Skip to main content

Το πραξικόπημα της 19ης Αυγούστου 1991. Ο επιθανάτιος σπασμός της Σοβιετικής Αυτοκρατορίας

Το πραξικόπημα της 19ης Αυγούστου 1991.

Ο επιθανάτιος σπασμός της  Σοβιετικής Αυτοκρατορίας

 

Το πραξικόπημα του Αυγούστου 1991, υπήρξε μια ετεροχρονισμένη, σπασμωδική και αψυχολόγητη ενέργεια εκτροπής μιας δυναμικής, η οποία, στο δεύτερο ήμισυ της δεκαετίας του ΄80 είχε αναδείξει ανάγλυφα τις αντιφάσεις και τις εγγενείς αδυναμίες του κομμουνιστικού συστήματος διακυβέρνησης όχι μόνο στην ΕΣΣΔ, αλλά στο σύνολο των κρατών του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Δύο χρόνια νωρίτερα, το 1989, είχαν λάβει χώρα τρεις σημαδιακές εξελίξεις,  με ό,τι συνεπάγονταν σε επίπεδο συμβολισμού και όχι μόνο: η εξέγερση της πλατείας Tian’anmen του Πεκίνου (Απρίλιος-Ιούνιος),  η  αλυσίδα αμφισβητήσεων στην Πολωνία, Ουγγαρία και Ανατ. Γερμανία, η οποία, τον Νοέμβριο οδήγησε στην πτώση του τείχους  του Βερολίνου, τέλος, η ανατροπή, με δραματικό  και βίαιο τρόπο, του καθεστώτος Ceauşescu στη Ρουμανία (Δεκέμβριος).

Υπό την άγρυπνη παρακολούθηση της Δύσης, ο Κομμουνισμός είχε περιέλθει σε διαδικασία αποσύνθεσης. Ωστόσο, η απαρχή του όλου φαινομένου εντοπίζεται τέσσερα χρόνια νωρίτερα, το 1985, με την ανέλιξη του Mikhail Gorbachev στο ανώτατο αξίωμα της ΕΣΣΔ. Θεωρώντας ως ύστατη ελπίδα επιβίωσης του κομμουνιστικού συστήματος διακυβέρνησης την εισαγωγή ενός φιλόδοξου προγράμματος μεταρρυθμίσεων, με άξονα τις έννοιες της πολιτικο-οικονομικής ανασυγκρότησης (perestroika) και της ειλικρίνειας (glasnost), ο Gorbachev επιχείρησε, με εμφανή καθυστέρηση, να εμφυσήσει ζωή σε έναν υπερτροφικό και αναχρονιστικό οργανισμό, ο οποίος έπνεε τα λοίσθια. Το αποτέλεσμα υπήρξε ακριβώς το αντίθετο από το αναμενόμενο. Η πρωτοβουλία αυτή απελευθέρωσε ανεξέλεγκτες δυνάμεις, καταπιεσμένες από μια εβδομηντακονταετία συγκεντρωτικής διακυβέρνησης, προκαλώντας, ταυτόχρονα, και την αντίδραση της αρτηριοσκληρωτικής και αδύναμης να αντιληφθεί το μέγεθος του διακυβεύματος, νομενκλατούρας. Από την άλλη πλευρά, η επικοινωνιακή υποδοχή, της οποίας έτυχε, για λόγους ευνόητους, το πείραμα του Gorbachev από την πλευρά της Δύσης, συνέβαλε στην εκδήλωση μιας αίσθησης αμηχανίας στις τάξεις των παραδοσιακών κύκλων της ΕΣΣΔ, η οποία, με την πάροδο του χρόνου, άρχισε να μετουσιώνεται σε ανοικτή αντιπαλότητα. Το πραξικόπημα της 19ης Αυγούστου 1991 ενσαρκώνει και αντανακλά όλες τις παραπάνω παραμέτρους.

Το 1991, η ΕΣΣΔ ήταν αντιμέτωπη με μια σοβαρή οικονομική και πολιτική κρίση. Τη χιονοστιβάδα των θεαματικών εξελίξεων του 1989, διαδέχθηκε μια έξαρση του φαινομένου των (μη ρωσικής προέλευσης) εθνικισμών: μέσα στο 1990, οι τρεις Βαλτικές δημοκρατίες, η Αρμενία και η Γεωργία δήλωσαν την απόσχισή τους από τη Σοβιετική Ένωση. Στη Λετονία και στη Λιθουανία καταβλήθηκε προσπάθεια αποκατάστασης της Σοβιετικής κυριαρχίας δια της βίας. Με το δημοψήφισμα της 17ης Μαρτίου 1991, ωστόσο, οι υπόλοιπες δημοκρατίες επέλεξαν να παραμείνουν στους κόλπους μιας περισσότερο αποκεντρωμένης ΕΣΣΔ, υπό τη μορφή μιας Συνομοσπονδίας ανεξάρτητων κρατών με κοινό πρόεδρο και κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική. Το σχετικό Σύμφωνο επρόκειτο να υπογραφεί από τη Ρωσία, το Καζακστάν και το Ουζμπεκιστάν στις 20 Αυγούστου. Συνεπώς, η ημερολογιακή επιλογή των πραξικοπηματιών (άμεση παραμονή της τελετής της υπογραφής) μόνο ως τυχαία δεν δύναται να θεωρηθεί. Αν και υπήρχαν σοβαρές ενδείξεις, που συνηγορούσαν υπέρ μιας επικείμενης εκτροπής (ακόμα και ο ίδιος ο Gorbachev προσεγγίστηκε, δίχως επιτυχία, από τους επίδοξους κινηματίες, ίσως δε και γι’ αυτόν τον λόγο εγκατέλειψε τη Μόσχα, μεταβαίνοντας στη θερινή του κατοικία στην Κριμαία), τα ξημερώματα της 19ης Αυγούστου οι Μοσχοβίτες αιφνιδιάστηκαν από τη θέα των τεθωρακισμένων. Το πραξικόπημα οργανώθηκε πρόχειρα και αψυχολόγητα, η δε αποτυχημένη έκβασή του σηματοδοτήθηκε από τις πρώτες, κιόλας, ώρες, εξαιτίας της αδικαιολόγητης υποβάθμισης δύο θεμελιωδών παραμέτρων: 1) Της σθεναρής αντίδρασης της κοινής γνώμης, μη διατεθειμένης να βιώσει εκ νέου τη στυγνή διακυβέρνηση του παρελθόντος και 2) της αδυναμίας έγκαιρης θέσης υπό έλεγχο του ιδιοσυγκρασιακού Προέδρου της Ρωσικής Ομοσπονδίας, Boris Yeltsin, ο οποίος, κατά τη διήμερη διάρκεια του πραξικοπήματος, αναδείχθηκε σε σύμβολο αμφισβήτησης και δυναμικής αντίστασης, εμπνέοντας και παρασύροντας τα πλήθη. Γύρω από το θέατρο των εξελίξεων, το κτήριο του Ρωσικού Κοινοβουλίου (Λευκός Οίκος), υψώθηκαν προστατευτικά οδοφράγματα και κατέστη ταχύτατα σαφές πως μια επίθεση των τεθωρακισμένων θα κατέληγε σε λουτρό αίματος. Η διστακτικότητα, η ολιγωρία, αλλά και η έλλειψη ομοφωνίας, που επέδειξαν οι πραξικοπηματίες σε κρίσιμες στιγμές, οδήγησαν, τελικά, το όλο εγχείρημα σε πλήρη αποτυχία, 48 ώρες αργότερα. Η διεθνής κοινότητα κατήγγειλε από την πρώτη στιγμή το πραξικόπημα, απαιτώντας την άμεση αποκατάσταση της νομιμότητας. Στην Ελλάδα σημειώθηκε σύμπραξη σύσσωμου του πολιτικού κόσμου με εξαίρεση το ΚΚΕ, το οποίο, σπεύδοντας να χαρακτηρίσει το πραξικόπημα ως “θετική εξέλιξη”, εκτέθηκε ανεπανόρθωτα. Επιστρέφοντας στη Μόσχα το βράδυ της 21ης Αυγούστου, ο Mikhail Gorbachev, γνώριζε πολύ καλά πως οι δραματικές εξελίξεις του τελευταίου διημέρου είχαν συμπαρασύρει και τις δικές του προσπάθειες. Ισχυρός άνδρας των περιστάσεων, αλλά και αξιόπιστος συνομιλητής με τη Δύση είχε, πλέον, αναδειχθεί ο Boris Yeltsin. Τα όσα συνέβησαν κατά το επόμενο τετράμηνο επιβεβαιώνουν την περίφημη θεωρία του “ντόμινο”.

Μέσα σε ένα δίμηνο (27 Αυγούστου – 27 Οκτωβρίου), τα ανώτατα Σοβιέτ της Μολδαβίας, του Αζερμπαϊτζάν, του Κιργιστάν, του Τατζικιστάν και του Τουρκμενιστάν ανακοίνωσαν την απόσχισή τους από την ΕΣΣΔ και την ανεξαρτησία τους. Την 1η Δεκεμβρίου, στο πλαίσιο σχετικού δημοψηφίσματος, το 90% του πληθυσμού της Ουκρανίας τάχθηκε επίσης υπέρ της ανεξαρτησίας. Στις 8 του ιδίου μήνα, οι Πρόεδροι της Ρωσίας, της Ουκρανίας και της Λευκορωσίας συναντήθηκαν στο Μινσκ και προχώρησαν στη συγκρότηση της Κοινοπολιτείας Ανεξαρτήτων Κρατών, στην οποία προσχώρησαν αμέσως η Γεωργία, η Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν και οι Δημοκρατίες της Κεντρικής Ασίας. Στις 24 Δεκεμβρίου, η Ρωσική Ομοσπονδία δήλωσε πως επρόκειτο να υποκαταστήσει την ΕΣΣΔ στη Γενική Συνέλευση και στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ. Στον Πρόεδρο της (ανύπαρκτης πλέον) Σοβιετικής Ένωσης, δεν απέμενε παρά μια μόνο κίνηση. Ανήμερα  Χριστούγεννα  του 1991, ο  Mikhail Gorbachev υπέβαλε την παραίτησή του, εκτρέποντας, άθελά του, τον ρου της Ιστορίας με την ταφόπλακα, την οποία αναγκάστηκε εκ των πραγμάτων να θέσει επάνω σε 74 ετών κομμουνιστική διακυβέρνηση.

 

1985: Η ανέλιξη του  Mikhail Gorbachev στην ηγεσία του Politburo χαιρετίζεται από τον διεθνή Τύπο.

 

Mikhail Gorbachev και George Bush: Η αναθέρμανση των σχέσεων της ΕΣΣΔ με τις ΗΠΑ περί τα τέλη της δεκαετίας του ΄80.

 

19 Αυγούστου 1991: Μονάδες τεθωρακισμένων στους δρόμους της Μόσχας.

 

Η συνέντευξη Τύπου των πραξικοπηματιών. Στο μέσο διακρίνεται ο Guennadij Yanayev, Αντιπρόεδρος της ΕΣΣΔ. Περιστοιχίζεται από τους  Boris Pugo, Υπουργό Εσωτερικών (αριστερά) και Oleg Baklanov, Αναπληρωτή Υπουργό του Συμβουλίου Άμυνας. Ο Pugo αυτοκτόνησε στις 23 Αυγούστου. Οι υπόλοιποι δύο αμνηστεύθηκαν το 1994.

 

Η θερινή κατοικία του Gorbachev στο Foros της Κριμαίας, όπου ο Πρόεδρος της ΕΣΣΔ παρέμεινε αιχμάλωτος καθ’ όλη τη διάρκεια του πραξικοπήματος.

 

Το διάγγελμα του Gorbachev προς τον έξω κόσμο. Τελικά, η κασέτα δεν κατέστη δυνατό να φυγαδευθεί εκτός της θερινής κατοικίας, με αποτέλεσμα να προβληθεί έπειτα από το πέρας του πραξικοπήματος.

 

Τα τεθωρακισμένα αναπτύσσονται στην περιοχή της Ερυθράς Πλατείας (επάνω) υπό τις αποδοκιμασίες των κατοίκων της Μόσχας (κάτω).

  

Πολίτες εμποδίζουν τη διέλευση των τεθωρακισμένων και σέρνουν διά της βίας τα πληρώματα έξω από αυτά.

 

Ο Πρόεδρος της Ομοσπονδίας της Ρωσίας, Boris Yeltsin, καταγγέλει το πραξικόπημα σκαρφαλωμένος σε ένα τεθωρακισμένο στον περίβολο του κτηρίου της Ρωσικού Κοινοβουλίου (Λευκός Οίκος).

 

Το πλήθος υψώνει οδοφράγματα μπροστά από τον Λευκό Οίκο, προκειμένου να αποτρέψει πιθανή έφοδο των τεθωρακισμένων.

 

Η μακρά νύκτα της 20ής προς 21η Αυγούστου (επάνω), με τα πρώτα ίχνη ανατροπής της ισορροπίας των πραγμάτων (κάτω).

21 Αυγούστου 1991: Τα πληρώματα των τεθωρακισμένων αρνούνται να υπακούσουν στις διαταγές.

 

Ο Mikhail Gorbachev επιστρέφει στη Μόσχα με εμφανή τα ίχνη της ταλαιπωρίας.

 

Ο Boris Yeltsin πανηγυρίζει την αποτυχία του πραξικοπήματος από τον εξώστη του Λευκού Οίκου . 

 

Η κηδεία των τριών θυμάτων, που πυροβολήθηκαν από στρατιώτες.

 

26 Αυγούστου 1991: O Boris Yeltsin απαιτεί την αναστολή λειτουργίας του Κομμουνιστικού Κόμματος.

 

25 Δεκεμβρίου 1991: O Mikhail Gorbachev αναγγέλει από την τηλεόραση την παραίτησή του από το αξίωμα του Προέδρου της Σοβιετικής Ένωσης.

 

26 Δεκεμβρίου 1991: Η Ρωσική σημαία κυματίζει στον τρούλο του Κρεμλίνου, θέτοντας επισήμως τέλος σε 74 έτη κομμουνιστικού καθεστώτος

The Week That Shook The World: The Soviet Coup —ABC News (1991)

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – Επιμέλεια έκδοσης: Νίκος Μισολίδης

 

“Οι διακοπές του κύριου Hulot” Μια κλασσική κωμωδία-ύμνος στις θερινές διακοπές

“Οι διακοπές του κύριου Hulot”

Μια κλασσική κωμωδία-ύμνος στις θερινές διακοπές

 

Οι διακοπές του κ. Hulot (Les vacances de Monsieur Hulot) θεωρούνται ακόμα και σήμερα, επτά δεκαετίες έπειτα από τη δημιουργία τους, ως μια από τις κορυφαίες κωμωδίες όλων των εποχών. Το έργο αποτελεί σταθμό στην εν γένει σταδιοδρομία του σκηνοθέτη. Ο Jacques Tati (1907-1982) σκηνοθέτησε όλες κι όλες έξι ταινίες (Μέρα γιορτής-1949, Οι διακοπές του κ. Hulot-1953, Ο θείος μου-1958, Play Time-1967, Trafic-1971 και Parade-1973). Ο θείος μου τιμήθηκε με το βραβείο Όσκαρ της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας. Χαρακτηριστικό γνώρισμα του συνόλου της παραγωγής του Tati είναι η έμφαση στην εικόνα (οι διάλογοι είναι σχεδόν ανύπαρκτοι), η ανάδειξη της συγκυριακής λεπτομέρειας, η παρατηρητικότητα, το λεπτό χιούμορ και, βέβαια, η αστείρευτη ευρηματικότητα. Στις Διακοπές του κ. Hulot, εισάγεται για πρώτη φορά ο αδέξιος αλλά πάντοτε καλοπροαίρετος και πρόθυμος να εξυπηρετήσει χαρακτήρας του κ. Hulot, ο οποίος θα παραμείνει ο απολαυστικός πρωταγωνιστής όλων των υπολοίπων έργων που θα ακολουθήσουν. Πρόκειται για έναν μάλλον μοναχικό άνθρωπο, ο οποίος ζει με τους δικούς του ρυθμούς και  δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τα όσα διαδραματίζονται γύρω του. Διεκδικεί, ωστόσο, με αξιώσεις τη συμμετοχή του στα τεκταινόμενα, με συνέπεια τη δημιουργία, εξαιτίας αυτής ακριβώς της ανακολουθίας, ξεκαρδιστικών καταστάσεων. Τον Hulot υποδύεται ο ίδιος ο Tati. Πάντως, η μαγιά προϋπήρχε, καθώς ο ταχυδρόμος François, κεντρικός χαρακτήρας της πρώτης κατά σειρά ταινίας (Μέρα γιορτής), είναι ένα πρόπλασμα, η επεξεργασία του οποίου θα οδηγήσει, τέσσερα χρόνια αργότερα στην εμφάνιση και καταξίωση του διάσημου διαδόχου του. O André Bazin, εκδότης του περιοδικού Cahiers du cinéma, έγραφε σχετικά το 1957: “Ο Tati μπορούσε κάλλιστα να αποκομίσει μεγάλα χρηματικά κέρδη, γυρίζοντας σκηνές με πρωταγωνιστή τον μικρό ταχυδρόμο της επαρχίας. Αντ’ αυτού, προτίμησε να περιμένει τέσσερα χρόνια, αναθεωρώντας πλήρως, ύστερα από πολλή σκέψη, την αρχική αυτή εκδοχή. Αποτέλεσμα ήταν ένα αδιαμφισβήτητο αριστούργημα, για το οποίο μπορεί κανείς να υποστηρίξει πως αποτελεί την πλέον ριζική καινοτομία στο χώρο του κωμικού κινηματογράφου από την εποχή των Marx Brothers. Αναφέρομαι, βεβαίως, στις Διακοπές του κ. Hulot”. Ο δε Αμερικανός κωμικός ηθοποιός Buster Keaton, δήλωσε πως τα έργα του Tati, με την υποτυπώδη, μόνο, προσθήκη του ήχου, υπηρετούν και συνεχίζουν την πραγματική παράδοση του βωβού κινηματογράφου στην πλέον αυθεντική της έκφανση.

 

Jacques Tati | One of The Best Directors of All Time

Το δροσερό αφιέρωμα στον Jacques Tati και την προσφορά του στην έβδομη τέχνη ξεκινά με ένα απάνθισμα ξεκαρδιστικών αποσπασμάτων από τις ταινίες του.

 

Μέρα γιορτής

   

Οι διακοπές του κ. Hulot

 

Ο θείος μου

 

Playtime

 

Trafic

 

Ο Jacques Tati μιμείται έναν Βρετανό και έναν Γάλλο τροχονόμο

             

  

Η CLIO TURBATA  ΣΑΣ ΕΥΧΕΤΑΙ ΚΑΛΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ

ΚΑΙ ΣΑΣ ΠΡΟΣΚΑΛΕΙ ΝΑ ΑΠΟΛΑΥΣΕΤΕ ΤΗΝ ΤΑΙΝΙΑ 

 “ΟΙ ΔΙΑΚΟΠΕΣ TOY ΚΥΡΙΟΥ HULOT”

 

Κείμενο – επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – επιμέλεια έκδοσης: Αλεξάνδρα Περχανίδου

 

 

 

 

 

 

 

 

 

          

 

 

 

 

Τα Ιουλιανά και η Αποστασία μέσα από τις γελοιογραφίες

Τα Ιουλιανά και η Αποστασία μέσα από τις γελοιογραφίες

 

Λένε πως το γέλιο μακραίνει τη ζωή. Ο Ουίνστον Τσώρτσιλ είχε αποδώσει στο χιούμορ την αξία που τού αρμόζει, λέγοντας πως ένα αστείο είναι κάτι πολύ σοβαρό. Το χιούμορ δεν λείπει από τον ελληνικό λαό, ακόμα και όταν αυτός βιώνει δύσκολες καταστάσεις. Άλλωστε, αποτελεί όπλο επιβίωσης. Η πολιτική γελοιογραφία είναι εξ ορισμού εφήμερη. Γεννιέται και πεθαίνει μαζί με την επικαιρότητα και ιδιαίτερα σε καιρούς που χαρακτηρίζονται από πυκνό πολιτικό χρόνο, η ζωή ενός σκίτσου είναι πολύ σύντομη. Απαιτεί δε από τον γελοιογράφο πολλαπλές δεξιότητες: σφαιρική ενημέρωση για τα τεκταινόμενα, ετοιμότητα, έμπνευση, ευρηματικότητα, χιούμορ, άνεση σχεδίου, προσωπικό ύφος, επικοινωνία με το αναγνωστικό κοινό. Πρόκειται, πέραν πάσης αμφιβολίας, περί τέχνης. Στόχος της γελοιογραφίας είναι η διακωμώδηση προσώπων και καταστάσεων που δεν συμβιβάζονται με την κοινή αντίληψη. Μεγαλοποιεί τα φυσικά γνωρίσματα και κυρίως τα ελαττώματα του γελοιογραφομένου προκειμένου να αναδείξει το κωμικό στοιχείο. Η αξία της συνάγεται από το λεπτό και συνάμα δριμύ πνεύμα, συνδυαζόμενο με σαφήνεια και απλότητα έτσι ώστε να προκαλείται αυθόρμητα στον παρατηρητή εύθυμη διάθεση ακόμα και όταν αυτή αποσκοπεί στον σαρκασμό ή στην εχθρότητα. Αντίθετα η ψυχρότητα και η ασάφεια έχουν ως συνέπεια την αποτυχία της γελοιογραφίας.

Τα Ιουλιανά του 1965 και οι διαδοχικές προσπάθειες σχηματισμού κυβέρνησης με πρωτοβουλία των Ανακτόρων και τη συμμετοχή αποστατών βουλευτών του κυβερνώντος κόμματος με την υποστήριξη σύσσωμης της αντιπολίτευσης δεν αποτελεί μόνο νόθευση της εντολής του εκλογικού σώματος. Σηματοδότησε την απαρχή μιας πολιτικής κρίσης μακράς διαρκείας, που γνώρισε το αποκορύφωμά της με το πραξικόπημα της 21ης Απριλίου δύο χρόνια αργότερα. Την φωτίζουμε μέσα από την οπτική τριών μεγάλων ονομάτων της ελληνικής πολιτικής γελοιογραφίας. Πρόκειται για τους Φωκίωνα Δημητριάδη, Χρύσανθο Βοστανζτόγλου (Μποστ) και Κώστα Μητρόπουλο. Ποιος μπορεί, αλήθεια, να αντικρούσει πως η διακωμώδηση καθιστά ακόμα πιο θλιβερή μια αποκρουστική πραγματικότητα;

Τα προεόρτια

Πυρ ομαδόν κατά του πρωθυπουργού Γεωργίου Παπανδρέου (Φωκίων Δημητριάδης).
Η αποπομπή του Πέτρου Γαρουφαλιά από το υπουργείο Εθνικής Άμυνας από τον πρωθυπουργό Γεώργιο Παπανδρέου. Ο πυροκροτητής που οδήγησε στη μεγάλη πολιτική κρίση (Φωκίων Δημητριάδης).

Κυβέρνηση Γεωργίου Αθανασιάδη-Νόβα

Ο οίστρος του ποιητή-πρωθυπουργού (Μποστ).
Το προσωνύμιο «Γαργάλατας», προέρχεται από τετράστιχο που γράφτηκε με σκωπτική διάθεση (“κι ήτανε τα στήθια σου άσπρα σαν τα γάλατα και μου ’λεγες «γαργάλα τα»” και που αποδόθηκε στον Νόβα από τον δημοσιογράφο Κώστα
Σταματίου στη στήλη Αδιακρισίες της εφημερίδας Τα Νέα (Κώστας Μητρόπουλος).
Ο ρόλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (Κώστας Μητρόπουλος).
Το Νέον “Μικρομάγαζον” (Μποστ).

Καταψήφιση της κυβέρνησης στη Βουλή παρά την σύσσωμη υποστήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης της ΕΡΕ υπό τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο (Φωκίων Δημητριάδης).

Κυβέρνηση Ηλία Τσιριμώκου

Το “αμαρτωλό” αριστερό παρελθόν του νέου πρωθυπουργού (Κώστας Μητρόπουλος).
Απομίμηση της λαϊκής ρήσης “Δεν είναι βόας, δεν είναι κροταλίας, είναι το φιδάκι ο Διαμαντής!” (Κώστας Μητρόπουλος).

 

Η εντολή σχηματισμού κυβέρνησης (Φωκίων Δημητριάδης) και διαδηλώσεις στο κέντρο της Αθήνας (Κώστας Μητρόπουλος).
Ο αγώνας για την εξασφάλιση ψήφου εμπιστοσύνης στη Βουλή. Διάλογος μεταξύ Σπύρου Μαρκεζίνη και Ηλία Τσιριμώκου (Μποστ).
Η ανατροπή της κυβέρνησης από τη Βουλή. Λίγο πριν την ανάληψη της εντολής για σχηματισμό κυβέρνησης, ο Τσιριμώκος είχε καυτηριάσει, σε ομιλία του στη Θεσσαλονίκη, την απόπειρα εξαγοράς βουλευτών με την ιστορική φράση: «Δεν υπάρχουν κατεψυγμένοι πρωθυπουργοί, δεν υπάρχουν πρωθυπουργοί – Ευρυδίκη». «Ευρυδίκη» ήταν η φίρμα κατεψυγμένων ψαριών λαϊκής κατανάλωσης της εποχής. Μετά από λίγο, έγινε ο ίδιος κατεψυγμένος πρωθυπουργός (Κώστας Μητρόπουλος).

Κυβέρνηση Στέφανου Στεφανόπουλου

Η εξασφάλιση οριακής πλειοψηφίας στη Βουλή (Μποστ).
Η στήριξη της κυβέρνησης Στεφανόπουλου από την ΕΡΕ του Κανελλόπουλου και το Κόμμα Προοδευτικών του Μαρκεζίνη (Κώστας Μητρόπουλος).
Εσωτερικοί κλυδωνισμοί της κυβέρνησης Στεφανόπουλου (Φωκίων Δημητριάδης).

Προφητικές προβλέψεις

 

(Φωκίων Δημητριάδης).
(Κώστας Μητρόπουλος).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η αποστασία του 1965

 

Φωκίων Δημητριάδης (1894-1977).
Χρύσανθος Βοσταντζόγλου – Μποστ (1918-1995).

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Κώστας Μητρόπουλος (1925).

 

 

Κείμενο – επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – επιμέλεια έκδοσης: Θωμάς Δημόπουλος

Κι αν είχε γίνει δεκτός στην Ακαδημία Καλών Τεχνών; Το συμπλεγματικό φορτίο ενός παραγνωρισμένου καλλιτέχνη

Κι αν είχε γίνει δεκτός στην Ακαδημία Καλών Τεχνών;

Το συμπλεγματικό φορτίο ενός παραγνωρισμένου καλλιτέχνη

 

Στη βρετανική Κυανή Βίβλο του Πολέμου, έχει καταχωριστεί το περιεχόμενο ενός διαλόγου, που ο Adolf Hitler είχε ανταλλάξει με τον πρέσβυ της Α.Μ. στο Βερολίνο, Nevile Henderson, τον Αύγουστο του 1939, λίγες μέρες προτού τα γερμανικά στρατεύματα εισβάλουν στην Πολωνία, σηματοδοτώντας την έναρξη του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου. Ο αρχηγός του Γ’ Ράιχ φέρεται να εκφράστηκε ως εξής: “Δεν είμαι πολιτικός. Είμαι καλλιτέχνης. Μόλις επιλυθεί η εκκρεμότητα της Πολωνίας ευελπιστώ να ολοκληρώσω τη ζωή μου ως καλλιτέχνης”.

Όσο και αν ο ίδιος ήταν πεπεισμένος πως δεν υφίστατο κίνδυνος διολίσθησης προς έναν γενικευμένο πόλεμο εξαιτίας των πολωνικών περισπασμών, είναι δύσκολο να αποδεχτούμε ότι το καλοκαίρι του 1939 τα λόγια αυτά αντανακλούσαν τον εσωτερικό του κόσμο. Μάλλον επρόκειτο για τα κατάλοιπα μιας συμπλεγματικής νοοτροπίας, εξαιτίας ενός νεανικού τραύματος, που διένυε ήδη την τρίτη δεκαετία. Στο Mein Kampf (1925), o Hitler δεν αφήνει περιθώρια για παρερμηνείες. Περιγράφει αναλυτικά τον τρόπο, με τον οποίο σε δύο διαδοχικές περιπτώσεις, το 1907 και το 1908, η προσπάθειά του να γίνει δεκτός στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βιέννης δεν καρποφόρησε. Ειδικότερα την πρώτη φορά, κατάφερε να ανταπεξέλθει στις απαιτήσεις του προκαταρκτικού γύρου, που συνίστατο στη σύνθεση ενός έργου με βιβλικό θέμα, σε δύο τρίωρης διάρκειας συνεδρίες. Στον επόμενο γύρο, σειρά είχε η αξιολόγηση των φακέλων των υποψηφίων. Θεωρήθηκε ότι τα έργα του Hitler έδιναν έμφαση στη λεπτομέρεια των κτηρίων. Η ανθρώπινη παρουσία σε αυτά ήταν σχεδόν μηδαμινή. Τού υποδείχθηκε να στραφεί προς την αρχιτεκτονική. Κάτι τέτοιο, όμως, ισοδυναμούσε με επάνοδο στα μαθητικά έδρανα, που ο μετέπειτα δικτάτορας είχε εγκαταλείψει σε ηλικία 16 ετών, προκειμένου, ακριβώς, να εισαχθεί στην Ακαδημία Καλών Τεχνών. To 1936, έχοντας προηγουμένως περιεργαστεί τον παραπάνω φάκελο υποψηφιότητας, ο Αμερικανός συγγραφέας και δημοσιογράφος John Gunther, βρήκε ότι τα προς κρίση έργα ήταν στατικά και στερούνταν ρυθμού, χρώματος, συναισθήματος και πνευματικής ευρηματικότητας. Θύμιζαν περισσότερο, χάρη στην ακρίβειά, τους σχέδια αρχιτέκτονα και τίποτα παραπάνω. Διόλου περίεργο, επομένως, ότι η εξεταστική επιτροπή επιχείρησε να στρέψει τον Hitler προς την κατεύθυνση εκείνη.¹

Selbstporträt, 1910.

Πάντως, σε ολόκληρη τη ζωή του, ο Hitler θεωρούσε τον εαυτό του  ιδιοφυία, ενδεχομένως και καλλιτεχνική. Μέσα στον διαταραγμένο νου του, η πεποίθηση αυτή είχε ριζώσει χάρη στη διφορούμενη άποψη, που κυριαρχούσε περί τα τέλη του 19ου αιώνα και βάσει της οποίας μια ιδιοφυία – με άλλα λόγια μια ισχυρή προσωπικότητα – μπορούσε να πράξει τα πάντα, ειδικότερα δε όσα επιθυμούσε.² Από την άλλη πλευρά, πάντως, πρόσφατες έρευνες αποκαλύπτουν πως από ένα σημείο και έπειτα, το ενδιαφέρον του για την τέχνη είχε ατονήσει, αντιστρόφως ανάλογα, μάλιστα, με εκείνο του υπαρχηγού του Hermann Göring, ο οποίος δεν έχανε ευκαιρία να λεηλατεί μουσεία και συλλογές των κατεχομένων χωρών, προκειμένου να εμπλουτίσει την προσωπική του συλλογή.

Η καλλιτεχνική παραγωγή του Hitler κάθε άλλο παρά αμελητέα δύναται να χαρακτηριστεί, σε ποσοτικό επίπεδο τουλάχιστον. Το Mein Kampf μας πληροφορεί πως, σε ολόκληρο το χρονικό διάστημα της παραμονής του στη Βιέννη, ζωγράφιζε δύο με τρία έργα σε καθημερινή κλίμακα και ότι κατά τα έξι αυτά χρόνια (1908-1914) είχε φιλοτεχνήσει πάνω από 1000 πίνακες. Μάλιστα, αναγκαζόταν να πουλήσει πολλούς από αυτούς για καθαρά βιοποριστικούς λόγους. Στα χαρακώματα του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, ζωγράφιζε, όποτε ήταν αδειούχος, σε απλό χαρτί, ή ακόμα και σε καμβάδες, που μετέφερε ανάμεσα στα προσωπικά του αντικείμενα. Επρόκειτο για την τελευταία φάση της καλλιτεχνικής του παραγωγής, προτού ο ίδιος στραφεί προς ένα περισσότερο σκοτεινό πεπρωμένο.

Οι Hitler και Göring περιεργάζονται έναν ζωγραφικό πίνακα.

Μετά το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, ένα μέρος από τα ζωγραφικά έργα του Γερμανού δικτάτορα κατασχέθηκε από τις αμερικανικές αρχές κατοχής και φυλάσσεται ακόμα, υπό κυβερνητικό έλεγχο, στις ΗΠΑ, με ρητή εντολή να μη δει το φως της δημοσιότητας.³ Άλλα, πάλι, έργα, πουλήθηκαν κατά καιρούς μέσω δημοπρασιών σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού, σε τιμές, οι οποίες κυμαίνονταν μεταξύ 32.000 και 160.000 δολαρίων.⁴ Το ύφος του Hitler δεν έχει να επιδείξει κάτι το αξιόλογο. Στερούμενος θεμελιώδους παιδείας και ανήμπορος να τελειοποιήσει την καλλιτεχνική του έμπνευση και έκφραση, αρκείται στο να αναπαραγάγει τα προϋπάρχοντα ρεύματα. Στα έργα του αντανακλώνται κατάλοιπα του ελληνορωμαϊκού Κλασσικισμού, της ιταλικής Αναγέννησης, του Νεοκλασσικισμού καθώς και του κατανοητού, από τον ίδιο, τμήματος του Συμβολισμού. Αντίθετα, δεν κρύβει την απέχθειά του έναντι του Ιμπρεσιονισμού (αν και στα έργα του υπάρχουν σχετικά ψήγματα), κυρίως δε, έναντι του Εξπρεσιονισμού και της Avant-garde, που αργότερα, η ναζιστική προπαγάνδα θα καταδικάσει ως παρακμιακή τέχνη. Θεωρούσε τον εαυτό του συνεχιστή του εξαίρετου Αυστριακού τοπιογράφου Rudolf Ritter von Alt (1812-1905), παρόλο που ο τελευταίος προσδίδει ασύγκριτα μεγαλύτερη προσοχή στη φύση, σε αντιδιαστολή με τον Hitler, ο οποίος επιμένει να επικεντρώνει αδέξια το ενδιαφέρον του στην αρχιτεκτονική διάσταση.

Άραγε, ποιά θα ήταν η ροή των πραγμάτων εάν ο Hitler γινόταν δεκτός στην Ακαδημία Καλών Τεχνών; Η απάντηση στο καίριο αυτό ερώτημα είναι πως η Ιστορία δεν γράφεται με γνώμονα τα “εάν”. Αντίθετα, η, έστω και πρόσκαιρη, ενασχόλησή του με την Τέχνη, αποτελεί μια πραγματικότητα και ως τέτοια, έχει ήδη υπάρξει αντικείμενο ενδελεχούς μελέτης.⁵ Τα μέχρι στιγμής πορίσματα, μάς διευκολύνουν να αποκρυπτογραφήσουμε περισσότερο τον πολύπλοκο ψυχισμό του ηγέτη του Γ΄Ράιχ. Η Τέχνη κατέλαβε μέρος της ζωής του έως το τέλος (στη διαθήκη, που υπαγόρευσε λίγο προτού αυτοκτονήσει, υπάρχει αναφορά στη συλλογή του). Δεν έκρυψε τον θαυμασμό του, όταν ένα πρωϊνό του Ιουνίου 1940 επισκέφτηκε για μια και μοναδική φορά το Παρίσι. Όταν, τέσσερα χρόνια αργότερα, ως νέος Νέρων, δεν δίστασε να διατάξει την ισοπέδωση της γαλλικής πρωτεύουσας, απαίτησε να προηγηθεί μέριμνα για την απομάκρυνση σημαντικών έργων τέχνης από εκεί και τη μεταφορά τους σε ασφαλές μέρος. Ως προς τις συνέπειες της απόρριψης από την Ακαδημία Καλών Τεχνών, οι απόψεις διίστανται. Έγκριτοι μελετητές του Ναζισμού (Ian Kershaw) επιμένουν στις ψυχολογικές επιπτώσεις σε βάρος της όλης μετέπειτα πορείας. Άλλοι πάλι, θεωρούν πως, παρά τη μεγάλη απογοήτευση, την οποία εισέπραξε, ο Hitler αποδέχτηκε την αποτυχία, με αποτέλεσμα το τραύμα να μπορέσει να επουλωθεί με την πάροδο του χρόνου. Άλλωστε, πίστευε πως μια ιδιοφυΐα ήταν δυνατό να συνεχίζει να λάμπει εν κρυπτώ, αναμένοντας την ευκαιρία εκείνη, η οποία να της επέτρεπε να επιχειρήσει, των συγκυριών επιτρεπουσών, μια θεαματική εισβολή στο προσκήνιο των εξελίξεων.

Schloss und Kirche Perchtoldsdorf, circa 1910-1912.

 

Wiener Opernhaus, 1912.

 

Der Alte Hof , München, 1914.

 

Standesamt München, circa 1900-1910.

 

Unterstand in Fournes, 1915.

 

Fromelles, 1915.

 

Ardoye in Flandern, 1917

 

Selbstporträt, 1926.

Psychoanalysing Hitler’s Rare, Controversial Paintings | Nazi Treasure Hunters

 

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

¹  John Gunther, Inside Europe, New York, Harper & Brothers, 1940, σ. 1-2.

² “Hitler Considered Himself an Artistic Genius”, συνέντευξη της Birgit Schwartz στο περιοδικό Spiegel, 21 Αυγούστου 2009.

³  Marc Fisher, «The Art of Evil; Half a century later, the paintings of Adolf Hitler are still a federal case», The Washington Post, 2 Απριλίου 2002.

⁴  “Hitler paintings sold at British auction house”, Deutsche Welle, 24 Απριλίου 2009.

⁵  Χαρακτηριστικά αναφέρονται οι πραγματείες Billy F. Price, Hitler: The Unknown Artist, Houston, Texas, Billy F. Price Publishing Co., 1983. Tου ιδίου, Adolf Hitler als Maler und Zeichner. Ein Werkkatalog der Oelgemälde, Aquarelle, Zeichnungen und Architekturskizzen,Gallant, Zug/Schweiz, 1983,  Frederic Spotts,  Hitler and the Power of Aesthetics, New York,  Harry N. Abrams, 2004. Stephen R.Pastore, The Art of Adolf Hitler: A Study of His Paintings and Drawings, Grand Oak  Rare Books Ltd, 2013. Του ιδίου, The Complete Paintings of Adolf Hitler, Grand Oak  Rare Books Ltd, 2015. Sherree Owens Zalampas, Adolf Hitler: a psychological interpretation of his views on architecture, art, and music, Bowling Green, Ohio, Bowling Green University Popular Press, 1990. Stephanie Barron, Degenerate art: The Fate of the Avant-Garde in Nazi Germany, Los Angeles, Calif., Los Angeles County Museum of Art, 1991, Eric-Emmanuel Schmitt, La Part de l’ autre, Paris, Albin Michel, 2003.

 

Κείμενο – επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – επιμέλεια έκδοσης: Αλεξάνδρα Περχανίδου

 

Ενόσω το Άγαλμα της Ελευθερίας βρισκόταν στη Γαλλία

4 Ιουλίου: Η επέτειος της Διακήρυξης της Ανεξαρτησίας των ΗΠΑ

Ενόσω το Άγαλμα της Ελευθερίας βρισκόταν στη Γαλλία

Επισήμως, η ιδέα της κατασκευής ενός αγάλματος και της δωρεάς του στις ΗΠΑ στο πλαίσιο της συμπλήρωσης, το 1876, εκατό ετών από τη Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας, γεννήθηκε στις 21 Απριλίου 1865 στο Παρίσι, σε ένα μυστικό δείπνο στην οικία του πολιτικού Édouard de Laboulaye. Ο Laboulaye ηγείτο μιας φιλοαμερικανικής κίνησης, η οποία είχε ενστερνιστεί τις αρχές και αξίες της Αμερικανικής Δημοκρατίας ως μέσο καταγγελίας του απολυταρχικού και ανελεύθερου καθεστώτος της Δεύτερης Αυτοκρατορίας στη Γαλλία (Ναπολέων Γ΄). Μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα, στις 15 Απριλίου 1865, είχε δολοφονηθεί ο Αβραάμ Λίνκολν, μια είδηση, η οποία είχε αναστατώσει τους συνδαιτημόνες του Laboulaye και συσπειρώσει ακόμα περισσότερο γύρω από την σκέψη μιας συμβολικής χειρονομίας προς τις ΗΠΑ. Στην πραγματικότητα, η ιδέα προϋπήρχε, το ιστορικό της, όμως, προσέλαβε, αυτή την μορφή χρόνια αργότερα, από τον κατασκευαστή του αγάλματος, τον γλύπτη Auguste Bartholdi (1834-1904), για λόγους καθαρά επικοινωνιακούς που σχετίζονταν με τη συλλογή χρημάτων για την αποπεράτωση του έργου. Χρειάστηκε να μεσολαβήσουν 21 ολόκληρα χρόνια από τη γέννηση της ιδέας έως τα επίσημα εγκαίνια, στις 28 Οκτωβρίου 1886, στο Liberty Island της Νέας Υόρκης. Στο διάστημα αυτό, η όλη επιχείρηση κατασκευής προσέκρουσε σε δυσκολίες και εμπόδια πάσης φύσεως. Άλλοτε αντιμετωπίστηκε κι αυτή ακόμη η προοπτική ματαίωσης, άλλοτε επιλέχθηκε η δημόσια έκθεση ολοκληρωμένων τμημάτων, άλλοτε η μόνιμη τοποθέτηση του Αγάλματος σε περίοπτη θέση της γαλλικής πρωτεύουσας, ενώ εξίσου περιπετειώδης αποδείχθηκε και ο διάπλους του Ατλαντικού το 1885, καθώς επί μέρες είχαν χαθεί, εξαιτίας θαλασσοταραχής, τα ίχνη του πλοίου, το οποίο μετέφερε το πολύτιμο φορτίο στην αντίπερα όχθη. Γεγονός, πάντως, είναι πως επί χρόνια, οι κάτοικοι του Παρισιού είχαν εξοικειωθεί με τη θέα του Αγάλματος, το οποίο και θεωρούσαν ως αναπόσπαστο τμήμα της δικής τους καθημερινότητας. Αυτήν, ακριβώς, τη διάσταση επιχειρεί να αποδώσει το παρόν αφιέρωμα, κάνοντας χρήση φωτογραφικού υλικού της εποχής εκείνης.

Auguste Bartholdi.
O Bartholdi στο ατελιέ του το 1891.

 

Το πρώτο πρόπλασμα (1870), Μουσείο Καλών Τεχνών, Λυών.

 

Η κατασκευή του χεριού.

 

Η κατασκευή της κεφαλής.
Η αποπεράτωση του πυρσού (1878)

 

Η κεφαλή του Αγάλματος εκτίθεται προσωρινά στο Πεδίον του Άρεως (Champs de Mars) του Παρισιού, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Έκθεσης του 1878.
Ο πυρσός του Αγάλματος εκτίθεται προσωρινά στο Πεδίον του Άρεως (Champs de Mars) του Παρισιού, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Έκθεσης του 1878.

 

Η κεφαλή του Αγάλματος εκτίθεται προσωρινά στο Πεδίον του Άρεως (Champs de Mars) του Παρισιού, στο πλαίσιο της Παγκόσμιας Έκθεσης του 1878.

 

Τα στάδια της συναρμολόγησης.

 

Τμήματα του Αγάλματος στον υπαίθριο χώρο του εργαστηρίου Gaget, Gauthier et Cie της rue de Chazelles.

 

Φωτογραφία με το σχόλιο: To Άγαλμα της Ελευθερίας ύψους 46 μέτρων, Ιανουάριος 1884 και υπογραφή του Bartholdi.

 

Η εσωτερική υποστύλωση του Αγάλματος, έργο του Gustave Eiffel, κατασκευαστή του ομώνυμου πύργου.

 

Η επίσημη παράδοση του Αγάλματος στον Αμερικανό πρέσβη στις 4 Ιουλίου 1884, ημέρα της εθνικής εορτής των ΗΠΑ. Η τελετή έλαβε χώρα στον περίβολο του εργαστηρίου Gaget, Gauthier et Cie.
Το εξώφυλλο της Illustrated Newspaper, παραμονές της μεταφοράς του Αγάλματος στη Νέα Υόρκη.

 

Για τις ανάγκες της μεταφοράς στην αντίπερα όχθη του Ατλαντικού, το Άγαλμα κατακερματίστηκε σε 350 τμήματα.

 

Ο κατάπλους του γαλλικού ατμόπλοιου Isère στο λιμάνι της Νέας Υόρκης στις 17 Ιουνίου 1885 με το πολύτιμο φορτίο.

 

Η τελετή των εγκαινίων στις 28 Οκτωβρίου 1886.

 

Η πρόσκληση για την τελετή των εγκαινίων.

 

Απομιμήσεις σε πόλεις και κωμοπόλεις της Γαλλίας.

 

The Statue of Liberty: Building an Icon

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση- επιμέλεια έκδοσης: Παρασκευή Ευσταθιάδου

“L’ Agonie de Byzance”: Γαλλική κινηματογραφική ταινία του 1913

Με αφορμή την επέτειο της Άλωσης

 LAgonie de Byzance

Γαλλική κινηματογραφική ταινία του 1913

 

Η Αγωνία του Βυζαντίου (L’ Agonie de Byzance) είναι μια βωβή κινηματογραφική ταινία του 1913, διάρκειας 29 λεπτών της ώρας. Ο σκηνοθέτης Louis Feuillade, γνωστότερος τότε στο ευρύ κοινό από τις δύο σειρές Fantômas (1913) και Les vampires (1915), έχει επιλέξει ένα μεγίστης σημασίας ιστορικό γεγονός, την Άλωση της Κωνσταντινούπολης, προκειμένου να το αποδώσει με τα (πενιχρά) τεχνικά μέσα της εποχής. Πρόκειται για ένα φιλόδοξο εγχείρημα, καθώς χρησιμοποιούνται εκατοντάδες κομπάρσοι, ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια όχι μόνο αποδίδουν πιστά την εποχή, αλλά είναι ιδιαίτερα μελετημένα και φροντισμένα. Ο Feuillade αντεπεξέρχεται με επιτυχία στο γύρισμα σκηνών με μεγάλη τεχνική δυσκολία όπως είναι εκείνες των μαχών. Φυσικά, όλες οι λήψεις έχουν πραγματοποιηθεί με γνώμονα το ανθρώπινο ύψος του εικονολήπτη. Προκειμένου, ωστόσο, να υπάρχει κάποια σχετική ποικιλία, επινοήθηκε ολόκληρη σειρά από τεχνάσματα. Επιπρόσθετα, ένα συμφωνικό έργο γράφηκε ειδικά για τις ανάγκες της ταινίας από τους συνθέτες Henri Février και Léon Moreau ως μουσικό συμπλήρωμα. Η εκτέλεση είχε ανατεθεί σε μια ορχήστρα εκατό, περίπου, ατόμων με συνοδεία εκκλησιαστικού οργάνου ταυτόχρονα με την προβολή.  Η Αγωνία του Βυζαντίου είναι ένα κορυφαίο κινηματογραφικό έργο εποχής εμπνευσμένο από ένα σημαίνον ιστορικό γεγονός. Ξεκινά με την έναρξη της πολιορκίας και την τοποθέτηση, από τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΙΑ΄ Παλαιολόγο, των στρατευμάτων του στα τείχη της Κωνσταντινούπολης. Ακολουθούν οι κατά κύματα επιθέσεις των Οθωμανών, με χρήση του γιγαντιαίων διαστάσεων πυροβόλου, του οποίου δεν διακρίνεται στην ταινία παρά μόνο η άκρη. Στην τρίτη σκηνή, ο Μωάμεθ ο Πορθητής έχει συγκαλέσει πολεμικό συμβούλιο, όπου σχεδιάζεται η τελική επίθεση. Γύρω από την τελική αυτή επίθεση στρέφεται το δεύτερο ήμισυ του έργου με το επεισόδιο της Κερκόπορτας, τον θάνατο του αυτοκράτορα, τις λεηλασίες, στις οποίες επιδίδονται οι κατακτητές, την είσοδο του Πορθητή στην Πόλη, την ανακάλυψη της σορού του αυτοκράτορα και τον αποκεφαλισμό της τελευταίας, τέλος, την θριαμβευτική επίσκεψη του Πορθητή στη βασιλική της Αγίας Σοφίας. Παίζουν οι ηθοποιοί Luitz Morat (Κωνσταντίνος ΙΑ΄ Παλαιολόγος), Albert Reusy (Μωάμεθ ο Πορθητής), Georges Melchior (Ιωάννης Ιουστινιάνης), καθώς και οι Edmond Bréon, Jeanne Briey, Fabienne Fabrèges και Émilien Richard. Το σενάριο είναι του ίδιου του σκηνοθέτη, τα σκηνικά του Robert Jules-Garnier. Το έργο προβλήθηκε για πρώτη φορά στην αίθουσα Gaumont Palace του Παρισιού στις 24 Οκτωβρίου του 1913.

H αίθουσα Gaumont Palace το 1912.

 

Από αριστερά προς δεξιά: o σκηνοθέτης Louis Feuillade (1873-1925) και οι μουσικοσυνθέτες Henri Février (1875–1957) και Léon Moreau (1870-1946).

 

Το πρόγραμμα του έργου.

 

Ο ηθοποιός Luitz Morat στο ρόλο του Κωνσταντίνου ΙΑ΄ Παλαιολόγου.

 

Το στρατόπεδο του Πορθητή.

 

Το γιγάντιο πυροβόλο (η περίφημη “Βασιλική”) του Ούγγρου οπλουργού Ουρβανού κάτω από τα Θεοδοσιανά τείχη.

 

Η τελευταία δοξολογία εντός του ναού της Αγίας Σοφίας.

 

Στις επάλξεις των τειχών της Κωνσταντινούπολης.

 

Η θριαμβευτική είσοδος του Πορθητή στην Αγία Σοφία. Του παραδίδουν την κεφαλή του Αυτοκράτορα.

 

L’ Agonie de Byzance

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ  ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

 

Κείμενο – Επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – Επιμέλεια έκδοσης: Αλεξάνδρα Περχανίδου

Οι αναχρονισμοί του Astérix

Το Πασχαλινό αφιέρωμα της Clio Turbata

 

Οι αναχρονισμοί του Astérix

 

Στον Αριστομένη Καζόγλου

 

Ένα αφιέρωμα αυτού του είδους έχει άραγε θέση σε μια ιστοσελίδα σαν την Clio Turbata; Η απάντηση είναι καταφατική. Πέραν πάσης αμφιβολίας, η ανατροπή της ιστορικής πραγματικότητας είναι ο κυρίαρχος λόγος, που εξηγεί τη μεγάλη επιτυχία της σειράς. Όμως, για να είναι κάποιος σε θέση να το πράξει, οφείλει να κατέχει την εν λόγω πραγματικότητα από κάθε άποψη και μάλιστα σε βάθος. Αυτό ακριβώς συμβαίνει εν προκειμένω. Άλλωστε, πρόκειται περί Τέχνης, οπότε τα πάντα επιτρέπονται, τα πάντα δικαιολογούνται.

Αναφορές σε ιστορικά συμβάντα

Ο Γαλατικός Πόλεμος είναι μια σειρά στρατιωτικών εκστρατειών με επικεφαλής τον Ρωμαίο ανθύπατο Ιούλιο Καίσαρα εναντίον γαλατικών φυλών. Διήρκεσε από το 58 έως το 51 π.Χ. και ουσιαστικά ολοκληρώθηκε με την αποφασιστική μάχη της Αλεσίας, η οποία οδήγησε στην επέκταση της κυριαρχίας της Ρωμαϊκής Δημοκρατίας στο σύνολο της Γαλατίας. Η εσωτερική διάσπαση των Γαλατών σε φυλές διευκόλυνε τη νίκη του Καίσαρα και η προσπάθεια του Βερκινγκετορίξ να ενώσει τους Γαλάτες κατά της ρωμαϊκής εισβολής σημειώθηκε καθυστερημένα. Παρόλο που ο Καίσαρ περιέγραψε την εισβολή ως προληπτική και αμυντική δράση, οι περισσότεροι ιστορικοί συμφωνούν ότι ο πόλεμος διεξήχθη κυρίως για να εδραιώσει την πολιτική του σταδιοδρομία και να τού εξασφαλίσει πόρους. Ωστόσο, η κατάκτηση της Γαλατίας είχε μεγάλη σημασία για τους Ρωμαίους, καθώς οι ήδη από το 121 π.Χ. κατακτημένες από τη Ρώμη περιοχές στα νότια της Γαλατίας δέχονταν επιθέσεις από διάφορες γαλατικές φυλές εγκατεστημένες βορειότερα. Η κατάκτηση της Γαλατίας επέτρεψε επίσης στη Ρώμη να διασφαλίσει τα φυσικά σύνορα του Ρήνου. Η εξέλιξη του πολέμου περιγράφεται από τον Ιούλιο Καίσαρα στο έργο του Απομνημονεύματα περί του Γαλατικού Πολέμου (Commentarii de Bello Gallico), το οποίο παραμένει η πιο σημαντική ιστορική πηγή για τον Γαλατικό πόλεμο, τόσο για τα πολεμικά γεγονότα όσο και για τις πολλές πληροφορίες για την κοινωνική δομή των Γαλατών. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι René Goscinny και Albert Uderzo τοποθέτησαν το 1959 τις περιπέτειες του Astérix. Όλη η Γαλατία έχει πέσει στα χέρια των Ρωμαίων. Όλη; Όχι! Οι κάτοικοι ενός μικρού χωριού της Αρμορικής, χάρη στο μαγικό φίλτρο που παρασκευάζει ο δρυίδης Πανοραμίξ, και που τους δίνει υπερφυσική δύναμη, συνεχίζουν να αντιστέκονται στους Ρωμαίους. Γνωρίζοντας ότι η κατάκτηση του χωριού μέσω πολέμου είναι αδύνατη λόγω της υπερφυσικής δύναμης των Γαλατών, ο Ιούλιος Καίσαρας και οι Ρωμαίοι προσπαθούν κάθε φορά να κατακτήσουν το χωριό χρησιμοποιώντας κάποιο πανούργο τέχνασμα, πάντoτε όμως με αποτυχημένη κατάληξη. Αυτό είναι και το κύριο θέμα του κόμικ.

Το χωριό των ανυπότακτων Γαλατών.
Η ολοκλήρωση της κατάκτησης της Γαλατίας με την παράδοση των όπλων του Βερκινγκετορίξ στον Ιούλιο Καίσαρα.
Το σύνδρομο της ήττας των Γαλατών στην αποφασιστική μάχη της Αλεσίας.

Πολλά αδιαμφισβήτητα ιστορικά συμβάντα είναι ενσωματωμένα με περίτεχνο τρόπο και πάντοτε με ευρηματικότητα: η εκστρατεία του Καίσαρα στην αντίπερα όχθη της Μάγχης, οι εξεγέρσεις στην Ιβηρική χερσόνησο, η σύγκρουση με τις δυνάμεις του Πομπήιου στη βόρεια Αφρική, ο δεσμός του Καίσαρα με την Κλεοπάτρα, οι πολεμικές τεχνικές των Ρωμαίων, η συνωμοσία του Βρούτου κλπ.

Ο διάπλους της Μάγχης από τον στόλο του Ιουλίου Καίσαρα.
Εξέγερση στην Ιβηρική χερσόνησο.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η θυελλώδης σχέση του Ιουλίου Καίσαρα με την Κλεοπάτρα.
“Και όσο ο Βρούτος βρίσκεται στο πλευρό σου, δεν έχεις να φοβηθείς τίποτα, ω Καίσαρ!”
Τα ρωμαϊκά όργια.
Η μάχη της Θάψου (46 π.Χ.).

Ωστόσο, ένα θεμελιώδες συστατικό γνώρισμα του συνόλου της σειράς αποτελεί το γεγονός ότι οι συγγραφείς επιλέγουν συνειδητά να διαχωρίσουν τη θέση τους από την ιστορική συνέχεια αντιστρέφοντας την προοπτική του χρόνου. Υπό αυτή την έννοια δεν είναι λίγες οι αναφορές σε μεταγενέστερα γεγονότα, ο δε κόσμος του Astérix δεν είναι σχεδόν τίποτα άλλο από μια προβολή του μέλλοντος στο αρχαίο παρελθόν, υπό το πρίσμα, πάντοτε, της καρικατούρας: μεταξύ πολλών άλλων τα μέσα μαζικής μεταφοράς στο Λονδίνο είναι δίπατες βοϊδάμαξες, στην Λουτέτια (πρόδρομο του Παρισιού) δεσπόζει ένας γιγάντιος περιστερεώνας με το σχήμα του πύργου του Άιφελ, οι Ελβετοί είναι μανιακοί με την καθαριότητα, οι Βρετανοί πίνουν τσάι στις 17.00 μ.μ., οι πρωταγωνιστές συναντώνται με τον Δον Κιχώτη μπροστά από έναν ανεμόμυλο, χορεύουν συρτάκι μέσα σε μια αθηναϊκή ταβέρνα, οι πειρατές ναυαγούν συγκεντρωμένοι επάνω σε μια σχεδία, η οποία αποτελεί ευθεία αναφορά στον γνωστό πίνακα του ζωγράφου Théodore Géricault H σχεδία της Μέδουσας, σε ένα άσυλο ψυχασθενών αποτελεί ανεξήγητο φαινόμενο η παρουσία ενός τροφίμου ντυμένου σαν τον Ναπολέοντα, στους δρόμους του Λονδίνου κάνει θραύση ένα συγκρότημα τροβαδούρων με τη μορφή των Beatles, οι Astérix και Obélix ανακαλύπτουν κατά λάθος την Αμερική αιώνες πριν από τον Χριστόφορο Κολόμβο κλπ.

Η ανακάλυψη της Αμερικής.
Οι δίπατες βοϊδάμαξες του Λονδίνου.
Ο μεγάλος περιστερεώνας της Λουτέτιας.
Αναφορά στον γερμανικό μιλιταρισμό.
Amnésix: ο μυστηριώδης τρόφιμος του ψυχιατρείου.
Πινακίδα στα σύνορα μεταξύ Γαλατίας και Ελβετίας.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Η σχεδία της Μέδουσας του Théodore Géricault και η κατά Astérix εκδοχή της.
Five o’ clock tea.
Οι Beatles αναστατώνουν την καθημερινότητα του Λονδίνου.
Συναπάντημα με τους Δον Κιχώτη και Σάντσο Πάντσα στην Ισπανία.
Χορεύοντας φλαμένκο στην Ανδαλουσία.
Τρώγοντας ελβετική φοντύ στη Γενεύη.
Πετώντας με μαγικό χαλί στην Ινδία.
Οι Βρετανοί ανακαλύπτουν το ράγκμπυ.

Συχνότατες είναι και οι αναφορές σε μεταγενέστερα γεγονότα όπως οι μάχες του Αούστερλιτς και του Βατερλώ, η απόβαση των Συμμάχων στη Νορμανδία κλπ.

Αναφορά στη μάχη του Αούστερλιτς (1805) και παράφραση της έκφρασης του Ναπολέοντα “Le soleil d’ Austerlitz” (O ήλιος του Austerlitz) ως “Le sommeil d’ Osterlix”(O ύπνος του Osterlix).
Η μάχη του Βατερλώ (1815) δεκαεννέα αιώνες πριν από τη διεξαγωγή της.
Οι Νορμανδοί αποβιβάζονται στη Γαλατία! Αναφορά στη Συμμαχική απόβαση στη Νορμανδία (6 Ιουνίου 1944) με το τραγούδι, που οι Ελεύθεροι Γάλλοι του στρατηγού De Gaulle είχαν αναγάγει σε σύμβολο.

Χαρακτήρες και επιλογή ονομάτων

Προνομιακός χώρος έμπνευσης για τους σκιτσογράφους υπήρξε ο κόσμος της έβδομης τέχνης. Οι πρωταγωνιστές της σειράς παρελαύνουν δανειζόμενοι τα χαρακτηριστικά δημοφιλών ηθοποιών και άλλων επωνύμων προσώπων της πολιτικής και του αθλητισμού.

Οι ηθοποιοί Stan Laurel και Oliver Hardy ως Ρωμαίοι λεγεωνάριοι.
O ηθοποιός Jean Gabin ως Πόντιος Πιλάτος.
Η ηθοποιός Romy Schneider ως τραγουδίστρια όπερας Latraviata.
Ο Μαρσεγιέζος ηθοποιός Raimu, ως ταβερνιάρης από τη Μασσαλία.
Ο ηθοποιός Sean Connery ως Γαλάτης κατάσκοπος Dubbelosix, παράφραση του double o seven, χαρακτηρισμού του James Bond.
Ο ηθοποιός Jean Marais ως Γαλάτης γόης Tragicomix.
Ο ηθοποιός Lino Ventura ως Ρωμαίος εκατόνταρχος Aérobus.
Ο ηθοποιός James Coburn ως μάντης.
Ο ηθοποιός Kirk Douglas ως Σπάρτακος.
Ο ηθοποιός Charles Laughton ως Γάιος Γράκχος.
Ο τηλεοπτικός κονφερανσιέ Guy Lux ως υπεύθυνος προγραμματισμού στο Κολοσσαίο.
Ο Siegmund Freud ως Δρυίδης Psychoanalytix.
Ο Jacques Chirac ως Ρωμαίος τεχνοκράτης.
Ο ποδηλάτης Eddy Merckx ως ταχύς αγγελιοφόρος.
O Julius Assange ως Ρωμαίος στατιστικολόγος.

H επιλογή των ονομάτων αποτελεί πηγή έμπνευσης και άφθονου γέλιου. Εκείνα των Γαλατών λήγουν πάντοτε σε -ix (Astérix, Obélix, Astronomix – ο πατέρας του Astérix, Panoramix, Patologix, Diagnostix, Amnésix, Homéopathix, Anorexix, Tragicomix, Carferrix, Ramolix, Psychoanalytix, Hérétix, Salamix, Otorinolaringologix, Atmosférix Fantasmagorix, κλπ). Άξιες μνείας είναι οι περιπτώσεις του Κορσικανού Ocatarinetabellatchitchix (από το τραγούδι O Catarinetta bella tchi- tchi, του, επίσης Κορσικανού, Tino Rossi) και του Labelledecadix (από το τραγούδι La belle de Cadix του Luis Mariano).

Τα ονόματα των γυναικείων χαρακτήρων λήγουν σε -ine (Bonemine – υγειής όψη προσώπου – Gélatine, Ielosubmarine, Praline – η μητέρα του Astérix) ή σε -α (Falbala, Coriza, Latraviata, Mozzarella).

Όπως είναι επόμενο, τα ονόματα των Ρωμαίων λήγουν σε -us (Octopus, Hotelterminus, Processus, Prospectus, Juventus, Vestiarius, Malentendus, Showbusinus, Stradivarius, Tiramisus, Autobus, Campus, Hypoténus, Eucalyptus, Radius, Stupidus, Tumulus, Affairedreyfus – υπόθεση Ντρέιφους – Trolleybus, Habeascorpus, Wolfgangamadeus). Το 2017 έκανε την εμφάνισή του ο τρομακτικός μασκοφόρος αρματοδρόμος Coronavirus!

Τα ονόματα των Γότθων λήγουν σε -ic (Téléféric, Numéric, Cylindric, Chiméric), των Βρετανών σε -ax (Ipipourax – από το hip-hip hooray – Relax, Surtax – υπερφορολόγηση), των Νορμανδών σε -af (Nescaf, Cryptograf, Dactylograf, Bathyscaf, Baf), των Ελλήνων σε -as (Plexiglas, Garemonparnas – σταθμός Montparnasse), των Αιγυπτίων, οι οποίοι μιλούν με ιερογλυφικά, σε -is (Tournevis – κατσαβίδι – Courdeténis – γήπεδο τένις), των Βίκινγκς, με την απαραίτητη ορθογραφία, σε -sen (Kerøsen, Øbsen, Neuillisursen – από το Neuilly-sur-Seine, προάστιο του Παρισιού), ενώ ο σκύλος Zøødvisen – από το zoo de Vincennes, ζωολογικός κήπος Vincennes – γαυγίζει με την αρμόζουσα προφορά.

Τέλος, όλες σχεδόν οι περιπέτειες διατρέχονται από ιστορικές εκφράσεις και αποφθέγματα, που λαμβάνουν χώρα σε λανθασμένη χρονική συγκυρία.

O Astérix επί το ελληνικότερον

Ο Αστερίξ στους Ολυμπιακούς Αγώνες διαδραματίζεται εξολοκλήρου στην Ελλάδα και είναι ένας από τους δημοφιλέστερους τόμους της σειράς. Η πλοκή διαδραματίζεται στον Πειραιά, στην Αθήνα και φυσικά στην αρχαία Ολυμπία. Οι αναχρονισμοί περισσεύουν: από το τραγούδι Τα παιδιά του Πειραιά μέχρι το ομαδικό συρτάκι υπό τον ήχο λύρας και αυλών σε μια ταβέρνα στους πρόποδες της Ακρόπολης.

Τα ονόματα εξακολουθούν να είναι ευρηματικά. Χαρακτηριστική περίπτωση αποτελεί ο Ρόδιος αθλητής Okeibos. Για μια και μοναδική φορά οι δημιουργοί της σειράς René Goscinny και Albert Uderzo αυτοσαρκάζονται. Συγκεκριμένα, εμφανίζουν τους εαυτούς τους επάνω σε ένα ανάγλυφο της Άλτεως της Ολυμπίας ως ΓΟΣΚΙΝΝΥ και ΥΔΕΡΖΟ μαζί με τις ιδιότητες ΔΕΣΠΟΤΗΣ και ΤΥΡΑΝΝΟΣ. Το ανάγλυφο σχολιάζουν δυο Ελλανοδίκες καυτηριάζοντας συνάμα την παρακμή της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

 

 

 

 

 

 

 

 

Κατά τα άλλα, υπάρχουν πάμπολλες αναφορές στην τέλεση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων, όπως λ.χ. η τελετή έναρξης, η προπόνηση των αθλητών, η βράβευση των νικητών και το πρόβλημα του ντόπινγκ.

Τέλος, ο τόμος κυκλοφορεί και στα αρχαία ελληνικά!

https://vivliothikiagiasmatos.files.wordpress.com/2012/02/ceb1cf83cf84ceb5cf81ceafcebaceb9cebf cf82-ceb5cebd-cebfcebbcf85cebccf80ceafceb1.pdf

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αυθαίρετος αναχρονισμός επί το ελληνικότερον. Ενδείκνυται για προεκλογικές περιόδους και όχι μόνο…

 

Κείμενο – Επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – Επιμέλεια έκδοσης: Θωμάς Δημόπουλος

Τα σταυρόλεξα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Δίαυλος διαρροής απόρρητων πληροφοριών;

Τα σταυρόλεξα του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Δίαυλος διαρροής απόρρητων πληροφοριών;

 

Υπάρχουν στιγμές στην Ιστορία, όπου η επικάλυψη δυο γεγονότων χαρακτηρίζεται ως σύμπτωση, δηλαδή τυχαία συνύπαρξη δίχως να υπάρχει κανένα απολύτως στοιχείο που να τα συνδέει μεταξύ τους. Ωστόσο, η κάθε σύμπτωση οφείλει να συνοδεύεται και από μια πειστική εξήγηση. Από την άλλη πλευρά, είναι δυνατή μια αλληλουχία “συμπτώσεων” γύρω από το ίδιο αντικείμενο; Σε μια τέτοια περίπτωση, από πότε παύει κανείς να κάνει λόγο περί συμπτώσεων και αρχίζει να διερευνά μια πραγματικότητα με στόχο την επαλήθευση εύλογων υποψιών;

Στις 18 Αυγούστου 1942, στη σχετική στήλη της εφημερίδας Daily Telegraph, δημοσιεύθηκε ένα σταυρόλεξο. Το όνομα Dieppe (Διέππη) ήταν η απάντηση στην ερώτηση: “Λιμάνι της Γαλλίας”. Τίποτα το επιλήψιμο έως εδώ. Άλλωστε, η επίλυση σταυρόλεξων ανέκαθεν αποτελούσε αγαπημένη συνήθεια των αναγνωστών και κοινή πρακτική των ημερησίων εφημερίδων. Η δε συγκεκριμένη ερώτηση φάνταζε τη στιγμή εκείνη ως απόλυτα αθώα και ανώδυνη. Το περίεργο στην όλη υπόθεση είναι πως το συγκεκριμένο σταυρόλεξο, το οποίο είχε συνταχθεί την προηγούμενη, μόλις, ημέρα, κυκλοφόρησε την άμεση παραμονή της επιχείρησης Jubilee, δηλαδή της συμμαχικής επιδρομής σε βάρος της Διέππης.

Η παραπάνω επιχείρηση εξαπολύθηκε στις 19 Αυγούστου και εξελίχθηκε σε πανωλεθρία για τους επιτιθέμενους. Συγκέντρωνε όλα τα διακριτικά γνωρίσματα μιας επιχείρησης αυτοκτονίας, καθώς σχεδιάστηκε πρόχειρα, ανεύθυνα και με ασαφή στρατηγικό στόχο. Εκ των πραγμάτων η κατά μέτωπο επίθεση με ισχύ μιας μεραρχίας του καναδικού στρατού, πλαισιωμένης από Βρετανούς δολιοφθορείς, σε βάρος των πανίσχυρων παράκτιων αμυντικών υποδομών, τις οποίες είχαν επιμελώς κατασκευάσει οι Γερμανοί στην αντίπερα όχθη της Μάγχης, δεν προδιέγραφε τίποτα το αισιόδοξο. Η επικρατέστερη άποψη συνηγορεί υπέρ μιας εφήμερης επιχείρησης, με στόχο την εξουδετέρωση συγκεκριμένων οχυρωματικών έργων, λιμενικών υποδομών και στρατηγικής σημασίας κτηριακών εγκαταστάσεων. Πάνω απ’ όλα, ωστόσο, η επιδρομή κατά της Διέππης δεν ήταν τίποτε άλλο από μια διερεύνηση του βαθμού ετοιμότητας αντίστασης του εχθρού. Εν μέρει δε και ένα μήνυμα προς τη Μόσχα, που την ίδια ακριβώς στιγμή ασκούσε αφόρητη πίεση για τη διάνοιξη ενός δευτέρου μετώπου, τη φορά αυτή στη δυτική Ευρώπη. Όπως και να έχει το ζήτημα, μέσα σε λιγότερο από δέκα ώρες, το συμμαχικό αποβατικό σώμα αναγκάστηκε να εκκενώσει τις ακτές της απόβασης, έχοντας καταγράψει 910 νεκρούς, 4.465 τραυματίες και 1.949 αιχμαλώτους. Σε αυτούς πρέπει να προσθέσει κανείς άλλους 500 νεκρούς και τραυματίες μεταξύ των χειριστών των αποβατικών σκαφών. Η RAF έχασε 100 περίπου αεροσκάφη, πολλοί από τους χειριστές των οποίων απώλεσαν τη ζωή τους. Η ισχύς του αποβατικού σώματος τη στιγμή της έναρξης της επιδρομής ήταν 10.500 περίπου άνδρες, 237 σκάφη (συμπεριλαμβανομένων των αποβατικών) και ισχυρή αεροπορική στήριξη. Μεγάλο μέρος του υλικού έπεσε στα χέρια των Γερμανών. Καθ’ όλη τη διάρκεια της επιχείρησης, ήταν εμφανές ότι οι τελευταίοι ουδόλως αιφνιδιάστηκαν, αφήνοντας να εννοηθεί πως είχαν προλάβει να οργανωθούν κατάλληλα προκειμένου να αποκρούσουν τους εισβολείς κατά μήκος της ακτογραμμής. Άραγε, είχαν καταφέρει να οργανωθούν χάρη στο επίμαχο σταυρόλεξο; Λίγο δύσκολο να το αποδεχθεί κανείς, δεδομένου του στενού χρονικού περιθωρίου (ανάμεσα στη δημοσίευση του σταυρόλεξου και την έναρξη της επιχείρησης Jubilee δεν είχαν μεσολαβήσει παρά λίγες μόνο ώρες). Ωστόσο, η πληροφορία θα μπορούσε κάλλιστα να αποτελέσει επιβεβαίωση της τελευταίας στιγμής ως προς την επιλογή των ακτών της απόβασης.

Διέππη, 19 Αυγούστου 1942. Τα απομεινάρια μιας πανωλεθρίας.

Υποθέτοντας ότι μέσω του σταυρόλεξου είχαν διαρρεύσει απόρρητες πληροφορίες με αποδέκτες τους Γερμανούς, το War Office διερεύνησε άμεσα την όλη υπόθεση προς αυτή την κατεύθυνση προτού καταλήξει στο συμπέρασμα πως επρόκειτο για ασυνήθιστη σύμπτωση.

Τα πράγματα θα είχαν παραμείνει έτσι, εάν τις παραμονές της απόβασης των Συμμάχων στη Νορμανδία (6 Ιουνίου 1944) δεν είχε επαναληφθεί, σε μεγαλύτερη μάλιστα κλίμακα, η ίδια διαδικασία, μέσα από σταυρόλεξα, τα οποία είχαν δημοσιευθεί εκ νέου από την Daily Telegraph. Η χρονική αλληλουχία των δημοσιεύσεων είναι αποκαλυπτική:

  • 2 Μαΐου 1944 (17 οριζοντίως): Το όνομα “Utah” ήταν η απάντηση στην ερώτηση “Μία εκ των ΗΠΑ” – “One of the U.S.” . Utah Beach ήταν η συνθηματική ονομασία μιας εκ των ακτών της απόβασης, η οποία, επιπρόσθετα, είχε καταχωριστεί στον αμερικανικό τομέα.

  • 22 Μαΐου 1944 (3 καθέτως): Στην ερώτηση “Περιοχή Ινδιάνων στο Missouri” – “Red Indian on the Missouri” η ορθή απάντηση ήταν “Omaha”, κωδική ονομασία της έτερης ακτής στην οποία έμελλαν να αποβιβαστούν αμερικανικά στρατεύματα (Omaha Beach).

  • 27 Μαΐου 1944 (11 οριζοντίως): Η όλη υπόθεση ανέβηκε κλίμακα, καθώς η απάντηση σε σχετική ερώτηση ήταν “Ηγεμόνας” – “Overlord”, ούτε λίγο ούτε πολύ η κωδική ονομασία του συνόλου της επιχείρησης!

6 Ιουνίου 1944. Έναρξη της επιχείρησης Overlord.
  • 30 Μαΐου 1944 (11 οριζοντίως): Ερώτηση: “Ο συγκεκριμένος θάμνος αποτελεί φυτώριο επαναστάσεων στον τομέα της υγείας” -“ This bush is a centre of nursery revolutions.” Απάντηση: “Mulberry” (Μουριά). Mulberry ήταν η συνθηματική ονομασία των δύο τεχνητών λιμένων που οι Σύμμαχοι μετέφεραν δια θαλάσσης στα ανοικτά της Νορμανδίας προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες ανεφοδιασμού του εκστρατευτικού σώματος. Ο πρώτος από αυτούς, στο ύψος της ακτής Omaha, καταστράφηκε πολύ γρήγορα εξαιτίας σφοδρής θαλασσοταραχής. Ο δεύτερος, στα ανοικτά της Arromanches, αποδείχθηκε κομβικής σημασίας, καθώς, μέχρι την απελευθέρωση της Αμβέρσας στις αρχές Σεπτεμβρίου και των άθικτων λιμενικών εγκαταστάσεων της τελευταίας, το Mulberry Harbour σε ζητήματα ανεφοδιασμού, λειτούργησε ως ο μοναδικός ομφάλιος λώρος ανάμεσα στις Βρετανικές Νήσους και την Ηπειρωτική Ευρώπη.

  • 1η Ιουνίου 1944 (15 καθέτως): Ερώτηση: “Η Βρετανία και αυτός κρατούν το ίδιο αντικείμενο” – “Britannia and he hold the same thing”. Απάντηση: “Ποσειδώνας” – “Neptune”. Ως Operation Neptune οι Σύμμαχοι είχαν βαπτίσει το ναυτικό σκέλος της επιχείρησης Overlord.

    Επιχείρηση Neptune. Οι απόρρητες διαταγές.
Οι πέντε ακτές της απόβασης με τις συνθηματικές ονομασίες.

Με άλλα λόγια, κατά τον τελευταίο μήνα που προηγήθηκε της απόβασης, μέσω σταυρόλεξων δημοσιοποιήθηκαν οι περισσότερες από τις κωδικές ονομασίες της επιχείρησης. Επιπρόσθετα, λίγο νωρίτερα, το ίδιο είχε συμβεί και με εκείνες των υπολοίπων ακτών της απόβασης (Gold, Juno, Sword). Ωστόσο, η συνήθως δραστήρια και αποτελεσματική MI5 (Military Intelligence 5 – πρόκειται για την υπηρεσία αρμόδια για την αντικατασκοπεία), είχε θεωρήσει τότε πως επρόκειτο για σύμπτωση (το ίδιο είχε αποφανθεί και στην περίπτωση της Διέππης δύο χρόνια πριν), καθώς ονόματα του είδους αυτού συμπεριλαμβάνονταν συχνά, όπως υποστήριξε, στα σταυρόλεξα.

Όμως, οι απανωτές διαρροές του Μαΐου προκάλεσαν πανικό σε επίπεδο ηγεσίας των Συμμάχων και γενική κινητοποίηση των μυστικών υπηρεσιών. Μια ολόκληρη επιχείρηση εισβολής στην Ευρώπη τελούσε εν κινδύνω. Πόσο μάλλον που οι Σύμμαχοι κατέβαλαν τιτάνιες προσπάθειες προς την κατεύθυνση της παραπληροφόρησης του αντιπάλου (επιχείρηση Fortitude), καταφέρνοντας εν τέλει να κρατήσουν μέχρι την τελευταία στιγμή νεφελώδη στα μάτια των Γερμανών τον ακριβή χρόνο και, κυρίως, τις επιλεγείσες ακτές. Ακόμα και στις Βρετανικές Νήσους ελάχιστοι ήταν εκείνοι που γνώριζαν, έστω και κατά προσέγγιση, την ημερομηνία έναρξης της επιχείρησης Overlord. Όμως, οι πάντες διαισθάνονταν πως η κρίσιμη ημερομηνία πλησίαζε. Η MI5 ήταν αδύνατο να μην κινητοποιηθεί. Οκτώ απόρρητες συνθηματικές ονομασίες είχαν δει το φως της δημοσιότητας μέσα σε χρονικό διάστημα 45 ημερών, με αυξημένη συχνότητα από τις 22 Μαΐου και μετά. Ουδείς μπορούσε να αποκλείσει το ενδεχόμενο ότι μέσω των ερωτοαπαντήσεων των σταυρόλεξων διέρρεαν απόρρητες πληροφορίες με αποδέκτες τους Γερμανούς.

Μοιραία, οι έρευνες στράφηκαν προς τον υπεύθυνο της σχετικής στήλης της Daily Telegraph και ταυτόχρονα συντάκτη των σταυρόλεξων. Ο Leonard Dawe (1889-1963) ήταν λάτρης αλλά και συντάκτης σταυρόλεξων. Η συνεργασία του με την εφημερίδα στον συγκεκριμένο τομέα χρονολογείτο από το 1925. Αυτή ήταν η ερασιτεχνική του δραστηριότητα. Η επίσημη ιδιότητά του ήταν εκείνη του γυμνασιάρχη του Strand School, ενός υψηλού κύρους σχολείου αρρένων του Λονδίνου, το οποίο είχε μεταστεγαστεί από το κεντρικό Λονδίνο στο Effingham της κομητείας Surrey, εξαιτίας των σφοδρών αεροπορικών επιδρομών της γερμανικής αεροπορίας σε βάρος της πρωτεύουσας. Συνεπώς, ο Dawe ήταν ένα ευυπόληπτο άτομο, υπεράνω πάσης υποψίας, το οποίο έχαιρε άκρας εκτίμησης από όσους τον γνώριζαν και τον συναναστρέφονταν.

O Leonard Dawe, ως ποδοσφαιριστής της ομάδας Southampton F.C. το 1912 (αριστερά) και σε προχωρημένη ηλικία (δεξιά).

Στις 2 Ιουνίου, την αμέσως επομένη της τελευταίας επίμαχης ανάρτησης και τέσσερις μέρες πριν από την απόβαση, δύο πράκτορες της MI5 επισκέφθηκαν τον Dawe στο γραφείο του, στο Strand School. Ένα επιπλέον στοιχείο, το οποίο τους είχε προβληματίσει, ήταν το γεγονός ότι οι νέες (προσωρινές) εγκαταστάσεις του σχολείου δεν απείχαν πολύ από το Brighton, έναν από τους κυριότερους λιμένες επιβίβασης των στρατευμάτων με τελικό προορισμό τις ακτές της Νορμανδίας. Ακούγοντας τα όσα του είπαν, ο Dawe τρομοκρατήθηκε. Θεωρήθηκε ύποπτος παροχής απόρρητων πληροφοριών με αποδέκτη τον εχθρό. Οι αντιδράσεις του κάθε άλλο παρά πειστικές μπορούσαν να χαρακτηρισθούν. Στην ερώτηση για ποιο λόγο είχαν παρεισφρήσει στα σταυρόλεξα τα επίμαχα ονόματα (φυσικά δεν του αποκαλύφθηκαν όλες οι πραγματικές διαστάσεις του προβλήματος) αποκρίθηκε ότι δεν είχε την παραμικρή ιδέα. Επρόκειτο για μια απάντηση, η οποία κάθε άλλο παρά ικανοποίησε τους συνομιλητές του. Ως εκ τούτου, οι τελευταίοι τον συνέλαβαν προκειμένου να τον μεταφέρουν στο αρχηγείο της ΜΙ5 για περαιτέρω ανάκριση. Ο Dawe επιβιβάστηκε στο αυτοκίνητο μπροστά στα έκπληκτα μάτια των μαθητών του που είχαν συγκεντρωθεί στο προαύλιο του σχολείου.

Η θέση του Dawe ήταν τραγική. Παρέμεινε υπό κράτηση, ενώ οι αρχές απαγόρευσαν στον εκδότη της Daily Telegraph να δημοσιεύσει σταυρόλεξα τουλάχιστον μέχρι την ημέρα έναρξης της επιχείρησης Overlord. Ήταν διάχυτος ο φόβος μήπως στις 4 ή 5 Ιουνίου (η απόβαση ήταν προγραμματισμένη για τις 5 και αναβλήθηκε τη τελευταία στιγμή για την επομένη εξαιτίας των κακών καιρικών συνθηκών) κυκλοφορούσαν σταυρόλεξα, τα οποία θα περιλάμβαναν τη λέξη D- Day! Παρά ταύτα, λίγες ημέρες μετά την απόβαση, τού επιτράπηκε να επιστρέψει στη δουλειά του. Στις επίμονες ερωτήσεις του άμεσου περιβάλλοντός του, ο Dawe, δεσμευμένος προφανώς από τον όρκο περί Κρατικών Απορρήτων, απέφυγε με ευγένεια να απαντήσει. Ήταν εμφανές ότι οι ανακριτές είχαν διατάξει απόλυτη σιγή. Σύντομα ξανάρχισε να συντάσσει σταυρόλεξα, που τη φορά αυτή τελούσαν υπό συνεχή έλεγχο προτού δημοσιευθούν. Τα δραματικά γεγονότα της 6ης Ιουνίου και η εξέλιξη των πολεμικών επιχειρήσεων στη Δυτική Ευρώπη προσέλκυσαν, όπως ήταν επόμενο, την προσοχή όλων, με αποτέλεσμα το επεισόδιο της έλευσης των δύο πρακτόρων και της προσαγωγής του Dawe να ξεχαστεί σχετικά γρήγορα.

Τα επίμαχα σταυρόλεξα του Μαΐου – Ιουνίου 1944.

Ωστόσο, ο ίδιος ο Dawe κάθε άλλο παρά έδειξε να το έχει διαγράψει από τη μνήμη του. Το 1958, συμμετέχοντας σε τηλεοπτική εκπομπή του BBC, περιέγραψε το επεισόδιο ως εξής: “Εξάντλησαν κάθε μέσο. Πήγαν στο Bury St. Edmunds όπου κατοικούσε ο συνάδελφός μου Melville-Jones (επίσης συντάκτης σταυρόλεξων στην Daily Telegraph). Τον έβαλαν και εκείνον πίσω από τα σίδερα. Στο τέλος όμως, αποφάσισαν να μη μας εκτελέσουν. Φαντάζομαι πως θα είχαν αντίθετη γνώμη σε περίπτωση που η D- Day κατέληγε σε αποτυχία”. Η εκτίμηση του Dawe ήταν ορθή. Μια αποτυχημένη έκβαση της απόβασης ισοδυναμούσε με ισόβια κάθειρξη, εάν όχι με αγχόνη. Η εκδοχή της απλής σύμπτωσης στη συγκεκριμένη περίπτωση, ηχούσε ως εξωπραγματική. Κι’ όμως, ο Dawe αφέθηκε ελεύθερος επειδή στη πορεία της ανάκρισης δεν προέκυψαν επιβαρυντικά στοιχεία.

Η μεγάλη ανατροπή έλαβε χώρα το 1984. Ήταν η εποχή που η Daily Telegraph είχε επιλέξει να τιμήσει τη συμπλήρωση σαράντα ετών από τη διενέργεια της απόβασης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο έγινε αναφορά στο επεισόδιο με τα σταυρόλεξα, συνοδευόμενη από την επισήμανση ότι εκκρεμούσε ακόμη κάποια πειστική εξήγηση. Την επομένη κιόλας, ένας αναγνώστης ήρθε σε επαφή με τη διεύθυνση της εφημερίδας, έτοιμος, όπως δήλωσε, να προβεί σε αποκαλυπτικές ομολογίες. Ο Ronald French, 54 ετών, κάτοικος του Wolverhampton, ήταν δεκατετράχρονος μαθητής στο Strand School το 1944. Εκείνος είχε προμηθεύσει τον Dawe με τις συνθηματικές ονομασίες. Πιο συγκεκριμένα, ο τελευταίος, ο οποίος όχι μόνο έπαιρνε πολύ στα σοβαρά την όλη διαδικασία κατασκευής σταυρόλεξων αλλά είχε επινοήσει και ολόκληρη τεχνική για τον σκοπό αυτό, καλούσε συχνά στο γραφείο του μαθητές και τους υπέβαλε στην ακόλουθη διανοητική άσκηση: να συμπληρώσουν με δικές τους λέξεις τα κενά ενός σταυρόλεξου. Εν συνεχεία, αναλάμβανε εκείνος την διατύπωση της σχετικής ερώτησης καθώς και την εν γένει αρχιτεκτονική. Μάλιστα ο French, ο οποίος έδειχνε να απολαμβάνει ιδιαίτερα την όλη εμπειρία, διατηρούσε ένα σημειωματάριο από όπου αντλούσε κατόπιν τις λέξεις.

Ο Ronald French μαθητής στο Strand.

Όπως ο ίδιος διηγήθηκε το 1984, ο Dawe τον κάλεσε στο γραφείο του λίγες μέρες έπειτα από την απόβαση στη Νορμανδία και τον ρώτησε ποια ήταν η πηγή των επίμαχων λέξεων. Ο French απάντησε με αφοπλιστική ειλικρίνεια ότι είχε ακούσει τα ονόματα από Αμερικανούς και Καναδούς στρατιώτες, οι οποίοι στρατωνίζονταν κοντά στο σχολείο. Όπως ήταν επόμενο, η ύπαρξη του στρατοπέδου είχε κεντρίσει την περιέργεια πολλών μαθητών, οι οποίοι πέρναγαν το μεγαλύτερο μέρος του ελεύθερου χρόνου τους συνομιλώντας με τους στρατιώτες. Μάλιστα, ο French είχε προθυμοποιηθεί να βγάζει βόλτα τον σκύλο του συνταγματάρχη, διοικητή του στρατοπέδου. Σαν ανταμοιβή, του επιτράπηκε να ανεβεί σε ένα τεθωρακισμένο, ακόμα και να το οδηγήσει για λίγα μέτρα. Κατόπιν, έδειξε στον καθηγητή του το σημειωματάριο. Όταν ο Dawe το φυλλομέτρησε, έχασε κυριολεκτικά το χρώμα του. Προφανώς λίγο νωρίτερα, στη διάρκεια της ανάκρισης, είχε αντιληφθεί την πραγματική σημασία των ονομάτων. Ο French περιέγραψε τη σκηνή ως εξής: “Λίγο μετά την D-Day, ο Dawe με κάλεσε και με ρώτησε που ακριβώς είχα βρει τις λέξεις. Του διηγήθηκα όλα όσα γνώριζα. Εν συνεχεία ζήτησε να δει το σημειωματάριο. Πανικοβλήθηκε με το που το άνοιξε και μου είπε πως έπρεπε να καεί πάραυτα. Σε ολόκληρη τη ζωή μου δεν έχω δει άλλον άνθρωπο τόσο οργισμένο. Φοβήθηκα πολύ, πιστεύοντας ότι θα με κλείσουν στη φυλακή. Ο κ. Dawe μου παρέδωσε ένα αυστηρό μάθημα περί εθνικής ασφάλειας και με έβαλε να ορκιστώ ότι δεν επρόκειτο να μιλήσω σε κανένα σχετικά με αυτή την ιστορία. Επέμενε ιδιαίτερα στο θέμα της πλήρους μυστικότητας. Τον όρκο μου τον έδωσα πάνω στη Βίβλο και τον τήρησα σχολαστικά μέχρι σήμερα” (1984). Παρακάτω, περιγράφοντας τις συναναστροφές που είχε με τους στρατιώτες, πρόσθεσε τα ακόλουθα: “Ήμουν κατενθουσιασμένος. Περνούσα μαζί τους ολόκληρα απογεύματα, ακόμα και Σαββατοκύριακα (…). Ο καθένας γνώριζε τις συνθηματικές ονομασίες. Omaha και Utah ήταν οι ακτές, για τις οποίες προορίζονταν. Γνώριζαν τα ονόματα, όχι όμως τις τοποθεσίες. Όλοι γνωρίζαμε πως το κωδικό όνομα της επιχείρησης ήταν Overlord. Οι στρατιώτες μιλούσαν ελεύθερα μεταξύ τους παρουσία μου, επειδή ήξεραν πως δεν ήμουν κατάσκοπος. Δεν ήμουν άλλωστε μόνος. Εκατοντάδες παιδιά πρέπει να γνώριζαν όσα κι’ εγώ”.

Αξιωματικός του Αμερικανικού στρατού απευθύνεται σε μαθητές σχολείου της κομητείας Dorset.

Αν και αληθοφανής, η παραπάνω εκδοχή αφήνει να αιωρούνται πολλά ερωτηματικά:

  1. Ο Dawe ήταν όντως εκείνος που εμφανιζόταν δημόσια, δηλαδή ένας ευυπόληπτος γυμνασιάρχης, ή μήπως αυτή ήταν η κάλυψή του προκειμένου να διαρρέει μυστικά στους Γερμανούς;

  2. Για ποιο λόγο, τις άμεσες παραμονές της απόβασης, από μια δεξαμενή λέξεων, με την οποία είναι σχεδόν βέβαιο ότι τον είχαν εφοδιάσει οι μαθητές του, επέλεξε να συμπεριλάβει στα σταυρόλεξα τα συγκεκριμένα ονόματα;

  3. Είτε επρόκειτο για μεταβίβαση ευθυνών σε ένα δεκατετράχρονο αγόρι είτε όχι, η εν γένει συμπεριφορά του Dawe έναντι του μαθητή του κάθε άλλο παρά ως υπόδειγμα εφαρμογής στοιχειωδών κανόνων της παιδαγωγικής μπορεί να χαρακτηριστεί. Ο Dawe επιβάλλοντας ισόβια σιωπή, γέμισε με δυσβάστακτες ενοχές έναν έφηβο, δίχως να εξηγήσει επακριβώς τους λόγους, για τους οποίους το είχε πράξει. Όπως ο ίδιος ο French περιέγραψε 40 χρόνια αργότερα, έζησε μια αγχώδη ζωή πιστεύοντας πως είχε κοντέψει, άθελά του, να χρεώσει την πατρίδα του με μια στρατιωτική ήττα. Η φράση “Η απερισκεψία σου λίγο έλλειψε να στοιχίσει αμέτρητες ζωές” τον είχε στοιχειώσει σχεδόν σε καθημερινή κλίμακα. Όλα αυτά ήταν αψυχολόγητες αντιδράσεις, συνέπεια της ανάκρισης στην οποία ο Dawe είχε υποβληθεί, ή μήπως ένας εύσχημος τρόπος να καλυφθεί πίσω από κάποιο άλλο άτομο καθώς, μάλιστα, δεν είχαν προκύψει ενοχοποιητικά στοιχεία για τον ίδιο;

  4. Το έτος 1936, μια τραγωδία σημάδεψε την ιστορία του Strand School. Στη διάρκεια μιας εκδρομής στην περιοχή του Μέλανος Δρυμού, στη νοτιοδυτική Γερμανία, πέντε μαθητές έχασαν τη ζωή τους εξαιτίας μιας χιονοστιβάδας. Συνοδός τους, την ημέρα εκείνη, δεν ήταν ο Dawe, ο οποίος, ωστόσο, υπηρετούσε στο Strand ήδη από το 1926 και είχε ακολουθήσει την εκδρομή. Το τραγικό συμβάν είχε συγκλονίσει τόσο τη βρετανική όσο και τη γερμανική κοινή γνώμη. Οι σοροί των θυμάτων συγκεντρώθηκαν σε μια τοπική εκκλησία με τιμητική φύλαξη από μέλη της χιτλερικής νεολαίας. Ο ίδιος ο ηγέτης του Γ΄ Ράιχ μερίμνησε προσωπικά για τον επαναπατρισμό των επιζώντων και των σορών με έξοδα του γερμανικού κράτους. Μήπως τότε συνήφθησαν δεσμοί ανάμεσα στο σχολείο και τους Ναζί; Σημειωτέον πως τις ανακρίσεις για τα αίτια της τραγωδίας είχε αναλάβει η Γκεστάπο. Ιδανικές συνθήκες για στρατολόγηση πρακτόρων.

  5. Υπεράνω όλων, όμως, επικρέμεται το επεισόδιο της Διέππης. Ο λόρδος Tweedsmuir, ανώτατος αξιωματικός πληροφοριών αποσπασμένος στις Καναδικές ένοπλες δυνάμεις, είχε αναλάβει τότε τη διενέργεια των ανακρίσεων. Γνώριζε προσωπικά πολλούς από εκείνους που είχαν αφήσει επιτόπου την τελευταία τους πνοή και ήταν αποφασισμένος να ερευνήσει σε βάθος. Τα λόγια του, χρόνια αργότερα, είναι αποκαρδιωτικά: “Διαπιστώσαμε ότι ένα σταυρόλεξο περιλάμβανε τη λέξη ΔΙΕΠΠΗ. Διατάχθηκε άμεση και εξαντλητική ανάκριση στην οποία ενεπλάκη και η ΜΙ5. Τελικά συμπεράναμε πως επρόκειτο για μια απίστευτη σύμπτωση”.

Οι σοροί των θυμάτων με τιμητική συνοδεία μελών της χιτλερικής νεολαίας.
Η επιστροφή των επιζώντων. Ο Dawe διακρίνεται στο κέντρο της φωτογραφίας.

Η ανάκριση του 1944, η οποία επίσης διεκπεραιώθηκε από την MI5, κατέληξε σε ανάλογη διάγνωση: σύμπτωση. Διερωτάται κανείς μήπως η επαναλαμβανόμενη αδυναμία της υπηρεσίας να εντοπίσει αποδεικτικά στοιχεία την εξωθούσε στο να κάνει εκτενή χρήση του παραπάνω όρου. Είμαστε, συνεπώς, μάρτυρες μιας δαιμόνιας σύμπτωσης ή μήπως μιας καλοστημένης επιχείρησης κατασκοπείας; Ξεκάθαρη απάντηση δεν έχει δοθεί. Τα σταυρόλεξα της Daily Telegraph έχουν προστεθεί στη μακροσκελή κατάσταση των άλυτων σταυρόλεξων της Ιστορίας.

 

That Time Crossword Puzzles Almost Gave Away the D-Day Landings

 

 

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

 

 

Κείμενο – επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – επιμέλεια έκδοσης: Βαγγέλης Κανσίζογλου

 

 

 

 

Μουσική και κινηματογράφος. Μια περιπλάνηση από τη μεγάλη οθόνη στις αίθουσες συναυλιών

Η Πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Clio Turbata

   Μουσική και κινηματογράφος. Μια περιπλάνηση από τη μεγάλη οθόνη στις αίθουσες συναυλιών

 

Αφιερώνεται στον Δημοσθένη Μαρμαρά

μουσικό και ένθερμο σινεφίλ

Κινηματογράφος δίχως μουσική είναι εφικτός; Την απάντηση δίνει κατηγορηματικά ο απειροελάχιστος αριθμός των κινηματογραφικών ταινιών που δεν διαθέτουν την παραμικρή μουσική επένδυση. Αν όμως η συνοδεία μουσικής αναδεικνύεται σε θεμελιώδη παράμετρο, το ερώτημα συνίσταται στο κατά πόσο καταλαμβάνει τη θέση, η οποία δικαιωματικά της αναλογεί. Εδώ η απάντηση είναι αποκαρδιωτική. Στην πληθώρα των περιπτώσεων, η μουσική υποβαθμίζεται από τη στιγμή, κατά την οποία η προτεραιότητα δίνεται εξ ορισμού στην εικόνα. Λίγες είναι οι περιπτώσεις ισοδύναμου καταμερισμού, προς όφελος του συνόλου. Συνήθως οφείλεται στην καλή χημεία και αγαστή συνεργασία μεταξύ σκηνοθέτη και μουσικοσυνθέτη. Υπάρχουν περίτρανα δείγματα του είδους αυτού (Sergei Eisenstein – Sergei Prokofiev, Alfred Hitchcock – Bernard Herrmann, Frederico Fellini – Nino Rota, Sergio Leone – Ennio Morricone, David Lean – Maurice Jarre, Blake Edwards – Henry Mancini, George Lukas – John Williams), πραγματικά σημεία αναφοράς. Πρόκειται, ωστόσο, για  ευτυχείς εξαιρέσεις που απλώς επιβεβαιώνουν τον κανόνα: ναι μεν η ύπαρξη μουσικής υπόκρουσης κρίνεται απαραίτητη, ωστόσο αποφεύγεται συστηματικά να τής επιτραπεί να διεκδικήσει συμμετοχή επί ίσοις όροις. Αντιστρέφοντας την προοπτική, το σημερινό αφιέρωμα κινείται προς την κατεύθυνση αποκατάστασης μιας αδικίας. Στόχος είναι να αποδείξει όχι την εξάρτηση της μουσικής από την εικόνα (βοηθούσης και της πρακτικής του ηχητικού μοντάζ που συχνά κατακερματίζει μια αυτοτελή μουσική σύνθεση ανάλογα με τις επιταγές του σκηνοθέτη), αλλά εκείνη της εικόνας από τη μουσική, χάρη στην ατμόσφαιρα που μια ποιοτική σύνθεση διαθέτει κάθε δυνατότητα να δημιουργήσει. Για τον λόγο αυτό, σε πολλά από τα παραδείγματα που ακολουθούν παρατίθεται το σύνολο της μουσικής, η οποία έχει γραφεί κατ’ εντολή του σκηνοθέτη, συχνά όμως κατακερματιστεί επί της οθόνης, εκ νέου κατ’ εντολή του σκηνοθέτη. Πολλά από τα έργα αυτά μπορούν κάλλιστα να ενταχθούν στο κλασσικό συμφωνικό ρεπερτόριο και να εκτελεστούν αυτοδύναμα μέσα στις αίθουσες συναυλιών. Τέλος, άξιες μνείας είναι οι περιπτώσεις καταξιωμένων μουσικοσυνθετών, οι οποίοι δέχθηκαν να επενδύσουν με τη μουσική τους κινηματογραφικές ταινίες, ως φόρο τιμής προς την Έβδομη Τέχνη.

 

Εισαγωγή

Το αφιέρωμα ξεκινά με μια ανθολογία βραβευμένων με Όσκαρ (ή υποψηφίων για τον ίδιο σκοπό) μουσικών επενδύσεων. Σε πολλές από αυτές επανέρχεται κατόπιν αναλυτικότερα. Ο John Williams, ο οποίος και διασκεύασε την παρακάτω σπονδή σε μελωδίες που άφησαν εποχή, διευθύνει την Boston Pops Orchestra. Η συναυλία πραγματοποιήθηκε το 2002 στη Βοστόνη.

 

Richard Strauss (1864-1949) – Johann Strauss υιός (1825-1899)

Τι σχέση μπορεί να έχουν με τον χώρο της έβδομης τέχνης δυο συνθέτες, οι οποίοι ουδέποτε έχουν εντρυφήσει σε μουσικές επενδύσεις κινηματογραφικών ταινιών (ο ένας μάλιστα δεν πρόλαβε καν την εφεύρεση του κινηματογράφου) και, επιπρόσθετα, φέρουν το ίδιο επώνυμο δίχως να τους συνδέει η παραμικρή συγγένεια; Η απάντηση είναι ότι η μουσική τους επιλέχθηκε μετά θάνατον για την επένδυση της ίδιας ταινίας.

Τον Ιούνιο του 1968, δεκατρείς, μόλις, μήνες πριν από την αποστολή του διαστημοπλοίου Απόλλων 11 στη Σελήνη, προβλήθηκε στις αίθουσες μια από τις μεγαλύτερες επιτυχίες που κατέγραψε ποτέ η ιστορία του κινηματογράφου. Ο λόγος για το περίφημο 2001: A Space Odyssey, του σκηνοθέτη Stanley Kubrick, με σενάριο βασισμένο στη νουβέλα του Arthur C. Clarke με τίτλο The Sentinel. Πρόκειται για έναν φιλοσοφικών, σχεδόν, διαστάσεων στοχασμό επάνω στην ύπαρξη και εξέλιξη του ανθρωπίνου είδους μέσα στο χρόνο, επάνω στην τεχνολογία, στην τεχνητή νοημοσύνη με τα πλεονεκτήματα και τους κινδύνους που αυτή επιφέρει, επάνω στη ζωή και στον θάνατο, τέλος, επάνω στο ενδεχόμενο ύπαρξης εξωγήινης ζωής. Η ανθρώπινη άβυσσος, έτσι όπως παρουσιάζεται στο έργο, φαντάζει εξίσου πολύπλοκη και αινιγματική με την αντίστοιχη συμπαντική. Οι διάφοροι πολιτισμοί υπάγονται στο τρίπτυχο-τετράπτυχο του βιολογικού κύκλου (γέννηση, εξέλιξη-άνθιση, παρακμή-θάνατος και εκ νέου γέννηση). Η δε ανθρώπινη νοημοσύνη υποσκελίζεται από τη δική της επινόηση, την τεχνητή νοημοσύνη. Ο άνθρωπος πληρώνει, με τον τρόπο αυτό, το τίμημα της υπέρμετρης αλαζονείας του: η αρχαία ελληνική ύβρις σε εποχή προηγμένης τεχνολογίας. Για πολλούς, η χρονική γειτνίαση της προβολής της συγκεκριμένης κινηματογραφικής ταινίας με την κατάκτηση της Σελήνης, ερμηνεύτηκε ως ψυχολογική προπαρασκευή του ευρέως κοινού, ενόψει του κοσμογονικού γεγονότος, που το τελευταίο έμελλε σύντομα να βιώσει.

Ο Kubrick είχε την φαεινή ιδέα να χρησιμοποιήσει στην αρχή και στο τέλος του έργου την εντυπωσιακή εισαγωγή από το συμφωνικό ποίημα για μεγάλη ορχήστρα του Richard Strauss Τάδε έφη Ζαρατούστρας (Also Sprach Zarathustra), εμπνευσμένο από το ομώνυμο έργο του Friedrich Nietzsche. Η επιλογή υπήρξε ευφυής  καθώς προέκυψε απόλυτη ταύτιση μεταξύ εικόνας και μουσικής. Η εξαίρετη συμφωνική σύνθεση του R. Strauss βίωσε μια δεύτερη νεότητα μέσα στη δεκαετία του 1970 (η σύνθεση χρονολογείται από το 1896), καθώς πολύς κόσμος ανακάλυψε την ύπαρξή της χάρη στην προβολή της ταινίας και θέλησε κατόπιν να την γνωρίσει αναλυτικότερα. Για την εισαγωγή επιλέξαμε ένα απόσπασμα της συναυλίας που πραγματοποιήθηκε στις 28 Απριλίου 2012 στην αίθουσα της Φιλαρμονικής του Βερολίνου υπό τη διεύθυνση του ανερχόμενου αρχιμουσικού Gustavo Dudamel, με καταγωγή από την Βενεζουέλα.

R.  Strauss: Also sprach Zarathustra, Op. 30

Η πατροπαράδοτη Πρωτοχρονιάτικη συναυλία της Βιέννης ολοκληρώνει πάντοτε το πρόγραμμά της με την εκτέλεση του πασίγνωστου βαλς του Johann Strauss υιού Ο Ωραίος Γαλάζιος Δούναβης (An der schönen, blauen Donau), που θεωρείται ο άτυπος εθνικός ύμνος της Αυστρίας. Ο Kubrick επέλεξε το μουσικό αυτό έργο χορογραφώντας ένα ιδιότυπο διαστημικό μπαλέτο. Αποφύγαμε να επιλέξουμε για το παρόν αφιέρωμα μια από τις αναρίθμητες ζωντανές ερμηνείες. Αντ’ αυτού προκρίναμε το σχετικό απόσπασμα της ταινίας προκειμένου να απολαύσετε με τη σειρά σας το απόλυτο πάντρεμα εικόνας και ήχου. Το έργο εκτελείται από τον Herbert von Karajan και την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Βιέννης.

 Johann Strauss sohn: An der schönen, blauen Donau, Op. 314

 

Sergei  Prokofiev(1891-1953)

«Ο Prokofiev δεν είναι μόνο ένας από τους μεγαλύτερους μουσικοσυνθέτες της εποχής μας. Κατά την άποψή μου είναι ο πιο υπέροχος δημιουργός μουσικής κινηματογραφικών ταινιών». Μια δίκαιη αναγνώριση εκ μέρους ενός μεγάλου σκηνοθέτη, του Sergei Eisenstein, έναντι του συνονόματός του συνεργάτη και προσωπικού του φίλου, Sergei Prokofiev. Η ιδιωτική τους αλληλογραφία σχετικά με την προετοιμασία των δυο κλασσικών ταινιών Αλέξανδρος Νιέφσκι (1938) και Ιβάν ο Τρομερός (1944) επιβεβαιώνει όχι μόνο την άψογη συνεργασία αλλά και τα αμοιβαία αισθήματα σεβασμού.  Τέλος, διόλου ευκαταφρόνητο για έναν σκηνοθέτη, ο οποίος, όπως οι περισσότεροι ομότεχνοί του λειτουργούσε υπό το άγχος αυστηρού χρονοδιαγράμματος, η συνέπεια του συνεργάτη του τον ανακούφιζε αφάνταστα. Οι φιλοφρονήσεις του σκηνοθέτη δεν περιορίστηκαν στην προαναφερθείσα φράση. Ο Eisenstein επαινούσε ευκαιρίας δοθείσης την μεθοδικότητα, την αναζήτηση, τον λυρισμό αλλά και την έμφυτη κινηματογραφικότητα της μουσικής του Prokofiev. “Η πλαστικότητα της μουσικής του Prokofiev είναι μοναδική. Δεν είναι απλώς εικονογραφική. Παντού αναδεικνύει ανάγλυφα τον ρυθμό και τη δυναμική του γεγονότος. O Prokofiev είναι άνθρωπος της οθόνης”. Άλλωστε κάθε άλλο παρά τυχαίο είναι το γεγονός ότι ο Prokofiev συνέθεσε μουσική για οκτώ συνολικά κινηματογραφικές ταινίες, δυο εκ των οποίων δεν γυρίστηκαν τελικά ποτέ. Τα λόγια του Eisenstein επαληθεύονται όσο ποτέ άλλοτε στη διάσημη σκηνή της μάχης των πάγων, απόσπασμα από την ταινία  Αλέξανδρος Νιέφσκι.

Alexander Nevsky – “Battle of the Ice

To 1939 o Prokofiev μετέγραψε τη μουσική της ταινίας σε καντάτα για μεσόφωνο, χορωδία και ορχήστρα. Πρόκειται για ένα από τα λίγα παραδείγματα μουσικής επένδυσης κινηματογραφικών ταινιών που με τον τρόπο αυτό απόκτησαν μόνιμη θέση στο κλασσικό μουσικό ρεπερτόριο. Στο απόσπασμα που ακολουθεί ο αρχιμουσικός Andris Nelsons από τη Λετονία, μόνιμος αρχιμουσικός σήμερα της Συμφωνικής Ορχήστρας της Βοστόνης και της Ορχήστρας του Gewandhaus της Λειψίας, διευθύνει τη Συμφωνική Ορχήστρα και Χορωδία του Μπέρμιγχαμ. Η συναυλία έλαβε χώρα το 2011 στο Royal Albert Hall του Λονδίνου.

Alexander Nevsky, Op. 78 – “Battle of the Ice”

 

Leonard Bernstein (1918-1990)

Αν και ήδη διακεκριμένος μουσικοσυνθέτης και αρχιμουσικός (διάδοχος του Δημήτρη Μητρόπουλου επικεφαλής της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης), ο Leonard Bernstein έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό χάρη στην εκτυφλωτική επιτυχία της ταινίας West Side Story (1961) του Robert Wise. Σε συνδυασμό με την υπέροχη χορογραφία του Jerome Robbins, η μουσική του Bernstein διεκδικεί δικαιωματικά μεγάλο μερίδιο από τη διεθνή απήχηση του έργου. Άλλωστε ο μουσικοσυνθέτης βάδιζε σε γνώριμο έδαφος. Ορισμένα από το μιούζικαλ που είχε συνθέσει στο παρελθόν και τα οποία είχαν ανεβεί με αξιοσημείωτη επιτυχία στις αίθουσες του Broadway, γυρίστηκαν αργότερα σε ταινίες. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα των On the Town (1949) και Wonderful Town (1958), που μαζί με το West Side Story συγκροτούν την επονομαζόμενη “τριλογία της Νέας Υόρκης”. Ο Bernstein μεταποίησε τις παραπάνω συνθέσεις (με εξαίρεση το Wonderful Town), σε αυτοτελείς συμφωνικές σουίτες, προβαίνοντας ενίοτε σε ριζικές ανακατατάξεις της αρχικής παρτιτούρας και  προσδίδοντας τη μορφή χορών. Τρία χορευτικά επεισόδια (Three Dance Episodes) είναι ο τίτλος της συμφωνικής εκδοχής του On the Town. Φέρουν τους επιμέρους προσδιορισμούς: 1. The Great Lover 2. Lonely Town και 3. Times Square. Όπως σε όλες οι υπόλοιπες χορευτικές συνθέσεις του Bernstein, έτσι και στη συγκεκριμένη περίπτωση η μουσική αγγίζει επίπεδα ορχηστρικής πολυπλοκότητας και δυναμισμού πρωτόγνωρα έως τότε στο εν γένει μουσικοχορευτικό ρεπερτόριο του Broadway. Τα τρία χορευτικά επεισόδια του On the Town ερμηνεύονται από την Μεξικανικής καταγωγής Alondra de la Para, κορυφαία γυναίκα αρχιμουσικό των ημερών μας.

On the Town – Three Dance Episodes”  

Αν και το σκηνικό (Νέα Υόρκη) παραμένει το ίδιο, η ατμόσφαιρα αλλάζει άρδην με αφορμή το West Side Story. Η ανεμελιά, το κέφι και η ξεγνοιασιά παραχωρούν τη θέση τους στη βία, στον ανικανοποίητο έρωτα και στα ανθρώπινα αδιέξοδα. Πρόκειται για μια ιδιοφυή μεταφορά του μύθου του Ρωμαίου και της Ιουλιέτας από την αναγεννησιακή Βερόνα στις φτωχογειτονιές της αμερικανικής μεγαλούπολης, όπου κυριαρχούν οι αιματηρές συγκρούσεις μεταξύ συμμοριών, οι ψευδαισθήσεις του λεγόμενου “αμερικανικού ονείρου”, τα άλυτα μειονοτικά προβλήματα, η έλλειψη οράματος και οι ανασφάλειες της μεταπολεμικής γενιάς. Όλα τα παραπάνω διακριτικά γνωρίσματα αποτυπώνονται στη μουσική γραφή του Bernstein, η οποία, παρά τα όποια μελωδικά διαλείμματα (Tonight, Maria, Somewhere) συχνά αγγίζει δραματικές κορυφώσεις. Η ρυθμική αγωγή απομακρύνεται από τον ονειρικό, γεμάτο νοσταλγία κόσμο της Jazz των προηγούμενων συνθέσεων και στρέφεται προς την επιλογή λατινοαμερικανικών ρυθμών (Mambo, Cha-cha). Από μουσικής απόψεως, το West Side Story δεν έχει τίποτα να ζηλέψει από το είδος της μελοδραματικής όπερας της εποχής του ύστερου βερισμού. Το 1960, τρία χρόνια έπειτα από την ολοκλήρωση της σύνθεσης του μιούζικαλ, ο Bernstein εξήγαγε από την τελευταία μια ορχηστρική σουίτα, στην οποία προσέδωσε τον τίτλο Συμφωνικοί χοροί. Πρόκειται για μια εντελώς διαφορετική και αυτοτελή προσέγγιση του ιδίου έργου. Διερωτάται κανείς ποιος είναι ο λόγος ύπαρξης του επιθετικού προσδιορισμού “συμφωνικοί”. Απλούστατα, επειδή η χορευτική μουσική, ακόμα και στην πλέον πρωταρχική της εκδοχή, δεν μπορεί παρά να διαθέτει συμφωνική δομή. Απλές θεματικές ιδέες, οι οποίες συγχωνεύονται μεταξύ τους προτού εκβάλουν σε ποικίλα δραματικά μορφώματα. Aγνή, καθαρή μουσική, δίχως εξάρτηση από προαπαιτούμενη πληροφόρηση ή από την ροή οποιασδήποτε πλοκής που εκτυλίσσεται  επί σκηνής. Οι Συμφωνικοί χοροί, αν και εκτελούνται απνευστί, αποτελούνται από τα κάτωθι μέρη: Prologue, Somewhere, Scherzo, Mambo, Cha-cha, Meeting Scene, Cool Fugue, Rumble, Finale. Ερμηνεύονται από την Ορχήστρα NDR Elbphilharmonie του Αμβούργου υπό τη διεύθυνση του αρχιμουσικού Alan Gilbert.

West Side Story – “Symphonic Dances”

 

 Erich Wolfgang Korngold (1897-1957)

Γνωστός χάρη στο εξαιρετικό Κοντσέρτο για βιολί και τις όπερες  Βιολάντα (Violanta), Το Δακτυλίδι του Πολυκράτη (Der Ring des Polykrates) και η Νεκρή Πόλη (Die totte Stadt), άπαντα γραμμένα σε ηλικία κάτω των 23 ετών, ο Αυστριακός Erich Wolfgang Korngold υπήρξε στα νεανικά του χρόνια ένα παιδί-θαύμα. Το 1934, διαπιστώνοντας ότι συγκεντρώνονταν απειλητικά σύννεφα στον ευρωπαϊκό ορίζοντα και εξαιτίας της εβραϊκής του προέλευσης αναζήτησε ασφαλές καταφύγιο στη  δυτική ακτή των ΗΠΑ. Έκτοτε εξελίχθηκε σε έναν από τους επιμελέστερους συνεργάτες του Holywood επενδύοντας με τη μουσική του 16 συνολικά κινηματογραφικές ταινίες. Μεταξύ των τελευταίων συγκαταλέγονται οι ακόλουθες: A Midsummer Night’s Dream (1935), Captain Blood (1935– υποψηφιότητα για Όσκαρ), The Adventures of Robin Hood (1938 – βραβείο Όσκαρ), Juarez (1939), The Sea Hawk (1940 – βραβείο Όσκαρ), The Sea Wolf (1941), Kings Row (1942 – με πρωταγωνιστή τον Ronald Reagan) κ.ά. Ειδικότερα για την ταινία Το γεράκι της θάλασσας (The Sea Hawk) έχει ειπωθεί πως η μουσική του Korngold συνέβαλε ουσιαστικά στο να γυριστεί η πλέον πετυχημένη σκηνή ξιφομαχίας σε ολόκληρη την ιστορία του κινηματογράφου. Ο ίδιος τη θεωρούσε ως την καλύτερη που είχε ποτέ συνθέσει για τον κινηματογράφο. Για πολλούς μεταγενέστερους συνθέτες μουσικής κινηματογράφου εικάζεται ότι λειτούργησε ως πηγή έμπνευσης. Η υπόθεση αφηγείται ένα επεισόδιο της ζωής του πειρατή  Geoffrey Thorpe (Errol Flynn) εμπνευσμένο από την πραγματική δραστηριότητα του Sir Francis Drake, ενόσω η πανίσχυρη ισπανική αρμάδα ετοιμαζόταν να εισβάλλει στις Βρετανικές Νήσους. Αν και τα συμβάντα διαδραματίζονται τον 15ο αιώνα, είναι σαφής ο συμβολισμός του έργου το έτος 1940, μέσα στο οποίο γυρίστηκε, σε μια στιγμή μάλιστα που μαινόταν η Μάχη της Αγγλίας. Την περίφημη Βασιλική Ορχήστρα  Κοντσερτγκεμπάου του Άμστερνταμ, μια από τις καλυτερες σε παγκόσμια κλίμακα, διευθύνει ο Γάλλος αρχιμουσικός Stéphane Denève. Προηγείται η πασίγνωστη εισαγωγική φανφάρα της εταιρίας 20th Century Fox (έχει πλέον μετονομαστεί σε 20th Century Studios, Inc.) του Alfred Newman.

 Sea Hawk

 

Sir William Walton (1902-1983)

Στην εξηντάχρονη σταδιοδρομία του, ο Sir William Walton, ένας από τους παραγωγικότερους Βρετανούς συνθέτες του 20ού αιώνα, εντρύφησε σε όλα σχεδόν τα είδη μουσικής, από συμφωνικά έργα μέχρι όπερες, από μουσική μπαλέτου μέχρι επένδυση κινηματογραφικών ταινιών. Οι περισσότερο γνωστές του συνθέσεις είναι η καντάτα Belshazzar’s Feast, η όπερα Troilus and Cressida, το κοντσέρτο για βιόλα και ορχήστρα, οι δυο συμφωνίες, τα μπαλέτα Façade, The Wise Virgins και The Quest. Μεταξύ των ετών 1934 και 1969, ο Walton συνέθεσε μουσική για 13 συνολικά ταινίες μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται οι ακόλουθες: Escape me Never (1934), As you Like it (1936), The First of the Few (1942), Henry V (1944 – υποψηφιότητα για Όσκαρ), Hamlet (1948 – υποψηφιότητα για Όσκαρ) και Richard III (1955). Η τελευταία κατά σειρά, Battle of Britain (1969) του Guy Hamilton, ακολούθησε περιπετειώδη πορεία. Λίγο πριν από την έναρξη του γυρίσματος, ο σκηνοθέτης απέσυρε την σουίτα που τού είχε προταθεί διατηρώντας μόνο ένα απόσπασμα (Battle in the Air) με τo οποίo συνόδευσε αριστοτεχνικά μια από τις πλέον εντυπωσιακές σκηνές αερομαχίας που έχουν ποτέ γυριστεί.

Battle of Britain –  “Battle in the Air”

Τη μουσική για το υπόλοιπο της ταινίας εμπιστεύθηκε στον Ron Goodwin. Σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την παραπάνω ομολογουμένως άκομψη ενέργεια τελευταίας στιγμής, ο εκ των πρωταγωνιστών Lawrence Olivier απείλησε με λύση συμβολαίου. Τελικά προκρίθηκε ο προαναφερθείς συμβιβασμός με τη διατήρηση του ατμοσφαιρικού επεισοδίου Battle in the Air. Πρόσφατα, από την εταιρεία Metro Goldwin Mayer κυκλοφόρησε στο εμπόριο ένα DVD με τις ίδιες εικόνες, αλλά με δυο διαφορετικές μουσικές εκδοχές: την αρχική του Walton και την τελική του Goodwin. Ίσως να πρόκειται για τον ορθότερο τρόπο προκειμένου να διευθετηθεί η διαφορά, αφήνοντας στον θεατή τη δυνατότητα να κρίνει εκείνος. Σημειωτέον ότι παλαιότερα, το 1942, από την μουσική της πολεμικής περιπέτειας  The First of the Few, ο Walton εξήγαγε ένα μέρος, το οποίο τιτλοφόρησε  Spitfire Prelude and Fugue.  Ακολουθεί η ακρόαση του συνόλου της συμφωνικής σουίτας Battle of Britain, από την οποία μόνο το πρώτο ήμισυ – όχι το βικτωριανής μεγαλοπρέπειας εμβατήριο που έπεται – συμπεριλαμβάνεται τελικά στην ταινία. Ερμηνεύεται από τον Keith Lockhart και την Ορχήστρα Συναυλιών του BBC. Αφιερωμένη αποκλειστικά στη μουσική για τον κινηματογράφο, η συναυλία έλαβε χώρα στις 31 Αυγούστου 2013 στο Royal Albert Hall του Λονδίνου, στο πλαίσιο του δημοφιλούς κύκλου BBC Proms.

Battle of Britain – Suite

 

Sir Malcolm Arnold (1921-2006)

Αν και αρκετά συντηρητικός στον τρόπο γραφής του (ο ίδιος θεωρούσε ως σημεία αναφοράς τους Berlioz, Mahler, Bartók αλλά και από τη μουσική jazz) o Sir Malcolm Arnold εντυπωσιάζει με το εύρος και με την ποικιλία του έργου του: εννέα συμφωνίες, κοντσέρτα για κιθάρα, τσέλο, κλαρινέτο, για δυο πιάνα και τρία χέρια, ακόμα και για φυσαρμόνικα, ένας κύκλος χορών (Αγγλικοί, Σκωτσέζικοι, Ιρλανδέζικοι,  χοροί της Ουαλίας και της Κορνουάλης), το μπαλέτο Solitaire, εισαγωγές για ορχήστρα, μουσική δωματίου. Πολλοί κριτικοί τον παρομοίωσαν με τον Φινλανδό συνθέτη Jean Sibelius, τόσο για την υφολογική συγγένεια όσο και για την έμφαση, την οποία αμφότεροι προσέδωσαν στο είδος της συμφωνικής μουσικής. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο Arnold κατέχει τα μυστικά της ορχήστρας και τα αξιοποιεί δεόντως. Δεινός συνθέτης μουσικής κινηματογράφου, τα έργα του σε αυτόν τον τομέα ξεπερνούν τα εκατό, συμπεριλαμβανομένων και πολλών ντοκυμαντέρ. Χαρακτηριστικά αναφέρονται: The Captain’s Paradise (1953),  The Sea shall not Have Them (1954), 1984 (1956), Dunkirk (1958), The Inn of the Sixth Happiness (1958), The Thin Red Line (1964), The Heroes Of  Telemark (1965). H μεγάλη διάκριση προέκυψε το 1957, με αφορμή την ταινία του David Lean The Bridge on the River Kwai, για  την οποία απέσπασε δικαίως το βραβείο Όσκαρ καλύτερης μουσικής. Δεν ήταν η πρώτη συνεργασία μεταξύ των δυο. Είχαν προηγηθεί οι ταινίες The Sound Barrier (1952) και Hobson’s Choice (1954).    Ωστόσο, διακόπηκε απότομα το 1957 ενώ βρισκόταν στο απόγειό της, πιθανότατα εξαιτίας  του ιδιοσυγκρασιακού χαρακτήρα αμφοτέρων.  Η γέφυρα του ποταμού Κβάι θεωρείται  ως μια από τις  καλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες όλων των εποχών. Τιμήθηκε με επτά βραβεία Όσκαρ (μεταξύ των οποίων εκείνο της καλύτερης ταινίας). Πλοκή, σενάριο, ερμηνεία, φωτογραφία και μουσική  υπόκρουση συγκροτούν ένα ασυναγώνιστο σύμπλεγμα. Δεν πρόκειται για μια απλή πολεμική περιπέτεια βασισμένη σε αληθινά γεγονότα (την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής από Άγγλους αιχμαλώτους μέσα στη ζούγκλα της Βιρμανίας, για την εξυπηρέτηση των αναγκών του ιαπωνικού στρατού). Ο θεατής είναι μάρτυρας της σύγκρουσης δυο πολιτισμών εκ διαμέτρου αντίθετων δίχως να υφίσταται κανένα περιθώριο συμβιβασμού. Το 1997 η ταινία χαρακτηρίστηκε εξόχως σημαντική από πολιτισμικής, ιστορικής και αισθητικής απόψεως και επιλέχθηκε για μόνιμη φύλαξη και συντήρηση στο Εθνικό Αρχείο Κινηματογραφικών Ταινιών (National Film Registry) της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου.

The  Bridge On The River Kwai – Trailer

Η μουσική του Malcolm Arnold είναι μεγαλειώδης. Επική, δραματική, βίαιη, ηρωική, εξωτική, ενίοτε όμως απρόσμενα νοσταλγική και τρυφερή μέσα στον γενικότερο παραλογισμό του πολέμου, με εξαιρετική ενορχήστρωση, η οποία πιστοποιεί περίτρανα πως ο εμπνευστής της δεν είναι απλά ένας κοινός ειδικός στη σύνθεση κινηματογραφικών υποκρούσεων, αλλά αντίθετα, ένας   ολοκληρωμένος επαγγελματίας δημιουργός, ο οποίος θέτει την πείρα και το ταλέντο του στην υπηρεσία της Έβδομης Τέχνης. Υπάρχει, ωστόσο, μια παρεξήγηση που χρήζει διευκρίνησης. Το περίφημο εμβατήριο που σφυρίζουν οι αιχμάλωτοι στην εναρκτήρια σκηνή εισερχόμενοι στο στρατόπεδο (Colonel Bogey March) και το οποίο έχει καθιερωθεί ως σήμα κατατεθέν της ταινίας,  δεν ανήκει στον Arnold. Χρονολογείται από το 1914 με συνθέτη τον Kenneth J. Alford. Ο Arnold  ενέταξε τη μελωδία στη μουσική του πλαισιώνοντάς την με ένα εμβατήριο (River Kwai March) δικής του έμπνευσης. Παραθέτουμε τη συμφωνική σουίτα στο σύνολό της προκειμένου να αναδειχθεί το πολυσχιδές ταλέντο του μουσικοσυνθέτη. Αποτελείται από τέσσερα μέρη: 1. Prelude, 2. Sunset, 3. Jungle Trek, 4. Colonel Bogey/River Kwai March. O Barry Wordsworth  διευθύνει την Ορχήστρα Συναυλιών του BBC.

The Bridge on the River Kwai – Suite


 

Maurice Jarre (1924-2009)

 “Δεν σου έδωσα μια μεγάλη ταινία. Όμως εσύ μου έδωσες μια μεγάλη μουσική”. Με αυτά τα λόγια εκφράστηκε ο Alfred Hitchcock το 1969, με αφορμή το γύρισμα του έργου Topaz. Αν και δοκίμασε τις δυνάμεις του και σε άλλα είδη μουσικής (π.χ. στην ηλεκτρονική, της οποίας ο γιος του, Jean-Michel, έμελε αργότερα να είναι ένας από τους κυριότερους εκπροσώπους), ο Maurice Jarre έχει μείνει γνωστός για την τεράστια συμβολή του στον χώρο της Έβδομης Τέχνης. Από το 1957 (Burning Fuse) έως το 2001 (Uprising) πλαισίωσε με τις συνθέσεις του 151 κινηματογραφικές ταινίες. Στα 41 αυτά χρόνια συνεργάστηκε με τους καλύτερους σκηνοθέτες της εποχής του:  Alfred Hitchcock,  Luchino Visconti, Franco Zeffirelli, Elia Kazan, John Huston, Henri Verneuil, René Clément, Richard Brooks, John Frankenheimer, Volker Schlöndorff, Wolfgang Petersen, Ridley Scott μεταξύ πολλών άλλων. Ωστόσο, το συναπάντημά του με τον David Lean υπήρξε εκείνο που σηματοδότησε τις μεγαλύτερες διακρίσεις: τέσσερις ταινίες – τρία βραβεία Όσκαρ καλύτερης μουσικής (Lawrence of Arabia, Doctor Zhivago, A Passage to India) και μια υποψηφιότητα (Ryan’s Daughter). Εξακολουθεί να είναι άξιον απορίας το πως ένας Γάλλος, λατινικής προέλευσης και παιδείας, κατάφερε να αφομοιώσει τόσο καλά και να αποδώσει τόσο έντεχνα τον κόσμο του David Lean που, με εξαίρεση την ταινία  Doctor Zhivago, εξυμνεί, ασκώντας συνάμα αιχμηρή κριτική, το ευρισκόμενο σε διαδικασία παρακμής βρετανικό αυτοκρατορικό μεγαλείο. Κι όμως, η ταύτιση της εικόνας με την μουσική και αντίστροφα είναι απόλυτη. Πρέπει επίσης να επισημανθεί πως ο άσημος ακόμη το 1962 Maurice Jarre επιλέχθηκε για την μουσική επένδυση της ταινίας Lawrence of Arabia αφού οι William Walton και Malcolm Arnold είχαν προηγουμένως απορρίψει τη σχετική πρόταση, η οποία τους είχε υποβληθεί. Επιπρόσθετα, ο παραγωγός της ταινίας Sam Spiegel επέμενε για μια μουσική υπόκρουση με δυο θέματα, επιδιώκοντας να αναδείξει τις δυο πτυχές του έργου (ανατολίτικη και βρετανική). Με αυτή την προοπτική είχε βολιδοσκοπήσει αντίστοιχα τον Σοβιετικό Aram Khachaturian και τον Βρετανό Benjamin Britten. Ο Jarre όχι μόνο κατάφερε τελικά να επιβιώσει ανάμεσα στα ονόματα τόσο καταξιωμένων μουσικοσυνθετών, αλλά, συγκεράζοντας όλα τα παραπάνω στοιχεία, μέσα στις έξι εβδομάδες που του είχαν δοθεί, έγραψε μια από τις καλύτερες μουσικές υποκρούσεις όλων των εποχών. Μάλιστα, επιστρατεύθηκε την τελευταία στιγμή προκειμένου να διευθύνει ο ίδιος την Φιλαρμονική Ορχήστρα του Λονδίνου καθώς ο διακεκριμένος αρχιμουσικός Sir Adrian Boult (το όνομα του οποίου αναφέρεται στους τίτλους της ταινίας) αδυνατούσε να προσαρμοσθεί στα ασφυκτικά χρονοδιαγράμματα της ηχογράφησης. Δίχως το πηγαίο ταλέντο του Jarre και την ουσιαστική στήριξη που παρέχει από το παρασκήνιο, η γοητεία αλλά και οι κίνδυνοι της ερήμου (“Η έρημος μού αρέσει επειδή είναι καθαρή” ακούγεται να λέει ο Lawrence κάποια στιγμή), οι ψυχολογικές μεταπτώσεις και τα διλήμματα του πρωταγωνιστή (με τον ηθοποιό Peter O’ Toole να πραγματοποιεί μια δυναμική είσοδο στον χώρο της Έβδομης Τέχνης), η βία του πολέμου και ο κυνισμός του πολιτικού σχεδιασμού είναι βέβαιο ότι δεν θα ήταν αυτά που είναι.

  Lawrence of Arabia – Overture

Η εκτυφλωτική επιτυχία του Lawrence of Arabia άνοιξε διάπλατα τον δρόμο και για άλλες. Τρία χρόνια αργότερα, το 1965, προέκυψε η σειρά του  Doctor Zhivago, το σενάριο του οποίου είναι εμπνευσμένο από την ομότιτλη νουβέλα του Boris Pasternak. Εδώ, την απεραντοσύνη της ερήμου υποκαθιστά η μοναξιά της σιβηρικής στέπας. Από την αραβική χερσόνησο της περιόδου του A΄ Παγκοσμίου Πολέμου μεταφερόμαστε στο χάος που διαδέχθηκε την εκδήλωση της Οκτωβριανής Επανάστασης του 1917. Στο επίκεντρο της ταραχώδους εκείνης εποχής βρίσκεται ένας μεγάλος έρωτας με ελάχιστες στιγμές ικανοποίησης και ευτυχίας, αλλά και ο σπαραγμός που προκαλείται από τις κοσμογονικές εξελίξεις της εποχής εκείνης. Ο Lean απεικονίζει με μαεστρία τη μετάβαση από μια ιστορική πραγματικότητα σε μια άλλη. Ο Jarre τον μιμείται, καταθέτοντας την πιο δημοφιλή ίσως μελωδία της μουσικής του παραγωγής (το θέμα της Λάρας).

Doctor Zhivago – “Lara’s Theme” 

Τρίτη μεγάλη επιτυχία το 1970 ήταν Η κόρη του Ράιαν (Ryan’s Daughter). Η υπόθεση διαδραματίζεται στο περιθώριο της ιρλανδικής εξέγερσης ενάντια στον βρετανικό ζυγό το Πάσχα του 1916, μεσούντος του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Η πληκτική καθημερινότητα ενός παραθαλάσσιου χωριού, το δραματικό ιστορικό περίγραμμα και ένας έρωτας δίχως προοπτική συγκροτούν τον πυρήνα της υπόθεσης. Τα ήδη πανέμορφα αλλά και απειλητικά συνάμα τοπία αναδεικνύονται ακόμη περισσότερο χάρη σε δυο θεμελιώδεις παραμέτρους: την μαγεία του φωτογραφικού φακού και την έμπνευση της μουσικής του Jarre (έστω και αν τη φορά αυτή η τελευταία δεν κατόρθωσε να προσπεράσει το κατώφλι μιας απλής υποψηφιότητας για βραβείο Όσκαρ).

Ryan’s Daughter

A Passage to India (1984) είναι η τελευταία συνεργασία ανάμεσα στον σκηνοθέτη και τον μουσικοσυνθέτη. Ταυτόχρονα αποτελεί το κύκνειο άσμα του David Lean, o οποίος απεβίωσε πέντε χρόνια αργότερα. “Η Ανατολή είναι πάντοτε η Ανατολή. Από μια επικάλυψη με τη Δύση μόνο προβλήματα προκύπτουν” υποστηρίζει σε κάποιο σημείο του έργου μια εκ των πρωταγωνιστριών. “Η Ινδία μάς φέρνει αντιμέτωπους με τους ίδιους μας τους εαυτούς” συμπληρώνει παρακάτω μια άλλη. Δυο φράσεις, οι οποίες συνοψίζουν ολόκληρο τον προβληματισμό της ταινίας. Το σενάριο της τελευταίας προέρχεται από τo ομώνυμo μυθιστόρημα του συγγραφέα των Howards End  και A Room with a View, E. M. Forster (1924). Ένας Ινδός γιατρός αντιμετωπίζει την κατηγορία απόπειρας βιασμού μιας Αγγλίδας ταξιδιώτισσας. Με επίκεντρο αυτό το περιστατικό υφαίνεται ένα πολύπλοκο σκηνικό γύρω από τα όρια των σχέσεων ανάμεσα στην κυρίαρχη αποικιακή δύναμη και τον αυτόχθονα πληθυσμό. Σε αντιδιαστολή με το σενάριο, το οποίο διαθέτει ευτυχές τέλος, το μυθιστόρημα αφήνει αναπάντητο το ερώτημα κατά πόσο ή όχι υπήρξε απόπειρα βιασμού. Ο Forster εστιάζει την προσοχή του στο συμβάν. Ο Lean αξιοποιεί το τελευταίο ως απλό πρόσχημα, προκειμένου να εξιστορήσει με αριστοτεχνικό τρόπο το λυκόφως της βρετανικής διοίκησης και παρουσίας στην Ινδία. O Jarre, από τη δική του πλευρά, απέσπασε το τρίτο του βραβείο Όσκαρ καλύτερης μουσικής. Αν και κατά στιγμές αντιγράφει ασύστολα τον εαυτό του (το κεντρικό μουσικό θέμα παραπέμπει ευθέως σε εκείνο της Κόρης του Ράιαν), πειραματίζεται σε νέους τρόπους σύνθεσης. Έστω και με φειδώ, εισάγει για πρώτη φορά στην ενορχήστρωσή του τα ηλεκτρονικά κύματα Martenot. Πάνω από όλα όμως, η μουσική του αποπνέει όχι μόνο το στοιχείο του εξωτισμού, αλλά και την ακαταμάχητη παρακμιακή γοητεία της δεκαετίας του ‘30. Το A Passage to India δεν είναι απλώς το κλείσιμο του κύκλου σε ότι αφορά τη συνεργασία του με τον Lean. Έχοντας ακολουθήσει από το 1962 και έπειτα μια υποδειγματική πορεία, το συναπάντημα μεταξύ των δυο δημιουργών γνωρίζει εδώ το επιστέγασμά του.

A Passage To India – Tίτλοι έργου

 

Bernard Herrmann (1911-1975)

Αλήθεια, τι θα ήταν ο Alfred  Hitchcock δίχως τον Bernard Herrmann; Είναι ποτέ δυνατόν να διανοηθεί κανείς την κλασσική σκηνή τρόμου της δολοφονίας από την ταινία Ψυχώ δίχως την ανατριχιαστική μουσική της συνοδεία; Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο ήχος διεκδικεί επάξια ισότιμη θέση με την εικόνα. Ο μεταξύ τους συνδυασμός είναι εκείνος που τελικά άφησε εποχή.

 Psycho  – ‘The Bathroom’, ‘The Murder’

O αμερικανικής καταγωγής Bernard Herrmann συνέθεσε μουσική για 52 συνολικά ταινίες, πολλές εκ των οποίων απέσπασαν διακρίσεις. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε τις εξής: Citizen Kane (1941 – υποψηφιότητα για Όσκαρ), Jane Eyre (1943), Anna and the King of Siam (1946 – υποψηφιότητα για Όσκαρ), The Snows of Kilimanjaro (1952), Journey to the Center of the Earth (1959), Jason and the Argonautes (1963), Fahrenheit 451 (1966), Battle of Neretva (1969), Obsession (1976 – υποψηφιότητα για Όσκαρ), Taxi Driver (1976 – υποψηφιότητα για Όσκαρ). Συνέθεσε επίσης μια όπερα (Wuthering Heights), μια καντάτα (Moby Dick)  καθώς και έργα συμφωνικής μουσικής και μουσικής δωματίου. Η σημαντικότερη  καμπή της σταδιοδρομίας του υπήρξε πέραν κάθε αμφιβολίας η σύμπραξή του με τον Alfred  Hitchcock. Καρπό της τελευταίας αποτελούν οι μουσικές επενδύσεις 8+1 ταινιών: The Trouble with Harry (1955), The Man Who Knew Too Much (1956 – όπου εμφανίζεται ο ίδιος προς το τέλος του έργου διευθύνοντας μια συμφωνική ορχήστρα), The Wrong Man (1956), Vertigo (1958), North by North West (1959), Psycho (1960), The Birds (1963 – σύμβουλος ήχου καθότι η ταινία δεν διέθετε μουσική παρά μόνο ηλεκτρονική ενίσχυση ήχου πουλιών), Marnie (1964), Tom Curtain (1966 – η παρτιτούρα παρέμεινε ανενεργή λόγω διάστασης απόψεων με τον  Hitchcock, με αποτέλεσμα την αμετάκλητη ρήξη των μεταξύ τους σχέσεων). Πολλοί μετέπειτα μουσικοσυνθέτες κινηματογράφου (John Williams, Elmer Bernstein, Jerry Goldsmith  κ.ά) έχουν δημόσια δηλώσει πως επηρεάστηκαν από τον τρόπο γραφής του. Ο ήχος εγχόρδων του Ψυχώ, θεωρείται ακόμα και σήμερα ως υπόδειγμα για μουσική ταινιών θρίλερ. Για κάθε παραγγελία σύνθεσης, ο Herrmann απαιτούσε απόλυτη ελευθερία κινήσεων, ειδικότερα σε συνάρτηση με τον εκάστοτε σκηνοθέτη. Διαφορετικά “είναι σαν κάποιος άλλος να προσθέτει χρώμα σε έναν δικό σου ζωγραφικό πίνακα” συνήθιζε να λέει. Η ρήξη με τον Hitchcock ήταν ζήτημα χρόνου. Ευτυχώς επήλθε αφότου είχε ήδη ολοκληρωθεί με επιτυχία η παραγωγή οκτώ ταινιών. Το βαθειά ατμοσφαιρικό ύφος του Herrmann καθώς και η έφεσή του προς τη σύνθεση συμφωνικής μουσικής αποτυπώνονται ανάγλυφα στα δυο παραδείγματα που έπονται. Πρόκειται για το σύντομο πρελούδιο από την ταινία Vertigo και για τη συμφωνική σουίτα Psycho (Prelude – The Madhouse – The Murder). Ερμηνεύονται αμφότερα από την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Δανίας υπό τη διεύθυνση της Sarah Hicks.

Vertigo – Prelude

 Psycho – Suite

 

Miklós Rózsa (1907-1995)

Ο Ούγγρος Miklós Rózsa ήταν ήδη ένας καταξιωμένος μουσικοσυνθέτης όταν, το 1934, μυήθηκε από τον Ελβετό ομότεχνο και προσωπικό του φίλο Arthur Honegger στον κόσμο της Έβδομης Τέχνης και διαπίστωσε τις απεριόριστες δυνατότητες, τις οποίες η τελευταία προσέφερε στον κλάδο της μουσικής. Με τις συνθέσεις του συνόδευσε πάνω από εκατό κινηματογραφικές ταινίες αποσπώντας τρία βραβεία Όσκαρ (Spellbound το 1945, A Double Life το 1947, Ben-Hur το 1959) και δεκατέσσερις άλλες υποψηφιότητες. Μεταξύ πολλών άλλων συγκαταλέγονται και οι: Quo Vadis (1951), Ivanhoe (1952), Knights of the Round Table (1953), King of Kings (1961), El Cid (1961), Providence (1977) κ.ά.. Ο Rózsa ακολούθησε μια διπλή ζωή, όπως έλεγε χαριτολογώντας, συνθέτοντας παράλληλα για την μεγάλη οθόνη και για τις αίθουσες συναυλιών. Έργα του έχουν ερμηνευθεί από διακεκριμένους καλλιτέχνες όπως οι αρχιμουσικοί Bruno Walter, Eugene Ormandy, Charles Munch, Karl Böhm, Hans Swarovsky, Georg Solti, Leonard Bernstein, ο βιολιστής Jascha Heifetz και οι τσελίστες Gregor Piatigorsky και János Starker. Το 1959 γυρίστηκε η υπερπαραγωγή Ben-Hur, με σκηνοθέτη τον William Wyler και πρωταγωνιστή τον Charlton Heston. Επρόκειτο για την ταινία με τον μεγαλύτερο προϋπολογισμό μέχρι τότε ($15.175 εκατομμύρια – άλλα $14.7 εκατομμύρια δαπανήθηκαν κατόπιν για διαφημιστικούς λόγους). Τα σκηνικά ήταν εντυπωσιακά, για τις ανάγκες δε του γυρίσματος επιστρατεύθηκαν 10.000 κομπάρσοι (η ψηφιακή τεχνολογία ήταν άγνωστη άλλωστε). Η ταινία ήταν υποψήφια για 12 βραβεία Όσκαρ, από τα οποία απέσπασε τελικά τα 11. Η σύνθεση του Rózsa διαθέτει στοιχεία αρχαίας ελληνικής και ρωμαϊκής μουσικής, τα οποία ενσωματώθηκαν έπειτα από ειδική έρευνα σε αυτόν τον χώρο. Θεωρείται ότι αποτελεί το επιστέγασμα της καριέρας του δημιουργού της και μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του ΄70 επηρέασε πληθώρα μεταγενέστερων συνθετών, ειδικότερα στον χώρο του υπερθεάματος. Το 2017 ηχογραφήθηκε το σύνολο της παρτιτούρας (διάρκειας τριών ωρών) από την Φιλαρμονική Ορχήστρα της Πράγας υπό τη διεύθυνση του Nic Raine. Από την παραπάνω εκτέλεση παρατίθενται τρία αποσπάσματα.

Ben-Hur – Fanfare, Prelude & March Romana

To δεύτερο παράδειγμα προέρχεται επίσης από μια γνωστή επική ταινία. Το El Cid, εμπνευσμένο από το κλασσικό θεατρικό έργο του Γάλλου συγγραφέα του 17ου αιώνα Corneille, αφηγείται ένα επεισόδιο της ανακατάληψης της Ισπανίας από τον έλεγχο των Μαυριτανών και συγκεκριμένα τη ζωή του θρυλικού ήρωα του 11ου αιώνα Rodrigo Diaz de Vivar, επονομαζόμενου El Cid (από την αραβική λέξη sidi, η οποία σημαίνει άρχοντας). Ο θρύλος του Cid είναι συνυφασμένος με το επεισόδιο που προβάλλεται στην καταληκτική σκηνή της ταινίας, όταν, αν και νεκρός, δεμένος ωστόσο πάνω στη σέλλα του αλόγου του, σκορπά τον πανικό στις γραμμές των αντιπάλων. Η ταινία, σε σκηνοθεσία του Anthony Mann και με πρωταγωνιστές τους Charlton Heston και Sophia Loren, είναι εξαιρετική. Ειδικότερα το τελευταίο μέρος (το επεισόδιο της πολιορκίας της Βαλένθια από τους Μαυριτανούς), καθηλώνει τον θεατή. Ηρωική, δραματική, νοσταλγική, με συχνές αναγωγές σε ισπανικές μελωδίες, η μουσική του Rózsa πλαισιώνει και στηρίζει με την ποιότητά της, μια από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές επιτυχίες του Holywood. Από τον βιολιστή Daniel Hope και την Βασιλική Φιλαρμονική Ορχήστρα της Στοκχόλμης με διευθυντή τον Alexander Shelley ακούμε ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα.

El Cid –  Love Theme

 

Nino Rota (1911-1979)

Ο μεταπολεμικός ιταλικός (και όχι μόνο) κινηματογράφος οφείλει πολλά στον Nino Rota. Στο χρονικό διάστημα μεταξύ των ετών 1933 και 1979 πλαισίωσε με τη μουσική του 171 κινηματογραφικές ταινίες, περιζήτητος από τους μεγαλύτερους σκηνοθέτες της εποχής του (Frederico Fellini, Luchino Visconti, Franco Zeffirelli, Vittorio de Sica, Alberto Lattuada, Mario Monicelli,  Franco Rossi, Luigi Comencini αλλά και King Vidor, Francis Ford Coppola, Sergei Bondartchuk,  Lina Wertmüller, René Clément, Henri Verneuil, John Guillermin, Guy Hamilton κ. ά.). Μνημειώδης, ωστόσο, υπήρξε η συνεργασία του με τον Frederico Fellini. Το είδος της μουσικής γραφής του Rota (ένα μείγμα οικειότητας, τρυφερότητας, χιούμορ και παρακμιακής μελαγχολίας), συμβιβαζόταν απόλυτα με τον ατμοσφαιρικό – νοσταλγικό κόσμο του ιταλικού νεορεαλισμού.  «Ο πιο πολύτιμος συνεργάτης που είχα ποτέ – το λέω δίχως την παραμικρή επιφύλαξη – ήταν ο Nino Rota.», εκμυστηρεύθηκε κάποτε ο Fellini. “Μεταξύ μας υπήρχε απόλυτη και πλήρης αρμονία. Διέθετε γεωμετρική  φαντασία προερχόμενη από ουράνιες σφαίρες. Δεν υπήρχε λόγος να δει σκηνές από τα έργα μου. Όποτε τον ρωτούσα για τις μελωδίες που είχε στο νου του προκειμένου να πλαισιώσει κάποια σκηνή, αντιλαμβανόμουν ότι η εικόνα δεν τον απασχολούσε καθόλου. Ο κόσμος του ήταν φωλιασμένος βαθιά μέσα του, η δε πραγματικότητα δεν έβρισκε δίοδο να εισχωρήσει εκεί.”. Αλήθεια, ποιος μπορεί να ξεχάσει τα ανεπανάληπτα δείγματα της παραπάνω συνεργασίας (La Strada, I Vitelloni, Giulietta degli spiriti, La Dolce Vita, Satyricon, , Amarcord); Στιγμές δόξας όμως γνώρισε ο Rota συνεργαζόμενος και με άλλους σκηνοθέτες (Luchino Visconti – Senso, Rocco e I suoi fratelli, Il Gattopardo – Franco Zeffirelli – Romeo and Juliet, The Taming of the Shrew –  King Vidor – War and Peace και  φυσικά Francis Ford Coppola – The Godfather I και II). Πέραν όμως των αναρίθμητων κινηματογραφικών μουσικών υποκρούσεων, ο Rota συνέθεσε τρεις όπερες  (Il cappello di paglia di Firenze, Aladino e la lampada magica, I due timidi), συμφωνικά έργα, κοντσέρτα, έργα μουσικής δωματίου ενώ δίδαξε και στο ωδείο του Μπάρι έχοντας ως μαθητή τον φημισμένο Ιταλό αρχιμουσικό Riccardo Muti. Το καλοκαίρι του 2017, η περίφημη Φιλαρμονική Ορχήστρα του Teatro alla Scala υπό τη διεύθυνση του Riccardo Chailly, σε υπαίθρια συναυλία,  την οποία παρέθεσε στην πλατεία Duomo του Μιλάνου, συμπεριέλαβε στο πρόγραμμά της αποσπάσματα από τις ταινίες   και  Amarcord.

Otto e Mezzo, Amarcord

Αναφερόμενος στον Nino Rota είναι αδύνατο να μην συμπεριλάβει κανείς μια άλλη μεγάλη του στιγμή. Πρόκειται για την ταινία The Godfather (Ο Νονός), με πρωταγωνιστές τους Marlon Brando   και Al Pacino (1972). Ακούμε την ορχηστρική σουίτα από την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Δανίας υπό τη διεύθυνση της Sarah Hicks. Το 1975, η μουσική του Rota για το δεύτερο σκέλος της ταινίας τιμήθηκε με το βραβείο Όσκαρ καλύτερης μουσικής.

The Godfather – Orchestral Suite


 

Ennio Morricone (1928-2020)

Το 1971 προβλήθηκε η ταινία Le casse (ελληνικός τίτλος: Οι διαρρήκτες) σε σκηνοθεσία του Henri Verneuil και με πρωταγωνιστές τους Jean-Paul Belmondo, Omar Sharif και Robert Hossein. Μια ευχάριστη αστυνομική περιπέτεια, η οποία θα πέρναγε απαρατήρητη από εμάς τους Έλληνες εάν τα εξωτερικά γυρίσματα δεν είχαν εξολοκλήρου πραγματοποιηθεί στην Αθήνα, τον Πειραιά και την Κέρκυρα. Ο παραγωγός δυσκολευόταν να βρει μια πόλη, καθότι το σενάριο περιλάμβανε μια ιλιγγιώδη καταδίωξη με αυτοκίνητα εν μέσω πλήθους. Το χουντικό καθεστώς έσπευσε να δώσει την έγκρισή του για λόγους τουριστικής προβολής. Η μουσική ανατέθηκε στον έμπειρο και ταλαντούχο Ennio Morricone, ο οποίος βρισκόταν τότε στο απόγειο της σταδιοδρομίας του επινοώντας για τη συγκεκριμένη περίπτωση μια παρτιτούρα, που ανέδειξε ακόμα περισσότερο τις όποιες αρετές του έργου.

Le casse – Τίτλοι έργου

Αριθμώντας άνω των 400 μουσικές επενδύσεις για τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, ο Morricone θεωρείται στο παγκόσμιο στερέωμα ως ο περισσότερο γόνιμος συνθέτης του είδους. Αυτό είναι το κυρίαρχο διακριτικό του γνώρισμα παρά το γεγονός ότι οι συνθέσεις του όχι για την έβδομη τέχνη αλλά για αίθουσες συναυλιών, ξεπερνούν και εκείνες τον αξιέπαινο αριθμό των  100. Συνεργάστηκε με σκηνοθέτες όπως οι Mauro Bolognini, Pier-Paolo Pasolini, Bernardo Bertolucci, Quentin Tarantino, Brian de Palma, Mike Nichols, Lina Wertmüller, Oliver Stone, John Carpenter, Roman Polanski, Bertrand Tavernier κ.ά.. Η καριέρα του εκτινάχθηκε περί τα μέσα της δεκαετίας του ‘60, όταν εξελίχθηκε σε έναν από τους θεμελιώδεις συντελεστές των λεγομένων western-spaghetti, χάρη στη συνεργασία του με τον σκηνοθέτη Sergio Leone. Η τριλογία  Ο καλός ο κακός και ο άσχημος, Για μια χούφτα δολάρια, Το όνομά μου είναι Κανένας, άφησε εποχή.

The Good, the Bad and the Ugly

Άλλες μεγάλες επιτυχίες του Morricone είναι οι ταινίες Cinema Paradiso, Sacco e Vanzetti (με το πασίγνωστο τραγούδι «Here’s to You” ερμηνευμένο από την Joan Baez), Once Upon in America, Teorema, The Decameron, Le clan des siciliens, The Untouchables, The Exorcist II, The Hateful Eight (βραβείο Όσκαρ καλύτερης μουσικής), Marco Polo, El Greco. Το 2007 τιμήθηκε με ειδικό βραβείο Όσκαρ (ο μόνος συνθέτης μέχρι στιγμής μαζί με τον Alex North) “για την εξαιρετική και πολυσχιδή προσφορά του στην τέχνη της μουσικής κινηματογράφου”. Το 1986 η μουσική του για την ταινία του Roland Joffé The Mission, με πρωταγωνιστές τους Robert de Niro, Jeremy Irons και Liam Neeson   προτάθηκε για βραβείο Όσκαρ. Πρόκειται για μια από τις καλύτερες δημιουργίες του. Την ακούμε υπό τη διεύθυνση του συνθέτη. Η συναυλία έλαβε χώρα τα Χριστούγεννα του 2012 στον Καθεδρικό Ναό της Ασίζης.

The Mission (Gabriel’s Oboe)


 

Henry Mancini (1924-1994)

To 1963 προβλήθηκε η άκρως πετυχημένη κωμωδία του Blake Edwards The Pink Panther, με πρωταγωνιστές τους David Niven, Peter Sellers, Claudia Cardinale, Capucine και Robert Wagner. Η υποδοχή από το κοινό υπήρξε τόσο μεγάλη, ώστε έκτοτε εγκαινιάστηκε ένας ολόκληρος κύκλος ταινιών με κεντρικό ήρωα τον Peter Sellers στο ρόλο του αδέξιου επιθεωρητή Clouseau. Ωστόσο, το στοιχείο εκείνο που ξεπέρασε το 1963 κάθε προσδοκία των συντελεστών ήταν η πρωτόγνωρη επιτυχία του κινούμενου σχεδίου, το οποίο στελέχωσε τους τίτλους του έργου. Ο πασίγνωστος σήμερα Ρόζ Πάνθηρας, μια επινόηση των David DePatie και Friz Freleng, έχει πλέον καθιερωθεί ως ένα από τα δημοφιλέστερα καρτούν όλων των εποχών. Το ήμισυ της δόξας ανήκει δικαιωματικά στον Henry Mancini, για το εξίσου ευφυές μουσικό θέμα, το οποίο έδωσε κατά κάποιο τρόπο πνοή στον κεντρικό χαρακτήρα και έκτοτε έχει ταυτιστεί μαζί του.

The Pink Panther (1963) – Τίτλοι έργου

The 12 Cellists of the Berlin Philharmonic Orchestra – The Pink Panther Theme

O  Henry Mancini είναι ωστόσο γνωστός και χάρη στην πετυχημένη συνεισφορά του και σε άλλες ταινίες, η μουσική υπόκρουση των οποίων έχει δώσει το δικό της στίγμα. Χαρακτηριστικά αναφέρουμε ορισμένες από αυτές: Law and Order (1953), Operation Petticoat (1959), Hatari! (1962) – με το περίφημο “Baby Elephant Walk”, Days of Wine and Roses (1962), Charade (1963), The Great Race (1965), Arabesque (1966), What Did You Do in the War, Daddy?  (1966), The Party (1968), The Prisoner of Zenda (1979), Victor Victoria (1982), Switch (1991). Σε πολλές από αυτές σκηνοθέτης ήταν ο Blake Edwards, στα χνάρια της μεγάλης επιτυχίας του κύκλου The Pink Panther.

Hatari! – “Baby Elephant Walk”

To 1962 οι Edwards και Mancini πρόσθεσαν στο ενεργητικό τους μία ακόμη αδιαμφισβήτητη επιτυχία. Πρόκειται για τη ρομαντική κομεντί Breakfast at Tiffany’s με την Audrey Hepburn και τον George Peppard να συγκροτούν ένα ζευγάρι με ζηλευτή χημεία μεταξύ του. Η γλυκειά, τρυφερή αλλά και γεμάτη μελαγχολία αυτή ταινία οφείλει πολλά και στην υπέροχη μελωδία “Moon River”. Το 2012 χαρακτηρίστηκε εξόχως σημαντική από πολιτισμικής, ιστορικής και αισθητικής απόψεως και επιλέχθηκε για μόνιμη φύλαξη και συντήρηση στο Εθνικό Αρχείο Κινηματογραφικών Ταινιών (National Film Registry) της Βιβλιοθήκης του Κογκρέσου. Το “Moon River” ερμηνεύεται από την  WDR Funkhausorchester υπό τη διεύθυνση του Josep Vicent.

Breakfast at Tiffany’s –«Moon River»  

 

John Barry (1933-2011)

Εάν ο Henry Mancini έχει ταυτιστεί με τις ταινίες του Ροζ Πάνθηρα, ο John Barry είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με εκείνες του James Bond. Έχει επενδύσει μουσικά 11 από αυτές (Dr. No, From Russia with Love, Goldfinger, Thunderball, You Only Live Twice, On Her Majesty’s Secret Service, Diamonds are Forever, The Man with the Golden Gun, Moonraker, Octopussy, A View to a Kill, The Living Daylights). Παράλληλα είναι ο δημιουργός του πασίγνωστου μουσικού θέματος, το οποίο πρωτοεμφανίστηκε στην αρχή της σειράς (Dr. No) και έκτοτε αποτελεί το σήμα κατατεθέν της κάθε ταινίας του κύκλου. Εκτελείται εδώ από την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Δανίας δίχως αρχιμουσικό εξαιτίας ενός πρακτικού προβλήματος, συνυφασμένου με την εν γένει θεματολογία.

James Bond Theme

Πέραν τούτου, ο John Barry συνέθεσε ποιοτική μουσική για σημαντικές ταινίες όπως: Zulu (1964), The Ipkress File (1965), The Chase (1966), The Quiller Memorandum (1966), The Lion in Winter (1968), Midnight Cowboy (1969), The Last Valley (1971), King Kong (1976), The Cotton Club (1984), καθώς και για την δημοφιλή τηλεοπτική σειρά The Persuaders με πρωταγωνιστές τους Tony Curtis και Roger Moore. Η επάξια αναγνώριση ανέκυψε με δυο βραβεία Όσκαρ καλύτερης μουσικής (Out of Africa το 1985 και Dances with Wolves το 1990). Ακολουθεί το κεντρικό θέμα της ταινίας Out of Africa παιγμένο από την Εθνική Συμφωνική Ορχήστρα της Τσεχίας υπό τον Carl Davis.

Out Of Africa

 

Elmer Bernstein (1922-2004)

Αν και στενοί φίλοι, ο Elmer Bernstein δεν συνδεόταν με δεσμά συγγένειας με τον συνωνόματό του Leonard. Επικέντρωσε το ταλέντο και την έμπνευσή του στους χώρους του κινηματογράφου (άνω των 150 ταινίες) και της τηλεόρασης (περί τις 80 παραγωγές). Το εύκολα αναγνωρίσιμο ύφος του ταιράζει  ιδιαίτερα σε περιπτώσεις περιπετειών με έντονη δράση: The Ten Commandements (1956), To Kill a Mockingbird (1962), Zulu Dawn (1979), Ghostbusters (1984), Cape Fear (1991), Wild Wild West (1999). To 1960 η φήμη του εκτοξεύτηκε χάρη στην μεγάλη επιτυχία της ταινίας The Magnificent Seven, μια παραλλαγή τύπου western της κλασσικής ιαπωνικής ομόλογής της Οι Επτά Σαμουράι (1954) του Akira Kurosawa. Η μουσική του Bernstein είναι κατά γενική ομολογία απολαυστική. Η απήχηση υπήρξε τέτοια ώστε το ίδιο θέμα χρησιμοποιήθηκε εκτενώς αργότερα για την διαφήμιση της γνωστής μάρκας σιγαρέττων Marlboro.

The Magnificent Seven

Τρία χρόνια αργότερα, το 1963, ήρθε η σειρά μιας άλλης μεγάλης επιτυχίας. Η Μεγάλη Απόδραση (The Great Escape) ακόμα και σήμερα συγκαταλέγεται μεταξύ των καλύτερων πολεμικών ταινιών όλων των εποχών. Αφηγείται μια δραματική ομαδική απόδραση από ένα στρατόπεδο κρατουμένων της Γερμανίας στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου με πρωταγωνιστές τους Steve Mc Queen, James Garner και τον μεγάλο Βρετανό ηθοποιό και σκηνοθέτη Richard  Attenborough. Στην περίπτωση, ο Bernstein μιμήθηκε το προηγούμενο του Malcolm Arnold (The Bridge on the River Kwai), συνθέτοντας μια σουΐτα με τέτοιου είδους προδιαγραφές, ώστε να δύναται να σταθεί με αξιώσεις ως αυτοδύναμο έργο στο πλαίσιο μιας συναυλίας συμφωνικής μουσικής.                                                          

The Great Escape – Soundrack Suite

 

Jerry Goldsmith (1929-2004)

Αν και κατ’ εξοχήν γνωστός στον χώρο της Έβδομης Τέχνης, ο Jerry Goldsmith ανήκει στην κατηγορία των συνθετών που δοκίμασαν τις δυνάμεις τους στο χώρο της λεγόμενης σοβαρής μουσικής. Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του ως προϊόν της μουσικής του 20ού αιώνα, έχοντας επηρεαστεί από ρεύματα όπως ο μοντερνισμός, ο ιμπρεσιονισμός, η ατονική και η δωδεκαφωνική μουσική και από συνθέτες όπως ο Igor Stravinsky, o Alban Berg, o Aaron Copland, o Béla Bartók, o Bernard Herrmann και ο Miklós Rózsa. Μεγάλες ορχήστρες όπως η Φιλαρμονική του Los Angeles (Fireworks: A Celebration of Los Angeles, 1999) και η Συμφωνική του Saint Louis (Music for Orchestra, 1970) παρήγγειλαν από αυτόν έργα, τα οποία κατόπιν παρουσίασαν σε παγκόσμια πρώτη εκτέλεση. Ωστόσο, ο κόσμος του κινηματογράφου κατέχει περίοπτη θέση στη συνολική του παραγωγή σε πάνω από 200 περιπτώσεις. Ο Goldsmith συνεργάστηκε με σπουδαίους σκηνοθέτες (Robert Wise, Howard Hawks, Otto Preminger, Ridley Scott, Steven Spielberg, Roman Polanski, Paul Verhoeven) και σε ταινίες, οι οποίες άφησαν εποχή:  Von Ryan’s Express (1965), The Agony and the Ecstasy (1965), The Sand Pebbles (1966), Planet of the Apes (1968), Tora! Tora! Tora! (1970), Chinatown (1974), MacArthur (1977),  Alien (1979), Gremlins (1984), Basic Instinct (1992), First Knight (1995) κλπ. Προτάθηκε 18 φορές για βραβείο Όσκαρ καλύτερης μουσικής, όμως το κέρδισε μόλις μια (The Omen, 1977). Μια από τις παραπάνω φορές ήταν το 1971, με αφορμή την εξαίρετη πολεμική ταινία Patton με τον George C. Scott να δίνει ρεσιτάλ ηθοποιίας υποδυόμενος τον εκκεντρικό Αμερικανό στρατηγό (τιμήθηκε επάξια με βραβείο Όσκαρ Α΄ ανδρικού ρόλου).  

Patton

Ο Golsmith είναι παράλληλα γνωστός και από τον κύκλο ταινιών διαστημικής φαντασίας Star Trek: The Motion Picture (1979), Star Trek III: The Search for Spock (1984), Star Trek V: The Final Frontier (1989), Star Trek: First Contact (1996), Star Trek: Insurrection (1998). Ο Keith Lockhart διευθύνει ένα χαρακτηριστικό απόσπασμα με την Συμφωνική Ορχήστρα της Ραδιοφωνίας της Αυστρίας σε συναυλία, η οποία πραγματοποιήθηκε το 2017 στην αίθουσα Konzerthaus της Βιέννης.

Star Trek    

 

John Williams (1932)

Ο επί χρόνια επικός μουσικοσυνθέτης (και εκ των βασικών συντελεστών) των φαντασμαγορικών επιτυχιών του Holywοod. Η κατάσταση είναι μακροσκελής και άκρως εντυπωσιακή: How to Steal a Million (1966),  The Poseidon Adventure (1972), The Paper Chase (1973), The Sugarland Express  (1974), Earthquake (1974), The Towering Inferno (1974), Jaws (1975), The Missouri Breaks (1976), Star Wars (1977), Close Encounters of the Third Kind (1977), Superman (1978), The Empire Strikes Back (1980), Raiders of the Lost Ark (1981), E.T.: The Extra-Terrestrial (1982), Return of the Jedi (1983), Indiana Jones and the Temple of Doom (1984), Empire of the Sun (1987), Indiana Jones and the Last Crusade (1989),  Born on the Fourth of July (1989), Home Alone (1990), JFK (1991), Jurassic Park (1993), Schindler’s List (1993), Seven Years in Tibet (1997), Saving Private Ryan (1998), The Phantom Menace (1999), The Patriot (2000), Harry Potter and the Sorcerers’s Stone (2001), Attack of the Clones (2002), Harry Potter and the Chamber of Secrets (2002), Catch Me If You Can (2002), Harry Potter and the Prisoner of Azkaban (2004), The Terminal (2004), Revenge of the Sith (2005), Indiana Jones and the Kingdom of the Crystal Skull (2008), Lincoln (2012), The Force Awakens (2015), The Last Jedi (2017), The Rise of Skywalker (2019). Ο συνθέτης των 5 βραβείων Όσκαρ καλύτερης μουσικής και των 52 προτάσεων για τον ίδιο σκοπό. Το 2005 το Αμερικανικό Ινστιτούτο Κινηματογράφου χαρακτήρισε την μουσική του κύκλου Star Wars ως την καλύτερη κινηματογραφική σύνθεση όλων των εποχών. Ο συνθέτης με μια αληθινά γενναιόδωρη προσφορά (ανεξαρτήτως ποιότητας των ταινιών που πλαισίωσε με τη μουσική του), αστείρευτο ταλέντο, ενστικτώδη φαντασία, ακάματη δημιουργικότητα, που κατάφερε να επιστρατεύσει ορχήστρες παγκοσμίου βεληνεκούς (Φιλαρμονικές του Βερολίνου, της Βιέννης και του Los Angeles) και αρχιμουσικούς περιοπής (Sir Simon Rattle, Gustavo Dudamel) στην υπηρεσία των έργων του.

Indiana Jones  – “Raiders March (Berliner Philharmoniker – Sir Simon Rattle)

Star Wars“Throne Room and Finale” (Los Angeles Philharmonic – Gustavo Dudamel)

Star Wars – “Imperial March” (Wiener Philharmoniker – John Williams)

 

Scott Bradley (1891-1977)

Το «encore» της φετινής Πρωτοχρονιάτικης συναυλίας είναι αναπάντεχο, γεμάτο κέφι και πρωτοτυπία. Πρόκειται για την μουσική συνοδεία των κινούμενων σχεδίων Tom and Jerry, γραμμένη από τον Scott Bradley. Απολαύστε την με ταυτόχρονη προβολή της σχετικής ταινίας. Απόλυτος συγχρονισμός ήχου και εικόνας!

Tom and Jerry Symphony with Original Movie        

Το επιτελείο της Clio Turbata σας εύχεται ένα ευτυχισμένο, ειρηνικό και υγιές 2023

 

Κείμενο – επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – επιμέλεια έκδοσης: Παρασκευή Ευσταθιάδου

Κριμαϊκός Πόλεμος: ο πρώτος που απαθανατίστηκε φωτογραφικά

Κριμαϊκός Πόλεμος: ο πρώτος που απαθανατίστηκε φωτογραφικά

 

Μέρος του Ανατολικού Ζητήματος, δηλαδή του μακροχρόνιου ανταγωνισμού μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων για την εμπέδωση της επιρροής και των συμφερόντων τους στους κόλπους της παραπαίουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ο Κριμαϊκός Πόλεμος διήρκεσε μεταξύ των ετών 1853 και 1856. Αντιπαρατέθηκαν ο συνασπισμός Βρετανίας – Γαλλίας – Οθωμανικής Αυτοκρατορίας – Βασιλείου της Σαρδηνίας από τη μια πλευρά και η Ρωσική Αυτοκρατορία από την άλλη. Οι κυριότερες συγκρούσεις έλαβαν χώρα στη χερσόνησο της Κριμαίας. Διανοίχτηκαν, ωστόσο, και επιπρόσθετα επιχειρησιακά θέατρα, μεταξύ άλλων στη Βαλτική Θάλασσα, στον Καύκασο και στον Ειρηνικό Ωκεανό. Έπειτα από τρία ολόκληρα χρόνια αντιπαραθέσεων, ο πόλεμος ολοκληρώθηκε με την ήττα της τσαρικής Ρωσίας και τον εγκλωβισμό της τελευταίας στη Μαύρη Θάλασσα.

Ο Κριμαϊκός Πόλεμος υπήρξε πρωτοπόρος σε πολλούς τομείς. Για πρώτη φορά οι αντιμαχόμενοι έκαναν εκτενή χρήση του σιδηροδρόμου και του τηλεγράφου. Νέες νοσηλευτικές πρακτικές εισήχθησαν για τους εκκενωθέντες στην Κωνσταντινούπολη τραυματίες από την Florence Nightingale και στην πρώτη γραμμή από την καταγόμενη από την Τζαμάϊκα Mary Seacole. Ο πόλεμος παρέμεινε γνωστός και από τη διαδοχή λανθασμένων χειρισμών σε λογιστικό και επιχειρησιακό επίπεδο, με προεξέχουσα την περίφημη επέλαση της Ελαφράς Ταξιαρχίας (επεισόδιο της μάχης της Μπαλακλάβα), η οποία απαθανατίστηκε χάρη στο ομώνυμο ποίημα του Alfred Tennyson. Τέλος, ήταν η πρώτη φορά που ένας πόλεμος περιγράφηκε λεπτομερώς από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης της εποχής και καταγράφηκε από τον φωτογραφικό φακό.

Ο Roger Fenton (1819-1869) κατέφθασε στην Κριμαία τον Μάρτιο του 1855, ενώ ο πόλεμος βρισκόταν ήδη στο δεύτερο έτος του, και παρέμεινε έως τον επόμενο Ιούνιο. Στάλθηκε επιτόπου από την βρετανική κυβέρνηση ως επίσημος φωτογράφος, σε αντικατάσταση του συναδέλφου του  Richard Nicklin, ο οποίος είχε απωλέσει τη ζωή του, μαζί με τους συνεργάτες του, θύματα του τυφώνα, που, στις 14 Νοεμβρίου 1854, είχε πλήξει το λιμάνι της Μπαλακλάβα, αφήνοντας πίσω του εκτεταμένες ζημιές. Η θεματολογία του Fenton, επιμελώς επιλεγμένη, αποδίδει μια εξιδανικευμένη εκδοχή του πολέμου. Απουσιάζουν παντελώς η φρίκη και η βία και πριμοδοτούνται συστηματικά στιγμιότυπα, τα οποία ωραιοποιούν και ηρωοποιούν την όλη εκστρατεία. Σε κάποιο ποσοστό, αυτό οφείλεται στις περιορισμένες, ακόμη, δυνατότητες της τεχνικής της φωτογραφίας (ήταν απείρως ευκολότερο να απαθανατιστούν εικόνες από τα μετόπισθεν και όχι οι εχθροπραξίες, που μαίνονταν στην πρώτη γραμμή). Ωστόσο, η επιλογή οφείλεται πρωτίστως στη βούληση και στις οδηγίες της κυβέρνησης του Λονδίνου, η οποία, με τον τρόπο αυτό, θέλησε να αποπροσανατολίσει την κοινή γνώμη από τους ατυχείς τακτικούς χειρισμούς στο πεδίο των μαχών, έστω και αν ο συγκεκριμένος πόλεμος είχε ούτως ή άλλως στιγματιστεί ανεξίτηλα από αυτούς. Δεν ήταν τυχαίο το γεγονός πως η αποστολή του Fenton στην Κριμαία είχε εξολοκλήρου καλυφθεί από κρατικούς πόρους.

Ο Roger Fenton με στολή ζουάβου και επί της φωτογραφικής άμαξας.

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως οι φωτογραφίες του Fenton εντάσσονται στο πλαίσιο μιας επιχείρησης κρατικής προπαγάνδας, την οποία υπηρετούν ευλαβικά. Πέραν τούτου, ωστόσο, κανένα λογοτεχνικό κείμενο και κανένας ζωγραφικός πίνακας ή, έστω, απλό σκαρίφημα, δεν είναι σε θέση να ισοσκελίσουν τον ρεαλισμό των φωτογραφικών λήψεων. Μπορεί τα πλάνα να είναι στημένα, έχουν, όμως, διασωθεί ανεκτίμητης ιστορικής αξίας αποτυπώσεις τοπίων, επωνύμων πρωταγωνιστών, ανωνύμων μαχητών και απλών πολιτών, που συνόδευσαν την εκστρατεία σαν να επρόκειτο για κάποια εκπαιδευτική εκδρομή.

Η ανταπόκριση του βρετανικού κοινού υπήρξε περιορισμένη και εξανεμίστηκε ταυτόχρονα με τον τερματισμό των εχθροπραξιών. Ο ίδιος ο Fenton, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την ενασχόλησή του με τη φωτογραφία το 1862, προτού φύγει από τη ζωή, επτά χρόνια αργότερα, οικονομικά κατεστραμμένος και ξεχασμένος από Θεό και ανθρώπους. Σήμερα, οι ιστορικοί ομόφωνα αναγνωρίζουν την ουσιαστική συμβολή του, όχι μόνο από αισθητικής πλευράς, αλλά και ως ενός από τους πρωτοπόρους επαγγελματίες πολεμικούς φωτογράφους.

 

Α.  Οι διοικητές

Πολεμικό συμβούλιο στο βρετανικό στρατηγείο. Συμμετέχουν από αριστερά προς δεξιά ο Λόρδος Raglan, διοικητής του βρετανικού εκστρατευτικού σώματος, ο Ομάρ Πασάς, επικεφαλής των οθωμανικών δυνάμεων και ο Γάλλος στρατάρχης Pélissier, διοικητής του γαλλικού εκστρατευτικού σώματος.

 

FitzRoy James Henry Somerset, 1ος λόρδος Raglan.
Στρατάρχης Aimable-Jean-Jacques Pélissier.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο Στρατηγός Sir George Brown G.C.B., περιστοιχίζεται από το επιτελείο της Μεραρχίας του.

 

 

Στρατηγός Sir George Buller.

 

Στρατηγός Pierre-François-Joseph Bosquet.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Στρατηγός Sir John Burgoyne G.C.B., Γενικός Επιθεωρητής των οχυρωματικών έργων.
Στρατηγός Sir John Campbell (καθιστός). Εικονίζεται με τον υπασπιστή του, λοχαγό Hume.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο Πρίγκηπας Γουλιέλμος-Αύγουστος-Εδουάρδος της Σαξονίας-Βαϊμάρης υπηρέτησε στην Κριμαία με τον βαθμό του Αντισυνταγματάρχη.
Ισμαήλ Πασάς.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Β. Οι μαχητές

 

Άνδρες του 77ου Συντάγματος (East Middlesex) με χειμερινή στολή.
Γάλλος ζουάβος και Μαροκινός σπαχής.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ο Λοχαγός Bernard, του 5ου Συντάγματος Δραγόνων.

 

Ο βοηθός χειρούργος Henry John Wilkin, του 11ου Ουσάρων.
Γάλλοι αξιωματικοί και ζουάβος.

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αξιωματικοί του 90ού Συντάγματος Εθελοντών (Perthshire Volunteers).

 

Ζουάβος τραυματίας.

 

Τάταροι εργάτες, αποσπασμένοι στα έργα οδοποιΐας.

 

Ο Henry Duberly, του 8ου Ουσάρων, μπροστά από την έφιππη σύζυγό του.

 

Γ. Ο χώρος

Ο κόλπος των Κοζάκων στο λιμάνι της Μπαλακλάβα.

 

Γενική άποψη της Μπαλακλάβα.

 

Το λιμάνι της Μπαλακλάβα. Στο μέσο διακρίνεται το κτήριο του Γενικού Στρατηγείου.

 

Το στρατόπεδο του 33ου Συντάγματος.

 

Τα ερείπια του Γενοβέζικου κάστρου δεσπόζουν πάνω από το λιμάνι της Μπαλακλάβα.

 

Μια ήρεμη ημέρα για το βρετανικό πυροβολικό.

 

Η επονομαζόμενη “Κοιλάδα του Θανάτου”, όπου στις 25 Οκτωβρίου 1854 έλαβε χώρα η θρυλική επέλαση της Ελαφράς Ταξιαρχίας.

 

Το στρατιωτικό κοιμητήριο του Cathcart’s Hill, στα περίχωρα της Σεβαστούπολης.

 

Άποψη της Μπαλακλάβα και του κάστρου από την κορυφή του λόφου Guard’s Hill.

 

Crimean War Photographs by Roger Fenton, 1855

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

 

Προέλευση φωτογραφιών: http://www.allworldwars.com/Crimean-War-Photographs-by-Roger-Fenton-1855.html

Κείμενο – Επιμέλεια αφιερώματος: Γιάννης Μουρέλος

Μορφοποίηση – Επιμέλεια έκδοσης: Αλεξάνδρα Περχανίδου