική προπαγάνδα προς όφελος του ΚΚΓ. Στρεφόμενο δυναμικά κατά των Γερμανών, αλλά και ενάντια σε ένα ολόκληρο σύστημα τοπικής διοίκησης, το οποίο είχε αφομοιωθεί από τις δυνάμεις κατοχής, το κόμμα θα ήταν σε θέση να υλοποιήσει τα κατάλοιπα της προπολεμικής τάξης πραγμάτων. Το χάσμα με το κίνημα του Mihailović ήταν αγεφύρωτο. Παρά ταύτα, η Μόσχα εξακολουθούσε να προτρέπει προς την κατεύθυνση της συγκρότησης ενός ενιαίου εθνικού Λαϊκού Μετώπου. Ο Τίτο δεν είχε επιλογή άλλη από το να συνεργαστεί με τον πολιτικό του αντίπαλο, τον Mihailović.
Έως ότου οι δυο άνδρες συναντηθούν για πρώτη φορά τον Σεπτέμβριο του 1941, ο Τίτο αγνοούσε επιδεικτικά κάθε δραστηριότητα του Mihailović στις επαφές που είχε με τη Μόσχα. Περιέγραφε μόνο τα επιτεύγματα των δικών του μονάδων, στιγματίζοντας τους εθελοντές συνεργάτες του Kosta Pećanac, ο οποίος είχε συνάψει σύμφωνο με τις τοπικές αρχές κατοχής.⁴¹ Η πρώτη μνεία χρονολογείται από τις 28 Σεπτεμβρίου, όπου δεν αναφέρεται καθόλου το όνομα του Mihailović. Γίνεται μοναχά λόγος για μονάδες στρατιωτικών Tchetniks, οι οποίοι μάχονταν κατά των Γερμανών.⁴² Επί της ουσίας, ο Mihailović πρωτοεμφανίζεται ονομαστικά στις αναφορές του Τίτο στις 25 Νοεμβρίου, δηλαδή δυο ολόκληρους μήνες αφότου συνήψαν σύμφωνο συνεργασίας μεταξύ τους (19 Σεπτεμβρίου 1941).⁴³ Έκτοτε, δεν έπαψε να καταγγέλει τον Mihailović στη Μόσχα για συνεργασία με τον κατακτητή, κάθε φορά που του προσφερόταν η δυνατότητα. Έπραξε τα πάντα προκειμένου να εμφανίζει τους Παρτιζάνους ως το μοναδικό αυθεντικό αντιστασιακό κίνημα από τον Ιούλιο 1941 και έπειτα. Απέκρυπτε συστηματικά κάθε είδους δραστηριότητα των Tchetniks. Το πρόβλημα ανέκυψε από τη στιγμή, κατά την οποία η εξόριστη βασιλική κυβέρνηση αναγνώρισε τον Mihailović ως ηγέτη της γιουγκοσλαβικής αντίστασης. Οι καταγγελίες του Τίτο ανάγκασαν τον Dimitrov να ζητήσει περαιτέρω διευκρινίσεις για το είδος των σχέσεων μεταξύ των δυο ανδρών. Τέλος, ο επικεφαλής της Κομιντέρν θέλησε να πληροφορηθεί κατά πόσο ο Τίτο είχε προβεί σε ενέργειες προς την κατεύθυνση της θέσπισης μιας ενιαίας διοίκησης των Γιουγκοσλάβων αντιστασιακών.⁴⁴

Το κρυπτογράφημα του Dimitrov παραλήφθηκε τον Δεκέμβριο, την ίδια ακριβώς στιγμή που γερμανικές εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εντός της Σερβίας είχαν φέρει σε εξαιρετικά δυσχερή θέση τόσο τους Παρτιζάνους όσο και τους Tchetniks. Ο Τίτο, συνοδευόμενος από λιγότερους από χίλιους άνδρες, αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει στο Sandžak. Από τη δική του πλευρά, ο Mihailović διέταξε τις ομάδες του να διαλυθούν και να καταφύγουν στο Μαυροβούνιο. Επιπρόσθετα, ήδη από τον Νοέμβριο, είχαν ξεσπάσει και κρούσματα αντιπαράθεσης μεταξύ τους, με αποτέλεσμα αμφότεροι να εξασθενίσουν περισσότερο. Ήταν εμφανές πως είχε εξαντληθεί κάθε προοπτική συνεργασίας. Το σχέδιο της Μόσχας περί συγκρότησης μιας ευρείας συμμαχίας είχε ναυαγήσει ως προς την Σερβία, αλλά και ως προς την Γιουγκοσλαβία γενικότερα. Ακόμα χειρότερα, δεν υπήρξε ανταπόκριση στις εκκλήσεις απελπισίας του Τίτο για αποστολή όπλων, εξοπλισμού και πυρομαχικών. Η ΕΣΣΔ ήταν ανήμπορη να απελευθερώσει τη Γιουγκοσλαβία, έτσι όπως το ΚΚΓ το είχε οραματιστεί το καλοκαίρι του 1941. Ο Τίτο και οι σύντροφοί του είχαν αφεθεί ολομόναχοι κάτω από ιδιαίτερα δυσμενείς και δυσοίωνες συνθήκες. Μη διαθέτοντας άλλη επιλογή, αποφάσισαν να υλοποιήσουν τη δική τους στρατηγική, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο, με τον οποίο το είχαν πράξει στις αρχές του 1938, την επομένη της εξολόθρευσης του Gorkić.
Η στρατηγική του Τίτο
Η αδυναμία της Μόσχας να παράσχει οποιασδήποτε μορφής βοήθεια προς τους Παρτιζάνους και ο αγώνας επιβίωσης, στον οποίο εκ των πραγμάτων η ΕΣΣΔ είχε επιδοθεί, ανάγκασαν τον Τίτο να αναζητήσει λύσεις από μόνος. Το ιδεολογικό υπόβαθρο δεν είχε μεταβληθεί από την εποχή της επανόδου του από την σοβιετική πρωτεύουσα. Για πρώτη φορά, ωστόσο, του εμφανιζόταν η ευκαιρία να το εφαρμόσει απερίσπαστος. Έχοντας αποσυρθεί αρχικά στο Sandžak και κατόπιν στη Βοσνία, βρισκόταν σε έδαφος, το οποίο τελούσε υπό το καθεστώς των Ούστασε (Ustaša) του Ante Pavelić. Συνεπώς, ήταν υποχρεωμένος να αναμετρηθεί με μια εντελώς διαφορετική πραγματικότητα. Εκατοντάδες χιλιάδες Σέρβοι είχαν αναζητήσει καταφύγιο στα δάση της Κροατίας και της Βοσνίας-Ερζεγοβίνης, επιχειρώντας να διαφύγουν από την γενοκτονία, στην οποία ο Pavelić είχε προβεί σε βάρος των Σέρβων, των Εβραίων και των Ρομά. Σε μερικές περιπτώσεις, οργανώνονταν σε αυτοσχέδιες πολιτοφυλακές. Άλλοτε πάλι, προσχωρούσαν στις τάξεις των Παρτιζάνων. Τέλος, ορισμένοι από αυτούς στελέχωναν τις ομάδες των Tchetniks, υπό την κατ όνομα, μόνο, ανώτατη διοίκηση του Mihailović. Όλοι αυτοί οι διαφυγέντες, αποτελούσαν ιδανική πελατεία για τους Παρτιζάνους από τη στιγμή που το καθεστώς Pavelić ακολουθούσε μια εθνοκτόνο πολιτική: Το ένα τρίτο των Σέρβων, οι οποίοι βρίσκονταν εντός των ορίων του Ανεξάρτητου Κροατικού Κράτους έπρεπε να εξοντωθεί. Άλλο ένα τρίτο, να απελαθεί. Το εναπομείναν τρίτο μπορούσε να παραμείνει επιτόπου, υπό την προϋπόθεση να ασπαστεί την Καθολική θρησκεία. Προκειμένου να τους εντάξει στο κίνημά του, ο Τίτο χρειαζόταν κάτι παραπάνω από συνθήματα περί κοινού αγώνα κατά του κατακτητή. Είχε ανάγκη από μια ευνόητη πολιτική και στρατιωτική στρατηγική, βασισμένη επάνω στα όσα είχε ο ίδιος μάθει στη Μόσχα. Μια στρατηγική γύρω από το τρίπτυχο: 1) Ομόσπονδη Γιουγκοσλαβία των εθνών, 2) Λαϊκό Μέτωπο από τη βάση και 3) Κυβέρνηση από τον λαό. Απώτερος στόχος ήταν η κατάκτηση της εξουσίας και η οργάνωση μιας κοινωνικής επανάστασης.

Στις 21 Δεκεμβρίου 1941, ημέρα των γενεθλίων του Στάλιν, ο Τίτο συγκρότησε στην Πρώτη Προλεταριακή ταξιαρχία, μια ετοιμοπόλεμη επίλεκτη μονάδα, ικανή να επιχειρεί άμεσα σε κάθε σημείο της επικράτειας. Η παρουσία και μόνο μονάδων αυτού του είδους σε περιοχές, οι οποίες κατοικούνταν από Σέρβους χωρικούς, αρκούσε, προκειμένου να πείσει τους τελευταίους να προσχωρήσουν ομαδικά στις τάξεις των Παρτιζάνων. Περισσότερο ετοιμοπόλεμες από τις αντίστοιχες των Tchetniks, οι μονάδες αυτές ήταν σε θέση να παράσχουν μεγαλύτερη προστασία ενάντια στα εγκλήματα των Ούστασε. Οι Παρτιζάνοι διέθεταν ένα ιδεολογικό πλεονέκτημα. Δεν μάχονταν μόνο για την αποτίναξη του ξένου ζυγού. Πολεμούσαν συνάμα για την επιβολή μιας νέας πολιτικής και κοινωνικής τάξης πραγμάτων. Στα μέρη, από όπου περνούσαν, φρόντιζαν να εγκαθιστούν λαϊκά συμβούλια, τα επονομαζόμενα, από το 1942 και μετά, Συμβούλια Λαϊκής Απελευθέρωσης (τα αρχικά στη Σερβική γλώσσα είναι ΝΟΟ). Η αποστολή των παραπάνω συμβουλίων καθορίστηκε από τις οδηγίες του Φεβρουαρίου 1942. Είχαν επινοηθεί προκειμένου να λειτουργούν ως υπόβαθρο ενός νέου πολιτικού συστήματος, μέσω του ανεφοδιασμού σε τρόφιμα και πολεμοφόδια των μονάδων εκείνων, που μάχονταν στην πρώτη γραμμή. Αποτελούσαν μέρος του όλου πολεμικού μηχανισμού, από τη στιγμή, κατά την οποία ενέπιπτε σε αυτά ο έλεγχος των μετόπισθεν. Στα συμβούλια μπορούσαν να εδρεύουν άτομα προερχόμενα και από άλλα κόμματα, ωστόσο όχι ως εντολοδόχοι των τελευταίων.⁴⁵ Η στελέχωση ακολουθούσε πιστά την αρχή περί “Λαϊκού Μετώπου από τη βάση”, καθώς τον πλήρη έλεγχο ασκούσε το ΚΚΓ. Εκείνο ήταν που επέλεγε όσους προέρχονταν από διαφορετικούς πολιτικούς χώρους.
Η νέα στρατηγική του Τίτο σχεδιάστηκε σε μια στιγμή που οι επαφές με τη Μόσχα ήταν περιορισμένες. Η κατάσταση επιδεινώθηκε από τότε που αναγκάστηκε να διαφύγει από τη Σερβία. Η ανταλλαγή τηλεγραφημάτων μέσω του Kopinič, στο Ζάγκρεμπ, αποδείχτηκε ακόμα πιο δυσχερής. Ευρισκόμενος ακόμη στη Σερβία, ο Τίτο μπορούσε να κάνει χρήση ενός τηλεγράφου, που το σοβιετικό διπλωματικό προσωπικό, προτού αποχωρήσει, είχε αφήσει σε έναν δημοσιογράφο ονόματι Miša Brašić. Μη δυνάμενος να χειριστεί το μηχάνημα, ο Brašić εμπιστεύτηκε τους κώδικες στους Παρτιζάνους, οι οποίοι τους μετέφεραν στον Τίτο. Δυστυχώς γι αυτόν, οι κώδικες αποδείχτηκαν λανθασμένοι. Η απευθείας επαφή με τη Μόσχα αποκαταστάθηκε μόνο έπειτα από την έλευση του Kopinič από το Ζάγκρεμπ, τον Φεβρουάριο του 1942, φέροντος τους σωστούς κώδικες. Επομένως, για κάποιο χρονικό διάστημα ο Τίτο απέφυγε να ενημερώσει την Μόσχα σχετικά με τη νέα του στρατηγική. Το έπραξε, όμως, η βασιλική εξόριστη κυβέρνηση, η οποία κοινοποίησε προς τις σοβιετικές αρχές ότι ολόκληρο αυτόν τον καιρό, το ΚΚΓ εφάρμοζε το δικό του πρόγραμμα στην Γιουγκοσλαβία. Οι Προλεταριακές Ταξιαρχίες έφεραν στο πηλίκιό τους ένα κόκκινο αστέρι, απόδειξη της κομμουνιστικής τους προέλευσης. Κατόπιν τούτου, η Μόσχα ζήτησε να πληροφορηθεί κατά πόσο η συγκρότηση των μονάδων αυτών ήταν απαραίτητη και σε ποιό βαθμό στελεχώνονταν από κομμουνιστές. Πάνω απ όλα, επεδίωκε να μάθει εάν ο Τίτο είχε σκοπό να εγκαθιδρύσει ένα σοβιετικής εμπνεύσεως πολιτικό σύστημα στη χώρα του. Του υπενθύμισε πως πρωταρχικός στόχος ήταν ο σχηματισμός ενός ευρέως αντιφασιστικού μετώπου, το οποίο θα συμπεριλάμβανε στους κόλπους του και τον Mihailović. Αντ αυτού, τα σήματα τα οποία λάμβανε, έκαναν λόγο περί προδοσίας του τελευταίου, κάτι που η Μόσχα αμφισβητούσε καθότι, από τον Ιανουάριο 1942, ο Mihailović ασκούσε καθήκοντα υπουργού Στρατιωτικών για λογαριασμό της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης.⁴⁶
Επρόκειτο για μια θεμελιώδη διάσταση απόψεων ανάμεσα στον Τίτο και τους προϊσταμένους του. Ο ηγέτης των Παρτιζάνων αρνείτο να ακολουθήσει τη γραμμή της Μόσχας περί “στρατηγικής των δυο φάσεων”. Άλλωστε, αδυνατούσε να πράξει κάτι τέτοιο από τη στιγμή, κατα την οποία είχε διακόψει σχέσεις με τον Mihailović και είχε ξεκινήσει να οικοδομεί το δικό του πολιτικό σύστημα, δομημένο με γνώμονα το σοβιετικό μοντέλο. Ωστόσο, τα πράγματα άλλαξαν εκ νέου, εξαιτίας της πίεσης που άρχισε να ασκεί η Μόσχα. Η αλληλογραφία έβριθε οδηγιών για αποκατάσταση των σχέσεων με τον Mihailović. Μια παρόμοια εξέλιξη θα διευκόλυνε τα μέγιστα μια συμμαχία ανάμεσα στην ΕΣΣΔ από τη μια πλευρά, την Μεγ. Βρετανία και τις ΗΠΑ από την άλλη. Αρχικά, ο Τίτο έδειχνε να επιμένει στις θέσεις του συνεχίζοντας πεισματικά να καταγγέλει τον Mihailović ως ένοχο προδοσίας και να πολεμά εναντίον του, εξωθώντας τα πράγματα σε εμφύλια αντιπαράθεση. Σε ένα δεύτερο στάδιο, τα επιτεύγματα των Παρτιζάνων άρχισαν να αναμεταδίδονται από τα σοβιετικά μέσα ενημέρωσης. Σταδιακά, ο Τίτο κατάφερε να εξασφαλίσει την υποστήριξη της Μόσχας ως προς το όραμά του για την Γιουγκοσλαβία. Με την πάροδο του χρόνου, οι σοβιετικοί διπλωμάτες, άρχισαν να απηχούν τις απόψεις του Τίτο στις επαφές τους με την εξόριστη βασιλική κυβέρνηση.⁴⁷
Ωστόσο, υπήρχε ένα σοβαρό πρόβλημα, το οποίο εξακολουθούσε να παραμένει άλυτο. Επρόκειτο για την άρνηση του Τίτο να εφαρμόσει την “στρατηγική των δυο φάσεων”, ένα πραγματικό αγκάθι στις σχέσεις του με την Μόσχα. Στις 12 Νοεμβρίου 1942, διαμήνυε τα ακόλουθα: “Βρισκόμαστε σε διαδικασία συγκρότησης ενός είδους κυβέρνησης, που θα ονομάσουμε Εθνική Επιτροπή Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (NKOJ). Όλα τα έθνη και τα πρώην κόμματα θα εκπροσωπούνται στους κόλπους της”.⁴⁸ Απαντώντας, ο Dimitrov υπογράμμισε τις υπάρχουσες διαστάσεις απόψεων. Ναι μεν επικροτούσε την επικείμενη ίδρυση της Εθνικής Επιτροπής, όχι όμως ως μορφή κυβέρνησης, αλλά ως πολιτικό σώμα του κινήματος των Παρτιζάνων: “Μη φέρετε την Εθνική Επιτροπή σε σύγκρουση με την Γιουγκοσλαβική κυβέρνηση του Λονδίνου. Στην παρούσα φάση αποφύγετε να κάνετε λόγο για κατάργηση της Μοναρχίας προβάλλοντας το σύνθημα περί εγκαθίδρυσης της Δημοκρατίας. Όπως αντιλαμβάνεστε, η επιλογή του πολιτικού συστήματος θα γίνει έπειτα από την ήττα του Ιταλο-Γερμανικού συνασπισμού και την απελευθέρωση της Γιουγκοσλαβίας…Μη λησμονείτε πως η ΕΣΣΔ έχει συνάψει διπλωματικές σχέσεις με τον βασιλέα και την εξόριστη κυβέρνηση. Μια ενδεχόμενη μετωπική σύγκρουση με αυτούς θα προκαλέσει δυσκολίες στην κοινή πολεμική προσπάθεια της Σοβιετικής Ένωσης με τις ΗΠΑ και Μεγ. Βρετανία. Οφείλετε να αναλογίζεστε την έκβαση του αγώνα σας όχι μόνο υπό το πρίσμα των εθνικών συμφερόντων αλλά και σε συνάρτηση με τους στόχους και τις επιταγές της τριμερούς διεθνούς συμμαχίας”.⁴⁹
Η αναφορά του Dimitrov στην “παρούσα φάση” υπαινίσσεται αναμφίβολα την περίφημη “στρατηγική των δυο φάσεων”, την οποία με τόσο πεισματικό τρόπο ο Τίτο αρνείτο να εφαρμόσει. Παρά ταύτα, ο τελευταίος ήταν αναγκασμένος να ακολουθήσει τις οδηγίες της Κομιντέρν. Στις 26 και 27 Νοεμβρίου 1942 στο Bihać, συνήλθε για πρώτη φορά του λεγόμενο Αντιφασιστικό Συμβούλιο Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας (AVNOJ), ενα νεότευκτο όργανο, το οποίο o ίδιος προόριζε ως εθνοσυνέλευση των Παρτιζάνων. Όμως, από τη συνέλευση αυτή δεν προέκυψε καμία κυβέρνηση. Σεβόμενος τις οδηγίες της Μόσχας, ο Τίτο απεμπόλησε για την ώρα την ιδέα σχηματισμού λαϊκής

κυβέρνησης. Το Αντιφασιστικό Συμβούλιο προχώρησε στη συγκρότηση μιας Εκτελεστικής Επιτροπής, δίχως να προσδιορίσει επακριβώς τις αρμοδιότητές της. Έστω κι έτσι, οι Παρτιζάνοι ανήγειραν την δική τους πυραμίδα εξουσίας. Βάση της τελευταίας ήταν τα Συμβούλια Λαϊκής Απελευθέρωσης, εθνοσυνέλευση το Αντιφασιστικό Συμβούλιο και διοικητικό όργανο η Εκτελεστική Επιτροπή.⁵º Ο δημοκρατικός χαρακτήρας των προαναφερθέντων οργάνων συνεπαγόταν διενέργεια αδιάβλητων εκλογών μόλις το επέτρεπαν οι συνθήκες.⁵¹ Για την ώρα, το Αντιφασιστικό Συμβούλιο τελούσε υπό τον πλήρη έλεγχο του ΚΚΓ. Εκείνο ήταν που είχε επιλέξει επιμελώς τους συμμετέχοντες της ιδρυτικής συνέλευσης του Bihać. Η ίδια συνέλευση κατήγγειλε τους Pavelić, Nedić και Mihailović ως Κουΐσλινγκς και συνεργάτες του κατακτητή.
Ειδικότερα, το ζήτημα της συνεργασίας με τις δυνάμεις κατοχής προσέλαβε πρωτοφανείς διαστάσεις για τους Παρτιζάνους την άνοιξη του 1943. Ήταν η στιγμή που, τόσο ο Τίτο όσο και οι Γερμανοί, ήταν πεπεισμένοι πως οι Σύμμαχοι, έχοντας επιτυχώς ολοκληρώσει τις επιχειρήσεις τους στην Β. Αφρική, προετοιμάζονταν για απόβαση στα Βαλκάνια. Ο Τίτο φοβόταν πως παρόμοια εξέλιξη θα ενίσχυε σημαντικά τον Mihailović στο πλαίσιο διεξαγωγής του Εμφυλίου Πολέμου στην Γιουγκοσλαβία. Όπως χαρακτηριστικά επισημαίνει ο Vladimir Dedijer, ανεπίσημος χρονικογράφος του αγώνα των Παρτιζάνων, αντικειμενικός στόχος μιας Συμμαχικής απόβασης θα ήταν η προάσπιση του καπιταλισμού, του συγκεντρωτισμού και της μοναρχίας.⁵² Μάλιστα, ο Τίτο έφτασε μέχρι σημείου να εκλάβει την ανασύνταξη των ομάδων του Mihailović εντός του Μαυροβουνίου ως προπαρασκευαστική ενέργεια της παρέμβασης των Συμμάχων. Πρόθεσή του ήταν να επανέλθει στο Μαυροβούνιο και να εξουδετερώσει τον εσωτερικό αντίπαλο προτού οι τελευταίοι προλάβουν να αποβιβαστούν. Εν συνεχεία, θα μετακινούσε τις δυνάμεις του στη Σερβία αναμένοντας την έλευση του Κόκκινου Στρατού.⁵³ Πρωταρχικό του μέλημα ήταν να κερδίσει τον Εμφύλιο Πόλεμο. Δεν υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία ως προς αυτό. Προκειμένου δε να το πράξει, ήταν έτοιμος να συνάψει ανακωχή ακόμα και με τους Γερμανούς. Με τον τρόπο αυτό, θα μπορούσε να στραφεί απερίσπαστος κατά του Mihailović προτού αποκρούσει, κατόπιν, μια Συμμαχική απόβαση στις ακτές της Αδριατικής.
Την θέση σε εφαρμογή των σχεδίων του Τίτο πρόλαβε η Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση, η οποία προχώρησε σε μια σειρά προληπτικών εκκαθαριστικών επιχειρήσεων σε βάρος όλων των αντιστασιακών δυνάμεων στην ενδοχώρα. Πρόκειται για την επιχείρηση Weiss, το πρώτο σκέλος της οποίας έλαβε χώρα στις αρχές του 1943 στην ΒΔ Βοσνία. Το αμέσως επόμενο στάδιο, στην Ερζεγοβίνη και στο Μαυροβούνιο, είχε ως στόχο την εξουδετέρωση των ομάδων του Mihailović στις δυο παραπάνω επαρχίες.⁵⁴ Συμπιεσμένος από τη διάταξη των Γερμανών, ο Τίτο αναγκάστηκε να οπισθοχωρήσει προς τα παράλια. Το κύριο σώμα των δυνάμεών του βρισκόταν συγκεντρωμένο στην κοιλάδα του ποταμού Neretva, όταν πληροφορήθηκε την σύλληψη ενός Γερμανού ταγματάρχη της 717ης Μεραρχίας. Μέσω αυτού, βολιδοσκόπησε την Γερμανική Στρατιωτική Διοίκηση για μια ευρείας κλίμακας ανταλλαγή αιχμαλώτων. Η πρακτική αυτή διέθετε την δική της προϊστορία, καθώς ανταλλαγές του είδους αυτού είχαν πραγματοποιηθεί και στο παρελθόν. Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του 1942, ο Marijan Stilinović, διοικητής μιας ομάδας Παρτιζάνων, μετέβη στο Ζάγκρεμπ, με αποστολή να βοηθήσει τους Γερμανούς να εντοπίσουν συλληφθέντα μέλη του ΚΚΓ, τα οποία προορίζονταν για ανταλλαγή. Στη διάρκεια της εκεί παραμονής του, ο Stilinović υπήρξε αποδέκτης μιας αναπάντεχης πρότασης εκ μέρους του Γερμανού Γενικού Πληρεξουσίου εντός του Ανεξάρτητου Κροατικού Κράτους, Edmund Glaise von Horstenau: της απόσυρσης του συνόλου των μονάδων των Παρτιζάνων εντός των ορίων του Sandžak, μιας ζώνης ιταλικής ευθύνης, ευρισκόμενης μακριά από τους μεγάλους συγκοινωνιακούς άξονες.⁵⁵ Στις 4 Μαρτίου 1943, έπειτα από μια σύσκεψη με τους Djilas και Ranković, ο Τίτο αποφάσισε να αποδεχθεί την πρόταση. Καθώς μάλιστα, δεν επρόκειτο να προκύψουν προστριβές με τα γερμανικά στρατεύματα, οι Παρτιζάνοι θα μπορούσαν να εστιάσουν την προσοχή τους στην αναμέτρηση με τον Mihailović, ενδεχομένως δε, και με τους Συμμάχους.⁵⁶ Για τον σκοπό αυτό, έστειλε στον διοικητή της 717ης Γερμανικής Μεραρχίας τους Milovan Djilas, Koča Popović (διοικητή της 1ης Προλεταριακής ταξιαρχίας), καθώς και τον άνθρωπό του, επιφορτισμένο με τις ειδικές αποστολές, Vladimir Velebit. Πέραν της ανταλλαγής των αιχμαλώτων, οι τρεις απεσταλμένοι ήταν κομιστές μιας πρότασης για αναστολή των εχθροπραξιών και δημιουργία ουδέτερης ζώνης, που θα επέτρεπε μια ασφαλή οπισθοχώρηση των Παρτιζάνων. Κατέστησαν σαφές ότι δεν συνέτρεχε λόγος για συνέχιση των εχθροπραξιών, από τη στιγμή που ο κύριος αντίπαλος ήταν οι δυνάμεις του Mihailović. Διαβεβαίωσαν, μάλιστα, τους Γερμανούς, για την βούληση των Παρτιζάνων να αποκρούσουν μια πιθανή Συμμαχική απόβαση.⁵⁷ Η τριμελής αντιπροσωπεία επέδωσε τις προτάσεις της γραπτά στον Γερμανό διοικητή της 717ης Μεραρχίας, προτρέποντάς τον να τις διαβιβάσει προς τους ανωτέρους του.⁵⁸

Ο Popović επέστρεψε στην μονάδα του προτού γίνει γνωστή η απάντηση της Γερμανικής Στρατιωτικής Διοίκησης. Οι Djilas και Velebit μετέβησαν κατά πάσα πιθανότητα στο Σεράγεβο και κατόπιν στο Ζάγκρεμπ για να συνεχίσουν τις διαπραγματεύσεις. Εκεί, ο Horstenau έθεσε ως προϋπόθεση την άμεση διακοπή των επιθέσεων των Παρτιζάνων κατά μήκος του σιδηροδρομικού άξονα μεταξύ Βελιγραδίου και Ζάγκρεμπ. Οι δυο απεσταλμένοι ενημέρωσαν σχετικά τον Τίτο και εκείνος διέταξε αναλόγως τις ομάδες, που επιχειρούσαν εντός της Βοσνίας. Χάρη στη μεσολάβηση του Velebit, έστειλε την ίδια διαταγή και προς τις μονάδες, οι οποίες δρούσαν στην Κροατία. Ο τελευταίος, μετέβη επιτόπου, συνοδευόμενος από Γερμανούς αξιωματικούς. Δεν επιτεύχθηκε επίσημη διακοπή των εχθροπραξιών. Στην ουσία, όμως, οι Παρτιζάνοι της Κροατίας συμμορφώθηκαν με την διαταγή του Τίτο. Οι διαπραγματεύσεις δεν έμελλαν να καρποφορήσουν. Γι αυτή την άδοξη εξέλιξη, το βάρος της ευθύνης φέρει προσωπικά ο Hitler και η κατηγορηματική του άρνηση να διαπραγματευτεί με “κακοποιούς”, όπως χαρακτηριστικά αποκαλούσε τους Παρτιζάνους.⁵⁹
Αν και άκαρπες, οι παραπάνω διαπραγματεύσεις ανέδειξαν την πραγματική φύση του Εμφυλίου Πολέμου στην Γιουγκοσλαβία. Ευρισκόμενος υπό πίεση και πεπεισμένος πως επίκειται Συμμαχική απόβαση στις ακτές της Αδριατικής, ο Τίτο δεν δίστασε να προτείνει προς τους Γερμανούς μια μορφή σύμπραξης εάν όχι συνεργασίας. Σε πολλές περιπτώσεις οι ειδικοί απεσταλμένοι του υπήρξαν εκείνοι που πρότειναν αναστολή των εχθροπραξιών, ούτως ώστε η προσοχή να στραφεί προς τον κύριο αντίπαλο: τον Mihailović, πιθανότατα δε και τους Συμμάχους. Οι προτεραιότητες του Τίτο αποκαλύφτηκαν, έστω και εάν δεν δόθηκε, τελικά, συνέχεια στις διαπραγματεύσεις με τους Γερμανούς. Δεν περιορίστηκε στο να μην υλοποιήσει την “Θεωρία των δυο φάσεων” της Μόσχας. Στην ουσία την αντέστρεψε. Πρωταρχικός του στόχος ήταν η κατάκτηση της εξουσίας και η εξουδετέρωση του Mihailović. Το δήλωσε δίχως περισπασμούς στις οδηγίες, τις οποίες απηύθυνε προς τους Παρτιζάνους της Βοσνίας.⁶º Επιπρόσθετα, κέρδισε πολύτιμο χρόνο, που του επέτρεψε να συνεχίσει την ανάπτυξη των δυνάμεών του προς την Ερζεγοβίνη και προς το Μαυροβούνιο.⁶¹ Στις αναφορές του προς την Μόσχα, υποβάθμισε εσκεμμένα την υπόθεση των επαφών με τους Γερμανούς. Έκανε λόγο περί παρουσίας Παρτιζάνων απεσταλμένων στο Ζάγκρεμπ με μόνη εντολή την ανταλλαγή αιχμαλώτων. Αξίζει, επίσης, να σημειωθεί η εχθρότητά του έναντι της εξόριστης βασιλικής κυβέρνησης του Λονδίνου. Αιτία ήταν η υποστήριξη, την οποία η τελευταία παρείχε απλόχερα προς τον Mihailović. Ωστόσο την εξέφρασε κατά τέτοιο τρόπο, που ο ίδιος πίστευε ότι δεν θα δυσαρεστούσε την Μόσχα. Επισήμανε πως οι Παρτιζάνοι και τα διάφορα έθνη της Γιουγκοσλαβίας έτρεφαν πηγαίο μίσος κατά της Μεγ. Βρετανίας, επειδή η τελευταία απέφευγε να προβεί στην διάνοιξη ενός δευτέρου μετώπου στην Ευρώπη.⁶² Ο Dimitrov αντέδρασε καταδικάζοντας τις επαφές με τους Γερμανούς και χαρακτηρίζοντας ως μη παραγωγική την αντιπαλότητα με την Μεγ. Βρετανία. ⁶³ Οι εξηγήσεις του Τίτο δεν αρκούσαν, προκειμένου να υπερκεραστεί η θεμελιώδης διάσταση απόψεων ως προς την ακολουθητέα στρατηγική, η οποία είχε ανακύψει ανάμεσα σε αυτόν και την Μόσχα.
Το εύρος των διαφορών ανάμεσα στον Τίτο και τη σοβιετική κυβέρνηση αποκαλύφθηκε στις πραγματικές του διαστάσεις με αφορμή την απόφαση της Μόσχας να διαλύσει την Κομιντέρν. Επρόκειτο για μια επιλογή ανάγκης προκειμένου να μπορέσει να επιβιώσει η συμμαχία με τις Δυτικές δυνάμεις. Με τον τρόπο αυτό πήρε τέλος ένας θεσμός, ο οποίος επί χρόνια προΐστατο του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος. Μολαταύτα, η ατζέντα του Τίτο παρέμεινε αναλοίωτη: Κατάληψη της εξουσίας στην Γιουγκοσλαβία από τους κομμουνιστές, μέσω της αντιπαράθεσης με τον Mihailović. Βρήκε, ωστόσο, τρόπο για να στήσει ένα ευρύ αντιφασιστικό μέτωπο, αλλά και για να έρθει σε άμεση επαφή με τον βρετανικό στρατό. Τον Μάϊο του 1943, έπεσαν με αλεξίπτωτο στο αρχηγείο του οι πρώτοι Βρετανοί σύνδεσμοι αξιωματικοί. Είναι αλήθεια πως ο Τίτο δεν παρέλειπε να ενημερώνει ανελλιπώς τον Dimitrov για τις επαφές που είχε με αυτούς και, αργότερα, για εκείνες με τους Αμερικανούς ομολόγους τους. Από την άλλη πλευρά, οι αναφορές των συνδέσμων αξιωματικών επηρρέασαν τα μέγιστα την μεταστροφή της στρατηγικής των Συμμάχων έναντι της κίνησης των Παρτιζάνων.
Ξεχώριζαν εκείνες του Βρετανού ταξίαρχου Fitzroy Maclean και του Αμερικανού ταγματάρχη Lynn Farish. Αμφότεροι κατέφτασαν στις 19 Σεπτεμβρίου 1943. Ο Maclean, ο οποίος είχε παλαιότερα υπηρετήσει στην πρεσβεία της Μόσχας, ήταν ιδανικό πρόσωπο για την συγκεκριμένη αποστολή. Μόλις είχε προαχθεί στον βαθμό του ταξίαρχου και διέθετε προσωπική πρόσβαση στον Churchill. O Farish, από την δική του πλευρά, ήταν λιγότερο κατάλληλος να αξιολογήσει την όλη κατάσταση, που επικρατούσε στην Γιουγκοσλαβία. Ωστόσο, οι αναφορές του αποδείχτηκαν και αυτές πολύτιμες, καθώς ο πρόεδρος Roosevelt τις είχε διαβάσει προτού μεταβεί στην Τεχεράνη για να παραστεί στην Συμμαχική Συνδιάσκεψη Κορυφής.
Από όλους τους συνδέσμους αξιωματικούς στο αρχηγείο του Τίτο, ο Maclean ήταν ο πλέον υψηλόβαθμος. Στις 6 Νοεμβρίου, υπέβαλε την αναφορά του στον Churchill. Επέστησε την προσοχή του παραλήπτη στο γεγονός ότι όλες οι καίριες θέσεις στις ομάδες των Παρτιζάνων βρίσκονταν στα χέρια των κομμουνιστών όπως και ότι το σύνολο των δραστηριοτήτων διεκπεραιωνόταν με γνώμονα αυστηρές κομματικές γραμμές. Επισήμανε πως οι Παρτιζάνοι είχαν καταφέρει να σφυρηλατήσουν ένα “κοινό αντιφασιστικό μέτωπο”, και πως, σε περίπτωση τελικής επικράτησης, θα προχωρούσαν στην θέσπιση ενός ομοσπονδιακού συστήματος στη Γιουγκοσλαβία. Εκτιμούσε πως οι Παρτιζάνοι ήταν περισσότερο κατάλληλοι από ό,τι οι μονάδες του Mihailović, προκειμένου να συνεισφέρουν στην πολεμική προσπάθεια των Συμμάχων.⁶⁴ Ο Farish βρισκόταν στη Γιουγκοσλαβία ως μέλος της βρετανικής αποστολής. Ως εκ τούτου, τελούσε υπό τις διαταγές του MacLean. Συνέταξε την δική του αναφορά με βάση την εμπειρία, την οποία βίωσε επιχειρώντας να κατασκευάσει ένα πρόχειρο αεροδρόμιο στο Livno. Τον είχε στείλει εκεί ο MacLean, μόνο και μόνο με σκοπό να τον απομακρύνει από το αρχηγείο του Τίτο. Μη κατέχοντας την γλώσσα και δίχως να συνοδεύεται από κάποιον διερμηνέα, ο Farish εκ των πραγμάτων δεν ήταν σε θέση να πληροφορηθεί πολλά για τους Παρτιζάνους. Ωστόσο, έπειτα από την πάροδο σαράντα ημερών, συνέταξε την δική του αναφορά, η οποία κατέληγε με την πεποίθηση πως το μέλλον της Γιουγκοσλαβίας ανήκε στους Παρτιζάνους. Ήταν περισσότεροι και καλύτερα οργανωμένοι από όσο φαντάζονταν οι ευρισκόμενοι εκτός των συνόρων της χώρας. Κατά τον Farish, η κίνησή τους δεν διέθετε κομμουνιστικό, αποκλειστικά, χαρακτήρα. Ωστόσο, οι κομμουνιστές αγωνίζονταν με στόχο να επηρρεάσουν το μεταπολεμικό μέλλον της Γιουγκοσλαβίας. Για την ώρα, η μεγάλη συνεισφορά των Παρτιζάνων συνίστατο στο ότι μάχονταν ανηλεώς ενάντια στον Άξονα.

Αμφότερες οι αναφορές αποδείχτηκαν υψίστης σημασίας για τις συζητήσεις ως προς το Γιουγκοσλαβικό Ζήτημα στο πλαίσιο της Συνδιάσκεψης της Τεχεράνης. Επιθυμώντας να δελεάσει τον Στάλιν, ο Roosevelt, στηριζόμενος σε εκείνη του Farish, εισηγήθηκε από την πρώτη κιόλας ημέρα, έναν γύρο κοινών πολεμικών επιχειρήσεων ανάμεσα στους Συμμάχους και τους Παρτιζάνους στη Βόρεια Γιουγκοσλαβία. Με τον τρόπο αυτό, ευελπιστούσε να διευκολύνει την εκδήλωση μιας σοβιετικής επίθεσης σε βάρος της Ρουμανίας. Ο Churchill συμφώνησε, όχι όμως ο Στάλιν. Για τους Σοβιετικούς προείχε η διάνοιξη ενός δευτέρου μετώπου στη Γαλλία και όχι στα Βαλκάνια. Οποιουδήποτε είδους άλλη επιχείρηση ισοδυναμούσε γι αυτούς με άσκοπη απώλεια πολύτιμου χρόνου και ανθρωπίνων ζωών. Η μοίρα της Γιουγκοσλαβίας σφραγίστηκε τη στιγμή, κατά την οποία ο Στάλιν και ο Roosevelt συμφώνησαν, τελικά, να μη λάβει χώρα εκεί μια Συμμαχική απόβαση. Η Γιουγκοσλαβία θα ανήκε στη σοβιετική σφαίρα επιρροής. Ήταν και αυτό μέρος του τιμήματος που ο πρόεδρος των ΗΠΑ καλείτο να καταβάλει, προκειμένου να εξασφαλίσει τη συνομολόγηση ενός γενικότερου συμφώνου με την ΕΣΣΔ. Συνακόλουθα, ως μοναδικοί σύμμαχοι εντός της Γιουγκοσλαβίας θεωρούνταν, από τη στιγμή αυτή και κατόπιν, μόνον οι προστατευόμενοι των Σοβιετικών. Οποιεσδήποτε αποφάσεις για τη χώρα αυτή, όφειλαν να λαμβάνονται με γνώμονα τα συμφέροντα των τελευταίων. Μοναδικό αντιστασιακό κίνημα, προορισμένο να απολαμβάνει της Συμμαχικής υποστήριξης, ήταν εφεξής οι Παρτιζάνοι.
Χάρη, λοιπόν, στην αμερικανο-σοβιετική σύγκλιση, ο Τίτο έλυσε το πρόβλημα του αντιφασιστικού μετώπου, αναλαμβάνοντας επίσημα ανώτατος διοικητής των Συμμάχων εντός της Γιουγκοσλαβίας. Ήδη προτού πληροφορηθεί τις αποφάσεις της Συνδιάσκεψης της Τεχεράνης, ήταν πεπεισμένος πως μπορούσε να υλοποιήσει το σχέδιό του περί σχηματισμού λαϊκής κυβέρνησης. Κατά τη δεύτερη συνεδρίαση του Αντιφασιστικού Συμβουλίου Εθνικής Απελευθέρωσης τη νύκτα της 29ης προς 30ή Νοεμβρίου 1943 στην πόλη Jajce, η Εθνική Επιτροπή Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας αναγορεύτηκε σε κυβέρνηση, έπαψε να αναγνωρίζει κάθε δικαίωμα της βασιλικής κυβέρνησης να εκπροσωπεί την χώρα στο εξωτερικό, απαγόρευσε την επάνοδο του βασιλέα, ονόμασε τον Τίτο στρατάρχη της Γιουγκοσλαβίας και δήλωσε πως η χώρα επρόκειτο να αποκτήσει ένα ομοσπονδικό σύστημα διακυβέρνησης.⁶⁵ Οι τρεις θεμελιώδεις στόχοι της στρατηγικής του Τίτο, έτσι όπως ο τελευταίος τους είχε σχεδιάσει την άνοιξη του 1941 (Γιουγκοσλαβική Ομοσπονδία, “Λαϊκό Μέτωπο από την βάση”, “λαϊκή κυβέρνηση”), ήταν, πλέον, πραγματικότητα. Κατάφερε να υλοποιήσει και τους τρεις δίχως την συνδρομή της ΕΣΣΔ, με αποτέλεσμα να έχει ήδη αναγνωριστεί επίσημα ως ανώτατος διοικητής των Συμμαχικών στρατευμάτων και να έχει κάτω από τις διαταγές του σημαντικές δυνάμεις όταν κατέφτασε στην Γιουγκοσλαβία η σοβιετική στρατιωτική αποστολή.
Η αποστολή του στρατηγού Kornyev έφτασε στο αρχηγείο του Τίτο στις 24 Φεβρουαρίου 1944. Τρεις, μόλις, ημέρες αργότερα, στις 27, ακολούθησε η αμερικανική αποστολή υπό τον αντισυν/ρχη Richard Weill. Ο Weill ήταν ο πρώτος αξιωματικός, από όσους στάλθηκαν στην Γιουγκοσλαβία, που ανήκε στις τάξεις των Υπηρεσιών Πληροφοριών. Οι εκτιμήσεις του για την εν γένει οργάνωση των Παρτιζάνων διέφεραν παρασάγγας απο εκείνες των προκατόχων του. Διαπίστωσε ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Γιουγκοσλαβία διέθεταν στοιχεία ανορθόδοξου πολέμου. Συνεπώς, οι διακηρύξεις περί “ελευθέρων εδαφών των Παρτιζάνων” δεν συμβάδιζαν με την πραγματικότητα. Μπορεί μεν, στα εδάφη αυτά, να μην υπήρχαν κατοχικά στρατεύματα, μπορούσαν όμως να εισέλθουν ανά πάσα στιγμή. Δεν υπήρχε συγκεκριμένη γραμμή μετώπου, ούτε, φυσικά, και ελεύθερη ενδοχώρα πίσω από την ανύπαρκτη αυτή γραμμή. Ο τομέας, όπου οι Παρτιζάνοι είχαν καταγράψει επιτυχίες, ήταν εκείνος της παρενόχλησης των επικοινωνιών του εχθρού. Αναγνώριζε ότι τα στρατεύματα κατοχής είχαν αναγκαστεί να περιχαρακωθούν εντός των πόλεων και οποιαδήποτε μετακίνηση έξω από αυτές γινόταν με συνοδεία από ένοπλες φάλαγγες. Από την άλλη πλευρά, ο Weill αμφισβητούσε τους ισχυρισμούς των Παρτιζάνων, σύμφωνα με τους οποίους οι τελευταίοι είχαν καταφέρει να εξουδετερώσουν 17 εχθρικές μεραρχίες και άνω των 500 000 άνδρες.
Ήταν πεπεισμένος πως οι Παρτιζάνοι δεν ήταν σε θέση: 1) να εκδιώξουν εκτός συνόρων τον αντίπαλο, 2) να τον αποτρέψουν από το να αποσυρθεί από τη χώρα και συνακόλουθα 3) να τον εξολοθρεύσουν επιτόπου. Ήταν μόνο σε θέση να τον παρενοχλήσουν, να τον εμποδίσουν να εκμεταλλευτεί τις φυσικές πηγές, να καταστρέψουν τις γραμμές ανεφοδιασμού και να κάμψουν το ηθικό του προκαλώντας ένα γενικότερο κλίμα ανασφάλειας. Τέλος, θεωρούσε τους Παρτιζάνους ανίκανους να μεταλλαχθούν σε ένα σύγχρονο στρατό κάνοντας χρήση τεθωρακισμένων και βαρέως πυροβολικού. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του, ο στρατός του Τίτο δεν ξεπερνούσε τα 300 000 άτομα.⁶⁶
Yugoslav Partisans during World War II
Οι εκτιμήσεις του Weill για την ισχύ, τις μεθόδους και τα επιτεύγματα των Παρτιζάνων προσφέρουν μια αμερόληπτη εικόνα των όσων ο Τίτο είχε καταφέρει λίγο προτού αποκατασταθούν οι σχέσεις του με την Μόσχα. Πρόκειται, ωστόσο, για απλές εκτιμήσεις, από την στιγμή που μοναδική πηγή των πληροφοριών του ήταν οι ίδιοι οι Παρτιζάνοι και ως εκ τούτου ήταν ανήμπορος να τις διασταυρώσει. Ο αριθμός τους ήταν σημαντικός. Μάλιστα, στο σημείο αυτό συνίσταται ίσως και το μεγαλύτερο επίτευγμα του Τίτο. Στο ότι, δηλαδή, αρχικά δεν διέθετε παρά μόνο 8 000 μέλη του ΚΚΓ και άλλα 30 000 της Κομμουνιστικής Νεολαίας. Τρία χρόνια αργότερα, βρισκόταν επικεφαλής ενός στρατού 200 000 περίπου ανδρών, ο οποίος, παρά τις εμφανείς ελλείψεις του, συμπεριλάμβανε όλες τις απαραίτητες υπηρεσίες πληροφοριών, αστυνόμευσης, προπαγάνδας και υγειονομικού. Πρωτίστως όμως, την τρέχουσα διοίκηση του τελευταίου ασκούσε το ΚΚΓ. Ολόκληρος αυτός ο μηχανισμός είχε γαλουχηθεί με την εικόνα του Τίτο ως ηγέτη, καθώς και με εκείνες των αυθεντικών αρχών και αξιών της γιουγκοσλαβικής επανάστασης, της ομόσπονδης λύσης και του ηγετικού ρόλου του ΚΚΓ. Πυρήνας του κινήματος ήταν Σέρβοι, προερχόμενοι από την Κροατία, την Βοσνία-Ερζεγοβίνη και το Μαυροβούνιο. Όλοι τους είχαν επενδύσει τα πάντα σε μια επικράτηση των Παρτιζάνων. Η στρατηγική του Τίτο στα χρόνια του πολέμου ήταν δομημένη με γνώμονα τα όσα είχε ο ίδιος διδαχθεί στην Μόσχα. Δεν υπήρχαν ιδεολογικές διαφοροποιήσεις. Απλούστατα, ο Τίτο τα είχε εφαρμόσει δίχως να έχει προτάξει τα συμφέροντα της ΕΣΣΔ. Στην περίπτωση, συμπεριφέρθηκε ως σταλινικότερος του Στάλιν, από τη στιγμή που δεν ανέμενε, κατά τις υποδείξεις της Μόσχας, να διαμορφωθούν οι “κατάλληλες συνθήκες”. Επέλεξε να προχωρήσει από μόνος στη φάση της κοινωνικής επανάστασης.
Ο Weill δεν έτρεφε αυταπάτες ως προς τα μελλούμενα να συμβούν. Όταν ο Τίτο τον διαβεβαίωσε πως οι Παρτιζάνοι θα σέβονταν τις πολιτικές επιθυμίες του λαού μετά τον πόλεμο, σημείωσε: “Οι Παρτιζάνοι προφανώς και θα συνεχίσουν να ελέγχουν τη δυνατότητα έκφρασης της επιθυμίας του λαού σε ζητήματα εθνικής σημασίας”. Είχε κατορθώσει να αποκρυπτογραφήσει πλήρως τον τρόπο σκέψης των Παρτιζάνων. Κάποια στιγμή ο Τίτο του ανέφερε πως ο βασιλέας, προτού έρθει σε επαφή μαζί του, όφειλε προηγουμένως να απολύσει τον Mihailović από το αξίωμα του υπουργού Στρατιωτικών. Η απόφαση του Αντιφασιστικού Συμβουλίου Εθνικής Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας ως προς την απαγόρευση επανόδου του μονάρχη στη χώρα πριν από τη διεξαγωγή ενός δημοψηφίσματος για το Πολιτειακό ήταν δεσμευτική. “Η πολιτική φιλοσοφία του Τίτο αφήνει να εννοηθεί πως ο ίδιος είναι διατεθειμένος να προβεί σε ορισμένους συμβιβασμούς σε ζητήματα ελάσσονος σημασίας, με αντίτιμο την εξασφάλιση εξωτερικής βοήθειας. Ως προς τις θεμελιώδεις κατευθυντήριες γραμμές, τις οποίες έχει κατά νου, είναι ανυποχώρητος και ξεκάθαρος”, σημείωνε ο Weill.
Ο Αμερικανός αξιωματούχος ήταν αμετάπειστος. Οι Παρτιζάνοι προσέβλεπαν στην κατάληψη της εξουσίας στη Γιουγκοσλαβία, χρησιμοποιώντας ως μοχλό, προκειμένου να πετύχουν το στόχο τους, τον αγώνα κατά των δυνάμεων του Άξονα. Αντιλαμβανόταν τα στάδια της δραστηριότητάς τους ως ακολούθως: “1) Οι Παρτιζάνοι θα ενισχύσουν ποσοτικά και ποιοτικά τη στρατιωτική και πολιτική θέση τους. 2) Η ισχύς των αντιθέτων παρατάξεων θα ακολουθήσει φθίνουσα πορεία έστω και αν οι παρατάξεις αυτές εξακολουθούν να υπάρχουν. 3) Ταυτόχρονα με την απόσυρση των δυνάμεων κατοχής οι Παρτιζάνοι θα αποκτήσουν τον έλεγχο του συνόλου της χώρας. Είναι αποφασισμένοι να το πράξουν ακόμα και αν αυτό στοιχίσει σε επίπεδο αιματηρών εσωτερικών αντιπαραθέσεων. 4) Οι Παρτιζάνοι θα παραμείνουν στη θέση τους για ένα έτος, τουλάχιστον, έπειτα από το πέρας των εχθροπραξιών. 5) Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις πως η κατάσταση αυτή θα παραταθεί για αρκετά χρόνια. 6) Θα υλοποιήσουν τις υποσχέσεις τους με την οργάνωση δημοψηφισμάτων, την εγκατάσταση τοπικών επιτροπών με γνώμονα μια πυραμίδα ιεραρχίας από τα χωριά, τις επαρχίες και τις περιφέρειες έως την εθνική Επιτροπή. Με άλλα λόγια, πρόκειται να εγκαθιδρύσουν ένα αντιπροσωπευτικό σύστημα διακυβέρνησης”. Μοναδική εκκρεμότητα ως προς τα παραπάνω ήταν η απόκτηση πολιτικής αναγνώρισης του κινήματός τους. Ο Τίτο αντιμετωπιζόταν από όλες τις πλευρές ως ο αδιαφιλονίκητος ανώτατος στρατιωτικός διοικητής των Συμμαχικών δυνάμεων στη Γιουγκοσλαβία. Όμως, η εξόριστη κυβέρνηση και ο βασιλέας εξακολουθούσαν να τυγχάνουν της υποστήριξης των ΗΠΑ και της Μεγ. Βρετανίας.
Ο Τίτο πολιτικός ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας
Για την πλήρη επικράτηση του Τίτο στον Εμφύλιο Πόλεμο, απέμενε μια εκκρεμότητα. Εκείνη της αντικατάστασης της βασιλικής κυβέρνησης από την Εθνική Επιτροπή Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας. Μια ενέργεια του είδους αυτού θα προσέδιδε αναμφίβολα διεθνή υπόσταση στην τελευταία, αλλά και σε άλλα όργανα της πυραμίδας εξουσίας των Παρτιζάνων. Η συνδρομή και οι συμβουλές της Μόσχας ήταν ευπρόσδεκτες στο συγκεκριμένο στάδιο. Με τη διαφορά ότι η Μόσχα δεν ήταν, πλέον, σε θέση να υπαγορεύει διαταγές. Ούτε μπορούσε να προσφέρει απλόχερα την πολιτική και διπλωματική της υποστήριξη προς τους Παρτιζάνους δίχως να δυσαρεστήσει τους υπόλοιπους Συμμάχους. Η επίσημη σοβιετική προπαγάνδα καθώς και τα κομμουνιστικά έντυπα στη Μεγ. Βρετανία και στις ΗΠΑ εξαπέλησαν εκστρατεία υπέρ των Παρτιζάνων. Όμως, η πολιτική έκβαση του Εμφυλίου στην Γιουγκοσλαβία θα προέκυπτε έπειτα από άμεση επαφή του Τίτο με τις κυβερνήσεις του Λονδίνου και της Ουάσινγκτον.
Οι Maclean και Farish επανήλθαν, τον Ιανουάριο 1944, στο αρχηγείο του Τίτο. Ήταν κομιστές επιστολών των κυβερνήσεών τους προς τον αρχηγό των Παρτιζάνων. Οι στρατηγικές τους ήταν αποκλίνουσες. Ο Churchill επεδίωξε προσωπική συνάντηση. Συνέταξε μια ιδιωτική επιστολή, την οποία επέδωσε στον Τίτο ο Maclean, όπου ανακοίνωνε πως η βρετανική κυβέρνηση διέκοπτε κάθε είδους υποστήριξη προς τον Mihailović. Ως αντάλλαγμα, ο βρετανός πρωθυπουργός εξέφραζε την ελπίδα πως ο Τίτο θα κατανοούσε την ηθική δέσμευση του Λονδίνου έναντι του βασιλέα της Γιουγκοσλαβίας.⁶⁷ Ο ανεπίσημος, αυτός συμβιβασμός δεν έδειξε να συγκινεί τον Τίτο. Ούτε και το γεγονός ότι προερχόταν από τον βρετανό πρωθυπουργό προσωπικά. Ένα μήνα αργότερα, ο Churchill επανήλθε με μια δεύτερη επιστολή. Σε αυτή, ζητούσε να πληροφορηθεί κατά πόσο ο Τίτο ήταν διατεθειμένος να υποδεχτεί στο αρχηγείο του τον βασιλέα, έπειτα από μια ενδεχόμενη αποπομπή του Mihailović από τις τάξεις της εξόριστης κυβέρνησης.

Για μια ακόμη φορά ο Τίτο αντέδρασε ψυχρά σε αυτή την επαφή του υψίστου επιπέδου. Αρκέστηκε στο να επαναλάβει τις αποφάσεις της δεύτερης συνεδρίασης του Αντιφασιστικού Συμβουλίου Εθνικής Απελευθέρωσης: ο βασιλέας δεν μπορούσε να επιστρέψει, η δε εξόριστη κυβέρνηση έπρεπε να διαλυθεί εφόσον η Εθνική Επιτροπή Απελευθέρωσης της Γιουγκοσλαβίας αποτελούσε την μοναδική νόμιμη μορφή εξουσίας στη χώρα. Η μη ανταπόκριση του Τίτο στις προτάσεις Churchill οφείλονται σε εντολές με προέλευση τη Μόσχα. Απάντησε στον Churchill έχοντας μόλις λάβει τις οδηγίες του Dimitrov, που έκαναν λόγο περί αναγκαίας αποπομπής του Mihailović από το αξίωμα του υπουργού Στρατιωτικών.⁶⁸ Μια πολιτική λύση του είδους αυτού φάνταζε απαράδεκτη στα μάτια των Βρετανών. Όπως χαρακτηριστικά εξήγησε ο υπουργός Εξωτερικών Anthony Eden, μοναδική επιλογή για την επίλυση του πολιτικού προβλήματος ήταν ο σχηματισμός μεταβατικής κυβέρνησης έως την προσφυγή στην λαϊκή ετυμηγορία, μέσω διενέργειας εκλογών. μετά το πέρας του πολέμου.⁶⁹
Το αδιέξοδο ξεπεράστηκε χάρη στην αμερικανική πρόταση, κομιστής της οποίας υπήρξε ο Farish. Οι μυστικές υπηρεσίες στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού (OSS – Office of Strategic Services), τάχθηκαν υπέρ της έλευσης στη Γιουγκοσλαβία του αντιβασιλέα της Κροατίας, Ivan Šubašić. Ο τελευταίος συγκέντρωνε όλες τις προδιαγραφές, προκειμένου να εξασφαλίσει την προσχώρηση, στο κίνημα των Παρτιζάνων, του μεγαλυτέρου προπολεμικού πολιτικού κόμματος της Κροατίας, εκείνου των Αγροτών. Επρόκειτο περί σχεδίου, που ο ίδιος ο Šubašić είχε υποβάλλει προς τον OSS. Η ιδέα διαβιβάστηκε επίσημα προς τον Τίτο και εκείνος την αξιοποίησε δεόντως προς την κατεύθυνση της άρσης του αδιεξόδου στις σχέσεις του με τους Βρετανούς. Ο Τίτο γνώριζε πως κατ επανάληψη στο παρελθόν, ο Šubašić είχε εκφραστεί με εγκωμιαστικά λόγια για τους Παρτιζάνους και τον αγώνα τους. Το είχε πληροφορηθεί δια μέσου της Μόσχας από τις ΗΠΑ, όπου ο Šubašić ήταν εγκατεστημένος έπειτα από την κατάρρευση της Γιουγκοσλαβίας, τρία χρόνια νωρίτερα. Έχοντας αυτά κατά νου, κατέστησε τον MacLean κοινωνό της σκέψης του περί σχηματισμού μεταβατικής κυβέρνησης, αποτελούμενης από εκπροσώπους των Παρτιζάνων αλλά και ορισμένων πολιτικών προσωπικοτήτων της προπολεμικής περιόδου. Ανάμεσα στα τελευταία, κυριαρχούσε το όνομα του Šubašić.⁷º Έτσι, από τις αρχές του 1944, ερχόμενος σε άμεση επικοινωνία με τους Δυτικούς Συμμάχους, ο Τίτο επέβαλε την δική του εκδοχή ως προς την πολιτική επίλυση του Γιουγκοσλαβικού Ζητήματος. Η συμφωνία, την οποία υπέγραψε με τον Šubašić τον Ιούνιο στη νήσο Vis, στα ανοικτά των ακτών της Κροατίας, δρομολόγησε μια σταδιακή μεταφορά ισχύος από τη βασιλική κυβέρνηση προς εκείνη των Παρτιζάνων. Το όλο εγχείρημα τύγχανε της έγκρισης των Συμμάχων, παρόλο που οι τελευταίοι εξακολουθούσαν να τρέφουν αμυδρές ελπίδες πως η Γιουγκοσλαβία δεν θα έπεφτε υπό τον πλήρη έλεγχο των κομμουνιστών. Από την άλλη πλευρά, όμως, διέθεταν περιορισμένες δυνατότητες παρέμβασης. Ήδη από την εποχή της Συνδιάσκεψης της Τεχεράνης, η χώρα είχε καταχωριστεί στην σοβιετική σφαίρα επιρροής. Η κατάκτηση της εξουσίας από τους Παρτιζάνους πραγματοποιήθηκε δίχως εμφανή ανάμειξη της Μόσχας. Η επίσημη ΕΣΣΔ ισχυριζόταν ότι δεν διέθετε επαρκή εσωτερική πληροφόρηση ως προς τα τεκταινόμενα εκεί. Κατά συνέπεια, δεν επηρρέαζε τις εξελίξεις στην Γιουγκοσλαβία. Κάτι που ισχύει μερικώς μόνο, καθότι ο Τίτο δεν παρέλειπε να ενημερώνει ανελλιπώς την Μόσχα για κάθε του κίνηση. Η κατάσταση άλλαξε μέσα στον Σεπτέμβριο και Οκτώβριο 1944, με την μετάβασή του στην Ρουμανία και στην ΕΣΣΔ καθώς και με τη συνακόλουθη έλευση του Κόκκινου Στρατού στη Γιουγκοσλαβία.
Με την δύση του 1994, οι αποφάσεις της Τεχεράνης είχαν πλήρως υλοποιηθεί χάρη στην αποφασιστική επικράτηση των Παρτιζάνων και την παρουσία του Κόκκινου Στρατού. Ο Τίτο μπορούσε πλέον να επιβάλλει στον πληθυσμό της Σερβίας, γνωστού για την αφοσίωσή του προς την Μοναρχία και την οικονομία της ελεύθερης αγοράς, μια κομμουνιστικού τύπου δικτατορία. Η σοβιετική στρατιωτική βοήθεια, της οποίας έχαιρε απλόχερα, συνέβαλε στην μετεξέλιξη των Παρτιζάνων από μονάδες ανορθόδοξου πολέμου σε έναν σύγχρονο τακτικό στρατό, ικανό να συντρίψει τα ευρισκόμενα υπό καθεστώς υποχώρησης στρατεύματα κατοχής. Η πολιτική υποστήριξη της Μόσχας στην οργάνωση των εκλογών, που έλαβαν χώρα τον Νοέμβριο του 1945 και νομιμοποίησαν την εξουσία του Αντιφασιστικού Συμβουλίου Εθνικής Απελευθέρωσης, αποδείχτηκε αποφασιστική. Από όλες τις λαϊκές δημοκρατίες, η Γιουγκοσλαβία υπήρξε η πρώτη, η οποία εγκαθίδρυσε ένα αποκλειστικά κομμουνιστικό καθεστώς. Ο Τίτο παρέμεινε στο προσκήνιο των εξελίξεων και στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Τότε η Γιουγκοσλαβία αψήφισε τη Δύση στο ζήτημα της Τεργέστης και του Φρίουλι-Βενέτσια Τζούλια. Η ΕΣΣΔ δεν προσέτρεξε προς υποστήριξή των διεκδικήσεών της στην επαρχία αυτή της Βορειοανατολικής Ιταλίας. Το 1946, η γιουγκοσλαβική αεροπορία κατέρριψε αμερικανικά αεροσκάφη εντός του εναερίου χώρου της Σλοβενίας. Κατά τον ελληνικό Εμφύλιο Πόλεμο, οι δυνάμεις της Αριστεράς στηρίζονταν κατά κύριο λόγο στην συνδρομή του Τίτο. Ευκαιρίας δοθείσης, η Γιουγκοσλαβία διατυμπάνιζε προς κάθε κατεύθυνση ότι αποτελούσε την αιχμή του δόρατος του Κομμουνιστικού Κινήματος. Σε αυτή την κατάσταση έθεσε τέλος το 1948 η ρήξη Τίτο-Στάλιν. Το ΚΚΓ κατηγορήθηκε από την Μόσχα για ιδεολογική απόκλιση και ευθεία προδοσία σε βάρος του κομμουνιστικού ιδεώδους.

Η αντιπαράθεση ανάμεσα στη Γιουγκοσλαβία και την ΕΣΣΔ δεν οφείλεται σε ιδεολογικής φύσεως διαφορές. Ήταν αποκλειστικά υπόθεση κρατικών συμφερόντων. Ανάλογα, ο Τίτο ακολούθησε τη δική του ατζέντα κατά τη διάρκεια του πολέμου, υπηρετώντας τα συμφέροντα της χώρας του έτσι όπως τα αντιλαμβανόταν. Περιφερειακή συνεργασία, Βαλκανική ομοσπονδία, γιουγκοσλαβική στρατιωτική παρουσία στην Αλβανία – όλα αυτά αποδεικνύουν ότι ήταν αποφασισμένος να ακολουθήσει τη δική του εξωτερική πολιτική και να εκφράσει τα συμφέροντα του κομμουνισμού στα Βαλκάνια. Αυτή ακριβώς η τάση αυτονομίας έναντι του Στάλιν υπήρξε η πραγματική αιτία της σύγκρουσης ανάμεσα στους δυο άνδρες. Από ιδεολογικής απόψεως, η Γιουγκοσλαβία υπήρξε το πλέον αυθεντικό αντίγραφο της ΕΣΣΔ. Ο Τίτο και το ΚΚΓ ήταν σε θέση να αντιταχθούν στον Στάλιν όχι επειδή δεν ήταν σταλινικοί, αλλά ακριβώς επειδή ήταν. Μόνο ένα σταλινικό μονολιθικό οικοδόμημα, όπως εκείνο που δημιούργησαν οι Παρτιζάνοι στην διάρκεια του πολέμου, ήταν σε θέση να απορροφήσει την πίεση, στην οποία η Γιουγκοσλαβία εκτέθηκε από το 1948 και μετά.
Tito – The Power of Resistance

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
Το παρόν άρθρο με τίτλο “Stalinism without Stalin. The Soviet Origins of Tito’s Yougoslavia, 1937-1948” δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο (Επιμ. Vojislav Pavlović), The Balkans in the Cold War, Institute for Balkan Studies of the Serbian Academy of Sciences and Arts, Special Editions 116, Belgrade, 2011, σσ. 11-42.
³⁷ AJ, 507, CK SKJ, II/3-8, 10, 11, 13, 15, 16, 18, 19, 21, 24, 25, 28, 32. Εκθέσεις των τοπικών διοικητών από Valjevo, Šabac, Požarevac, Užice, Niš, Leskovac, Ιούλιος – Αύγουστος 1941.
³⁸ Tito, Sabrana djela, vol. VII, 93-94.
³⁹ Branko Petranović, AVNOJ i revolucija. Tematska zbirka dokumenata (Belgrade: Narodna
knjiga, 1983), 115, 116.
⁴° Tito, Sabrana djela, vol. VII, 82.
⁴¹ Vujošević, “Prepiska”, 311, 314.
⁴² Odnosi Jugoslavije i Rusije, 103.
⁴³ Ibid. 135, 136.
⁴⁴ Vujošević, “Prepiska”, 333.
⁴⁵ Petranović, AVNOJ, 173-179.
⁴⁶ Tito, Sabrana djela, vol. IX, 224.
⁴⁷ Odnosi Jugoslavije i Rusije, 214, 215.
⁴⁸ Ibid., 248.
⁴⁹ Ibid., 254.
⁵º Ibid., 256, 257.
⁵¹ Petranović, AVNOJ, 270.
⁵² Vladimir Dedijer, Novi prilozi za biografjju Josipa Broza Tita, vol. II (Rijeka: Liburnija, 1981),
803.
⁵³ Stevan K. Pavlowitch, Hitler’s New Disorder. The Second World War in Yugoslavia (London:
Hurst, 2008), 155.
⁵⁴ Ibid.
⁵⁵ Mira Šuvar, Vladimir Velebit, Svjedok istorije (Zagreb: Razlog, 2001), 280.
⁵⁶ Mišo Leković, Martovski pregovori 1943 (Belgrade: Narodna knjiga, 1985), 50, 51.
⁵⁷ Ibid. 87.
⁵⁸ Dedijer, Novi prilozi, vol. II, 805.
⁵⁹ Šuvar, Vladimir Velebit, 284-285. Dedijer, Novi prilozi, vol. II, 808-810.
⁶º Ibid.
⁶¹ Mladenko Colić, Pregled operacija na jugoslovenskom ratištu 1941-1945 (Beograd: Vojnoistorijski institut, 1988), 104-105.
⁶² Odnosi Jugoslavije i Rusije, 301, 302.
⁶³ Odnosi Jugoslavije i Rusije, 302.
⁶⁴ The National Archives, London, FO, 371, 37615, R11589/143/92, Rapport by Brigadier MacLean 6 November 1943.
⁶⁵ Petranović, AVNOJ, 445-454.
⁶⁶ National Archives Washington, RG 226, microfilm 1642, roll 131, Weils’ report, 27 March 1944.
⁶⁷ Vojislav Pavlović, Od monarhije do republike (Belgrade: Clio, 1998), 321.
⁶⁸ Odnosi Jugoslavijei Rusije, 364, 365.
⁶⁹ Ibid., 323.
⁷º Ibid., 324.
Μετάφραση από το πρωτότυπο: Γιάννης Μουρέλος