Πενήντα χρόνια από τότε
MEXICO ’68. Η Ολυμπιάδα της αμφισβήτησης και των άκρων
Tον Οκτώβριο του 1963, η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, η οποία συνήλθε στο Baden-Baden της Δυτικής Γερμανίας, επέλεξε με άνετη πλειοψηφία την Πόλη του Μεξικού ως τόπο τέλεσης των αγώνων της 19ης Ολυμπιάδας, προγραμματισμένων για το έτος 1968. Η σειρά κατάταξης των υποψηφίων πόλεων πέραν της νικήτριας ήταν: Ντητρόϊτ, Λυών και Μπουένος Άϊρες. Για πρώτη φορά στην ιστορία τους, οι αγώνες θα πραγματοποιούνταν σε χώρα της Λατινικής Αμερικής. Για τρίτη φορά (είχαν προηγηθεί οι περιπτώσεις της Μελβούρνης το 1956 και του Τόκιο το 1964), επελέγη ως ημερομηνία διεξαγωγής το τελευταίο τρίμηνο του έτους και συγκεκριμένα ο μήνας Οκτώβριος. Ο λόγος ήταν η κλιματολογική ιδιαιτερότητα των παραπάνω πόλεων σε σύγκριση με τις συνθήκες, που επικρατούσαν στην Ευρώπη και στη Βόρειο Αμερική.
Η επιλογή της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως. Η Πόλη του Μεξικού επρόκειτο να λειτουργήσει ως πειραματικό εργαστήριο για το μέλλον, καθώς για πρώτη φορά οι αγώνες διεξάγονταν σε τόσο μεγάλο υψόμετρο (2.240 μέτρα από την επιφάνεια της θάλασσας). Επιπρόσθετα, αποφασίστηκε η χρήση χυτού συνθετικού τάπητα (το επονομαζόμενο ταρτάν στίβου) για τα αγωνίσματα ταχύτητας, αντοχής, σκυταλοδρομίας και αλμάτων. Επρόκειτο για ένα μίγμα ελαστικών σε μορφή κόκκων, το οποίο καθιστούσε αντιολισθηρή την επιφάνεια του τάπητα. Ουδείς ήταν σε θέση να εκτιμήσει τις συνέπειες των δυο παραπάνων παραμέτρων στις επιδόσεις των αθλητών. Ο συνθετικός τάπητας χρησιμοποιήθηκε για δεύτερη συνεχή φορά τον Σεπτέμβριο του 1969, στο στάδιο Καραϊσκάκη, στο πλαίσιο της διεξαγωγής του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος Αθλητισμού.

Ο μεγαλύτερος, ωστόσο, ανασταλτικός παράγοντας ήταν η πολιτική κατάσταση στο εσωτερικό μιας χώρας, η οποία δεν φημιζόταν για την υποδειγματική λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών. Ειδικότερα η πενταετία, που μεσολάβησε ανάμεσα στην ανάθεση της οργάνωσης και την τέλεση των αγώνων λειτούργησε ως εστία έντασης και συγκρουσιακών καταστάσεων. Η κυβέρνηση του προέδρου Gustavo Diaz Ortaz είχε επενδύσει το μεγάλο, για την εποχή εκείνη, ποσό των 150 εκατομ. αμερικανικών δολαρίων (με γνώμονα τα σημερινά δεδομένα, το ποσό αυτό ισοδυναμεί με 11 δισεκατομμύρια δολάρια) για τα κατασκευαστικά έργα και για την εν γένει προετοιμασία των αγώνων. Επιλέγοντας προληπτικά τη μέθοδο της καταστολής, οι αρχές επιχείρησαν να θέσουν υπό έλεγχο το συνδικαλιστικό και το φοιτητικό κίνημα. Η κατάσταση αποδείχθηκε λιγότερο διαχειρίσιμη στη δεύτερη περίπτωση. Μεταξύ των φοιτητών ήταν διάχυτη η δυσφορία και η κατακραυγή ενάντια στις αυθαιρεσίες της εξουσίας. Στους κόλπους της αστυνομίας είχε ιδρυθεί ένα ειδικό σώμα (granaderos), άρτια εκπαιδευμένο, με αρμοδιότητα την αντιμετώπιση τυχόν ταραχών. Το καλοκαίρι του 1968, καθώς πλησίαζε η έναρξη των αγώνων, και με νωπές τις μνήμες από τον γαλλικό Μάη, καταγράφηκαν συγκρούσεις ανάμεσα σε φοιτητές και την αστυνομία στο κέντρο της πρωτεύουσας. Συγκεκριμένα, την 1η Αυγούστου, μια μεγάλη πορεία 50.000 φοιτητών ενάντια στις κυβερνητικές μεθόδους καταστολής και στην παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου, έληξε ομαλά. Οι διαδηλώσεις, οργανωμένες απότο ονομαζόμενο Εθνικό Συμβούλιο Απεργιών (Consejo

Nacional de Huelga ή CNH), έναν αυτοσχέδιο φορέα, συνεχίστηκαν κλιμακούμενες, καθώς το CNH, έκανε συνεχώς εκκλήσεις για μαζική συμμετοχή σε αυτές φοιτητών, εργατών, αγροτών και σύσσωμου του μεξικανικού λαού. Με τους αγώνες επί θύραις, η κυβέρνηση Ortaz θέλησε να θέσει τέλος στην έκρυθμη αυτή κατάσταση, διατάσσοντας τον στρατό να εισβάλλει στις εγκαταστάσεις του Εθνικού Αυτόνομου Πανεπιστημίου του Μεξικού (UNAM), κοιτίδα της αμφισβήτησης. Η κατάληψη έλαβε χώρα δίχως επεισόδια. Ωστόσο, οι φοιτητές περιχαρακώθηκαν σε άλλες σχολές, σε μια προσπάθεια αποτροπής ανάλογων καταστάσεων. Επί δώδεκα ολόκληρες ώρες, μεταξύ 23 και 24 Σεπτεμβρίου, διεξήχθησαν πραγματικές μάχες ανάμεσα σε οπλισμένους φοιτητές και επίλεκτες μονάδες του στρατού στους χώρους της Πολυτεχνικής Σχολής (IPN). O απολογισμός ήταν βαρύς: 15 νεκροί (3 σύμφωνα με τις επίσημες κυβερνητικές ανακοινώσεις) και 45 τραυματίες, όλοι φοιτητές. Όμως, τα χειρότερα έπονταν.
Η σφαγή στο Τλατελόλκο
Στις 2 Οκτωβρίου το απόγευμα έλαβε χώρα μια συγκέντρωση 10.000 περίπου ατόμων στην Plaza de las Tres Culturas , στη συνοικία Τλατελόλκο της πόλης του Μεξικού. Το CNH είχε επιλέξει ως κεντρικό σύνθημα της συγκέντρωσης την αντίθεση στην τέλεση των Ολυμπιακών Αγώνων (“Δεν θέλουμε τους αγώνες. Θέλουμε επανάσταση!” – “¡No queremos olimpiadas, queremos revolución! “). Ενώ τα πράγματα έδειχναν να εξελίσσονται ομαλά, περί τις 18.00 μ.μ. άρχισαν να υπερίπτανται του χώρου της συγκέντρωσης ελικόπτερα της αστυνομίας. Την ίδια στιγμή, η περιοχή αποκλείστηκε από μονάδες του στρατού και από τεθωρακισμένα, που εισήλθαν στην πλατεία. Οι πρώτοι πυροβολισμοί αιφνιδίασαν το ανυποψίαστο πλήθος. Προέρχονταν από ελεύθερους σκοπευτές, οι οποίοι είχαν

ακροβολιστεί στα παρακείμενα κτήρια, ειδικότερα δε σε εκείνο του υπουργείου Εξωτερικών. Άλλες πληροφορίες υποστηρίζουν πως το σύνθημα δόθηκε από τα ελικόπτερα με ρίψη φωτοβολίδων, καθώς το σκοτάδι είχε αρχίσει να πέφτει. Η αρχική έκπληξη μετεξελίχθηκε σε πανικό, όταν ο στρατός έβαλε αδιάκριτα, σε έναν χώρο, ιδανικό για ενέδρα (η πλατεία περιβαλλεται από ψηλές κατασκευές). Η σφαγή διήρκησε ολόκληρη τη νύκτα, με συνεχείς εφόδους στα γειτονικά κτήρια. Ο ακριβής αριθμός των θυμάτων εξακολουθεί να παραμένει έως σήμερα άγνωστος. Οι εφημερίδες της επομένης μέρας έκαναν λόγο για 20 έως 28 νεκρούς. Το 1998, με αφορμή τη συμπλήρωση 30 ετών, οι μεξικανικές αρχές δημοσιοποίησαν τα επίσημα κρατικά έγγραφα, από τα οποία αποδείχθηκε πως την πλήρη ευθύνη έφερε ο στρατός, και πως ο αριθμός των νεκρών κυμαινόταν μεταξύ 300 και 400 ατόμων. Σε αυτούς πρέπει να προστεθούν και άλλοι 1.300 περίπου, που συνελήφθησαν και υπέστησαν βάναυση μεταχείρηση στα κρατητήρια. Ως ηθικός αυτουργός κατηγορήθηκε ο τότε υπουργός Εσωτερικών και μετέπειτα πρόεδρος της χώρας (1970-1976) Luis Echeverría. Το 2009 η Δικαιοσύνη τον απάλλαξε από την κατηγορία. Παρά τον αποτροπιασμό της διεθνούς κοινότητας, η ΔΟΕ αποφάσισε την τέλεση των αγώνων όπως ακριβώς αυτοί είχαν προγραμματιστεί.
Masacre en Tlatelolco, 2 De octubre 1968 (αγγλικοί υπότιτλοι)




Οι αγώνες με τις εξωπραγματικές επιδόσεις
Το μεγάλο υψόμετρο και ο αραιός σε πυκνότητα αέρας ευνόησαν ορισμένα αθλήματα (δρόμοι μικρών και μεσαίων αποστάσεων, άλματα) λειτούργησαν, ωστόσο, ανασταλτικά σε ορισμένα άλλα (δρόμοι ημιαντοχής και αντοχής, με εξαίρεση τους αθλητές προερχόμενους από χώρες με υψόμετρο, όπως η Αιθιοπία και η Κένυα). Στον κλασσικό αθλητισμό ανδρών και γυναικών καταρρίφθηκαν συνολικά 14 παγκόσμια και 12 ολυμπιακά ρεκόρ. Τα αθλήματα κλειστού χώρου ουδόλως επηρρεάστηκαν από τις κλιματολογικές συνθήκες. Οι αγώνες της 19ης Ολυμπιάδας έχουν να επιδείξουν και ορισμένες καινοτομίες. Για πρώτη φορά η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας και η Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας εκπροσωπήθηκαν με ξεχωριστές αποστολές. Για πρώτη φορά επίσης, οι αγώνες μεταδόθηκαν τηλεοπτικά έγχρωμα. Στο Μεξικό εισήχθη το μέτρο του ελέγχου ντόπινγκ. Τέλος, για πρώτη φορά στην ιστορία των αγώνων, η πολιτική διάσταση, με τη μορφή της αμφισβήτησης, έκανε την εμφάνισή της εντός του χώρου τέλεσης των αθλημάτων.








Mexico City 1968 Olympic Games
Μισό αιώνα έπειτα από την τέλεσή τους, τι έχει, άραγε, απομείνει ως κατάλοιπο των αγώνων της 19ης Ολυμπιάδας; Σε αμιγώς αθλητικό επίπεδο, το διακριτικό γνώρισμα είναι αναμφίβολα ο αριθμός και η ποιότητα των επιδόσεων, ορισμένες εκ των οποίων (Beamon, Hines) έχουν αφήσει το στίγμα τους στην Ιστορία. Όμως, οι αγώνες του Μεξικού είναι εκείνοι, που άνοιξαν διάπλατα το δρόμο για την πολιτικοποίηση του θεσμού (είχε προηγηθεί, βέβαια, η Ολυμπιάδα του Βερολίνου το 1936, ιδανική συγκυρία, που η ναζιστική προπαγάνδα αξιοποίησε στο έπακρο). Σε αυτό συνέβαλε και η απευθείας τηλεοπτική μετάδοση, η οποία, έκτοτε, χάρη της εκ των πραγμάτων προσφερόμενης μεγάλης ακροαματικότητας σε παγκόσμια κλίμακα, μετέτρεψε τους Ολυμπιακούς Αγώνες σε εφαλτήριο προβολής και δημοσιοποίησης των ανά τον κόσμο προβλημάτων και αντιπαραθέσεων. Παρά το γεγονός ότι τα αναρίθμητα θύματα της σφαγής του Τλατελόλκο κατέστησαν τους αγώνες του 1968 τους πλέον αιματηρούς της Ιστορίας, εντός των αθλητικών εγκαταστάσεων, το προαναφερόμενο γνώρισμα θα έλεγε κανείς πως εκδηλώθηκε με την αμηχανία του πρωτόπειρου. Παίρνοντας τη σκυτάλη τέσσερα χρόνια αργότερα, το Μόναχο και η παλαιστινιακή οργάνωση “Μαύρος Σεπτέμβρης”, έμελλαν να προσδώσουν μια επιπρόσθετη διάσταση στην πολιτικοποίηση των Ολυμπιακών Αγώνων: εκείνη της τρομοκρατίας.

Κείμενο-επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος
Μορφοποίηση-επιμέλεια έκδοσης: Δημήτρης Μητσόπουλος