Skip to main content

Ι. Μιχαηλίδης «Οι λάθος άνθρωποι»

Οι πρόσφατες δηλώσεις του Αντιπροέδρου της τουρκικής κυβέρνησης πως δεν υπάρχει κράτος με το όνομα Κύπρος μπορεί να εξέπληξαν αρκετούς, δεν είναι όμως ασύμβατες με την πάγια τουρκική προσέγγιση του ζητήματος. Οι Τούρκοι αναφέρονται σε ελληνοκυπριακή κοινότητα σε αντιδιαστολή με την τουρκοκυπριακή κοινότητα του νησιού. Επιχειρούν έτσι να αμφισβητήσουν την κυριαρχία του κυπριακού κράτους επί του συνόλου του εδάφους παραπέμποντας στα γεγονότα του 1974. Ωστόσο, ο προσεκτικός παρατηρητής μπορεί να διαπιστώσει το αβάσιμο και αδιέξοδο της στρατηγικής αυτής. Η ύπαρξη και η κυριαρχία της κυπριακής δημοκρατίας είναι δεδομένη και αδιαπραγμάτευτη, πηγάζει από σωρεία διεθνών νομικών κειμένων και οποιαδήποτε προσπάθεια ακύρωσής της δεν χρήζει σοβαρής αντιμετώπισης. Ωστόσο, η τουρκική κατοχή και το πολιτικό πρόβλημα του νησιού τα τελευταία 41 χρόνια αποτελούν χωρίς αμφιβολία σκόπελο στην ανάπτυξη και την πρόοδο της μεγαλονήσου. Στο ζήτημα αυτό έχω τη γνώμη πως έχει εγκλωβιστεί η κυπριακή πολιτική ηγεσία. Παρά την φαινομενική εντατικοποίηση των διαπραγματεύσεων ανάμεσα στους Αναστασιάδη και Ακιντζί πιστεύω πως το ΟΧΙ στο σχέδιο Ανάν στο δημοψήφισμα του 2004 από την πλειοψηφία των ελληνοκυπρίων εξακολουθεί να εγκλωβίζει κάθε μεσολαβητική πρωτοβουλία επαναπροσέγγισης. Δεν πρόκειται εδώ να επαναλάβω την επιχειρηματολογία των υπερασπιστών και των αρνητών του σχεδίου Ανάν. Ο σχετικός διάλογος έχει ήδη καταγραφεί με λεπτομέρειες. Ωστόσο, σήμερα μια δεκαετία σχεδόν αργότερα μπορεί κανείς να προχωρήσει σε ορισμένες διαπιστώσεις. Στην ελληνοκυπριακή πλευρά ήδη η τάση μιας διχοτόμησης του νησιού ενισχύεται διαρκώς. Από την άλλη όσοι υποστηρίζουν την διαιώνιση της υπάρχουσας κατάστασης αναγνωρίζουν το πολιτικό και διπλωματικό κεφάλαιο που η κυπριακή δημοκρατία υποχρεούται να σπαταλά, ιδιαίτερα σήμερα που η οικονομική κρίση δοκιμάζει τις αντοχές της κοινωνίας. Τέλος, εκείνοι που εργάζονται για την επανένωση του νησιού αδυνατούν να προωθήσουν τις θέσεις τους στα ευρύτερα κοινωνικά στρώματα και μοιάζουν απομονωμένοι με μόνο στήριγμα τον διεθνή παράγοντα. Σε όλα αυτά πρέπει να προσθέσει κανείς και την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί στα κατεχόμενα όπου έχουν de facto δημιουργηθεί οι υποδομές μιας διακριτής κρατικής οντότητας.

Με βάση τα παραπάνω δεδομένα έχω τη γνώμη πως βρισκόμαστε σε ένα κομβικό σημείο όσον αφορά το πολιτικό πρόβλημα της Κύπρου. Καθώς οι γενιές που πρωταγωνίστησαν στα γεγονότα των δεκαετιών του 1960 και του 1970 σταδιακά εκλείπουν υπάρχει το ενδεχόμενο να συμπαρασύρουν μαζί τους και τις ελπίδες για μια οριστική λύση του Κυπριακού. Μπορεί οι νέες γενιές και στις δύο κοινότητες να μην διαθέτουν τις αγκυλώσεις των μεγαλύτερων, ωστόσο  δεν είναι βέβαιο ότι έχουν ανατραφεί με την κουλτούρα της συμβίωσης και της επαναπροσέγγισης. Όποιος επισκεφθεί το νησί και συνομιλήσει με νέους ανθρώπους θα διαπιστώσει πόσο μεγάλη είναι η άγνοια για τους κατοίκους της άλλης πλευράς. Κι εδώ αναδύεται το εξής ερώτημα. Πού πήγαν όλες οι προσπάθειες και τα χρήματα που ξοδεύτηκαν από διεθνείς οργανισμούς και μη κυβερνητικές οργανώσεις στο όνομα της συμφιλίωσης των δύο κοινοτήτων; Πού επενδύθηκαν και ποιο υπήρξε το αποτέλεσμά τους; Αρκετοί υποστηρίζουν πως η παρούσα οικονομική κρίση σε συνδυασμό με την ανεύρεση κοιτασμάτων φυσικού αερίου και ενδεχομένως πετρελαίου στην Κύπρο μπορεί να αποδειχθεί ο καθοριστικός παράγοντας για την επανένωση του νησιού. Πόσο ισχυρή όμως θα μπορούσε να είναι μια ενδεχόμενη επανένωση με δεδομένη την έλλειψη επικοινωνίας μεταξύ των δύο πλευρών;  To ερώτημα αυτό έχει την αξία του. Κατά τη γνώμη μου καμία μεσολάβηση δεν μπορεί να στεριώσει όταν επιβάλλεται από τα πάνω, δίχως τη συμμετοχή της κοινωνίας των πολιτών. Στην Κύπρο η υστέρηση αυτή είναι κάτι παραπάνω από έκδηλη. Στο πλαίσιο αυτό η καταφυγή σε αφορισμούς και η απαξίωση όσων εναντιώθηκαν στο σχέδιο Ανάν δεν προσθέτει καλές υπηρεσίες. Πιο συνετή θα ήταν η ενδελεχής μελέτη των παραγόντων που οδήγησαν στη στάση αυτή. Αλλά αυτό προϋποθέτει την ύπαρξη μιας ομάδας ανθρώπων, ικανής να αντιληφθεί το διακύβευμα και τις συνιστώσες του. Το ερώτημα όμως είναι αν υπάρχει η ομάδα των ανθρώπων αυτών.

iakovos2

Μιχαηλίδης Ιάκωβος

Αναπληρωτής Καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας, ΑΠΘ