Skip to main content

Χαράλαμπος Αλεξάνδρου: Η Ιστορία ως προπαγανδιστικό εργαλείο: η χρήση της Ιστορίας στις προκηρύξεις της ΕΟΚΑ

Χαράλαμπος Αλεξάνδρου: Η Ιστορία ως προπαγανδιστικό εργαλείο:

η χρήση της Ιστορίας στις προκηρύξεις της ΕΟΚΑ

«Αδελφοί Κύπριοι,

Από τα βάθη των αιώνων, μας ατενίζουν όλοι εκείνοι, οι οποίοι ελάμπρυναν την Ελληνικήν ιστορίαν δια να διατηρήσουν την ελευθερίαν των, οι Μαραθονομάχοι, οι Σαλαμινομάχοι, οι τριακόσιοι του Λεωνίδα και οι νεώτεροι του Αλβανικού έπους. Μας ατενίζουν οι αγωνισταί του 21, οι οποίοι μας εδίδαξαν ότι η απελευθέρωσις από τον ζυγόν του δυνάστου αποκτάται πάντοτε με το ΑΙΜΑ. […] Ας απαντήσωμε με έργα, ότι θα γίνομεν «πολλώ κάρρονες» τούτων».

Το πιο πάνω απόσπασμα εντοπίζεται στην πρώτη και άρα ιδιαιτέρως σημαντική προκήρυξη της ΕΟΚΑ (Εθνική Οργάνωση Κυπρίων Αγωνιστών), υπογεγραμμένη από τον αρχηγό της, τον Διγενή. Η χρήση της ελληνικής Ιστορίας είναι συχνή καθ’ όλη τη διάρκεια της τετραετίας 1955-1959. Πότε όμως παρουσιάζεται εντονότερη χρήση της Ιστορίας; Ποιες ιστορικές στιγμές και ιστορικές προσωπικότητες εμφανίζονται συχνά; Και αντιθέτως. Ποιες σημαντικές στιγμές και προσωπικότητες απουσιάζουν; Με ποιο κριτήριο γινόταν η επιλογή τους; Ποιες σκοπιμότητες εξυπηρετούσε η χρήση της Ιστορίας; Αναλύονταν ή όχι η Ιστορία στην οποία γινόταν αναφορά; Αυτά είναι κάποια από τα ερωτήματα στα οποία, υπό τους περιορισμούς του χώρου, θα επιχειρηθεί να δοθεί απάντηση.

Όπως θα ήταν αναμενόμενο, συχνότερη εμφάνιση θεμάτων της Ιστορίας παρατηρείται στις μέρες εθνικών επετείων. Τις ημέρες εκείνες κατά τις οποίες ο λαός συμμετείχε με ενθουσιασμό, παντοιοτρόπως και καθολικώς στους εορτασμούς υπήρχε ευνοϊκότερη πρόσληψη των μηνυμάτων της επαναστατικής Οργάνωσης που μαχόταν ενόπλως για την αποτίναξη του βρετανικού ζυγού. Κύριος σκοπός των φυλλαδίων που κυκλοφορούσαν κατά τις συγκεκριμένες μέρες ήταν η ανάδειξη του αγώνα ως συνέχειας των εθνικών αγώνων των Ελλήνων και η ανάδειξη των ηρώων της Οργάνωσης ως συνεχιστών του έργου των μεγάλων εθνικών ηρώων. Οι κυριότερες επέτειοι κατά τις οποίες κυκλοφορούσαν φυλλάδια της Οργάνωσης ήταν η 25η Μαρτίου και η 28η Οκτωβρίου. Η ανάδειξη της 1ης Απριλίου ως μιας σημαντικής ημέρας η οποία είχε προστεθεί στο ιστορικό επετειολόγιο των Ελλήνων, παρουσιάζεται ήδη από την πρώτη χρονιά του αγώνα. Σε ένα επετειακό φυλλάδιο αναγράφεται: «ο αγώνας των Κυπρίων όχι μόνο κατατάσσεται ανάμεσα στους ενδοξότερους των Ελλήνων αλλά προβάλλεται να έχει ξεπεράσει όλους τους υπόλοιπους εξ αιτίας των τεράστιων επιτυχιών που κατάφερε να έχει παρά τη δυσανάλογων δυνάμεων των εμπλεκομένων».

Η 25η Μαρτίου δεν αποτελούσε μόνο μια πασίγνωστη εθνική επέτειο. Αποτελούσε μια σελίδα ηρωισμού εκ μέρους των Ελλήνων και βιαιότητας του αντιπάλου. Αποτελούσε μια ιστορική στιγμή κατά την οποία ο λαός αψήφησε το πλήθος του εχθρού και την υλική του υπεροχή. Η συγκεκριμένη ιστορική στιγμή εμπεριείχε σαφείς προεκτάσεις για την Κύπρο και τις συνθήκες που επικρατούσαν κατά τον ένοπλο αγώνα της ΕΟΚΑ. Έτσι, δεν προκαλεί έκπληξη η αναφορά στο «αρματολίκι του Διγενή», στον «κλεφτοπόλεμον της ΕΟΚΑ» και στα «Κυπριακά καριοφίλλια».  Η χρήση όμως παραδειγμάτων από τη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο, σε καμιά περίπτωση δεν ενείχε αντιτουρκική χροιά. Το σημείο που τονιζόταν ήταν το πλήθος και η αγριότητα του αντιπάλου και όχι η τουρκική ή μουσουλμανική του ταυτότητα. Επιπλέον, η ΕΟΚΑ ως στρατιωτική οργάνωση και ο ίδιος ο αρχηγός της, χρησιμοποιούσαν κατά κόρον προσωπικότητες όπως οι Κολοκοτρώνης, Καραϊσκάκης, Τζαβέλας, Μπότσαρης, Παπαφλέσσας ενώ απουσιάζουν οι αναφορές σε Μαυροκορδάτο, Καποδίστρια, Όθωνα κ.ά.

Ενδιαφέρον θα ήταν να εντοπιστεί η απάντηση της ΕΟΚΑ στο ζήτημα της εμπλοκής της Αγγλίας στη δημιουργία του ελληνικού κράτους. Η απάντηση παρουσιάζεται σε κείμενο της ΑΝΕ (Άλκιμος Νεολαία ΕΟΚΑ) και ακολουθεί την πάγια τακτική που ακολουθούσε και ο Διγενής σε άλλες προκηρύξεις του.  Του διαχωρισμού του λαού από την ηγεσία του. Σε αυτό το σχήμα εξηγείται και η εξής αναφορά:

«Δεν είναι αι κυβερνήσεις των λεγομένων Μεγάλων Δυνάμεων που εβοήθησαν τους Έλληνας κατά την Επανάστασιν του Γένους. Ήσαν οι λαοί. Αρκεί να ενθυμηθώμεν ότι ο Άγγλος Ναύαρχος Κόρδιγκτων εδικάσθη και κατεδικάσθη […] επειδή εξ ιδίας πρωτοβουλίας απήντησεν εις τα πυρά του Τουρκικού στόλου εις το Ναυαρίνον […]. Το Ναυαρίνον λοιπόν […] δεν είναι η Αγγλική κυβέρνησις που το εδημιούργησεν αλλά μία σύμπτωσις. Μόνον λόγοι διπλωματικής σκοπιμότητος έκαμαν τους Έλληνας να ομιλούν περί ευγνωμοσύνης προς την Αγγλίαν».

Το φυλλάδιο συνεχίζει επιχειρώντας να αποδείξει τη διαχρονική έχθρα των βρετανικών κυβερνήσεων προς την Ελλάδα, με αναφορές στην υπόθεση Πατσίφικο, στις κρητικές επαναστάσεις και στη στάση τους κατά τις τραγικές ημέρες της μικρασιατικής καταστροφής. Στο φυλλάδιο της ΠΕΚΑ (Πολιτική Επιτροπή Κυπριακού Αγώνος) με τίτλο «Οι αιώνιοι  εχθροί της Ελλάδος» το οποίο απαντούσε στα «Πικρολέμονα» του Ντάρελ, γίνεται και πάλιν αναφορά στη Ναυμαχία του Ναυαρίνου και αποκαλύπτεται ο λόγος που η Οργάνωση επανέφερε το θέμα επιχειρώντας να πείσει για τη διαχρονική έχθρα του Λονδίνου εναντίον των Ελλήνων:

«Άλλωστε αυτό το γεγονός το εκμεταλλεύονται πολύ οι Άγγλοι «Ιεροεξετασταί του Σπέσιαλ Μπραντς» όταν πρόκειται να πείσουν κάποιον συλληφθέντα, ότι πάντοτε οι Άγγλοι υπήρξαν φιλέλληνες και ότι επομένως αδίκως ήρχισε τον αγώνα η ΕΟΚΑ».

Στο φυλλάδιο με τίτλο «Πάντοτε οι ίδιοι» παραλληλίζεται η στάση των Βρετανών στο θέμα των Επτανήσων με το θέμα της Κύπρου. Εκείνο που τονίζεται δεν είναι το γεγονός ότι οι Βρετανοί απέδωσαν τα Επτάνησα στην Ελλάδα αλλά το γεγονός ότι για να γίνει αυτό, οι Επτανήσιοι έπρεπε να απορρίψουν μια «νόθον λύσιν» που πρότειναν οι Βρετανοί και να αγωνιστούν για την Ένωση τους με την Ελλάδα». Τα υπονοούμενο προς τους Κύπριους αποδέκτες του μηνύματος της προκήρυξης ήταν σαφές.

Η επιλογή των παραδειγμάτων από την κλασσική εποχή και τη νεότερη Ιστορία γινόταν γιατί αποτελούσαν δύο ιστορικές περιόδους κατά τις οποίες το κοινό σημείο αναφοράς και συνεκτικός δεσμός των ενόπλων Ελλήνων ήταν η εθνική τους καταγωγή. Κάτι που έλειπε από τους ένοπλους του Βυζαντίου, κύριος – και σε πολλές περιπτώσεις ο μόνος – συνεκτικός δεσμός των οποίων αποτελούσε η θρησκεία∙ μια θρησκεία την οποία ασπάζονταν όμως και οι ίδιοι οι Άγγλοι. Σε μια προσπάθεια αφαίρεσης ακόμα και αυτού του μοναδικού ίσως ταυτοτικού  χαρακτηριστικού που ένωνε Έλληνες και Βρετανούς, παρουσιάζεται σε φυλλάδιο της ΠΕΚΑ η ιστορία των δεκατριών μοναχών της Καντάρας τους οποίους είχαν βασανίσει και κάψει οι Λατίνοι επειδή αρνήθηκαν να ασπαστούν τον καθολικισμό.

Πέρα από την ανάδειξη ηρωικών προτύπων αντίστασης λοιπόν, η Οργάνωση επιχειρούσε να αναδείξει την αγωνιστική παράδοση των Ελλήνων, την πίστη τους στην Πατρίδα και στην υπεράσπισή της με κόστος ακόμα και της ζωή τους. Σε αυτή τη λογική δεν ταίριαζαν οι πόλεμοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου και η reconquista του Ιουστινιανού. Οι ηρωικές αναφορές στο Βυζάντιο που εξαντλούνταν σε μία αναφορά στον Διγενή Ακρίτα και τρεις στον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο επιβεβαιώνουν τα πιο πάνω. Η ελάχιστη χρήση των προτύπων αυτών σε σύγκριση με το πλήθος των παραδειγμάτων από κλασσική και νεότερη Ελλάδα φυσικά δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι υπέκρυπτε κάποια άλλη σκοπιμότητα πέρα από την ανάδειξη ιστορικών προτύπων ηρωικής αντίστασης για την υπεράσπιση του πατρώου εδάφους. Εντοπίζεται λοιπόν στοχευμένη χρήση ιστορικών γεγονότων και προσωπικοτήτων. Κριτήριο όμως δεν ήταν μόνο πόσο γνωστή ή άγνωστη ήταν η συγκεκριμένη ιστορία στο κοινό. Επιπλέον, και εξ ίσου σημαντικό, κριτήριο ήταν η συμβατότητα με τα προπαγανδιζόμενα μηνύματα και η ένταξη στον ευρύτερο προπαγανδιστικό στόχο. Ακόμα λοιπόν και στο Εγερτήριο Σάλπισμα (το περιοδικό που παρανόμως εξέδιδε και κυκλοφορούσε η ΑΝΕ) που διέθετε περισσότερο χώρο, δεν παρουσιάζεται ως παράδειγμα ο Μεγάλος Κωνσταντίνος, ο Ιουστινιανός ή ο Νικηφόρος Φωκάς αλλά ο τελευταίος αυτοκράτορας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος. Χαρακτηριστικό της σκοπιμότητας που ενείχε η χρήση της Ιστορίας είναι το εξής: η άρνηση του Παλαιολόγου να παραδώσει τη Βασιλεύουσα στους Οθωμανούς Τούρκους δημοσιεύεται στο τεύχος του Εγερτηρίου Σαλπίσματος του πρώτου δεκαπενθημέρου του Ιουνίου, σε μια περίοδο κατά την οποία είχε απορριφθεί το Σχέδιο Φουτ και ετοιμαζόταν το Σχέδιο Μακμίλαν με τις διχοτομικές του διατάξεις. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος συναντάται επίσης σε προκήρυξη της ΠΕΚΑ στις 25/10/58, παραμονές της 28ης Οκτωβρίου μαζί με τον Λεωνίδα και τον Μεταξά, ως ιστορικές φυσιογνωμίες που προέταξαν το ΟΧΙ, πιστοί στο χρέος τους προς την πατρίδα, αδιαφορώντας για την υλική και αριθμητική υπεροχή του αντιπάλου. Η αναφορά στους τρεις άνδρες, πέρα από την ενότητα της ελληνικής Ιστορίας, αναδείκνυε και το διαχρονικό πνεύμα ηρωισμού και αντίστασης που διέτρεχε την Αρχαία, Βυζαντινή και Σύγχρονη Ιστορία της Ελλάδας, συνεχιστές της οποίας τότε ήταν η ΕΟΚΑ και ο αρχηγός της ο Διγενής. Το όνομα του Παλαιολόγου είχε επίσης αναφερθεί προηγουμένως τον Μάρτιο του 1957 μετά τη θυσία του Αυξεντίου ως παράδειγμα αυτοθυσίας και πίστης στο καθήκον. Σε καμιά περίπτωση και πάλιν, όπως συνέβαινε και με τα ιστορικά παραδείγματα της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, δεν υπονοούνται αντιτουρκικά μηνύματα.

Αξιοσημείωτη είναι η απουσία της ελληνιστικής περιόδου με ελάχιστες αναφορές στο Εγερτήριο Σάλπισμα. Η κορυφαία προσωπικότητα της περιόδου, ο Μέγας Αλέξανδρος, παρουσιάζεται μόνο σε ένα άρθρο του περιοδικού Αγωγή των Νέων τον Οκτώβριο του 1958 χωρίς να επιχειρείται οποιοσδήποτε παραλληλισμός με τον ένοπλο αγώνα των Κυπρίων. Αφού αναφέρθηκε σύντομα η ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου το άρθρο κλείνει με την διαπίστωση ότι «αξίζει, λοιπόν, τα Ελληνόπουλα νάχουν πρότυπο τους τον Μέγαν Αλέξανδρο».

Περιορισμένη είναι η χρήση της κυπριακής Ιστορίας. Οι αναφορές που συναντώνται εξαντλούνται στο Μαρτύριο των δεκατριών μοναχών της Καντάρας το 1231 κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας, στη Θυσία της Μαρίας Συγκλητικής κατά τις μέρες κατάληψης της Λευκωσίας από τους Οθωμανούς το 1570, στον απαγχονισμό του Αρχιεπισκόπου Κυπριανού από τους Τούρκους στις 9 Ιουλίου 1821, στην παρουσία των Κυπρίων εθελοντών στην ελληνική επανάσταση και στους άλλους αγώνες του έθνους και στην επίσκεψη του Κανάρη στην Κύπρο. Ακόμα όμως και όταν γίνεται χρήση της τοπικής Ιστορίας, αυτή εντάσσεται στο πλαίσιο των διαχρονικών αγώνων της ελληνικής Ιστορίας, της ανάδειξης της μοχθηρότητας των κατακτητών αλλά και της ηρωϊκότητας των Ελλήνων της Κύπρου. Επιπλέον τεκμηρίωνε με ιστορικά παραδείγματα την ενωτική επιθυμία των Ελλήνων του νησιού η οποία δεν έμενε σε ρητορικό επίπεδο. Μπορεί άρα να λεχθεί ότι η χρήση της κυπριακής Ιστορίας ενδυνάμωνε περαιτέρω το μήνυμα της αντίστασης στον κατακτητή, αφού μέσω των συγκεκριμένων παραδειγμάτων αποδεικνυόταν ότι η αυτοθυσία και η μαχητικότητα αποτελούσε χαρακτηριστικό των προηγούμενων γενιών της Κύπρου, τις οποίες όφειλαν να μιμούνταν οι σύγχρονοι Κύπριοι.

Προς επαλήθευση των πιο πάνω, χαρακτηριστικές είναι οι πρώτες γραμμές επετειακού φυλλαδίου για την εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου που είχε κυκλοφορήσει στις 28.10.57:

«Ποτέ η Ελληνική Κύπρος δεν γιόρτασε λαμπρότερα την 28ην Οκτωβρίου από όσο τα τελευταία τρία χρόνια. Η 28η Οκτωβρίου δεν μας βρήκε σαν ανάξιους ραθυμούντας δούλους που ανέχονται μοιρολατρικά την διαιώνιση της σκλαβιάς. Μας βρήκε πιστούς στη θυσία των Αλβανομάχων και των Μαραθωνομάχων[…]. Βρήκε τα νιάτα της Κύπρου με το όπλο στο χέρι[…] Βρήκε χιλιάδες πατριώτες στα συρματοπλέγματα και τες φυλακές […]. Είδε τον Εθνάρχη μας ένα χρόνο αλυσοδεμένο στον Ινδικό Ωκεανό[…].» Κλείνει το συγκεκριμένο φυλλάδιο: «Η προσταγή και η λαχτάρα των νεκρών του Αλβανικού και του Κυπριακού έπους μια είναι: Να συνεχίσωμε τον Αγώνα μέχρι της τελικής νίκης.»

Συμπερασματικά, διαφαίνεται ότι ενώ ο Διγενής και οι συντάκτες των φυλλαδίων είχαν πολύ καλή γνώση και αντίληψη της Ιστορίας, εντούτοις σε ελάχιστα φυλλάδια επιχειρείται ανάλυση των ιστορικών δεδομένων. Τις περισσότερες φορές η ιστορική στιγμή ή η ιστορική προσωπικότητα ανάγονται σε διαχρονικά εθνικά σύμβολα. Η ανάδειξή τους όμως δεν ενείχε διδακτικές ή ενημερωτικές σκοπιμότητες. Εν μέσω μιας ένοπλης δυναμικής σύγκρουσης, ο σκοπός ήταν άλλος.  Να παρουσιαστεί η ένοπλη εξέγερση ως μια συνέχεια των ένοπλων εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων της Ελληνικής Ιστορίας. Επίσης να αναδειχθεί ότι η συμμετοχή στον ένοπλο αγώνα ήταν μονόδρομος γιατί έτσι επέβαλλε η ελληνική Ιστορία και άρα η συμβολή σε αυτόν ήταν εθνική επιταγή. Τέλος, η χρήση της Ιστορίας στόχευε στην ανάδειξη ηρωικών προτύπων ανδρείας, ηρωισμού, αγωνιστικότητας, ψυχικού σθένους και αυτοθυσίας. Η προβολή τέτοιων προτύπων στο πλαίσιο μιας ένοπλης επανάστασης αποσκοπούσε στην ανύψωση του ηθικού του λαού και στην ενδυνάμωση της πίστης του για την αποτελεσματικότητα του ένοπλου αγώνα. Στα πιο πάνω συνηγορούν και όλα τα επετειακά φυλλάδια τα οποία πάντοτε προέβαλλαν τον παραλληλισμό της ΕΟΚΑ με άλλες ιστορικές στιγμές κατά τις οποίες ο Ελληνισμός είχε χρησιμοποιήσει τα όπλα για να υπερασπιστεί ή για να κερδίσει την Ελευθερία του. Η χρήση λοιπόν της Ιστορίας μπορεί να θεωρηθεί ότι, μεταξύ άλλων, αποτελούσε απάντηση στις φωνές που ακούγονταν ότι η ένοπλη επιλογή δεν ήταν ενδεδειγμένη για την επίτευξη του στόχου της Ένωσης. Και η απάντηση ήταν ότι κανένας «μαζικοπολιτικός ειρηνικός αγώνας,» δεν έφερε ποτέ το ποθητό αποτέλεσμα. Η Ιστορία επέβαλλε προσφυγή στα όπλα και ριζοσπαστικό αγώνα.

270088_10150341810478969_5244699_n
Ο κ. Χαράλαμπος Αλεξάνδρου είναι Υποψήφιος Διδάκτωρ Νεότερης & Σύγχρονης Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου