Skip to main content

Vojislav Pavlović: O Σταλινισμός δίχως τον Στάλιν. Οι Σοβιετικές καταβολές της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (Μέρος Α΄: 1937 – 1941)

Vojislav Pavlović

O Σταλινισμός δίχως τον Στάλιν. Οι Σοβιετικές καταβολές της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας (Μέρος Α΄: 1937 – 1941)

H ρήξη Τίτο–Στάλιν του 1948, υπήρξε ένα γεγονός υψίστης σημασίας για τη δεύτερη, κομμουνιστική, Γιουγκοσλαβία, προσδίδοντας στη χώρα αυτή μια εξαιρετική σημασία στη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου. Παρά την απέλασή της από το ανατολικό μπλοκ, η κομμουνιστική ηγεσία της Γιουγκοσλαβίας είχε το σθένος να σφυρηλατήσει για τον τόπο μια κυρίαρχη θέση  στο διεθνές στερέωμα, σε τέτοιο βαθμό μάλιστα, ώστε σήμερα να φαντάζει αδιανόητη οποιαδήποτε άλλη τροπή των πραγμάτων. Εξάλλου, η επίσημη ιστοριογραφία της Τιτοϊκής Γιουγκοσλαβίας επινόησε μια θεωρία περί φυσιολογικής εξέλιξης του Κομμουνιστικού Κόμματος της χώρας (εφεξής ΚΚΓ), η οποία επέτρεψε αναπότρεπτα στο τελευταίο να καλύψει ολόκληρη τη χρονική απόσταση από την εποχή της παρανομίας έως τη ρήξη με την ΕΣΣΔ και τον Στάλιν, δια μέσου των ετών του πολέμου. Η ρήξη αυτό καθεαυτό αξιολογείται με κριτήρια ιδεολογικής φύσεως, ως διαφορά, η οποία οδήγησε το ΚΚΓ να αποσπαστεί από τo Πανενωσιακό Kομμουνιστικό Kόμμα (Μπολσεβίκων)¹  αν όχι νωρίτερα, ασφαλώς έπειτα από το 1937, οπότε ο Τίτο ανέλαβε την ηγεσία του ΚΚΓ. Το συμπέρασμα, στο οποίο καταλήγει η θεωρία, είναι αδιαμφισβήτητο: τόσο ο Τίτο όσο και το ΚΚΓ ουδέποτε υπήρξαν σταλινικοί, από τη στιγμή που μόνοι αυτοί όρθωσαν το ανάστημά τους έναντι του Στάλιν, μολονότι αυτό συνέβη σε μια και μοναδική συγκυρία, εκείνη του 1948.  H συγκεκριμένη post factum επινόηση δεν αποτελεί μονοπώλιο της επίσημης γιουγκοσλαβικής ιστοριογραφίας. Πολλές είναι οι δημοσιεύσεις που διακατέχονται από ανάλογο πνεύμα. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι μαρτυρίες Βρετανών αξιωματικών, οι οποίοι συναντήθηκαν με τον Τίτο στη διάρκεια του πολέμου και που αργότερα, όταν ξέσπασε ο Ψυχρός Πόλεμος αισθάνθηκαν την ανάγκη να αιτιολογήσουν τη συνδρομή τους προς τους Παρτιζάνους. Ο ταξίαρχος Fitzroy Maclean, ο πλέον υψηλόβαθμος αξιωματικός, που έπεσε με αλεξίπτωτο στο αρχηγείο του Τίτο στην ευρισκόμενη υπό κατοχή Γιουγκοσλαβία, εκμυστηρεύτηκε, στα απομνημονεύματά του, πως ο Τίτο ήταν ένας διαφορετικού είδους κομμουνιστής. Η μοναδικότητα του αυθεντικού αντιστασιακού κινήματος του τελευταίου όπως και η ικανότητά του να επιβιώσει ανάμεσα στις συμπληγάδες ενός διπολικού κόσμου, προέτρεψε κι άλλους συγγραφείς να αφιερώσουν εκατοντάδες σελίδες στις καταβολές του πρώτου κομμουνιστικού κράτους, που είχε το σθένος να διακόψει σχέσεις με τον Στάλιν.²

Όποια και αν είναι η ορθή ερμηνεία, ένα πράγμα είναι βέβαιο: ο Τίτο και το ΚΚΓ πέτυχαν ένα ανεπανάληπτο κατόρθωμα. Ευρισκόμενοι στο χείλος της διάλυσης, το 1937,³ κατάφεραν να ορθοποδήσουν και να μετεξελιχθούν σε ισότιμο εταίρο του ΚΚΣΕ.⁴ Αυτό αναδύεται ανάγλυφα από τη διακήρυξη της Μόσχας του 1956, που έκανε λόγο περί “…συνεργασίας θεμελιωμένης επάνω στην ελεύθερη θέληση και την απόλυτη ισότητα (μεταξύ των μερών)…”.⁵ Ένα αυτόνομο αντιστασιακό κίνημα, που μετεξελίχθηκε σε ένα ενθουσιώδες κομμουνιστικό ανεξάρτητο κράτος, και το οποίο έφτασε μέχρι σημείου να διακόψει σχέσεις με τον Στάλιν, δεν μπορούσε να είναι σταλινικό. Κατά τη γνώμη μας, όχι μόνο συνέβη το αντίθετο, αλλά, επιπρόσθετα, το ΚΚΓ υπήρξε ο πλέον πιστός συνοδοιπόρος της ΕΣΣΔ.

Προκειμένου να αποδείξουμε την εγκυρότητα της υπόθεσής μας, θεωρούμε απαραίτητο να αξιολογήσουμε κατά πόσο η εν γένει πορεία και εξέλιξη του ΚΚΓ προεξοφλούσε τη ρήξη με το ομόλογο σοβιετικό, όπως υποστηρίζει χαρακτηριστικά η επίσημη ιστοριογραφία της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας. Κατά συνέπεια, ας επιχειρήσουμε να προσεγγίσουμε την ιστορία του ΚΚΓ από το 1937 έως το 1948 με γνώμονα μια χρονολογική προοπτική και όχι υπό το πρίσμα της ρήξης μεταξύ Τίτο και Στάλιν. Καθ όλη την χρονική αυτή περίοδο, ο Josip Broz, περισσότερο γνωστός ως Τίτο, υπήρξε ο αδιαφιλονίκητος ηγέτης του κόμματος. Το 1937, τέθηκε επικεφαλής ενός μικρού παράνομου ΚΚ, στα πρόθυρα της διάλυσης. Δέκα χρόνια, μόλις, αργότερα, στεκόταν στο πλευρό του Στάλιν, ένα κατόρθωμα, που προκύπτει από διαδοχικές μεταπτώσεις, οι οποίες σηματοδοτούν τις σχέσεις ανάμεσα στους δυο άνδρες. Κύριος αρχιτέκτων των παραπάνω μεταπτώσεων υπήρξε ο ίδιος ο Τίτο. Για το λόγο αυτό, η παρούσα μελέτη προτίθεται να ακολουθήσει την προσωπική του ιστορία σε ολόκληρη αυτή την περίοδο.⁶

H πορεία του ΚΚΓ μέσα στο χρόνο χωρίζεται σε δυο διακριτές, από κάθε άποψη, χρονικές περιόδους: πριν και μετά από την ανάδειξη του Josip Čižinski, γνωστότερου ως Milan Gorkić, ως επικεφαλής του κόμματος το 1932. Προ του διορισμού, το κόμμα διοικούσαν κομμουνιστές, οι οποίοι είχαν ξεκινήσει την πολιτική τους σταδιοδρομία στο πλαίσιο της σύντομης, ταραχώδους ωστόσο κοινοβουλευτικής ζωής του ΚΚΓ. Στις εκλογές του 1920, το κόμμα κέρδισε 58 έδρες στους κόλπους της πρώτης βουλής του βασιλείου των Σέρβων, Κροατών και Σλοβένων. Χάρη στην επίδοση αυτή, είχε αναδειχτεί σε τρίτη πολιτική δύναμη της χώρας. Οι ηγέτες του, όπως ο Sima Marković, καθηγητής Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο του Βελιγραδίου, προέρχονταν από το χώρο της διανόησης ως συνεχιστές και θεματοφύλακες της παράδοσης του προπολεμικού Σερβικού Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος. Συμμετείχαν ενεργά στο κοινοβουλευτικό έργο μέσα στο πλαίσιο μιας ξεκάθαρης και δημοκρατικά δομημένης κομματικής γραμμής, η οποία εξέφραζε, άλλωστε, την εκλογική βάση που τους είχε ψηφίσει. Αν και κομμουνιστές, συμμετείχαν στα πολιτικά δρώμενα δίχως να προκαλούν αναταράξεις και κραδασμούς. Από τη στιγμή, όμως, που το ΚΚΓ τέθηκε εκτός νόμου το 1921, εγκαινιάστηκε μια μακρά περίοδος μετάλλαξης του ιδίου του κόμματος και της ηγεσίας του. Οι συνθήκες της παρανομίας, υπό τις οποίες εκ των πραγμάτων λειτουργούσαν πλέον, συνέβαλαν στην ανάδειξη νέων ηγετών και νέων προτεραιοτήτων. Ανίκανο να χρηματοδοτήσει τη δραστηριότητά του, το ΚΚΓ βρισκόταν σε πλήρη εξάρτηση από την οικονομική ενίσχυση της Μόσχας. Μαζί με την ενίσχυση, κατέφθασε και μια νέα ιδεολογία αλλά και ένας διαφορετικός τύπος ηγεσίας, γαλουχημένος να εφαρμοζει τις κατευθύνσεις που υπαγόρευε η Μόσχα. Όσοι συνέχισαν να σκέφτονται ανεξάρτητα και να αξιολογούν την πολιτική κατάσταση της Γιουγκοσλαβίας κάτω από καθαρά τοπική οπτική, παραμερίστηκαν σταδιακά. Η νέα γραμμή της Μόσχας – ένα είδος οικουμενικού κομμουνιστικού Πιστεύω – διεύρυνε το ήδη υπάρχον χάσμα ανάμεσα στους κομμουνιστές και την πολιτική πραγματικότητα της χώρας. Η γραμμή αυτή αποδείχτηκε παντελώς ανεπαρκής καθ όλη τη διάρκεια της προσωποπαγούς αυταρχικής διακυβέρνησης του βασιλέα Αλεξάνδρου, ο οποίος, το 1929 προέβη στην κατάργηση του Συντάγματος και του συνόλου των πολιτικών κόμματων. Ακολουθώντας τις υποδείξεις της Μόσχας περί ένοπλης εξέγερσης, ικανής να το εγκαταστήσει στην εξουσία, το ΚΚΓ αυτοπροσδιορίστηκε ως ο κύριος αντίπαλος του νέου καθεστώτος. Επόμενο ήταν, η αφρόκρεμα και η ηγεσία του κόμματος να εξαρθρωθούν από τις αστυνομικές αρχές, το δε αποδυναμωθέν κόμμα να μην είναι πλέον σε θέση να συνεχίσει τη δραστηριότητά του εντός των συνόρων της Γιουγκοσλαβίας. Κατόπιν τούτου, η ηγεσία του μετοίκησε στη Μόσχα, με αποτέλεσμα να τελεί υπό πλήρη εξάρτηση της Κομιντέρν.

Βελιγράδι, Μάρτιος 1920. Συλλαλητήριο έπειτα από την επικράτηση του ΚΚΓ σε πολλά από τα μεγάλα αστικά κέντρα στις δημοτικές εκλογές.

Ο Τίτο, υπαρχηγός του Gorkić

To 1932, έπειτα από ευκαιριακές ad hoc ηγεσίες, η Κομιντέρν τοποθέτησε τον Milan Gorkić επικεφαλής του ΚΚΓ. Ο τελευταίος ήταν νεότατος όταν, το 1924, είχε εγκαταλείψει τη χώρα του. Στη Μόσχα ενσωματώθηκε αρχικά στα υψηλά κλιμάκια της Διεθνούς Νεολαίας, και κατόπιν σε εκείνα της 3ης Διεθνούς ή Κομιντέρν. Κατά την παραμονή του στην πρωτεύουσα της ΕΣΣΔ, ο  Gorkić απέκτησε φίλους και προστάτες με ισχύ, όπως ο Dmitri Manouïlski, εκπρόσωπος του Πανενωσιακού Kομμουνιστικού Kόμματος (Μπολσεβίκων) στους κόλπους της Κομιντέρν ή ο Nikolaï Boukharine, από τα ηγετικά στελέχη του ιδίου κόμματος από την εποχή του Λένιν αλλά και σημαίνουσα φυσιογνωμία της Κομιντέρν. Ο  Gorkić μετεξελίχθηκε σε αναπόσπαστο μέρος του σοβιετικού κομματικού μηχανισμού και με αυτή την ιδιότητα ανέλαβε κατ εντολή να βάλει σε τάξη το ΚΚΓ. Πρώτη προτεραιότητά ήταν, αναμφίβολα, ο μετασχηματισμός του ΚΚΓ σε παράρτημα της Κομιντέρν, με την περιθοριοποίηση όλων όσων επιχειρούσαν να σκέφτονται αυτόνομα σχετικά με την κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία. Κατάφερε να εκσταλινίσει το ΚΚΓ και να το υπαγάγει πλήρως στους φίλους και προστάτες, τους οποίους είχε στο μεταξύ αποκτήσει στη Μόσχα.⁷  Το 1934, συμπεριέλαβε στα ανώτερα κλιμάκια του κόμματος τον σύντροφο Josip Broz, περισσότερο γνωστό αργότερα με το ψευδώνυμο Τίτο.

O σύντροφος Broz εντάχθηκε στο ΚΚΓ με αρκετή καθυστέρηση. Γεννημένος το 1892 στο Kumrovec της Κροατίας, κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου υπηρέτησε στις τάξεις του αυστρο-ουγγρικού στρατού. Πολέμησε στο ανατολικό μέτωπο και το 1915 αιχμαλωτίστηκε από τους Ρώσους. Πέρασε τα επόμενα πέντε χρόνια στη Ρωσία, έως και

Το πατρικό σπίτι στο  Kumrovec και ο αδριάντας του  Josip Broz.

μετά την απελευθέρωσή του, δίχως, ωστόσο, να ασπαστεί τον κομμουνισμό. Έγινε μέλος του ΚΚΓ το 1920, αφού είχε, προηγουμένως, επιστρέψει στη Γιουγκοσλαβία και συγκεκριμένα στο Ζάγκρεμπ. Καθώς, μάλιστα, ακολούθησε γρήγορα η θέση εκτός νόμου του ΚΚΓ, η προσχώρηση του Broz στις τάξεις του τελευταίου παρέμεινε ανενεργή έως τα μέσα της δεκαετίας του 1920. Από τότε μόνο εγκαινιάζεται η πολιτική του δραστηριότητα, η οποία, το 1928, θα τον οδηγήσει στη φυλακή καθώς συνελήφθη από τις αστυνομικές αρχές έχοντας στην κατοχή του όπλα και υλικό κομμουνιστικού περιεχομένου. Το θεωρητικό του υπόβαθρο διαμορφώθηκε ενόσω παρέμεινε έγκλειστος, χάρη στην επικοινωνία, την οποία είχε συνάψει με ομοϊδεάτες συγκρατούμενούς του, μέλη του ΚΚΓ.  Η συνάντησή του με τον  Gorkić έλαβε χώρα πέντε χρόνια αργότερα, αμέσως έπειτα από την αποφυλάκισή του. Ο τελευταίος τον ενέταξε στην Κεντρική Επιτροπή και τον έστειλε στη Μόσχα, προκειμένου να ολοκληρώσει την εκπαίδευσή του.

Η παραπάνω επιλογή έγινε με γνώμονα σταλινικά κριτήρια. Η ηγεσία του ΚΚΓ έβριθε από διανοούμενους. Αντίθετα, οι εργάτες ήταν λίγοι και ο Broz προερχόταν ακριβώς από αυτό τον χώρο. Επιπρόσθετα, η προσχώρησή του στο κόμμα ήταν σχετικά πρόσφατη. Κατά συνέπεια, δεν είχε στη διάθεσή του τον απαραίτητο χρόνο για να συνάψει σχέσεις με την προκάτοχο ηγεσία, ειδικότερα δε με τους κύκλους εκείνους που αντιπολιτεύονταν τον  Gorkić. Φτάνοντας τον Νοέμβριο του 1935 στη Μόσχα, ο Τίτο δικαίωσε από κάθε άποψη την επιλογή του. Κατάφερε ταχύτατα να δικτυωθεί στους διαδρόμους της Κομιντέρν. Σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι μιλούσε άπταιστα ρωσικά. Πάνω απ όλα, όμως, πέρασε με αξιοσημείωτη επιτυχία τη δοκιμασία του Τμήματος Στελέχωσης (Cadres Department), ενός είδους εσωτερικής υπηρεσίας ελέγχου του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, η διοίκηση του οποίου ασκείτο από αξιωματικούς των Σοβιετικών αρχών ασφαλείας. Ο Τίτο χαρακτηρίστηκε ως υποδειγματική περίπτωση στρατολόγησης, το είδος των ατόμων εκείνων της απολύτου εμπιστοσύνης, τα οποία το συγκεκριμένο Τμήμα φρόντιζε να τοποθετεί στους κόλπους κάθε Κομμουνιστικού Κόμματος, προκειμένου να μπορεί να παρακολουθεί και να ελέγχει τη δραστηριότητά του. Ως εκ τούτου, καθ όλη τη διάρκεια της παραμονής του στη Μόσχα, ο Τίτο συνεργάστηκε στενά με τον Βούλγαρο Ivan Genčevič ή Ivan Karaivanov, μέλος του Τμήματος Στελέχωσης και εκπαιδεύτηκε κατά τέτοιο τρόπο ώστε να δύναται να υπηρετεί το Τμήμα μέσα από τις τάξεις του ΚΚΓ. Καθώς μάλιστα σε ένα κόμμα σταλινικής κοπής όπως το τελευταίο, η καλή γνώση της ιεραρχίας, των επιλογών της και των εν γένει προαγωγών και τοποθετήσεων σε όλα τα κλιμάκια του κομματικού μηχανισμού προσέδιδαν σημαντική ισχύ, η θέση, για την οποία προαλειφόταν ο Broz ήταν στρατηγικής σημασίας. Καμμία τοποθέτηση δεν μπορούσε να λάβει χώρα, εάν, προηγουμένως, δεν έχαιρε της συγκατάθεσης του Τμήματος Στελέχωσης. Έτσι, όταν τον Οκτώβριο 1936 ο Τίτο επέστρεψε στη Γιουγκοσλαβία, ανέλαβε, ουσιαστικά, καθήκοντα ως εγκάθετος του τελευταίου εντός του ΚΚΓ. Ωστόσο, η ηγεσία του κόμματος εξακολούθησε να παραμένει στα στιβαρά χέρια του  Gorkić. Αφότου εγκατέλειψαν τη Μόσχα τον Οκτώ-

Ο Josip Broz, πολιτικός κρατούμενος το 1928.

-βριο και τον Δεκέμβριο του 1936 αντίστοιχα, οι Τίτο και  Gorkić ήταν κομιστές επιτακτικών γραπτών εντολών, τις οποίες η ηγεσία του ΚΚΓ όφειλε να αποδεχτεί και εφαρμόσει. Ουδείς διανοείτο να εκφέρει επιφυλάξεις ως προς τον συγκεκριμένο τρόπο λειτουργίας (modus operandi) του κόμματος. Το τελευταίο είχε μετεξελιχθεί σε παρακλάδι του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος, και ως τέτοιο υπαγόταν στην Κομιντέρν, η οποία και ασκούσε τη διοίκησή του. Ο Τίτο ήταν ο υπαρχηγός ενός σταλινικού κόμματος, το δε αξίωμά του, δεν άφηνε μεγάλα περιθώρια επιλογών. Υπό αυτό το πρίσμα, δεν αντιμετώπιζε την παραμικρή δυσκολία να αναπτύξει το σκεπτικό περί Λαϊκού Μετώπου στον Božidar Adžija, διδάκτορα Νομικής του Πανεπιστημίου της Πράγας, παρά το γεγονός ότι οι γνώσεις του Τίτο υστερούσαν συγκριτικά. Το επίπεδο των γνώσεών τους ήταν άνευ αντικρίσματος, από τη στιγμή, κατά την οποία καλούνταν, αμφότεροι, να εφαρμόσουν το μοντέλο και όχι να στοχαστούν πάνω σε αυτό. Στην περίπτωση ο Τίτο διέθετε ένα πλεονέκτημα: μιλούσε εξ ονόματος της Κομιντέρν ασκώντας, πλέον, αδιαμφισβήτητη εξουσία επί των συντρόφων του στη Γιουγκοσλαβία.⁸ Το κύρος της Κομιτέρν ήταν τέτοιο, που οι εντολές της εκτελούνταν ασυζητητί. Η πολιτική δραστηριότητα του ΚΚΓ ελεγχόταν πλήρως από εκείνη, η δε εν γένει κινητικότητα του Τίτο αποτελεί το πιο εύγλωττο παράδειγμα του τρόπου, με τον οποίο το κόμμα λειτουργούσε την εποχή εκείνη.

Προτού αναχωρήσει από τη Μόσχα, ο Τίτο έλαβε γραπτές εντολές και από τον Wilhelm Pieck, έναν Γερμανό κομμουνιστή, υπεύθυνο για τα Βαλκάνια στους κόλπους της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν. Οι δυο σημαντικότερες αποστολές που του είχαν ανατεθεί αναφέρονταν στη δημιουργία και καθιέρωση ενός  Λαϊκού Μετώπου και στην αποστολή εθελοντών στο πλευρό της Δημοκρατικής κυβέρνησης της Ισπανίας, ενόσω εμαίνετο ο εκεί εμφύλιος πόλεμος. Η ίδια η πρόσληψη της ιδέας περί Λαϊκού Μετώπου επέδρασε καταλυτικά στις τάξεις του ΚΚΓ. Υπήρξε,ουσιαστικά, το πολιτικό “Πιστεύω” του κόμματος προ και στη διάρκεια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Οι καταβολές της

Božidar Adžija.
Wilhelm Pieck.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

όλης υπόθεσης είναι αρκετά ευδιάκριτες. Την επομένη της ανόδου του Hitler στην εξουσία,υπήρχε επιτακτική ανάγκη να βρεθούν σύμμαχοι για την ΕΣΣΔ. Σε ολόκληρη τη Γηραιά Ήπειρο, τα Κομμουνιστικά Κόμματα αναλώθηκαν σε μια προσπάθεια δημιουργίας ευρέων συμμαχιών, ικανών να ενισχύσουν τη δυνατότητα των κρατών να αντικρούσουν τη γερμανική πίεση, σε δε περίπτωση πολέμου, να μετεξελιχθούν σε πολύτιμους συμμάχους των Σοβιετικών. Ειδικότερα στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας, το μοντέλο περί  Λαϊκού Μετώπου ισοδυναμούσε με μια ριζική μεταστροφή της γενικότερης στρατηγικής. Η μέχρι στιγμής επίσημη στρατηγική της Κομιντέρν έναντι της Γιουγκοσλαβίας, αντιμετώπιζε την τελευταία ως δικτατορία αστικής προέλευσης σε βάρος των εθνοτήτων, που κατοικούσαν εντός των συνόρων της χώρας. Μια κατάσταση, η οποία έπρεπε να αποδομηθεί μέσω της χορήγησης του δικαιώματος αυτοδιάθεσης στους Κροάτες και στους Σλοβένους. Όμως, στην παρούσα φάση, φάνταζε προτιμότερο να αποφευχθεί ένας πιθανός κατακερματισμός. Ως εν δυνάμει σύμμαχος, η Γιουγκοσλαβία ήταν δυνατό να να μεταλλαχθεί, μέσω μεταρρυθμίσεων, προς την κατεύθυνση ενός ομοσπονδιακού συστήματος, ικανού να ανταποκριθεί στις διεκδικήσεις Κροατών και Σλοβένων απαλλάσοντας τους τελευταίους από την ανάγκη να ασκήσουν προς όφελός τους το δικαίωμα της αυτοδιάθεσης. Υπό τη μορφή μιας ελεύθερης ένωσης όλων των γιουγκοσλαβικών εθνοτήτων, η χώρα δεν διέθετε απλά  προοπτικές επιβίωσης. Ήταν σε θέση να οργανώσει ένα ευρύ  Λαϊκό Μέτωπο, ικανό να προβάλει αντίσταση σε μια ενδεχόμενη Γερμανική εισβολή. Σύμφωνα με τα λεγόμενα του Τίτο προς τον Božidar Adžija τον Οκτώβριο του 1935 στο Γκρατς, δεν έπρεπε κανείς να εκλάβει το Λαϊκό Μέτωπο σαν κάποιο καινούριο πολιτικό κόμμα. Θα ήταν το ευρύτερο δυνατό πολιτικό κίνημα, που θα περιέκλειε στους κόλπους του κόμματα όλων των αποχρώσεων με κοινό παρονομαστή τη βούληση για διενέργεια αντιφασιστικού αγώνα. Πέραν αυτού όμως, μια τέτοια εξέλιξη ήταν σε θέση να προσδώσει τεράστιο κύρος και επιρροή στους κομμουνιστές, οι οποίοι μέχρι στιγμής δεν διέθεταν καθόλου. Ωστόσο, παρουσιαζόταν μια ανεπανάληπτη ευκαιρία να αναλάβουν ευθύς εξ αρχής τα ηνία του προαναφερθέντος κινήματος. Έτσι ακριβώς είχαν οι οδηγίες, τις οποίες ο Τίτο είχε λάβει τον Οκτώβριο του 1936 και που έμελλαν να παραμείνουν οι κατευθυντήριες αρχές της πολιτικής του στρατηγικής έως ότου ανέλαβε επίσημα την εξουσία στη Γιουγκοσλαβία το 1945.

Υπό την οπτική της Μόσχας, η μοίρα της Γιουγκοσλαβίας ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με εκείνη της ΕΣΣΔ, από τη στιγμή που η επιβίωση του Κομμουνιστικού Κινήματος εξαρτάτο, στο σύνολό της, από εκείνη της γενέτειρας χώρας του. Ως πολύτιμος σύμμαχος μελλοντικά, η Γιουγκοσλαβία δεν έπρεπε να κατακερματιστεί. Άλλωστε, το ΚΚΓ δεν είχε δικαίωμα λόγου επί του συγκεκριμένου θέματος. Όσο σθεναρά είχαν αγωνιστεί επί χρόνια ολόκληρα για τη διάλυση της χώρας, άλλο τόσο οι Γιουγκοσλάβοι σύντροφοι το έπραξαν για την επιβίωσή της, μόλις υπήρξαν αποδέκτες των επιτακτικών οδηγιών της Μόσχας να στρέψουν τη δραστηριότητά τους προς αυτή την κατεύθυνση.

Ο Τίτο εκτελεστικός Γραμματέας του ΚΚΓ

Μέσα στο καλοκαίρι του 1937, ο Gorkić ανακλήθηκε στη Μόσχα, όπου έπεσε θύμα των σταλινικών εκκαθαρίσεων. Κατόπιν τούτου, ο Τίτο ανέλαβε εκτελεστικός Γραμματέας του ΚΚΓ, η καθημερινότητα του οποίου επηρρεάστηκε τα μέγιστα από την απουσία του Gorkić. Συγκεκριμένα έπαψαν να καταφθάνουν χρήματα και εντολές με προέλευση στη πρωτεύουσα της ΕΣΣΔ. Ο Τίτο εγκαταστάθηκε προσωρινά

Η τελευταία φωτογραφία του Milan  Gorkić αμέσως μετά τη σύλληψή του από την NKVD τo 1937.

στο Παρίσι, όπου μεταφέρθηκε η έδρα του κόμματος, αναμένοντας εντολές από τη Μόσχα.Χρειάστηκε να εισέλθει ο Ιανουάριος του 1938, προκειμένου να ανακοινωθεί επίσημα πως ο  Gorkić είχε απαλλαγεί από τα καθήκοντά του και πως το σύνολο των δραστηριοτήτων του ΚΚΓ τελούσε υπό αναστολή. Το τέλος του Gorkić αναπτέρωσε το ηθικό της εσωκομματικής αντιπολίτευσης. Ο Τίτο υπήρξε αντικείμενο αμφισβήτησης την ίδια ακριβώς στιγμή που άρχισαν να προβάλλουν κι άλλοι διεκδικητές της ηγεσίας του κόμματος. Μπροστά σε αυτές τις εξελίξεις, ο Τίτο αποφάσισε να επιστρέψει στην πατρίδα του. Εκεί είχε συστήσει, μεταξύ των ετών 1936 και 1937, τον πυρήνα της μελλοντικής Κεντρικής Επιτροπής. Εγκατέλειψε το Παρίσι δίχως την έγκριση της Μόσχας, πεπεισμένος ότι το μέλλον του ΚΚΓ θα διαμορφωνόταν εντός της χώρας. Ευρισκόμενος επιτόπου, μπορούσε να υπολογίζει στη συνδρομή του Edvard Kardelj στη Σλοβενία, των Milovan Djilas και  Aleksandar Ranković στη  Σερβία, τέλος, σε εκείνη του Ivo Lola  Ribar, ως αρχηγού  της Κομμουνιστικής  Νεολαίας. Η επιλογή τους δεν οφειλόταν σε αυτόν. Άλλοι υπήρξαν εκείνοι που τους είχαν παρουσιάσει παλαιότερα στον εκτελεστικό Γραμματέα ως υπεύθυνους τοπικών οργανώσεων του κόμματος. Ο τελευταίος τους είχε αποδεχτεί και εκείνοι, με τη σειρά τους, είχαν αναγνωρίσει την αδιαμφισβήτητη ηγεσία του, από τη στιγμή που ενσάρκωνε την εξουσία και το κύρος της Κομιντέρν. Με δική του πρωτοβουλία η παραπάνω ομάδα αναγορεύτηκε σε προσωρινή ηγεσία, αντικαθιστώντας την Κεντρική Επιτροπή του  Gorkić και προσδίδοντας στον Τίτο την απαραίτητη αξιοπιστία, που τόσο μεγάλη ανάγκη είχε. Κι όμως, η νέα ad hoc αυτή ηγεσία στερείτο νομιμότητας, στο ποσοστό που δεν διέθετε την έγκριση της Κομιντέρν. Ο Τίτο απευθύνθηκε γραπτά κατ επανάληψη στον Georgi Dimitrov, τον επικεφαλής της Κομιντέρν, με στόχο να αποσπάσει την άδεια να μεταβεί στη Μόσχα και να εξηγήσει τις πρωτοβουλίες, στις οποίες είχε προβεί. Η πολυπόθητη πρόσκληση κατέφτασε τον Αύγουστο του 1938.

Πρώτη του ενέργεια στη Μόσχα ήταν να αιτιολογήσει τις πράξεις του, καθώς και εκείνες του ΚΚΓ. Στο μεταξύ, μια ολόκληρη γενιά στελεχών του κόμματος είχε πέσει θύμα των σταλινικών εκκαθαρίσεων. Τόσο ο Gorkić προσωπικά, όσο και οι εσωκομματικοί αντίπαλοί του, είχαν εξουδετερωθεί με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Χάθηκαν εν μέσω μιας παρανοϊκής εκστρατείας διώξεων, εμπνευσμένης από τις αρχές ασφαλείας του σοβιετικού καθεστώτος, η οποία υποτίθεται πως θα απήλλασε την ΕΣΣΔ από όλους τους ανεπιθύμητους ξένους αλλά και από ο,τιδήποτε ενείχε την παραμικρή απειλή σε βάρος της επιβίωσης της γενέτειρας του κομμουνισμού. Κατά τη διάρκεια της διαμονής του στη σοβιετική πρωτεύουσα μεταξύ των μηνών Αυγούστου 1938 και Ιανουαρίου 1939, ο Τίτο κατόρθωσε τελικά να αποσπάσει τη συγκατάθεση για τη νέα του ηγεσία αλλά, κάτι ακόμα πιο σημαντικό, και για το σύνολο των ενεργειών του επί  Gorkić αλλά και κατόπιν. Όταν εγκατέλειψε τη Μόσχα, ήταν εκ νέου εφοδιασμένος με συγκεκριμένες και επιτακτικές οδηγίες.

Πλαστό καναδικό διαβατήριο, με το οποίο ο Τίτο επέστρεψε στη Γιουγκοσλαβία φέρων το όνομα Σπυρίδων Μέκας.

Μεταξύ των υποχρεώσεων, που είχε αναλάβει, ήταν και η σύγκλιση ενός συνεδρίου του ΚΚΓ, το οποίο θα επιδοκίμαζε την εξουδετέρωση της προηγούμενης ηγεσίας διαγράφοντάς την, post factum, από το κόμμα. Αυτό ακριβώς έπραξε ο Τίτο με το που επανήλθε στην πατρίδα του. Συγκάλεσε την προσωρινή ηγεσία μεταξύ 15 και 19 Μαρτίου 1939. Η τελευταία αυτοαναγορεύτηκε σε Κεντρική Επιτροπή του ΚΚΓ. Με αυτήν ακριβώς την ιδιότητα διέγραψε από το κόμμα όλα τα στελέχη εκείνα, τα οποία είχαν πέσει θύματα των σταλινικών διώξεων. Με την ίδια ευκαιρία, ο Τίτο απομάκρυνε και όλους τους επίδοξους διαδόχους, που είχαν κάνει την εμφάνισή τους έπειτα από την εξαφάνιση του Gorkić.⁹ ‘Εχοντας εκπληρώσει κατά γράμμα τις εντολές, τις οποίες είχε λάβει, ανέμενε νέα κλήση από τη Μόσχα, προκειμένου να μεταβεί εκεί και να κάνει την αναφορά του. Έφτασε στη σοβιετική πρωτεύουσα τον κρίσιμο Σεπτέμβριο του 1939.

Για πολλοστή φορά, υπέστη τη γνωστή διαδικασία ελέγχου. Συνέταξε την αναφορά του και την υποστήριξε ενώπιον της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν. Έως ότου τα θέματα, που τον αφορούσαν, συμπεριληφθούν στην ημερήσια διάταξη των συνεδριάσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής, συμμετείχε στις συζητήσεις τις σχετικές με την αξιολόγηση της κατάστασης, η οποία είχε προκύψει στην Ευρώπη έπειτα από την έκρηξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Στο επίκεντρο των συζητήσεων κυριαρχούσε η ανάγκη ανεύρεσης μιας φόρμουλας, ικανής να συμβιβάσει τον αντιφασιστικό προσανατολισμό της σοβιετικής πολιτικής με την πρόσφατη  συνομολόγηση του Συμφώνου Ribbentrop-Molotov. O  Γραμματέας της Εκτελεστικής Επιτροπής, Dmitri Manouïlski, δεν έκρυψε τον θαυμασμό του για τη λύση, την οποία πρότεινε ο Τίτο: να αγνοηθεί, απλούστατα, η ύπαρξη του Συμφώνου, σαν αυτό να μην υπήρχε.¹º  Όμως, όσο και αν το  Πανενωσιακό Kομμουνιστικό Kόμμα (Μπολσεβίκων) και η Κομιντέρν κατέβαλαν τιτάνιες προσπάθειες να μην το κοινοποιήσουν, το συγκεκριμένο κείμενο δεν έπαυε να αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο της πολιτικής τους. Η ίδια η συμμαχία με τη χιτλερική Γερμανία καθιστούσε ανενεργή τη στρατηγική περί  Λαϊκού Μετώπου, από τη στιγμή που η απειλή μιας ενδεχόμενης ναζιστικής επίθεσης είχε πάψει να υφίσταται.

Μόσχα, 23 Αυγούστου 1939. Η συνομολήγηση του γερμανο-σοβιετικού Συμφώνου μη Επιθέσεως.

Μια που δεν υπήρχε, πλέον, ανάγκη συνεργασίας με κόμματα αστικής προέλευσης, το πεδίο για την επάνοδο στην παραδοσιακή πολιτική ήταν ανοικτό. Η στρατηγική συνίστατο στην αντιπαράθεση με αριστερά κόμματα, όπως ήταν τα Σοσιαλδημοκρατικά, με διακύβευμα την  οικειοποίηση της εργατικής τάξης. Πρόκειται για μια στρατηγική περισσότερο γνωστή ως “Δημιουργία Λαϊκού Μετώπου από τη βάση”, με αυτονόητη την αποκλειστική επικράτηση και κυριαρχία της κομμουνιστικής επιρροής πάνω σε αγρότες και εργάτες. Η δημιουργία Λαϊκού Μετώπου θα προέκυπτε από την εξουδετέρωση και, γιατί όχι, ολοκληρωτική καταστροφή κάθε διαφορετικής ιδεολογίας. Η εποχή των πολιτικών συμμαχιών είχε παρέλθει. Το ΚΚΓ καλείτο να επανέλθει στη γνώριμη τακτική, με την οποία ήταν εξοικειωμένο: εκείνη της άνευ όρων μετωπικής σύγκρουσης με πάσης φύσεως δημοκρατικές πολιτικές παραλλαγές.

H νέα στρατηγική παρουσιάστηκε ενώπιον του ΚΚΓ στις 29 Οκτωβρίου 1939, με βάση τις σχετικές οδηγίες της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν, που ο Τίτο είχε πάρει μαζί του, όταν, ένα μήνα νωρίτερα, εγκατέλειπε τη Μόσχα. Εν μέρει, οι οδηγίες αυτές στηρίζονταν επάνω σε πληροφορίες σχετικές με τη Γιουγκοσλαβία, τις οποίες ο ίδιος είχε προσκομίσει νωρίτερα στη σοβιετική πρωτεύουσα. Ήταν, επίσης, παρών σε όλες τις συνεδριάσεις της Επιτροπής. Οι οδηγίες δεν ήταν τίποτε άλλο από μια λεπτομερής και ακριβής ατζέντα με αποδέκτη το ΚΚΓ, η οποία ανταποκρινόταν σε υψίστης σημασίας ζητήματα, όπως η διαχείριση της κατάστασης που είχε προκύψει εξαιτίας της έκρηξης του πολέμου. Σέ ένα πρώτο στάδιο, το κόμμα όφειλε να εξηγήσει στα μέλη και τους οπαδούς του ότι ο πόλεμος διέθετε έναν ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα και πως όλοι οι τρεις κύριοι εμπλεκόμενοι σε αυτόν – Μεγ. Βρετανία, Γαλλία και Γερμανία – ήταν καπιταλιστικές δυνάμεις με κατακτητικούς στόχους. Με άλλα λόγια, δεν υπήρχαν διαφορές μεταξύ τους, ούτε υφίστατο διαχωρισμός ανάμεσα σε επιτιθέμενους και θύματα. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η ΕΣΣΔ είχε κάθε δικαίωμα να συνάψει ένα Σύμφωνο (στην περίπτωση επρόκειτο για το γερμανο-σοβιετικό) προκειμένου να διαφυλάξει τα συμφέροντά της. Πόσο μάλλον που ήταν η μόνη δύναμη που ακολουθούσε ειρηνική πολιτική, παρέχοντας βοήθεια στα έθνη εκείνα, τα οποία μάχονταν για την ανεξαρτησία τους, σε αντίθεση με χώρες όπως η Γαλλία και η Μεγ. Βρετανία, που διέδιδαν απατηλά ότι δήθεν πολεμούσαν για την ειρήνη και την ελευθερία, ενώ στην πραγματικότητα προσπαθούσαν να διευρύνουν τον πόλεμο, παρασύροντας και άλλα κράτη σε αυτόν. Το ΚΚΓ όφειλε να εμποδίσει κάθε πρωτοβουλία της άρχουσας αστικής τάξης με στόχο τη συμμετοχή της Γιουγκοσλαβίας στον πόλεμο. Αντίθετα, άμεση προτεραιότητά του ήταν ο αγώνας για τη συνομολόγηση ενός συμφώνου φιλίας και αμοιβαίας βοήθειας με την ΕΣΣΔ. Ήταν η καλύτερη εγγύηση για την ελευθερία και την ανεξαρτησία της χώρας. Εν κατακλείδι, ο πόλεμος θα όξυνε την κρίση του καπιταλισμού, δημιουργώντας, έτσι, πρόσφορο έδαφος και ευνοϊκές συνθήκες για την οριστική εξάλειψη του τελευταίου.¹¹

Έτσι είχαν οι οδηγίες της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν. Απηχούσαν την ουσία μιας πολιτικής, την οποία ο Τίτο είδε με τα ίδια του τα μάτια να σφυρηλατείται κατά τη διαμονή του στη Μόσχα και που έμελλε να υπηρετήσει σθεναρά, ευρισκόμενος μακριά από αυτήν. Δεν κατάφερε να επισκεφθεί εκ νέου τη σοβιετική πρωτεύουσα παρά μόνο το καλοκαίρι του 1944, και μάλιστα με δική του πρωτοβουλία. Για έναν ηγέτη με τόσο περιορισμένο μορφωτικό επίπεδο, οι μάλλον απλές έως απλοϊκές έννοιες που περικλείονταν στις οδηγίες, φάνταζαν ως απαύγασμα των πολιτικών του ιδεών. Αφομοίωσε καλά τα μαθήματα που πήρε στη Μόσχα και δεν προβληματίστηκε ποτέ από οποιουδήποτε είδους αμφιβολίες διανοητικής μορφής. Η πολιτική του οξύνοια και διορατικότητα συνίσταντο στο να αναζητεί και να βρίσκει τρόπους με απώτερο στόχο να θέτει σε εφαρμογή τη στρατηγική, την οποία είχε σχεδιάσει η Μόσχα. Με έκδηλη προθυμία εξήγησε στον Bozidar Adžija τη θεωρία περί  Λαϊκού Μετώπου (συνεργασία με άλλα αστικά κόμματα για τη συγκρότηση μιας αντιφασιστικής δυναμικής) σύμφωνα με τις επιταγές του 7ου Συνεδρίου της Κομιντέρν. Με την ίδια πίστη και πειθώ υποστήριξε το Σύμφωνο Molotov – Ribbentrop, που εκ των πραγμάτων καθιστούσε περιττή τη δημιουργία  Λαϊκού Μετώπου. Η κομμουνιστική πειθαρχία και ο οπορτουνισμός, που χαρακτήριζαν τις αντιδράσεις του, ουδέποτε κλονίστηκαν από διλήμματα ηθικής τάξεως. Πρώτιστη προτεραιότητα ήταν η διασφάλιση των συμφερόντων της Σοβιετικής Ένωσης. Πιστός στο ίδιο μοντέλο, δεν είχε αναστολές να στραφεί ενάντια στα αστικά Σοσιαλδημοκρατικά

Ο Στάλιν και οι Πολιτικοί Κομισάριοί του παρακολουθούν από τον εξώστη του Μαυσωλείου του Λένιν αθλητική παρέλαση στην Ερυθρά Πλατεία της Μόσχας.

κόμματα, τους μέχρι τούδε συμμάχους. Τον Μάρτιο του 1940, στο Ζάγκρεμπ, εξαπέλυσε μέσα από τις στήλες της εφημερίδας του κόμματος Proleter, μια σφοδρή εκστρατεία σε βάρος των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων Γαλλίας και Μεγ. Βρετανίας¹² την ίδια στιγμή που χαιρέτιζε εμφατικά  την επικράτηση της ΕΣΣΔ επί της Φινλανδίας.¹³ Εξέλαβε τις διαδοχικές ήττες της Νορβηγίας, της Ολλανδίας και του Βελγίου ως αδιαμφισβήτη επιβεβαίωση της πολιτικής του λογικής. Επρόκειτο για μικρά κράτη, τα οποία είχαν παρασυρθεί από τις ιμπεριαλιστικές δυνάμεις προτού εγκαταλειφθούν στη μοίρα τους. Επόμενο ήταν να υποκύψουν στην ισχύ της ναζιστικής εισβολής. Μια και μόνη επιλογή προσφερόταν, της οποίας ο ίδιος υπήρξε ένθερμος συνήγορος: αποφυγή εμπλοκής της Γιουγκοσλαβίας στον πόλεμο και καλλιέργεια στενών οικονομικών και πολιτικών σχέσεων με την ΕΣΣΔ. Πρόκειται για τη λύση, που υποστήριξε μέσω της  Proleter.¹⁴ Ταυτόχρονα εγκαινίασε έναν γύρο εσωτερικών εκκαθαρίσεων, απομακρύνοντας από το ΚΚΓ όλους όσους παρέμεναν οπαδοί της δημιουργίας  Λαϊκού Μετώπου, με άλλα λόγια της σύμπραξης με τα αριστερά αστικά κόμματα. Άλλωστε, η στρατηγική και οι εν γένει προθέσεις του διαφαίνονταν από τον τίτλο ενός από τα πολλά άρθρα που συνέταξε:Περί εξυγίανσης και μπολσεβικοποίησης του Κόμματος”.¹⁵ Εξίσου αποκαλυπτικοί είναι και οι τίτλοι των κειμένων του σχετικά με τους Σοσιαλδημοκράτες:Κατά των επαναστατών ηγετών των Σοσιαλδημοκρατών, πολεμοκάπηλων και πρωτοστατών της αντι-Σοβιετικής εκστρατείας” (Ιούνιος 1940)¹⁶ καιΗ συμπαιγνία εργοδοτών, αστυνομίας και Σοσιαλδημοκρατών προδοτών ενάντια στους εργάτες” (Ιούλιος 1940).¹⁷ Η ριζοσπαστικοποίηση της στρατηγικής του έφτασε στο απόγειο με αφορμή την κατάρρευση της Γαλλίας, οπότε τάχθηκε υπέρ της αντικατάστασης της κυβέρνησης συνασπισμού των Dragiša Cvetković και Vlatko Maček από μια άλλη, απαρτιζόμενη από αγρότες και εργάτες υπό την καθοδήγηση του ΚΚΓ. Τον Ιούλιο 1940 έγραφε χαρακτηριστικά: “Η ενωμένη εργατική τάξη σε συνεργασία με την αγροτιά και με τον υπόλοιπο εργαζόμενο πληθυσμό της Γιουγκοσλαβίας οφείλει να προετοιμαστεί, υπό την καθοδήγηση του ΚΚΓ, για έναν αγώνα δίχως οίκτο κατά της εκμετάλλευσης των εργατών από τους καπιταλιστές και για τη διενέργεια μιας αποφασιστικής μάχης με διακύβευμα τη διατήρηση της ανεξαρτησίας της Γιουγκοσλαβίας. Κύρια προϋπόθεση για την πραγμάτωση των παραπάνω στόχων είναι η ανατροπή του υπάρχοντος καθεστώτος και η εγκαθίδρυση μιας αληθινής λαϊκής διακυβέρνησης. Μιας διακυβέρνησης εργατών και αγροτών, διατεθειμένης να διοικήσει προς όφελος των συμφερόντων της εργατικής τάξης, να δώσει στον λαό τα δικαιώματά του και να εγγυηθεί την ανεξαρτησία της χώρας με τη συνδρομή της ΕΣΣΔ, του λίκνου των εργατών και αγροτών, ενός κράτους γιγαντιαίας προόδου και ευημερίας, προστάτιδος των μικρών κρατών και του πλέον αξιόπιστου εκφραστή της ειρήνης”.¹⁸

Η ακραία αυτή στρατηγική του ΚΚΓ δεν έτυχε της έγκρισης της Μόσχας. Στις 28 Σεπτεμβρίου, ο Τίτο υπήρξε αποδέκτης ενός μηνύματος, το οποίο χαρακτήριζε ως πρόωρη τη εγκαθίδρυση ενός  λαϊκού καθεστώτος στη χώρα. Το είδος της πολιτικής δραστηριότητας, προς την οποία το ΚΚΓ όφειλε να εστιάσει την προσοχή του ήταν πρωτίστως ο τομέας της προπαγάνδας και η σύνταξη μανιφέστων και παρεμφερών κειμένων.¹⁹

Ο Τίτο Γενικός Γραμματέας του ΚΚΓ

Το αποκορύφωμα της ριζοσπαστικής ρητορικής του Τίτο υπήρξε ο εναρκτήριος λόγος που εκφώνησε τον Οκτώβριο 1940 στο Ζάγκρεμπ, στο πλαίσιο των εργασιών της 5ης Διάσκεψης του ΚΚΓ. Το διακύβευμα ήταν μεγάλο για τον ίδιο προσωπικά. Μέχρι στιγμής δεν διαδραμάτιζε παρά εκτελεστικό, μόνο, ρόλο κι έτσι ακριβώς αντιμετωπιζόταν από την Κομιντέρν. Μόνο ένα Συνέδριο του κόμματος διέθετε την αρμοδιότητα ορισμού ενός νέου Γενικού Γραμματέα. Έχοντας αυτό κατά νου, ο Τίτο σχεδίαζε τη διεξαγωγή ενός τέτοιου Συνεδρίου για το φθινώπορο του 1940. Η Μόσχα ήταν επιφυλακτική μπροστά σε αυτή την προοπτική. Συνέτρεχε κίνδυνος να διαρρεύσουν οι εμπιστευτικές συζητήσεις, με αποτέλεσμα η κομματική ηγεσία να συρθεί στις γιουγκοσλαβικές φυλακές. Ο Τίτο αναγκάστηκε να μετονομάσει τη συνάθροιση των 108 αντιπροσώπων των τοπικών οργανώσεων του κόμματος σε “Διάσκεψη”. Η τελευταία ξεκίνησε τις εργασίες της με την ανάγνωση μιας μακροσκελούς έκθεσης πεπραγμένων του Τίτο ως εκτελεστικού Γραμματέα. Ο τελευταίος, ανέπτυξε τους λόγους που είχαν οδηγήσει το κόμμα στο να αντιταχθεί στη γενική επιστράτευση, λίγους μήνες νωρίτερα. Χάρη σε αυτή τη στάση, το ΚΚΓ απέτρεψε μια παρέμβαση της Γιουγκοσλαβίας στο πόλεμο. Ακολούθως, διευκρίνισε τη γραμμή που το κόμμα όφειλε να ακολουθήσει ενόσω μαινόταν ο πόλεμος στην Ευρώπη:Κάθε είδους δραστηριότητα και προσπάθεια του Κόμματος οφείλει να διαθέτει αμιγώς ταξικό υπόβαθρο. Πρέπει να θέσουμε τέλος σε όλες τις συμφωνίες και τα προγράμματα με τις ηγεσίες των διαφόρων αστικών αυτοαποκαλούμενων “δημοκρατικών” κομμάτων, τα οποία έχουν μετατραπεί σε γνήσια αντιδραστικά πρακτορεία των μυστικών υπηρεσιών των Γάλλων και Βρετανών εμπνευστών του Πολέμου. Το Κόμμα μας, όπως και όλα τα τμήματα της Κομιντέρν ας αναλάβουν την ακόλουθη αποστολή: εκείνη του αγώνα υπέρ του σχηματισμού ενός Λαϊκού Μετώπου από τη βάση, μέσω της οργάνωσης και της καθοδήγησης μιας καθημερινής προσπάθειας με σκοπό την εξυπηρέτηση των αναγκών της εργατικής τάξης, όπως είναι ο αγώνας κατά του Πολέμου, υπέρ της ελευθερίας και των δημοκρατικών δικαιωμάτων της καταπιεσμένης Γιουγκοσλαβικής εργατικής τάξης”.²º

Περιττό να αναφερθεί πως ο ενακτήριος λόγος του Τίτο καθώς και η έκθεση πεπραγμένων, αποτέλεσαν τη βάση των εργασιών της Διάσκεψης και των τελικών συμπερασμάτων. Με τη λήξη, ο Τίτο ανέλαβε Γενικός Γραμματέας του ΚΚΓ. Υπό τη δική του ηγεσία, κυρίαρχη προτεραιότητα δόθηκε στον αγώνα για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων της εργατικής τάξης. Κι ενώ το κόμμα βρισκόταν σε θέση μάχης, διαθέτοντας έναν επίσημο ηγέτη και μια ομόφωνα επιλεγείσα στρατηγική, εκείνη του  Λαϊκού Μετώπου από τη βάση, η Μόσχα παρενέβη εκ νέου. Τον Σεπτέμβριο του 1940, είχε αναχωρήσει για τη σοβιετική πρωτεύουσα ο Nikola Petrović, μηχανικός από το Βελιγράδι, ως προσωπικός απεσταλμένος του Τίτο. Αν και δεν έφερε μαζί του κάποιο γραπτό κείμενο, είχε ενημερωθεί διεξοδικά από τον τελευταίο σε προφορικό επίπεδο. Φθάνοντας στη Μόσχα ένα μήνα αργότερα, ο  Petrović εξέθεσε ενώπιον της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομιντέρν την κατάσταση που επικρατούσε τόσο στη Γιουγκοσλαβία όσο και στους κόλπους του κόμματος. Εν συνεχεία, η Επιτροπή κατέληξε σε συγκεκριμένες θέσεις, οι οποίες στάλθηκαν τηλεγραφικά στον Τίτο στις 25 Οκτωβρίου 1940. Το σχετικό τηλεγράφημα έφερε την υπογραφή του Pieck.

O τελευταίος έκανε έκκληση για αυτοσυγκράτηση και ψυχραιμία. Υπό τις παρούσες συνθήκες στα Βαλκάνια, φάνταζε αδύνατος ο σχηματισμός μιας λαϊκής κυβέρνησης. Αντ αυτού, ο Pieck πίεζε προς την κατεύθυνση της δημιουργίας ενός ευρέως κινήματος, ικανού να υπερασπιστεί την ανεξαρτησία της Γιουγκοσλαβίας καθώς και το δικαίωμα αυτοδιάθεσης των εθνοτήτων που κατοικούσαν εντός των συνόρων της. Εισηγήθηκε τη σύμπραξη του ΚΚΓ με σχηματισμούς αστικής προέλευσης, όπως ήταν το Αγροτικό Κόμμα του Dragoljub Jovanović. Το παραπάνω κίνημα θα είχε αντιπολεμική χροιά και θα καλλιεργούσε προνομιακές σχέσεις με την ΕΣΣΔ.²¹ Κομιστής του πλήρους κειμένου των οδηγιών, υπογεγραμμένου από τους Manouïlski, Pieck, Ercoli (ψευδώνυμο του Palmiro Togliati) και Klement Gottwald, υπήρξε ο ίδιος ο Petrović. Το επέδωσε προσωπικά στον Τίτο με το που επέστρεψε τον Δεκέμβριο στη Γιουγκοσλαβία.  Ήταν εμφανές πως οι νέες επιτακτικές οδηγίες της Μόσχας αναιρούσαν τα συμπεράσματα, στα οποία είχε καταλήξει η 5η Διάσκεψη, καθώς και την στρατηγική του ΚΚΓ στο σύνολό της. Αναφορικά με το ζήτημα του σχηματισμού λαϊκής κυβέρνησης προσδιόριζαν τα εξής:Υπό τις παρούσες συνθήκες, το αίτημα περί ανατροπής της κυβέρνησης και εγκαθίδρυσης μιας άλλης, υπό τον γνήσιο έλεγχο εργατών και αγροτών, θα μπορούσε να οδηγήσει στην επιβολή μιας δικτατορίας του προλεταριάτου. Η κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία δεν προσφέρεται για κάτι τέτοιο…Το Κόμμα πρέπει να αποδοκιμάζει σθεναρά κάθε είδους εικασίες ότι ο Κόκκινος Στρατός είναι, δήθεν, διατεθειμένος να συμβάλλει σε μια τέτοια  κατάσταση”.²²

Η θέση της Κομιντέρν ως προς τη στρατηγική έναντι του πολέμου στην Ευρώπη, χαρακτηριζόταν από μεγαλύτερη ασάφεια: “Επιλέγοντας ως σύνθημα την ανεξαρτησία των λαών της Γιουγκοσλαβίας, το δικαίωμά τους για αυτοδιάθεση και τη συσπείρωσή τους ενάντια σε κάθε πράξη βίας, το Κόμμα οφείλει να καλλιεργήσει προπαγάνδα στις μάζες και μεταξύ των πολιτών ενάντια στην διαφαινόμενη πρόθεση της αστικής τάξης και της κυβέρνησης να ενδώσει στα σχέδια των Γερμανών και Ιταλών ιμπεριαλιστών, τα οποία στοχεύουν στον διαμελισμό της Γιουγκοσλαβίας. Κατά συνέπεια, το Κόμμα δεν πρέπει να προβάλλει το σύνθημα υπέρ της προάσπισης των σημερινών συνόρων της Γιουγκοσλαβίας, ούτε και να επαγγέλεται, ως απομονωμένη πολιτική δύναμη, την ένοπλη αντίσταση κατά των επίδοξων ιμπεριαλιστών εισβολέων. Αντίθετα, οφείλει να εκτιμήσει και να ενισχύσει όλες τις τάσεις μεταξύ των πολιτών και μέσα στους κόλπους του στρατεύματος, που προσανατολίζονται προς την κατεύθυνση οργάνωσης ένοπλης αντίστασης με σκοπό την ενδυνάμωση της αντίθεσης σε κάθε μορφής συνθηκολόγηση και την ενίσχυση της άμυνας της χώρας”.²³

Περισσότερο διαυγές ήταν το σκέλος των οδηγιών της Κομιντέρν σχετικά με την στρατηγική του  Λαϊκού Μετώπου:Το Κόμμα καλείται να αξιοποιήσει κάθε ευκαιρία συνεργασίας με στελέχη της αντιπολίτευσης και των μικρών αστικών κομμάτων, όπως και με  ομάδες εντός των Σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων, προκειμένου να διευρύνει, προς το παρόν τουλάχιστον, το ενωμένο μέτωπο ενάντια στην αντίδραση, υπέρ του σεβασμού των διεκδικήσεων των μαζών όπως και υπέρ της προάσπισης της ανεξαρτησίας της Γιουγκοσλαβίας”.²⁴

Οι  Josip Broz και Nikola Petrović (δεξιά), το 1945 στο Βελιγράδι.

Ταυτόχρονα με την κατάρρευση της Γαλλίας και την επικράτηση του Hitler στη Δυτική Ευρώπη, ο ναζιστικός κίνδυνος έγινε εκ νέου αισθητός. Το Λαϊκό Μέτωπο από τη βάση, με τη συνδρομή των αστικών κομμάτων, ειδικότερα δε των αριστερόστροφων, ήταν απαραίτητο για την προστασία της ΕΣΣΔ. Με τον ίδιο ζήλο και πειθώ, που τον χαρακτήριζαν στο πρόσφατο παρελθόν, ο νέος Γενικός Γραμματέας του ΚΚΓ άρχισε, χωρίς καθυστέρηση, να εργάζεται προς αυτή την κατεύθυνση. Ήδη στις 25 Δεκεμβρίου 1940 ενημέρωσε τη Μόσχα πως είχε έρθει σε συμφωνία με το Αγροτικό Κόμμα του Dragoljub Jovanović, στη βάση ενός κοινού προγράμματος το οποίο συνιστατο: α) στη σύναψη ενός συμφώνου συμμαχίας με την ΕΣΣΔ, β) σε ενέργειες εκδημοκρατισμού της Γιουγκοσλαβίας  και γ) σε προσπάθεια διασφάλισης της ανεξαρτησίας της χώρας.²⁵

Ο Petrović ήταν το τελευταίο μέλος του ΚΚΓ, το οποίο λειτούργησε ως μεσολαβητής ανάμεσα στον Τίτο και τη Μόσχα. Χρειάστηκε να περάσουν τέσσερα ολόκληρα χρόνια, έως ότου, την άνοιξη του 1944, ο Milovan Djilas επωμιστεί ανάλογη αποστολή, ερχόμενος σε απευθείας επαφή με τη σοβιετική ηγεσία. Στο ενδιάμεσο διάστημα, η επικοινωνία εξασφαλιζόταν μέσω ραδιοσημάτων, υπό την ευθύνη του Josip Kopinič, ενός ήρωα του Ισπανικού Εμφυλίου Πολέμου και προσωπικού φίλου του Τίτο. Ο  Kopinič είχε σταλεί από τη Μόσχα με συγκεκριμένη αποστολή: να διατηρήσει την επαφή με το ΚΚΓ και με άλλα οκτώ αντίστοιχα κόμματα των Βαλκανίων και της Κεντρικής Ευρώπης. Ο ασύρματος βρισκόταν στο Βελιγράδι και ξεκίνησε τη λειτουργία του τον Ιούλιο του  1940.²⁶

Josip Kopinič.
Milovan Djilas.

                            

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Έως τον Μάϊο του 1941, ενόσω ο Τίτο βρισκόταν στο Ζάγκρεμπ, του ήταν σχετικά εύκολο να επικοινωνεί με τη Μόσχα. Ωστόσο, το είδος της επαφής δεν επέτρεπε κάτι περισσότερο από την ανταλλαγή περιληπτικών μηνυμάτων. Ήταν αδύνατη η διακίνηση εκτενών οδηγιών, σχετικών με τη στρατηγική, την οποία όφειλε να ακολουθήσει. Ήταν αναγκασμένος να αποφασίζει από μόνος για την περαιτέρω πορεία του ΚΚΓ. Μέχρι την εκδήλωση της Γερμανικής εισβολής, εφάρμοσε με ιεραποστολική προσήλωση τις οδηγίες, τις οποίες είχε προσκομίσει ο Petrović. Στις αρχές του 1941, ο Τίτο προσδιόρισε τη στρατηγική του κόμματος ως εξής: “…η διατήρηση της ειρήνης, η προάσπιση της εθνικής ελευθερίας και ανεξαρτησίας των λαών της Γιουγκοσλαβίας ενάντια στον πόλεμο και στην οποιαδήποτε σχέση των προαναφερθέντων λαών με τα ιμπεριαλιστικά εμπόλεμα μέρη, επειδή μια προσχώρηση στο πλευρό τους θα ισοδυναμούσε με εγκατάλειψη της ανεξαρτησίας της χώρας. Ο μόνος αποτελεσματικός τρόπος προάσπισης της ανεξαρτησίας είναι η παραμονή της χώρας έξω από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και η ενδυνάμωση των σχέσεων με την ΕΣΣΔ μέσω της σύναψης μιας συμμαχίας αμοιβαίας βοήθειας”.²⁷

Διακατεχόμενο από αυτό το σκεπτικό, το ΚΚΓ περιορίστηκε σε ρόλο απλού θεατή, όταν, στις 27 Μαρτίου 1941, μια ομάδα φιλοδυτικών στρατιωτικών ανέτρεψε την κυβέρνηση Cvetković-Maček, δυο, μόλις, ημέρες έπειτα από την προσχώρηση της τελευταίας στο Τριμερές Σύμφωνο. Το κόμμα δεν είχε την παραμικρή ανάμειξη στην οργάνωση των μεγάλων λαϊκών κινητοποιήσεων της ημέρας εκείνης ως υποστήριξη του πραξικοπήματος. Όταν, προς το τέλος της ημέρας, ορισμένα στελέχη προσχώρησαν στις κινητοποιήσεις, το μόνο σύνθημα, το οποίο προέβαλαν επιδεικτικά, ήταν εκείνο περί συμμαχίας με την ΕΣΣΔ. Το εντυπωσιακό μέγεθος των κινητοποιήσεων δεν προκάλεσε καμία απολύτως αλλαγή στην όλη στρατηγική του Τίτο. Την επόμενη, κιόλας, ημέρα, ενημέρωσε την Κομιντέρν πως το ΚΚΓ θα προετοίμαζε τον κόσμο για αντίσταση έναντι μιας ένοπλης γερμανικής ή ιταλικής επίθεσης, αλλά και για μάχη κατά οποιασδήποτε πρωτοβουλίας, η οποία θα αποσκοπούσε σε παρέμβαση της Γιουγκοσλαβίας στον πόλεμο στο πλευρό της Μεγ. Βρετανίας. Το ΚΚΓ ήταν υπέρ της καταγγελίας της πράξης προσχώρησης της Γιουγκοσλαβίας στο Τριμερές Σύμφωνο. Από την άλλη πλευρά, όμως, ήλπιζε να δει τη νεοσύστατη κυβέρνηση του στρατηγού Dušan Simović να συνάπτει την πολυπόθητη συμμαχία με την ΕΣΣΔ.²⁸ Όμως, ακόμα και αυτή η μάλλον παθητική θέση του ΚΚΓ θεωρήθηκε άκρως ριψοκίνδυνη από την πλευρά της Κομιντέρν. Ο Γενικός Γραμματέας της τελευταίας, Georgi Dimitrov, εκτιμώντας τα γεγονότα της 27ης Μαρτίου, διέταξε τον Τίτο να απέχει από οποιαδήποτε ενέργεια, καθώς οι συνθήκες ήταν ακατάλληλες. Το ΚΚΓ έπρεπε να περιοριστεί στο να ενημερώνει την εργατική τάξη και το στράτευμα σχετικά με τη στρατηγική του.²⁹

Οι κινητοποιήσεις της 27ης Μαρτίου 1941 στους δρόμους του Βελιγραδίου.

Η εκδήλωση της γερμανικής επίθεσης έπειτα από το πραξικόπημα ήταν, πλέον, ζήτημα ημερών.  Στο μικρό χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, η κυβέρνηση Simović ευθυγραμμίστηκε με το κυριότερο αίτημα του ΚΚΓ, υπογράφοντας στις 5 Απριλίου, στη Μόσχα, ένα Σύμφωνο Φιλίας και μη Επιθέσεως με την ΕΣΣΔ.³º Τελικά, το κόμμα αποδέχτηκε να ανταποκριθούν τα μέλη του στις εκκλήσεις για επιστράτευση, με εξαίρεση εκείνα της Κεντρικής Επιτροπής.³¹ Η γερμανική επίθεση διήρκησε από τις 6 Απριλίου, ημέρα της εκδήλωσής της, έως τις 17 του ιδίου μήνα, οπότε  ο γιουγκοσλαβικός στρατός συνθηκολόγησε. Η χώρα διαμοιράστηκε ανάμεσα στους γείτονές της Ιταλία, Ουγγαρία, Βουλγαρία και Αλβανία. Οι Ναζί εγκατέστησαν στην Κροατία και στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη ένα γενοκτόνο καθεστώς μαριονέτα υπό τον Ante Pavelić και τους συνοδοιπόρους του Ούστασε (Ustaša), του αυτοαποκαλούμενου Κροατικού Επαναστατικού Κινήματος, δημιουργώντας το ανεξάρτητο κράτος της Κροατίας. Αυτές ακριβώς οι εξελίξεις απασχόλησαν αποκλειστικά το Politbureau κατά τη συνάντησή του στο Ζάγκρεμπ, τον Μάϊο του ιδίου έτους. Αμέσως μετά, ο Τίτο μετέβη στο Βελιγράδι, όπου ενημέρωσε τη σοβιετική πρεσβεία για τα αποτελέσματα της συνάντησης. Η πρεσβεία της ΕΣΣΔ στη Γιουγκοσλαβική πρωτεύουσα είχε ξεκινήσει τη λειτουργία της μόλις τον Ιούνιο του 1940, ως επακόλουθο της εξομάλυνσης των διμερών διακρατικών σχέσεων. Οι τελευταίοι Σοβιετικοί διπλωμάτες εγκατέλειψαν το Βελιγράδι ακριβώς ένα χρόνο αργότερα. Τα αποτελέσματα της συνεδρίασης, έτσι τουλάχιστον όπως ο Τίτο τα περιέγραψε, υποτίθεται πως απηχούσαν τη νέα στρατηγική του ΚΚΓ υπό το πρίσμα της ξένης κατοχής. Πρωτίστως τονιζόταν το γεγονός ότι το κόμμα είχε κατορθώσει να διατηρήσει τη συνοχή του και εξακολουθούσε να είναι σε θέση να ασκήσει την επιρροή του στο σύνολο της προπολεμικής επικράτειας. Λίγο πριν την απαρχή του πολέμου, αριθμούσε 8 000 μέλη, ενώ άλλα 30 000 άτομα στελέχωναν την Κομμουνιστική Νεολαία. Άξονας της στρατηγικής των προηγουμένων μηνών ήταν: “O αγώνας ενάντια στις αντιδραστικές κυβερνήσεις, που αρνούνταν την εκχώρηση στο λαό των στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων και ελευθεριών. Ο αγώνας, επίσης, για την εγκαθίδρυση λαϊκής κυβέρνησης, η οποία θα παραχωρούσε δημοκρατικά δικαιώματα και ελευθερίες στους πολίτες της Γιουγκοσλαβίας και θα επανέφερε σε ισχύ δικαιώματα στα καταπιεσμένα έθνη”.³²

Σε άρθρο, το οποίο έγραψε τον Ιούνιο 1941, ο Τίτο υποστήριζε πως στο πέρας της συνεδρίασης του Μαΐου είχε διαγραφεί ομόφωνη διαπίστωση ότι στη χώρα υπήρχε διάχυτη μια “επαναστατική ενέργεια των μαζών”. Η τελευταία είχε προκύψει από: “Ένα βίαιο κατοχικό καθεστώς και τη συνακόλουθη λεηλασία σε βάρος του λαού. Από μια ακόμη πιο βίαιη καταπίεση ορισμένων εθνών και το αναμενόμενο μίσος εναντίον των εμπνευστών της. Από την προδοσία, στην οποία είχαν προβεί οι μέχρι πρότινος αστικοί κυβερνητικοί κύκλοι. Από την αδιαμφισβήτητη εγκληματική εθνική και κοινωνική πολιτική του εκπνεύσαντος καθεστώτος…”.³³

Βομβαρδισμός του Βελιγραδίου από τη γερμανική πολεμική αεροπορία (6 Απριλίου 1941).

Η επίκληση της ανάγκης σχηματισμού λαϊκής κυβέρνησης και η διαπίστωση ύπαρξης επαναστατικής ενέργειας αποκαλύπτουν πως ο Τίτο είχε αρχίσει να μεταστρέφεται προς τη σκέψη ότι η κατοχή μπορούσε να λειτουργήσει ως ιδανική αφορμή αξιοποίησης του ιμπεριαλιστικού πολέμου προς την κατεύθυνση της έκρηξης ενός επαναστατικού κινήματος. Στα τηλεγραφήματα, τα οποία απέστειλε προς τη Μόσχα, απέφυγε σχολαστικά να αναφέρει το παραμικρό σχετικά με το συγκεκριμένο ζήτημα. Αρκέστηκε στο να διαβιβάσει μέσω του Kopinič τη διαβεβαίωση ότι το ΚΚΓ προετοιμαζόταν για ένοπλη δράση σε περίπτωση γερμανικής επίθεσης σε βάρος της ΕΣΣΔ. Το ίδιο ακριβώς επανέλαβε και προς τον υπάλληλο της σοβιετικής πρεσβείας με τον οποίο συναντήθηκε τον Μάϊο στο Βελιγράδι.³⁴ Το ότι η πατρίδα του τελούσε υπό κατοχή, δεν αρκούσε προκειμένου να αναπτύξει, με δική του πρωτοβουλία, πολεμική δραστηριότητα. Οι οδηγίες, που είχε λάβει τον Μάρτιο από τον Dimitrov δεν άφηναν περιθώριο για παρερμηνείες. Το ΚΚΓ όφειλε να περιοριστεί στην ενημέρωση γύρω από τη στρατηγική του και να εξασφαλίσει για δικό του  λογαριασμό όσο το δυνατόν ευρύτερη επιρροή μέσα στους κόλπους της εργατικής τάξης. Όπως ήταν επόμενο, τα πάντα άλλαξαν μετά τις 22 Ιουνίου 1941 και την εκδήλωση της χιτλερικής εισβολής  κατά της ΕΣΣΔ.

Το ληφθέν αυθημερόν τηλεγράφημα με προέλευση τη Μόσχα, ήταν κρυστάλλινης διαύγειας. Η γερμανική και ιταλική εισβολή δεν ήταν απλώς ένα ράπισμα σε βάρος της πρώτης σοσιαλιστικής χώρας. Ισοδυναμούσε με επίθεση ενάντια στην ελευθερία και ανεξαρτησία όλων των εθνών. Κατόπιν τούτου, το ΚΚΓ, μιμούμενο το παράδειγμα των άλλων αδελφών κομμάτων, καλείτο να προχωρήσει στη δημιουργία ενός αυτοδύναμου εθνικού Λαϊκού Μετώπου καθώς και σε εκείνη ενός αντίστοιχου συλλογικού διεθνούς. Μεταξύ άλλων, το τηλεγράφημα προσδιόριζε και τις προτεραιότητες. Στη παρούσα φάση, το ΚΚΓ θα πολεμούσε για την αποτίναξη του κατοχικού ζυγού και όχι για μια σοσιαλιστική επανάσταση.³⁵ Ακολουθούσε η ανάλυση της επονομαζόμενης “Θεωρίας των δυο φάσεων”. Σε ένα πρώτο στάδιο προείχε η δημιουργία ενός Λαϊκού Μετώπου εκ των άνω, και μόνο όταν οι συνθήκες ήταν ώριμες, το ΚΚΓ θα αναλάμβανε δράση για κοινωνική επανάσταση. Η ΕΣΣΔ είχε άμεση ανάγκη από μια ευρεία συμμαχία με τη Μεγ. Βρετανία, ενδεχομένως και με τις ΗΠΑ, για την επιβίωσή της. Έκρηξη κοινωνικών επαναστάσεων μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία θα καθιστούσαν τη συμμαχία αυτή αδύνατη. Επομένως, το ΚΚΓ, όπως και τα υπόλοιπα κομμουνιστικά κόμματα και οι υπηρεσίες της Κομιντέρν καλούνταν να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στη συγκρότηση ενός ευρέως  Λαϊκού Μετώπου, ικανού να αντισταθεί και να αντιπαρατεθεί με τη Γερμανία του Hitler. Την 1η Ιουλίου, η Μόσχα επανέλαβε τις οδηγίες προς τον Τίτο διατάσσοντάς τον να προχωρήσει άμεσα στη δημιουργία μονάδων παρτιζάνων με αποστολή τον αγώνα κατά του κατακτητή.³⁶

[Συνεχίζεται]

Josip Broz Tito: Rebel Communist and Yugoslav Hero


 

Ο Vojislav Pavlović είναι Διευθυντής του Βαλκανολογικού Ινστιτούτου της Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών της Σερβίας

ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Το παρόν άρθρο με τίτλο “Stalinism without Stalin. The Soviet Origins of Tito’s Yougoslavia, 1937-1948” δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στο (Επιμ.  Vojislav Pavlović), The Balkans in the Cold War, Institute for Balkan Studies of the Serbian Academy of Sciences and Arts, Special Editions 116, Belgrade, 2011, σσ. 11-42.

¹ Πρόκειται για την επίσημη ονομασία του ΚΚΣΕ μεταξύ των ετών 1925 και 1952 (ρωσ. Всесоюзная коммунистическая партия (большевиков)).

² Βλ. σχετικά, Leonid Gibianskii,“Soviet-Yugoslav Relations, the Cominform and Balkan Communist Parties: Documentary sources and some aspects of its research” στο (επιμ.  Vojislav Pavlović) The Balkans in the Cold War (Belgrade: Institute for Balkan Studies ot the Serbian Academy of Sciences and Arts, 2011).

³ Η εκδοχή αυτή είχε υιοθετηθεί από την Κομιντέρν κατά τη διάρκεια των σταλικινών εκκαθαρίσεων στη Μόσχα.

⁴  Πρόκειται για τη νέα ονομασία μεταξύ των ετών 1952 και 1991.

Jugoslovensko-sovjetski odnosi 1945-1956 (Belgrade: Ministry of Foreign Affairs of Serbia, 2010), 917.

⁶ Οι βιογραφίες του Τίτο είναι αναρίθμητες. Η αγιογραφική προσέγγιση του Vladimir Dedijer, Tito (New York: Simon and Schuster, 1953) αντανακλά την επίσημη προπαγάνδα του ΚΚΓ. Από την άλλη πλευρά, η μαρτυρία του πάλαι ποτέ στενού του συνεργάτη του  Milovan Djilas, Tito: the story from inside (New York: Harcourt Brace Jovanovich, 1980) παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Ο πόλεμος της πρώην Γιουγκοσλαβίας προκάλεσε νέο γύρο ενδιαφέροντος ως προς την προσωπική ιστορία του Τίτο: Stevan K. Pavlowitch, Tito-Yugoslavia’s great dictator: a reassessment (Columbus: Ohio State University Press, 1992), Jasper Ridley, Tito (London: Constable, 1994), Richard West, Tito and the rise and fall of Yugoslavia (New York: Caroll & Graff Publishers, 1994).  Διάφορες βιογραφίες του Τίτο κυκλοφόρησαν σχετικά πρόσφατα: Geoffrey Swain, Tito: a biography (London, New York: I.B. Tauris, 2011), Pero Simić, Tito: fenomen 20. veka (Beograd: Službeni glasnik, 2011), Jože Pirjevec: Tito in tovariši (Ljubljana: Mladinska knjiga, 2011).

⁷ Branislav Gligorijević, Kominterna i jugoslovensko pitanje (Belgrade: Institut za savremenu istoriju, 1992), 252-253.

⁸ Josip Broz Tito, Sabrana djela, vol. III, (Belgrade: Komunist, 1983), 40 , Broz προς Gržetić, Βιέννη, 5 Νοεμβρίου 1936.

⁹ Tito, Sabrana djela, Vol. IV, 173-174.

¹º Aρχεία Γιουγκοσλαβίας, (στο εξής AJ), 837, IV-5-a, Φακ. 43, Συνέντευξη Τίτο, 29 Δεκεμβρίου 1979. 

¹¹ Ρωσικά Κρατικά Αρχεία Κοινωνικής και Πολιτικής Ιστορίας (RGASPI), Φακ. 495, 11, έγγραφο 368, 60-65.

¹² Tito, Sabrana djela, vol. V, 56-60, “Radnom Narodu Jugoslavije”, Proleter, 3-4, 1940.

¹³ Ibid., 64-66.

¹⁴ Ibid., 69-71.

¹⁵ Ibid., 80-84.

¹⁶ Ibid., 90-96.

¹⁷ Ibid., 108-110.

¹⁸ Ibid., 119,120.

¹⁹ Ubavka Vujošević, “Prepiska (radiogrami) CK KPJ – IK KI”, Vojnoistorijski glasnik, XLIII, 1-3, 1992, 323.\

²º Tito, Sabrana djela, vol.VI, 20, 21.

²¹ Vujošević, “Prepiska”, 324.

²² Tito, Sabrana djela, vol. VI, 202-204.

²³ Ibid.

²⁴ Ibid.

² Vujošević, “Prepiska”, 291.

²⁶ Vjenceslav Cenčić, Enigma Kopinič, vol. I (Belgrade: Rad, 1983), 128-130.

² Tito, Sabrana djela, vol. VI, 207.

² Vujošević, “Prepiska”, 300.

²Tito, Sabrana djela, vol. VI, 215.

³º Odnosi Jugoslavije i Rusije (SSSR) 1940-1945 (Belgrade: Savezno Ministarstvo za inostrane poslove, 1996), 45-46.

³¹ Vujošević, “Prepiska”, 302.

³² Tito, Sabrana djela, vol. VII, 18-25.

³³ Ibid., 39.

³⁴ Vujošević, “Prepiska”, 305.

³⁵ Reneo Lukić, Les relations soviéto-yugoslaves de 1935 à 1945 (Bern : Peter Lang, 1996), 76.

³⁶ Vujošević, “Prepiska”, 302.

Μετάφραση από το πρωτότυπο: Γιάννης Μουρέλος