Skip to main content

Ιωάννης Κ. Ξυδόπουλος: Χίος, 412 π.Χ.: από τη δημοκρατία στην ολιγαρχία;

Ιωάννης Κ. Ξυδόπουλος

Χίος, 412 π.Χ.: από τη δημοκρατία στην ολιγαρχία;

Είναι πράγματι παράδοξο πως στην Αθήνα και στη Σπάρτη, τις δύο πιο σημαντικές κοινότητες της κλασικής περιόδου για τις οποίες έχουμε και μία σχετική πληθώρα πληροφοριών, τα επίπεδα της πολιτικής βίας ήταν εξαιρετικά χαμηλά και οι περιπτώσεις στάσεων ελάχιστες. Η πόλη των Αθηνών βίωσε μία εξαιρετικά σύντομη φάση περιορισμένης πολιτικής βίας στα τέλη της δεκαετίας του 460, καθώς και δύο άλλες, επίσης σύντομες αλλά έντονες, κατά τη διάρκεια των ολιγαρχικών επαναστάσεων του 411/0 και του 404/3 π.Χ. Ωστόσο, για το μεγαλύτερο διάστημα των περίπου δύο αιώνων από το 508 έως το 323 π.Χ., η πολιτική βία απουσίαζε από την Αθήνα. Το ίδιο ισχύει και για τη Σπάρτη, μολονότι η γνώση μας για την συγκεκριμένη πόλη είναι πιο περιορισμένη. Πώς, επομένως, πρέπει να ερμηνεύσουμε την παράλληλη, συχνή ύπαρξη βίας στις περισσότερες ελληνικές κοινότητες με την αξιοσημείωτη απουσία της στις δύο κυριότερες ελληνικές πόλεις; Θα πρέπει να αναζητήσουμε την απάντηση σε συγκεκριμένες παραμέτρους, όπως για παράδειγμα το επιχείρημα του Josiah Ober ότι η σταθερότητα στην Αθήνα βασιζόταν στην κυριαρχία της δημόσιας ρητορείας και ιδεολογίας στο πλήθος;[i] Καθώς πλέον γνωρίζουμε περισσότερα για τα δημοκρατικά πολιτεύματα εκτός Αθηνών, μπορούμε να αποδώσουμε την παράδοξη απουσία πολιτικής βίας στην Αθήνα στο δημοκρατικό πολίτευμα αυτό καθ’ εαυτό;[ii] Ή μήπως απαιτείται ένας επανακαθορισμός του πλαισίου ανάλυσης των πολιτικών δρωμένων στις ελληνικές πόλεις, έτσι ώστε να εξηγηθεί ο διαφορετικός ρόλος της βίας εντός αυτού; Με αφορμή τη στάση των Αθηναίων απέναντι στην Χίο καθόλη τη διάρκεια του πέμπτου αιώνα, την αποστασία του νησιού από την Α’ Αθηναϊκή Συμμαχία το 412 αλλά και σχόλια που προέρχονται τόσο από τον ίδιο τον Θουκυδίδη όσο και από μεταγενέστερους συγγραφείς του τετάρτου αιώνος, στην παρούσα ανακοίνωση τίθεται το ερώτημα εάν η Αθήνα επέβαλλε με την χρήση βίας -ή με την απειλή της- στο πλαίσιο της Συμμαχίας το δημοκρατικό πολίτευμα στις συμμάχους της.

Εκ πρώτης όψεως, θα ήταν λογικό να υποθέσουμε ότι η Αθήνα θα ενίσχυε ή θα προωθούσε το δημοκρατικό πολιτειακό της καθεστώς στις άλλες σύμμαχες πόλεις.[iii] Για παράδειγμα, βάσει του εδαφίου 1.97.1 του Θουκυδίδη, έχει υποστηριχθεί ότι «η ανάδειξη της Αθήνας σε ηγεμονική δύναμη ήταν συνέπεια της πολιτικής της επιλογής να μεταβάλλει βίαια το (καθαρά) συμμαχικό καθεστώς που υπήρχε στις σχέσεις της με τις άλλες πόλεις και έτσι να τις υποτάσσει».[iv] Επίσης, σχετικά πρόσφατα προτάθηκε η άποψη ότι οι Αθηναίοι θεωρούσαν τους νησιώτες εν γένει φύσει (η υπογράμμιση δική μου) υποτελείς της Συμμαχίας.[v] Με μία πρώτη ανάγνωση, οι σχετικές γραμματειακές μαρτυρίες φαίνεται να επιβεβαιώνουν αυτήν την υπόθεση· ο Ψευδο-Ξενοφών ήδη στο τελευταίο τέταρτο του πέμπτου αιώνα, αναφέρει σε αρκετά σημεία του έργου του ότι οι Αθηναίοι έτειναν να στηρίζουν τις μάζες και επιτίθονταν στους ανήκοντες στην ελίτ.[vi] Ο Ισοκράτης, για παράδειγμα, αναφέρει ότι οι Αθηναίοι έφεραν αντιρρήσεις για τις ολιγαρχίες και εγκαθίδρυσαν δημοκρατικά πολιτεύματα σε όλες τις πόλεις της αυτοκρατορίας τους.[vii] Ο Λυσίας, στον Ἐπιτάφιό του κομπάζει ότι οι Αθηναίοι κατά την περίοδο της ναυτικής τους κυριαρχίας απέτρεψαν τους πολλούς να υποδουλωθούν στους ὀλίγους.[viii] Από την αντίθεση, όμως, μέχρι την βίαιη επιβολή του δημοκρατικού πολιτεύματος στις αντιφρονούσες πόλεις υπάρχει μία απόσταση. Θα πρέπει να σημειώσουμε εδώ πως κατά τον τέταρτο αιώνα αυτή η αντίληψη δεν ίσχυε μόνον για την Αθήνα: στο περίφημο χωρίο από τα Πολιτικὰ του, ο Αριστοτέλης παρατηρεί πως όσοι ήθελαν να ασκήσουν την ηγεμονία τους στα ελληνικά κράτη εγκαθιστούσαν αντίστοιχα δημοκρατίες ή ολιγαρχίες, ανάλογα με το πολίτευμα που είχαν στις πατρίδες τους (επομένως, κάνει μία έμμεση αναφορά και στους Σπαρτιάτες).[ix] Πρόκειται μήπως για ένα ψόγο απέναντι σε εκείνες τις δυνάμεις που διαφέντευαν τις τύχες του ελληνικού κόσμου κατά τον πέμπτο αιώνα ή μήπως θα πρέπει να

Προτομή του Αριστοτέλη, μαρμάρινο αντίγραφο ενός μπρούτζινου έργου του Λυσίππου.
Εθνικό Μουσείο Ρώμης.

ερμηνευθούν οι δηλώσεις αυτές εξαιτίας της εμφάνισης των Μακεδόνων στο πολιτικό προσκήνιο; Το θέμα είναι ενδιαφέρον και αφορά την πολιτική θεωρία του τετάρτου αιώνος, αλλά θα το πραγματευθούμε σε άλλη ευκαιρία.

Σε ό,τι αφορά την βεβαιότητα για γενικευμένη άσκηση βίας σχετικά με την αλλαγή του πολιτεύματος σε άλλες πόλεις από την πλευρά των Αθηνών κατά τον πέμπτο αιώνα, πέρα από την εύλογη μεθοδολογική αντίρρηση ότι η πλειονότητα των προαναφερθέντων πηγών είναι μεταγενέστερες -καθώς ανήκουν κυρίως στον τέταρτο αιώνα, θα μπορούσε να προσθέσει κάποιος πως η βεβαιότητα αυτή φαίνεται -σε ορισμένες τουλάχιστον μαρτυρημένες περιπτώσεις- να διασκεδάζεται: γνωρίζουμε πως οι Αθηναίοι διατήρησαν τα ολιγαρχικά πολιτεύματα άθικτα σε ορισμένες πόλεις (στη Χίο, στη Λέσβο και στη Σάμο),[x] ενώ από προγενέστερες επιγραφικές πηγές (ανήκουσες στην περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου) επιβεβαιώνεται η δυνατότητα της ελεύθερης επιλογής του πολιτεύματος για εκείνες τις πόλεις που επέστρεφαν στην Αθηναϊκή Συμμαχία.[xi] Ο ίδιος ο Θουκυδίδης, «ο οποίος δείχνει στο 1.19 ότι οι Λακεδαιμόνιοι φρόντιζαν μόνο να κυβερνούνται από τους ολιγαρχικούς σύμμαχοί τους, δεν μνημονεύει ούτε μια φορά την αθηναϊκή στάση απέναντι στο ίδιο θέμα».[xii] Ορισμένοι δε ερευνητές έφθασαν στο σημείο να υποστηρίξουν ακόμα και πως οι σύμμαχοι ήταν ευχαριστημένοι με την επιβολή του δημοκρατικού πολιτεύματος στις πόλεις τους.[xiii] Επίσης, το γεγονός ότι έως τη δεκαετία του 420 οι περισσότερες πόλεις στο Αιγαίο είχαν δημοκρατικό πολίτευμα θα πρέπει να ερμηνευθεί ως το αποτέλεσμα πολλών ιδιαίτερων καταστάσεων και αποφάσεων (πολλές από τις οποίες δεν είχαν ληφθεί από τους Αθηναίους) παρά μία «επιβεβλημένη κανονικότητα».[xiv]

Προτομή του Θουκυδίδη, 3ος αι. π.Χ., Παρίσι, Μουσείο του Λούβρου.

Η ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης σχετιζόταν άρρηκτα με την εσωτερική πολιτική κατάσταση στις πόλεις-κράτη. Στο 3.82 ο Θουκυδίδης αναφέρεται σε αλλαγές πολιτευμάτων που ξεκίνησαν από το εσωτερικό των διαφόρων πόλεων, δηλαδή είτε από δημοκρατικούς που ήθελαν να φέρουν την πόλη πιο κοντά στην Αθήνα, είτε από οπαδούς της ολιγαρχίας που ήθελαν να την φέρουν πιο κοντά στην Σπάρτη.[xv] Είναι σπάνιες οι περιπτώσεις περιγραφής στρατιωτικών γεγονότων από τον ιστορικό, χωρίς παράλληλη αναφορά σε στοιχεία εσωτερικής διχόνοιας στις πόλεις. Εννοείται πως οι Αθηναίοι (αλλά και οι Σπαρτιάτες) δεν δίσταζαν να χρησιμοποιήσουν τις πολιτικές μερίδες που ήταν φίλα κείμενες προς αυτούς και αντίθετες με την κρατούσα πολιτειακή κατάσταση[xvi] Πρόκειται όμως περί εκμετάλλευσης δεδομένων πολιτικών συγκυριών εντός των πόλεων παρά για την άσκηση άμεσης βίας απέναντι στις σύμμαχες ή αποστατούσες πόλεις, καθώς ο αγώνας του δήμου εναντίον των ὀλίγων δεν επιφέρει αναγκαστικά την αλλαγή του πολιτεύματος σε δημοκρατία.[xvii] Στον Θουκυδίδη η σύγκρουση ανάμεσα στις δύο πλευρές περιγράφεται ρητά σε αρκετές περιπτώσεις και πρόκειται για μία βίαιη κατάσταση που φαίνεται να μαστίζει τις ελληνικές πόλεις της εποχής.[xviii] Ακόμα και ο Ψευδο-Ξενοφών, στην Ἀθηναίων Πολιτεία του, σημειώνει εμφατικά την ύπαρξη εσωτερικών ερίδων στις πόλεις, όταν αναφέρει ότι «η πολιτική των Αθηναίων είναι εσφαλμένη και από την άποψη αυτή, ότι δηλαδή σε πόλεις που υποφέρουν από την πολιτική διαίρεση αυτοί επιλέγουν να υποστηρίξουν τους κατώτερους άνδρες. Κι ωστόσο το κάνουν εσκεμμένα αυτό» (3.10).

Τι συνέβη, όμως, συγκεκριμένα στην Χίο; Σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Κίμων 12. 3-4), η πρώτη αναφορά της Χίου στις πηγές ως ενεργού μέλους της Αθηναϊκής-Δηλιακής Συμμαχίας γίνεται όταν οι δυνάμεις της Συμμαχίας, με επικεφαλής τον Αθηναίο στρατηγό Κίμωνα, έρχονται σε διαβουλεύσεις με τους κατοίκους της Φασήλιδος, στην περιοχή της Λυκίας. Στις δυνάμεις αυτές συμπεριλαμβανόταν και η Χίος, η οποία μεσολάβησε στις διαπραγματεύσεις καί έπεισε την συγκεκριμένη πόλη να ενταχθεί στην Αθηναϊκή Συμμαχία, καταβάλλοντας το ποσό των δέκα ταλάντων. Η Χίος δεν εμφανίζεται ξανά στις πηγές μας μέχρι το 440 π.Χ., έτος κατά το οποίο η Σάμος αποστάτησε από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Με την έναρξη του Πελοποννησιακού Πολέμου, η Χίος ήταν, όπως αναφέρθηκε, η μία από τις τρεις πόλεις της Συμμαχίας που ήταν αυτόνομη και διατήρησε το πολίτευμά της. Κατά το έβδομο έτος του πολέμου, το 425/4 π.Χ., οι Χίοι υποχρεώθηκαν να γκρεμίσουν το πρόσφατα ανεγερθέν τείχος της πόλης τους, κατόπιν υποδείξεως (κελευσάντων) των Αθηναίων. Επρόκειτο για μία προληπτική ενέργεια από την πλευρά των τελευταίων, οι οποίοι φοβόντουσαν τυχόν αποστασία των Χίων, και η οποία δεν συνοδεύτηκε από την άσκηση ωμής βίας.[xix] Η Αθήνα ακολουθούσε μία πραγματιστική πολιτική, η οποία της επέφερε την ενεργή συνεργασία του έτερου πιο ικανού κέντρου ισχύος στο Αιγαίο.[xx] Το ρήμα που χρησιμοποιεί ο Θουκυδίδης (νεωτεριεῖν) σημαίνει «την δυσάρεστη για τους Αθηναίους μεταβολή των συμμαχικών τους σχέσεων με τους Χίους ύστερα από ενδεχόμενη εξέγερση των τελευταίων». Στην έρευνα έχει επισημανθεί η ενδιαφέρουσα χρήση ενός παρεμφερούς όρου στην αντίδραση των Χίων: φοβούνται τα αντίποινα των Αθηναίων σε τυχόν αποστασία τους και «ζητούν από αυτούς την διαβεβαίωση μηδὲν περὶ σφᾶς νεώτερον βουλεύσειν».[xxi]

Στον κατάλογο των συμμάχων των Αθηναίων που παραθέτει ο Θουκυδίδης μετά την ήττα των τελευταίων στον

Νήσος Χίος (δορυφορική λήψη).

μεγάλο λιμένα των Συρακουσών το 413, οι Χίοι μετέχουν με τον στόλο τους και αναφέρονται ως οὐχ
ὑποτελεῖς ὄντες φόρου,[xxii] καθεστώς το οποίο έχει συσχετισθεί με την αὐτονομία τους (εδώ τίθεται και το ζήτημα κατά πόσον επρόκειτο για μία κατ’ όνομα και όχι για μία πραγματική αὐτονομία,[xxiii] εάν δεχθούμε φυσικά πως οι άλλες πόλεις απολάμβαναν ενός τέτοιου καθεστώτος, βάσει του καταστατικού χάρτη της Συμμαχίας). Φαίνεται ότι Χίος κατείχε, επομένως, μία ειδική θέση, η οποία αναγνωριζόταν σε αθηναϊκά ψηφίσματα (ακόμα και σε προσευχές).[xxiv] Την επόμενη χρονιά, ωστόσο, η Χίος στασίασε.

Σε μία παρέκβασή του κατά τη διήγηση των γεγονότων του 412, ο Θουκυδίδης εκδηλώνει τον θαυμασμό του για τους κατοίκους του νησιού, καθώς είναι οι δεύτεροι στον ελληνικό κόσμο -μετά τους Σπαρτιάτες- που συνδύαζαν την εδαιμονίαν με την σωφροσύνην.[xxv] Πέρα από το γεγονός ότι στο εδάφιο αυτό απαντάται ένα από τα σπάνια θετικά σχόλια του ιστορικού για τους Σπαρτιάτες,[xxvi] η συγκεκριμένη φράση δεν αποτελεί ένδειξη για την προτίμησή του στο ολιγαρχικό πολίτευμα.[xxvii] Είναι απόρροια του θαυμασμού του Θουκυδίδη για το γεγονός ότι οι Χίοι απέφυγαν την περιπέτεια των στάσεων. Ο ιστορικός, μολονότι αναφέρεται στο έργο του στους δυνατους των πόλεων (π.χ. 1.24.5), υπονοώντας έτσι τους πλουσίους, δεν χρησιμοποιεί τον όρο στην περίπτωση της Χίου, όπου προτιμά την αντιδιαστολή ὀλίγοι πολλοί.[xxviii] Δεν πρόκειται περί τυχαίας επιλογής. Απηχεί ενδεχομένως το καθεστώς ευημερίας στο οποίο είχε περιέλθει η Χίος (και το οποίο φαίνεται να εκτιμά ο Θουκυδίδης με την αναφορά του στην εδαιμονίαν των ντόπιων). Αυτό το καθεστώς δεν θα μπορούσε να έχει επιτευχθεί σε συνθήκες κοινωνικής έντασης και πόλωσης, κάτι που απηχεί το δίπολο δυνατοίἀδύνατοι.[xxix]

Εύλογη είναι η απορία αναφορικά με τους λόγους που οδήγησαν τους φαινομενικά ευνοημένους κατοίκους της Χίου σε μία αποστασία από την Αθηναϊκή Συμμαχία. Δυστυχώς, δεν έχουμε πηγές για το τι συνέβαινε στα ενδότερα του νησιού κατά τα έτη 424-412 π.Χ. Ωστόσο, τον χειμώνα του 413 π.Χ. οι ανήκοντες στην ολιγαρχική παράταξη Χίοι έστειλαν πρέσβεις στους Σπαρτιάτες και στην Πελοποννησιακή Συμμαχία ζητώντας βοήθεια.[xxx] Θα πρέπει να υποθέσουμε είτε πως οι ολιγαρχικοί της Χίου στην συγκεκριμένη χρονική συγκυρία δεν κατείχαν την εξουσία και για τον λόγο αυτό κινούνται συνωμοτικά εναντίον των δημοκρατικών, είτε πως το πολίτευμά στο νησί θα πρέπει να ήταν, όπως είπαμε, μία μετριοπαθής ολιγαρχία,[xxxi] η οποία με την επανάσταση θα γινόταν πιο σκληρή.[xxxii] Θεωρούμε ότι η δεύτερη υπόθεση είναι πιο πιθανή: επρόκειτο, δηλ., για μία προσπάθεια αλλαγής εκ μέρους ορισμένων από τους ολιγαρχικούς, προφανώς τους πλέον σκληροπυρηνικούς,[xxxiii] εάν βασιστούμε στην αναφορά στους ὀλίγους.[xxxiv] Το ολιγάριθμον των στασιαστών θα τους ανάγκασε σε μία αναζήτηση εξωτερικής υποστήριξης από την Σπάρτη, η οποία δεν έμενε αδιάφορη στις εσωτερικές συγκρούσεις των πόλεων.[xxxv] Η φράση του Θουκυδίδη πάντες γὰρ κρύφα αὐτῶν ἐπρεσβεύοντο (8.7.1) υπονοεί την εσωτερική πολιτική διάσπαση των Χίων, κάτι που διαφαίνεται αργότερα (8.9.3), γι’ αυτό και οι εν λόγω εκπρόσωποι της ολιγαρχικής παράταξης προσεγγίζουν τους Σπαρτιάτες μυστικά, χωρίς δηλ. να το γνωρίζει το σύνολο του σώματος των πολιτών:[xxxvi] ενδεχομένως, με την εν λόγω ενέργεια να συνδέεται και μία επιγραφή από την Λακωνία, στην οποία αναγράφονται όλοι όσοι είχαν συμβάλει οικονομικά στο πολεμικό ταμείο της Σπάρτης, μεταξύ των οποίων και οι Χίοι φίλοι της, επιγραφή που θεωρούμε ότι πρέπει να ενταχθεί στην περίοδο που εξετάζουμε.[xxxvii]

Η Σφίγγα υπήρξε σύμβολο της Xίου από την αρχαία εποχή.  Oι παλαιότερες παραστάσεις που βρέθηκαν ανάγονται στον 8ο π.X. αι.  H Σφίγγα σηματοδοτεί και τη νεότερη Xίο, η οποία αποτελεί παράδειγμα πόλης που τίμησε όσο καμία άλλη το σύμβολό της.

Τα υπόλοιπα γεγονότα σχετικά με την τύχη της αποστασίας είναι γνωστά και δεν θα μας απασχολήσουν εδώ, λόγω χρόνου. Ο Διόδωρος μας πληροφορεί σχετικά με το τι ακολούθησε την εξέγερση της Χίου κατά τα έτη 412-408 π.Χ. Ορισμένοι εξόριστοι Χίοι εκείνης της περιόδου έδωσαν χρήματα στον Σπαρτιάτη ναύαρχο Κρατισιππίδα, προκειμένου αυτός να τους γυρίσει πίσω στο νησί τους και την πόλη τους. Μετά την επιστροφή τους στην Χίο, εξόρισαν αμέσως τους πολιτικούς τους αντιπάλους, 600 στον αριθμό,  ενέργεια ενδεικτική των πολιτικών παθών στο νησί. Οι εξόριστοι κατέφυγαν στον Αταρνέα, απέναντι από τη Χίο, απ΄όπου πραγματοποιούσαν επιδρομές στο νησί (13.65.3-4). Έχει υποστηριχθεί η άποψη ότι και οι δύο πολιτικές αυτές ομάδες ήταν ολιγαρχικές.[xxxviii] Από την άλλη, η αντίδραση των Αθηναίων με την αποστολή ναυτικής δύναμης και στρατού και τη δήωση του εσωτερικού του νησιού ήταν αναμενόμενη, ειδικά δεδομένης της αρνητικής για αυτούς συγκυρία. Η Χίος θα συμπαρέσυρε –και εν μέρει το πέτυχε- και άλλους σε μία αποστασία από τη Συμμαχία. Η τιμωρία της αποστασίας, όσο συχνά και να συνέβαινε, απαιτούσε –[οπως επισημάνθηκε ήδη- προσεκτικές κινήσεις και όχι βιαστικές ενέργειες από την πλευρά των Αθηναίων.[xxxix]

Για να ανακεφαλαιώσουμε: πέρα από τη σύνδεσή της με τον πλούτο, η βία συνδέεται στενά και με την ισχύ/εξουσία, καθώς αποτελεί το μέσο επιβολής αλλά και διαφοροποίησης ανάμεσα σε άρχοντες και αρχόμενους. Σαφέστατα, δεν συνιστούν όλες οι μορφές βίας εξουσία ούτε η τελευταία ταυτίζεται με την άσκηση βίας. Αλλά, εάν ισχύει η άποψη του Hobbes βάσει της οποίας η βία θεωρείται ουσιώδης παράγοντας της άσκησης εξουσίας και της συγκρότησης του κράτους, οι αρχαίοι Έλληνες διέθεταν μία μακρά και πολύπλοκη παράδοση αντανακλάσεων, στις οποίες εμφανιζόταν ο δεσμός μεταξύ βίας και ισχύος. Πολλοί ερευνητές θεωρούν τον διάλογο Αθηναίων – Μηλίων στον Θουκυδίδη το κατεξοχήν παράδειγμα αυτού του δεσμού, όπως και τον Προμηθέα Δεσμώτη του Αισχύλου.

Θα πρέπει, ωστόσο, να λάβουμε υπόψη ορισμένες ιδιαιτερότητες του ελληνικού κόσμου, προκειμένου να κατανοήσουμε καλύτερα τα χαρακτηριστικά των ελληνικών περιπτώσεων εμφάνισης της βίας. Σε αντίθεση με αρκετές άλλες κοινωνίες στην παγκόσμια ιστορία, οι Έλληνες κατοικούσαν σε ένα ενδοκοινοτικό και διακοινοτικό περιβάλλον, στο οποίο απουσίαζε ένα συγκεκριμένο κέντρο ισχύος. Αυτή η απουσία ενός συγκεκριμένου κέντρου έκανε τα πολιτικά δρώμενα στις ελληνικές πόλεις-κράτη πολύ πιο βίαια απ’ ό,τι σε άλλες περιοχές και κοινωνίες. Οι συγκρούσεις και οι διαφωνίες μπορούσαν να οδηγήσουν στην άσκηση βίας πολύ πιο εύκολα απ’ ό,τι σε κοινωνίες όπου οι ηγεμόνες είχαν πολύ πιο μακρόχρονη και θεσμοθετημένη πρόσβαση σε μέσα εφαρμογής της βίας. Ο αναρχικός χαρακτήρας των πολιτικών σχέσεων μεταξύ των ελληνικών πόλεων επέτεινε αυτό το χαρακτηριστικό.[xl] Απουσίᾳ ενός αδιαφιλονίκητου κέντρου ή μιας ρυθμιστικής δυνάμεως, οι διεθνείς σχέσεις στον ελληνικό κόσμο χαρακτηρίζονταν από μία εύκολα αποσταθεροποιήσιμη ισορροπία δυνάμεων, και οι εκρήξεις βίας μπορούσαν να αποτελούν ένα συχνό φαινόμενο. Η περιγραφή του Θουκυδίδη για τον εμφύλιο πόλεμο στην Κόρκυρα είναι ένα διαφωτιστικό παράδειγμα της σύνδεσης μεταξύ μίας ενδοκοινοτικής διαμάχης και της διακοινοτικής αναρχίας.[xli]

Η περίπτωση της Χίου, μολονότι λιγότερο τεκμηριωμένη, θεωρούμε ότι αποτελεί ένα αντίστοιχο παράδειγμα. Πόσο βίαιη ήταν όμως στο ίδιο το νησί αυτή η απόπειρα αποστασίας; Σε ό,τι αφορά τους κατοίκους του, προφανώς όχι τόσο όσο θα περίμενε κάποιος. Υπάρχουν ενδείξεις που μας κάνουν να κλίνουμε προς την κατεύθυνση αυτή: αφενός, η χρήση του όρου ὀλίγοι και η σημασιοδοσία του με αριθμητικό ή πολιτικό περιεχόμενο μας απομακρύνει από μία βίαιη κοινωνική αντιπαράθεση πλούσιων – φτωχών και είναι εναρμονισμένη με τις αντιλήψεις περί δημοκρατίας.[xlii] Ο ίδιος ο Θουκυδίδης αναφέρει ότι οι Χίοι ήταν οι πλουσιώτεροι Ελλήνων (8.45.4). Αφετέρου, οι αντιδράσεις του δήμου (14.2: καὶ οἱ μὲν πολλοί) των Χίων είναι εξαιρετικά μετριοπαθείς.[xliii] Τρίτον, για τον ιστορικό ένα επιπλέον δείγμα της σωφροσύνης τους είναι το ότι προχωρούν στην παρούσα φάση σε αποστασία από την Αθήνα, καθώς θεωρούν ότι υπό τις τρέχουσες συνθήκες η συγκεκριμένη απόφαση είναι πολιτικά ορθή.[xliv]

Φαίνεται πως στο μυαλό των ακραίων ολιγαρχικών της Χίου που ήθελαν να αναλάβουν τα πολιτικά πράγματα προείχε το καλό του νησιού παρά εκείνο της Συμμαχίας. Δεν δίστασαν, επομένως, να συνεργαστούν με το αντίπαλον δέος των Αθηνών, μία συνεργασία η οποία πρέπει να συνδέεται με τις εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στους ὀλίγους και στον δῆμον στη Χίο. Ήταν οι ίδιοι οι Χίοι (ή τουλάχιστον, ένα τμήμα τους) που αποφάσισαν για την αποστασία και την πολιτειακή μεταβολή σε ακραία ολιγαρχία. Η προσπάθεια αυτή και η στάσις που ακολούθησε υποδηλώνουν εσωτερικές αντιπαραθέσεις μεταξύ ηγετικών ομάδων και όχι άσκηση βίας από κάποια μεγάλη δύναμη.

Ο Ιωάννης K. Ξυδόπουλος είναι Επίκουρος Καθηγητής Αρχαίας Ελληνικής Ιστορίας στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίαςτου Α.Π.Θ

Βιβλιογραφία

Anastasiadis, B. I. (1992) : Charaktirismoi koinonikon stromaton kai i ennoia τάξις stin archaia Hellada, Thessaloniki.

Bleicken, J. (19998) : Die athenische Demokratie, Paderborn – München.

Brock, R. (2009) : “Did the Athenian Empire Promote Democracy?”, in : Ma, Papazarkadas, Parker 2009, 149-166.

Constantakopoulou, C. (2010) : The Dance of the Islands. Insularity, Networks, the Athenian Empire, and the Aegean World, Oxford.

Davies, J. K. (19932) [2014]: Democracy and Classical Greece, Glasgow.

de Romilly, J. [1947] (1963) : Thucydides and Athenian Imperialism, transl. of the French original of 1947. Oxford.

de Ste. Croix, G. E. M. (1954-1955) : “The Character of the Athenian Empire”, Historia, 3, 1-41.

Eckstein, A. M. (2007) : Mediterranean Anarchy, Interstate War and the Rise of Rome, Berkeley, Los Angeles and London.

Hansen, M. H. (1995) : ‘The “Autonomous City-State”. Ancient Fact or Modern Fiction?’, in : Hansen Raaflaub 1995, 21-43.

Hornblower, S. (2008) : A Commentary on Thucydides, Volume III: Books 5.25-8.109, Oxford.

Kagan, D. (1987) : The Fall of the Athenian Empire, Ithaca, London.

Kastoriadis, K. (2011) : I helliniki idiairetotita. Tomos III: Thoukididis, i ischis kai to dikaio. Seminaria 1984-1985, Athens.

Leppin, H. (1999) : Thucydides und die Verfassung der Polis, KLIO Beihefte, NF, 1, Berlin.

Manolopoulos, L. (1991) : Στάσις–Επανάστασις–Νεωτερισμός–Κίνησις. Simvoli stin ereuna tis politikis orologias ton archaion Hellinon, Thessaloniki.

Meiggs, R. (1972) : The Athenian Empire, Oxford.

O’Neil, J. (1978/9) : “The constitution of Chios in the fifth century B.C.”, Talanta, 10/11, 66-73.

Ober, J. (1989) : Mass and Elite in Democratic Athens: Rhetoric, Ideology, and the Power of the People, Princeton, NJ.

Price, J. J. (2004) : Thucydides and Internal War, Cambridge.

Quinn, T. J. (1981) : Athens and Samos, Lesbos, and Chios, 478-404 B.C., Manchester.

Raaflaub, K. (2006) : “Thucydides on Democracy and Oligarchy”, in : Rengakos, Tsakmakis 2006, 189-222.

Robinson, E. W. (2011) : Democracy beyond Athens. Popular Government in the Greek Classical Age, Cambridge.

Rood, T. (1998) : Thucydides. Narrative and Explanation, Oxford.

Schuller, W. (1995) : “Zur Entstehung der Griechischen Demokratie ausserhalb Athens”, in : Kinzl 1995, 302-323.

Whibley, L. (1896) : Greek Oligarchies. Their character and Organisation, Cambridge.

Υποσημειώσεις

[i]               Ober 1989, 17-35, 332-9.

[ii]              Για δημοκρατικά πολιτεύματα εκτός Αθηνών, βλ. Robinson 2011.

[iii]             Για παράδειγμα, βλ. Whibley 1955, 54-55· de Romilly 1963 (2000), 132· Schuller 1995, 312 κεξ· Bleicken 19998, 487. Αναφορές σε θιασώτες αυτής της άποψης στον Brock 2009, 162 σημ. 1, 2· Constantakopoulou 2010, 61-81.

[iv]             Μανωλόπουλος 1991, 151. Βλ. και de Romilly 1947 [1963], 132.

[v]              Όπως υποστηρίζει η Constantakopoulou 2010, 61 κεξ. και ιδίως 80-81.

[vi]             [Ξενοφών], Ἀθηναίων Πολιτεία, 1.14,16· 3.10-11.

[vii]            Ισοκράτης, Πανηγυρικὸς 104-106· Παναθηναϊκὸς 54 και 68.

[viii]           Λυσίας, 2.55-56.

[ix]             Αριστοτ. Πολιτικὰ 1307b 22-24. Βλ. και Αριστοτ., Ἀθηναίων Πολιτεία 24.1-2· Brock 2009, 150.

[x]              Αριστοτ. Ἀθηναίων Πολιτεία 24.2.

[xi]             ATL III, D 11 (450/49 π.Χ.).

[xii]            de Romilly 1947 [1963], 132.

[xiii]           De Ste. Croix 1954, 1-41.

[xiv]          Βλ. τα σχόλια των εκδοτών των ATL III, 154· Davies 2014, 87.

[xv]           Broke 2009, 151.

[xvi]          Καστοριάδης 2011, 342.

[xvii]         Καστοριάδης 2011, 344.

[xviii]        3.82.1· Raaflaub 2006, 197.

[xix]          4.51.1.

[xx]           ATL III, 154· Davies 2014, 85.

[xxi]          Μανωλόπουλος 1991, 151.

[xxii]         7.57.4.

[xxiii]        Όπως υποστηρίζει ο Hansen 1995, 33-33.

[xxiv]        Βλ. σχετ. στον Σχολιαστή του Αριστοφάνη (Vögel) 880.

[xxv]         8.24.4.

[xxvi]        Rood 1998, 195 n. 58· Hornblower 2008, 819.

[xxvii]       Hornblower 2008, 819. Για την αντίθετη άποψη, βλ. Kagan 1987, 60.

[xxviii]      Βλ. π.χ. 8.9.3·14.2. Leppin 1999, 176.

[xxix]        Βλ. Αναστασιάδης 1992, 46 και σημ. 86.

[xxx]         8.5.4· Kagan 1987, 28 κεξ.· Quinn 1981, 43.

[xxxi]        Whibley 1955, 54-55· Quinn 1969, 24· Kagan 1987, 43· Schuller 1995, 309· Hornblower 2008, 784-785.

[xxxii]       Hornblower 2008, 819-820. Για μία εμπεριστατωμένη συζήτηση του σχετικού χωρίου, βλ. Leppin 1999, 172 κεξ.

[xxxiii]      O’Neil 1978/9, 66· Hornblower 2008, 784-785]

[xxxiv]      8.9.2· Hornblower 2008, 784-785.

[xxxv]       Καστοριάδης 2011, 350.

[xxxvi]      Hornblower 2008, 763, 778-779..

[xxxvii]     IG V.I.1.

[xxxviii]    Quinn 1981, 47.

[xxxix]      Βλ. την περίπτωση της Μυτιλήνης, το 428/7 (3.1-18, 36-50), και τα σχόλια του Raaflaub 2006, 200-201.

[xl]             Eckstein 2007, 37-78.

[xli]            Price 2004.

[xlii]           Αναστασιάδης 1992, 56-59.

[xliii]          Ο Kagan 1987, 45 θεωρεί ότι οι πολλοί είναι η πλειοψηφία της χιακής βουλής.

[xliv]         8.24.5: Βλ. και Meiggs 1972, 358.